Προτεραιότητα είχε το πρόγραμμα και μετά ο υποψήφιος

Οι πολιτικές Δημοκρατικού Συναγερμού-ΑΚΕΛ, στα τελευταία δέκα σχεδόν έτη που διακυβερνούν τη χώρα και διαχειρίζονται το εθνικό θέμα, έχουν παταγωδώς αποτύχει. Σε όλους τους τομείς. Στην οικονομία, στην εσωτερική διακυβέρνηση, στο εθνικό θέμα, έχουν ασκήσει πολιτικές οι οποίες απεδείχθησαν ολέθριες.



Κυρίως στο εθνικό θέμα, ασκήθηκαν και ασκούνται πανομοιότυπες πολιτικές οι οποίες όχι μόνο δεν έκαμψαν την τουρκική αδιαλλαξία, αλλά την κατέστησαν σκληρότερη, επιθετικότερη και αλαζονικότερη. Έχουν οδηγήσει το Κυπριακό, μπροστά σε καταστροφικές επιλογές: Είτε αποδοχή λύσης τουρκικών προδιαγραφών, είτε ενός επικίνδυνου αδιεξόδου.



Δικαίως ο λαός αναζητεί άλλες επιλογές ενόψει των προεδρικών εκλογών. Δικαίως απαιτεί λήξη των ατελέσφορων, αναποτελεσματικών και επικίνδυνων στρατηγικών. Και δικαίως αναζητεί νέους ηγέτες οι οποίοι θα αναλάβουν το μεγάλο βάρος της χάραξης νέων στρατηγικών, οι οποίες θα τερματίσουν μία σκοτεινή εποχή, θα θέσουν το Κυπριακό στη σωστή του διάσταση, στη βάση σχεδιασμένων κινήσεων, ξεκάθαρων προγραμμάτων και σαφών στόχων.



Ώστε να μπορέσουν να ανατρέψουν τη σημερινή ζοφερή εικόνα και να δημιουργήσουν προοπτικές ορθής και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού.

Καλώς ή κακώς, έχουν δημιουργηθεί δύο σχολές σκέψης όσον αφορά τη διαχείριση, τους στόχους και τη φιλοσοφία αντιμετώπισης του εθνικού θέματος. Η φιλοσοφία της μίας σχολής την οποία εκπροσωπούν τα δύο μεγάλα κόμματα, η οποία παραμένει προσηλωμένη στη χρεοκοπημένη στρατηγική 42 χρόνων με λάβαρο τη ρατσιστική λύση της διζωνικής ομοσπονδίας και τη διεξαγωγή, ως αυτοσκοπού, ενός άκαρπου διαλόγου ο οποίος δεν απέφερε και δεν πρόκειται να αποφέρει οτιδήποτε, ακόμη και αν συνεχιστεί για άλλα 100 χρόνια.



Και η άλλη σχολή η οποία θέλει να καταστεί ο φορέας μίας νέας αντίληψης και νέας στρατηγικής διεκδίκησης και πρόκλησης πολιτικού κόστους στην Τουρκία, ώστε η κατοχική δύναμη να υποχρεωθεί σε αποδοχή δίκαιης και βιώσιμης λύσης.

Φορέας αυτής της διαφορετικής στρατηγικής παρουσιάζεται ο ενδιάμεσος χώρος. Και φιλοδοξεί όπως στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές επιτύχει να διεκδικήσει την προεδρία, ενωμένος και κάτω από θετικότερες, από κάθε προηγούμενη φορά, προοπτικές. Μέχρι τώρα, ο ενδιάμεσος ή Κεντρώος χώρος, ήταν υποχρεωμένος να στηρίζεται στα δεκανίκια της υποστήριξης του ΑΚΕΛ, προκειμένου να κυβερνήσει τη χώρα.



Και στηριζόμενος στα δεκανίκια μίας άλλης παράταξης, με εντελώς διαφορετική φιλοσοφία ως προς τη διαχείριση του Κυπριακού, υποχρεούτο να προβαίνει σε οδυνηρούς συμβιβασμούς και σε αλλοίωση των διακηρυγμένων πολιτικών του, προκειμένου να επιβιώσει στη διακυβέρνηση του τόπου.

Τώρα, οι συνθήκες φαίνεται να διαφοροποιούνται. Και για πρώτη ίσως φορά, προσφέρεται η δυνατότητα μία καθαρής υποψηφιότητας, αποκλειστικά θεμελιωμένης πάνω σε καθαρά όμορες, κατά το πλείστον, πολιτικές δυνάμεις.

Όμως οι διαδικασίες οι οποίες επελέγησαν και οι φιλοδοξίες οι οποίες δεν έγινε κατορθωτό να τιθασευθούν, τείνουν να μειώσουν τις προοπτικές επιτυχίας στις προσεχείς προεδρικές εκλογές.



Πιο συγκεκριμένα, ετέθη το αμάξι μπροστά από το άλογο. Και ανετράπησαν οι προτεραιότητες κατά τρόπο ώστε, αντί ένωσης δυνάμεων, να προκαλείται διάσπαση δυνάμεων. Και, αντί ομογνωμίας, να διατυπώνονται διαφορετικές θεωρήσεις.

Πρώτο: Οι δυνάμεις του ενδιάμεσου χώρου βάλλονται από τα δύο μεγάλα κόμματα, αλλά και από την Κυβέρνηση, ότι δεν έχουν καθαρή στρατηγική, δεν έχουν καν στρατηγική στο Κυπριακό. Αυτό το μήνυμα, ορθό ή προϊόν προπαγανδιστικής τακτικής, φαίνεται να έχει περάσει μέσα σε μερίδα του εκλογικού σώματος. Συνεπώς, η προτεραιότητα των ηγεσιών αυτού του χώρου ήταν να δώσουν στο εκλογικό σώμα καθαρή στρατηγική, με λεπτομερείς σχεδιασμούς και πειστικούς και ρεαλιστικούς στόχους, ώστε να κρίνει και να αποφασίσει.



Η επιλογή του υποψηφίου, είτε εκ των ηγετών του χώρου είτε εκτός του χώρου, αλλά με ταυτόσημη φιλοσοφία, έπρεπε να ιεραρχηθεί δεύτερη. Θα προσθέταμε, μάλιστα, ότι ο εθελοντικός αποκλεισμός των ηγετών των κομμάτων, από τις διαδικασίες επιλογής υποψηφίου, θα τους εξόπλιζε και με ηθικό πλεονέκτημα.

Δυστυχώς, οι προτεραιότητες ανετράπησαν, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν διαφωνίες, διαφοροποιήσεις, διχασμοί και άλλες παρενέργειες, στοιχεία που δυσχεραίνουν και αποδυναμώνουν την όλη προσπάθεια.

Δεύτερο: Υπάρχουν, μεταξύ των συνεργαζομένων δυνάμεων του χώρου, διαφορετικές πολιτικές και προσεγγίσεις. Υπάρχουν δυνάμεις που απορρίπτουν τη διζωνική ομοσπονδία και δυνάμεις που την αποδέχονται. Πώς θα συγκερασθούν σε μία ομοιόμορφη και ομόγνωμη στρατηγική; Και εάν και πάλιν η διζωνική λύση αποτελέσει το λάβαρο, γιατί να μη τη διαχειρισθούν καλύτερα οι γνήσιοι υποστηρικτές της αντίθετης φιλοσοφίας; Πώς επέρχεται αλλαγή;

Αυτά, γράφονται ως προβληματισμός για τις δυνάμεις εκείνες οι οποίες αποφάσισαν να διεκδικήσουν εκλογή και να εφαρμόσουν νέα στρατηγική στο εθνικό θέμα.

Υπάρχει ακόμη ο χρόνος, να διορθώσουν λάθη και να θέσουν τις βάσεις μίας πειστικότερης και καθαρότερης επιλογής προς το εκλογικό σώμα...