S&P: Παραμένει ένα βήμα πριν από την επενδυτική βαθμίδα η Κύ
Κυριακή 17 Σεπ 2017
Share on
Ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Standard & Poor`s επιβεβαίωσε την Παρασκευή το βράδυ την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Κύπρου, στο BB+/B, αναθεωρώντας ταυτόχρονα τις προοπτικές της κυπριακής οικονομίας από σταθερές σε θετικές. Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με τον οίκο, ότι πιθανό να προχωρήσει σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Κύπρου στους επόμενους 12 μήνες, εάν η δημοσιονομική εξυγίανση συνεχίσει απρόσκοπτα και η οικονομία συνεχίσει να ανακάμπτει σε επίπεδα προ της κρίσης.
Ο οίκος προβλέπει ότι η μεγέθυνση του ΑΕΠ θα κυμανθεί κατά μέσον όρο στο 3% την περίοδο 2017-2020, καθώς οι επενδύσεις και η απασχόληση ανακάμπτουν και οι εξαγωγές υπηρεσιών συνεχίζουν να έχουν καλή απόδοση. Οι οίκος προέβλεπε προηγουμένως ανάπτυξη κατά μέσον όρο 2.5% για την ίδια περίοδο. Σημειώνει, επίσης, ότι οι προσδοκίες του για την ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας ξεπερνούν κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσον όρο, για τον οποίο προβλέπει ανάπτυξη 1.7% την ίδια περίοδο. Θα βοηθήσει η ανάπτυξη
Οι S&P’s προβλέπουν ότι το κύμα ανάπτυξης στην κυπριακή οικονομία θα βοηθήσει τις αναδιαρθρώσεις των προβληματικών δανείων. Σημειώνεται ότι στις 17 Μαρτίου του τρέχοντος έτους, οι S&P’s αναβάθμισαν τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση της Κύπρου σε ξένο και εγχώριο νόμισμα σε «ΒΒ+», από «ΒΒ» με σταθερή προοπτική, και επιβεβαίωσαν τη βραχυπρόθεσμη αξιολόγησή της σε ξένο και εγχώριο νόμισμα στο «Β». Ο οίκος διατηρεί την Κύπρο μία μόλις βαθμίδα κάτω από την επενδυτική κατηγορία, σε αντίθεση με τους οίκους Fitch και Moody`s που διατηρούν την Κύπρο τρεις βαθμίδες κάτω από την επενδυτική κατηγορία. Οι S&P`s ήταν ο πρώτος οίκος που υποβάθμισε την κυπριακή οικονομία στην κατηγορία junk (σκουπίδια), τον Ιανουάριο του 2012.
Ο οίκος αναφέρει ότι αναμένει τον προϋπολογισμό να παραμείνει πλεονασματικός χωρίς τη λήψη επιπρόσθετων μέτρων. «Ακόμη και αν υπάρξει κάποια δημοσιονομική ολίσθηση στην πορεία προς τις προεδρικές εκλογές του 2018, αναμένουμε ότι τα δημόσια οικονομικά θα σταθεροποιηθούν αργότερα, οδηγώντας σε μείωση του χρέους της γενικής κυβέρνησης», αναφέρεται. Από τι θα εξαρτηθούν οι μελλοντικές αξιολογήσεις
Οι οίκος αναφέρει ότι θα εξετάσει το ενδεχόμενο αναβάθμισης της αξιολόγησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, τους επόμενους 12 μήνες, αν η κυπριακή οικονομία συνεχίσει να ανακάμπτει σε επίπεδα προ της κρίσης και η δημοσιονομική πολιτική παραμένει σε γενικές γραμμές σταθερή, θέτοντας σε καθοδική πορεία το δημόσιο χρέος προς το ΑΕΠ. Επίσης σε περίπτωση που οι πιστωτικές και νομισματικές συνθήκες της Κύπρου συνεχίσουν να συγκλίνουν με εκείνες της Ευρωζώνης, με τη σημαντική μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Χορηγήσεων (ΜΕΧ) και επιπλέον μειώσεις στα επιτόκια.
Αναφέρεται, επίσης, ότι η προοπτική θα μπορούσε να αναθεωρηθεί σε σταθερή από θετική, εάν η οικονομική ανάπτυξη είναι σημαντικά χαμηλότερη από αυτό που αναμένει ο οίκος ή σε περίπτωση που υπάρξει μετατόπιση της δημοσιονομικής θέσης που θα οδηγήσει τον οίκο στο συμπέρασμα ότι το δημόσιο χρέος προς το ΑΕΠ δεν ακολουθεί, πλέον, πτωτική πορεία. Σύμφωνα με το σκεπτικό του οίκου, οι αξιολογήσεις της Κύπρου περιορίζονται από τον υψηλό βαθμό μόχλευσης της οικονομίας που είναι εμφανής στους ισολογισμούς τόσο του δημοσίου, όσο και του ιδιωτικού τομέα, αλλά και στο τραπεζικό σύστημα που έχει υποστεί απομείωση.
Θετική επίδραση στις αξιολογήσεις έχει το επίπεδο του εισοδήματος, με το κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ να είναι από τα υψηλότερα στην κατηγορία «ΒΒ» και τη συνεχιζόμενη οικονομική ανάκαμψη, που αναμένεται ότι θα επιτρέψει τη σταδιακή μείωση του δημοσίου και ιδιωτικού χρέους, υποστηρίζοντας ταυτόχρονα και τις προσπάθειες του χρηματοπιστωτικού τομέα για εξομάλυνση. Η ανάκαμψη ευρείας βάσης συνεχίζεται
Η ανάπτυξη της οικονομίας κατά 3% την περίοδο 2017-2020 θεωρείται ότι θα υποστηριχθεί από την επενδυτική δραστηριότητα και τις εξαγωγές υπηρεσιών, ενώ αναμένει ότι οι επιπτώσεις του Brexit στην κυπριακή οικονομία θα είναι περιορισμένες. Επίσης, ο οίκος δεν προβλέπει οποιαδήποτε καθοριστική αλλαγή στην ακολουθούμενη πολιτική έπειτα από τις προεδρικές εκλογές στις αρχές του 2018. Ο οίκος αναθεώρησε την πρόβλεψή του για αύξηση του ΑΕΠ το 2017 στο 3.3.% από 2.7% που ήταν προηγουμένως, εξαιτίας της υψηλής ανάπτυξης 3.6% το πρώτο εξάμηνο του 2017.
Μέχρι το 2020 ο οίκος αναμένει ότι η αύξηση της κατανάλωσης θα επιβραδυνθεί, καθώς η εξυπηρέτηση του χρέους των νοικοκυριών αυξάνεται, μολονότι προβλέπεται το ποσοστό ανεργίας να μειωθεί περαιτέρω και τα διαθέσιμα εισοδήματα να αυξηθούν. Η επενδυτική δραστηριότητα προβλέπεται να παραμείνει ισχυρή, ιδιαίτερα σε τομείς όπως ο τουρισμός και η ενέργεια με τη διερεύνηση για κοιτάσματα φυσικού αερίου. Αναμένεται ιδιαίτερα από τον τουρισμό και τις επιχειρηματικές υπηρεσίες να έχουν σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη.
Παράλληλα, αναμένεται ότι, παρά την ανάπτυξη, το χρέος του ιδιωτικού τομέα θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα και ότι η μακροοικονομική πολιτική των Αρχών θα συνεχίσει να έχει ως στόχο τη διατήρηση της ισορροπίας των δημόσιων οικονομικών, επιδιώκοντας τη μείωση του χρέους και συμβάλλοντας στην ανάκαμψη του τραπεζικού τομέα.