Τοπικά

Αιμορραγεί ο Πενταδάκτυλος

Ανυπολόγιστη η ζημιά που έχει υποστεί η οροσειρά του Διγενή και της Ρήγαινας. Η εκτός ελέγχου λατόμευση και οι παράνομες εκσκαφές έχουν προκαλέσει ανεπανόρθωτη αλλοίωση του φυσικού τοπίου, με αποτέλεσμα σπάνια τοπικά είδη χλωρίδας και πανίδας να κινδυνεύουν με πλήρη αφανισμό.

Τον θεόρατο βράχο -αποτύπωμα της αριστερής παλάμης του Διγενή κατά τον θρύλο- προσπαθούν να σβήσουν από τον φυσικό χάρτη της Κύπρου οι κατακτητές. Αυτοί, που, εδώ και πολλά χρόνια, χωρίς αιδώ, αφαιρούν κομμάτι - κομμάτι από την οροσειρά του Πενταδακτύλου μας, προκαλώντας μόνιμη αλλοίωση στο φυσικό περιβάλλον.


Τούτα τα πράγματα, πάντως, δεν θα τα διαβάσετε σε κανένα «γλωσσάρι», ούτε σε κάποια έκθεση του διεθνούς παράγοντα. Δεν αποτελούν καν μέρος των συζητήσεων για μέτρα χαμηλής πολιτικής μεταξύ κυπριακού καφέ και θεατρικών παραστάσεων. Όσο, όμως, κι αν ψάχνουμε λέξεις για να περιγράψουμε τον αποτροπιασμό που νιώθει κάθε πολίτης αυτού του τόπου μπροστά στην οικολογική καταστροφή της ιστορικής βουνοκορφής, δεν ξέρουμε τι να πούμε για το εμπόριο του αίσχους.


Σύμφωνα με έγκυρες πηγές του Υπουργείου Γεωργίας, Τουρκοκύπριοι μεταφέρουν με φορτηγά από τα κατεχόμενα στις ελεύθερες περιοχές, υλικό από τις παράνομες λατομεύσεις του Πενταδακτύλου για να το πωλήσουν όσο-όσο σε Ελληνοκύπριους εργολάβους. Οι Τουρκοκύπριοι διακινούνται σε περιοχές όπου ανεγείρονται νέα κτίσματα και ξεφορτώνουν το «εμπόρευμά» τους με την ανάλογη καταβολή μετρητών, χωρίς βεβαίως να υπάρχει ΦΠΑ ή κάποιο τεκμήριο που να επιβεβαιώνει τη συναλλαγή.


Το εμπόριο που γίνεται με την «κατακρεούργηση» του Πενταδακτύλου δεν επεκτείνεται μόνο προς τις ελεύθερες περιοχές, αλλά το υλικό από τις πλαγιές του ιστορικού βουνού χρησιμοποιείται και για την ανοικοδόμηση ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα, κυρίως στην επαρχία Κερύνειας.


Το φαινόμενο δεν είναι σημερινό. Είμαστε βέβαιοι ότι θα θυμούνται οι αναγνώστες της «Σημερινής» ότι πέρσι τέτοιο καιρό (24 Σεπτέμβριου 2017), αποκαλύψαμε ότι μάρμαρα από τον τραυματισμένο μας Πενταδάκτυλο χρησιμοποιήθηκαν στους τάφους των ηρώων μας στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας. Τότε, είχε προκληθεί έκρηξη αντιδράσεων από τον κόσμο και κυρίως από την Πολιτεία, χωρίς, όμως, εκ του αποτελέσματος, να υπάρξει ανάλογη συνέχεια. Η καταστροφή συνεχίζεται και σε λίγα χρόνια τίποτα πια δεν θα θυμίζει το βουνό που σημάδεψε με την παλάμη του ο θρυλικός Διγενής Ακρίτας.
Παραδοχή τ/κ Τύπου


Το φαινόμενο της υπερλατόμευσης, από τον μεγάλο αριθμό «αδειών» που παραχώρησε το κατοχικό καθεστώς, κατέκρινε κατά καιρούς και μερίδα του τουρκοκυπριακού Τύπου, αλλά και περιβαλλοντικών οργανώσεων. Ενδεικτικό είναι το δημοσίευμα της Yeni Duzen, που αναφέρει ότι από το 1975 μέχρι και το 2017 είχαν παραχωρηθεί από το κατοχικό καθεστώς 341 άδειες λατόμευσης, ενώ σε άλλα δημοσιεύματα επισημαίνεται πως το 50% της παραγωγής των λατομείων καταλήγει στις ελεύθερες περιοχές. Περισσότερο επικριτικές είναι ομάδες περιβαλλοντιστών που καταγγέλλουν ότι «ένα από τα δάκτυλα του Πενταδακτύλου θα αποκοπεί» και κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ότι, σε περίπτωση που δεν ληφθούν προληπτικά μέτρα, υπάρχει κίνδυνος υποχώρησης και διάβρωσης του εδάφους.
Επ. Περιβάλλοντος: Συνεχείς οι αντιδράσεις


«Η Κυπριακή Δημοκρατία επανειλημμένα έχει προβεί σε ενημερώσεις και έχει καλέσει την ευρωπαϊκή κοινότητα να εξετάσει το θέμα της καταστροφής του Πενταδακτύλου και να προχωρήσει σε θεραπεία», τονίζει σε δηλώσεις στην εφημερίδα μας η Επίτροπος Περιβάλλοντος, Ιωάννα Παναγιώτου. Στο πλαίσιο αυτό ετοιμάστηκε ειδική έκδοση από το γραφείο της Επιτρόπου, η οποία αποστάληκε σε αρμόδιους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στους αποδήμους μας και αλλού.


«Στόχος μας», ανέφερε η κ. Παναγιώτου, «είναι κινητοποίηση της διεθνής κοινότητας, για να δοθεί τέλος στην οικολογική καταστροφή που επιτελείται». Σημείωσε ότι η παράνομη λατόμευση του Πενταδακτύλου έχει ως αποτέλεσμα την πρόκληση ανεπανόρθωτων ζημιών και, αν δεν υπάρξει αντιμετώπιση της κατάστασης, τότε δεν θα υπάρχει επιστροφή.


Υπολογίζεται ότι σήμερα δραστηριοποιούνται 36 λατομεία στην οροσειρά του Πενταδακτύλου, με αποτέλεσμα τη μεταβολή του ανάγλυφου τοπίου, την απώλεια σημαντικών οικοτόπων και τον κίνδυνο εξαφάνισης σπάνιων ειδών χλωρίδας και πανίδας. «Η μορφολογία του εδάφους της οροσειράς του Πενταδακτύλου έχει αλλοιωθεί, το τοπίο αρχίζει να μοιάζει διαφορετικό και οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις είναι τεράστιας σημασίας», τονίζει η Επίτροπος Περιβάλλοντος.


Συμπλήρωσε ότι, μοχλό πίεσης μπορεί να αποτελέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω του κονδυλίου των 230 εκατομμύριων ευρώ, που δόθηκαν στο κατοχικό καθεστώς για την προστασία των «δυνητικών περιοχών Natura 2000». Όπως μας εξήγησε η κ. Παναγιώτου, «λαμβάνουν χρήματα από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης για προστασία περιβαλλοντικά ευαίσθητων περιοχών, αλλά δεν υπάρχει επαρκής έλεγχος για το πώς χρησιμοποιούνται».
«Υπάρχει αλλοίωση»


Την αλλοίωση του τοπίου στον Πενταδάκτυλο επιβεβαιώνει και η αρμόδια Υπηρεσία Μεταλλείων της Κυπριακής Δημοκρατίας. «Όντως υπάρχει αλλοίωση, το διαπιστώσαμε και εμείς το 2004 στη διάρκεια επίσκεψης στην περιοχή. Ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η εκμετάλλευση, τα μέτωπα των εκσκαφών είναι πάρα πολύ ψηλά με αποτέλεσμα να είναι ορατά εύκολο το φαινόμενο της αλλοίωσης ακόμα και από μακριά και μερικές φορές και επικίνδυνα», αναφέρει στη «Σ» ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας, Ερωτόκριτος Αναστασιάδης. Το βασικότερο πρόβλημα, όπως εξήγησε, είναι ότι δεν έχουν γίνει σχέδια αποκατάστασης του τοπίου ή τουλάχιστον κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να έχει γίνει.


Επίσης, μιλώντας στην εφημερίδας μας, ο βουλευτής Χαράλαμπος Θεοπέμπτου ανέφερε πως, όταν γίνεται ανεξέλεγκτη λατόμευση χωρίς περιβαλλοντικές μελέτες ή άλλους περιορισμούς, προκαλείται μεγάλη ζημιά στο περιβάλλον και μεταξύ άλλων κινδυνεύουν τα σπάνια φυτά που υπάρχουν στον Πενταδάκτυλο. Ο βουλευτής αναφέρθηκε, επίσης, στους κανονισμούς και υποχρεώσεις που έχουν οι Ελληνοκύπριοι στις ελεύθερες περιοχές.


«Για να κάνουμε λατομείο προβαίνουμε σε μελέτη εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον και δίνουμε ιδιαίτερη φροντίδα στην προστασία της φύσης». Πρόσθεσε ότι κατά τη διαδικασία ένταξης της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ανασταλεί η εφαρμογή του περιβαλλοντικού κεκτημένου στα κατεχόμενα και στις Βάσεις, κάτι που «δυστυχώς προκαλεί μεγάλα προβλήματα και αδυναμία προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος και του τοπίου».