Ιταλοτουρκικά νταραβέρια
Κυριακή 04 Μάρ 2018
ΟΙ ΣΤΕΝΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ, ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟΙ ΔΕΣΜΟΙ ΑΓΚΥΡΑΣ-ΡΩΜΗΣ
ΚΑΘΟΛΟΥ ΤΥΧΑΙΟ ΤΟ TIMING ΠΟΥ ΕΠΕΛΕΞΕ Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΕΠΙΔΕΙΞΗ ΙΣΧΥΟΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΙΤΑΛΙΚΟ ΓΕΩΤΡΥΠΑΝΟ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΑΟΖ
Πέρα από τους ιστορικούς δεσμούς των δύο χωρών, υπάρχει μια σειρά από άλλους παράγοντες οι οποίοι αφορούν τα τεράστια διμερή οικονομικά συμφέροντα σε στρατιωτικό-εμπορικό-ενεργειακό επίπεδο, που θα απέτρεπαν, κυρίως τη Ρώμη, να έρθει σε απευθείας ρήξη με την Άγκυρα
Η παρεμπόδιση της γεώτρησης της ιταλικής ΕΝΙ στο Οικόπεδο 3 της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΑΟΖ από την Άγκυρα δεν είναι καθόλου τυχαία. Υπενθυμίζεται ότι, πριν από την κρίση στην Κυπριακή ΑΟΖ, ο Ερντογάν ταξίδεψε στην Ιταλία και, ενώ αρχικά ήταν προγραμματισμένο να συναντηθεί μόνο με τον Πάπα, στη συνέχεια συναντήθηκε τόσο με τον Πρωθυπουργό Paolo Gentiloni όσο και με τον Πρόεδρο Sergio Mattarella.
Η Τουρκία αξιολόγησε την ΕΝΙ και κατ’ επέκτασιν την Ιταλία ως τους πιο αδύναμους κρίκους από τους παίκτες που έχουν εμπλακεί στην Κυπριακή ΑΟΖ. Έτσι αποφάσισε να κάνει επίδειξη της ισχύος της και να αποτρέψει ενεργειακά τετελεσμένα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Ούτε και η χρονική συγκυρία είναι τυχαία, αφού η Ιταλία βρισκόταν σε προεκλογική περίοδο και επομένως σε καμία περίπτωση δεν θα ρίσκαρε να κλιμακώσει την ένταση με την Τουρκία, στέλνοντας τον πολεμικό της στόλο στην περιοχή.
Επιπλέον, πέρα από τους ιστορικούς δεσμούς των δύο χωρών, υπάρχει μια σειρά από άλλους παράγοντες οι οποίοι αφορούν τα τεράστια διμερή οικονομικά συμφέροντα σε στρατιωτικό-εμπορικό-ενεργειακό επίπεδο, που θα απέτρεπαν, κυρίως τη Ρώμη, να έρθει σε απευθείας ρήξη με την Άγκυρα.
Μεγαλύτερος πελάτης όπλων
Η Τουρκία είναι ένας από τους μεγαλύτερους πελάτες της ιταλικής στρατιωτικής βιομηχανίας, ιδιαίτερα των κρατικά ελεγχόμενων εταιρειών όπως οι Leonardo (πρώην Finmeccanica) και Fincantieri. Η Ιταλία εξάγει στην Τουρκία ένα ευρύ φάσμα οπλισμού: από πιστόλια έως πολυβόλα, από χερσαία οχήματα μέχρι αεροσκάφη, από εξοπλισμό που στοχεύει σε βόμβες, τορπίλες, πυραύλους και βλήματα. Σύμφωνα με στοιχεία από τον ιταλικό Τύπο, το 2016, η κυβέρνηση του Ματέο Ρέντζι ενέκρινε εξαγωγές στρατιωτικού εξοπλισμού αξίας άνω των 134 εκατομμυρίων ευρώ στην Τουρκία του Ερντογάν.
Σύμφωνα, μάλιστα, με έκθεση του SIPRI (Stockholm International Peace Research Institute), αναφορικά με το εμπόριο όπλων, μεταξύ 2012-2016 η Τουρκία βρισκόταν στην πρώτη θέση των χωρών εξαγωγής όπλων από την Ιταλία, με 14% επί του συνολικού ποσοστού εξαγωγών, ενώ ακολουθούν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (11%) και η Αλγερία (8%). Η Ρώμη πώλησε στην Άγκυρα ακόμη και δορυφόρο.
Το ύψος των συναλλαγών ξεπέρασε το 1 δισ. ευρώ για την παραγωγή 51 ελικοπτέρων τύπου Mangusta στην Τουρκία, που μετονομάστηκε σε TAI T129 ATAK. Η άδεια κατασκευής εγκρίθηκε το 2007, κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του Ρομάνο Πρόντι, με το ιταλικό δίκτυο αφοπλισμού και τη Διεθνή Αμνηστία να ζητούν την αναστολή της συμφωνίας, λόγω της πιθανότητας χρησιμοποίησης αυτών των ελικοπτέρων επίγειας επίθεσης από την τουρκική αεροπορία στις κουρδικές περιοχές. Ωστόσο, τα ελικόπτερα πουλήθηκαν με την επίσημη δικαιολογία της καταπολέμησης της διεθνούς τρομοκρατίας, ιδιαίτερα της ISIS-Daesh.
Υπενθυμίζεται ότι η Υπουργός Άμυνας της Ιταλίας Roberta Pinotti δήλωσε κατά τη συνάντηση που είχε με τον Τούρκο ομόλογό της Φίκρι Ισίκ στην Κωνσταντινούπολη, πριν από καιρό, ότι «σε μια εποχή που ο πόλεμος στη Συρία επεκτείνει την τρομοκρατική απειλή στις γειτονικές χώρες, η Ιταλία ανταποκρίθηκε θετικά στο αίτημα του ΝΑΤΟ να παρέμβει, μαζί με τα άλλα κράτη-μέλη». Η Ιταλία, συνέχισε, εξακολουθεί να υποστηρίζει με τις δυνάμεις της τις προσπάθειες του ΝΑΤΟ στο ανατολικό και νότιο μέτωπο, και αυτό «είναι το πλαίσιο για τη συνεργασία με την Τουρκία για την προστασία των συνόρων της με τη Συρία».
Ιταλικά όπλα σε Συρία
Όπως είναι γνωστό, οι στρατιωτικές αποστολές αποτελούν την κινητήριο δύναμη των παραγγελιών για περισσότερο στρατιωτικό εξοπλισμό. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που κατά τη διάρκεια της παραμονής της στην Κωνσταντινούπολη, η Pinotti επισκέφθηκε την έκθεση IDEF 2017, την 13η έκδοση της διετούς διεθνούς έκθεσης της αμυντικής βιομηχανίας, στην οποία συμμετείχαν και οι μεγαλύτερες ιταλικές εταιρείες στον τομέα.
Όπως σημειώνει η αγγλόφωνη ιταλική εφημερίδα Il Manifesto, ενώ στη Γερμανία η χρήση των αρμάτων Leopard από τον τουρκικό στρατό στη λεγόμενη επιχείρηση «Κλάδος Ελαίας» στο Αφρίν της Συρίας κατά των Κούρδων προκάλεσε έντονες διαμαρτυρίες στο γερμανικό κοινοβούλιο, την ίδια ώρα, η χρήση ιταλικών ελικοπτέρων Mangusta για παρόμοιες επιχειρήσεις δεν έχει πάρει ποτέ πάρα πολύ μεγάλη προσοχή, ούτε στο ιταλικό Κοινοβούλιο, αλλά ούτε καν στα ιταλικά ΜΜΕ...
«Μέλη της ίδιας οικογένειας»
Επιπλέον, μόλις τον περασμένο Νοέμβριο ο Ιταλός Πρέσβης στην Τουρκία Luigi Mattiolo δήλωσε, σύμφωνα με το πρακτορείο Anadolu, πως η Τουρκία έχει μια θέση στην Ευρώπη, λόγω των μακροχρόνιων δεσμών της και του ρόλου που διαδραμάτισε για την προστασία της ηπείρου τα τελευταία χρόνια. Αναφερόμενος στο θέμα του προσφυγικού, ο Ιταλός αξιωματούχος, που διορίστηκε το 2015, εξέφρασε «τη βαθιά του εκτίμηση για τη γενναιόδωρη προσπάθεια που κάνει η Τουρκία προς όφελος εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων οι οποίοι φεύγουν από την ένοπλη σύγκρουση» στη Συρία.
Ο Πρέσβης χαρακτήρισε την Τουρκία «στρατηγικό εταίρο», στο πλαίσιο Ε.Ε. και ΝΑΤΟ, προσθέτοντας: «Πάντα αισθανόμαστε και είμαστε ακόμα πεπεισμένοι ότι η θέση της Τουρκίας βρίσκεται στην Ευρώπη, διότι η ιστορία, ο πολιτισμός και οι αξίες μας μάς κάνουν να είμαστε μέλη της ίδιας οικογένειας».
Οθωμανικοί δεσμοί
Αν και οι δηλώσεις αυτές μοιάζουν παράδοξες, εντούτοις ενέχουν μια ιστορική αλήθεια. Σε αυτό το πλαίσιο είναι αποκαλυπτικό ένα πρόσφατο άρθρο της τουρκικής «Σαμπάχ», η οποία αναφέρεται στις σχέσεις της Οθωμανικής Τουρκίας με την Ιταλία. Συγκεκριμένα, το άρθρο αναφέρεται στους ιστορικούς δεσμούς σημαντικών προσωπικοτήτων, όπως οι Uluc Ali Pasa, Yusuf Sinan Pasa και Nurbanu Sultan, οι οποίοι είχαν ιταλικές ρίζες.
Οικονομικές σχέσεις
Όσον αφορά τις οικονομικές σχέσεις Άγκυρας-Ρώμης, στοιχεία του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών αναφέρουν πως ο όγκος των διμερών συναλλαγών ανήλθε σε 17,8 δις δολάρια το 2016 (Εξαγωγές: 7,5 δις δολάρια, Εισαγωγές: 10,2 δις δολάρια), με αύξηση κατά 1,5% σε σύγκριση με το 2015. Από τον Δεκέμβριο του 2016, περίπου 1.300 ιταλικές επιχειρήσεις λειτούργησαν στην Τουρκία, ενώ οι ιταλικές επενδύσεις στη χώρα ανήλθαν σε 2,9 δις δολάρια κατά την περίοδο 2002-2016. Ο αριθμός των τουρκικών επιχειρήσεων, όπως αναφέρει το Τουρκικό ΥΠΕΞ, που λειτουργούσαν στην Ιταλία, ήταν 53 μέχρι το τέλος του 2016. Οι τουρκικές επενδύσεις στην Ιταλία ανήλθαν σε 360 εκατομμύρια δολάρια κατά την ίδια περίοδο. Επίσης, 213.227 Ιταλοί τουρίστες επισκέφθηκαν την Τουρκία το 2016, σημειώνοντας πτώση κατά 58% σε σύγκριση με το 2015.
Διάσημες ιταλικές εταιρείες έχουν κάνει σημαντικές επενδύσεις στην Τουρκία σε διάφορους τομείς, σε συνεργασία με βασικούς τουρκικούς παράγοντες. Το 2002, η Unicredit και η Koç Holding ίδρυσαν την Koç Financial Services, της οποίας βασικός μέτοχος είναι η Yap Kredi, η 4η μεγαλύτερη ιδιωτική τράπεζα της Τουρκίας. Το 2013, η Ferrero, η ιταλική εταιρεία σοκολάτας, άνοιξε 19 εργοστάσια στη Μανίσα, με την αξία της επένδυσης να υπολογίζεται περίπου στα 90 εκατομμύρια ευρώ. Η κορυφαία ασφαλιστική εταιρεία της Ιταλίας, SACE, διαθέτει ένα χαρτοφυλάκιο 1,9 δις ευρώ στην Τουρκία, κυρίως στη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου, των υποδομών και της βιομηχανικής τεχνολογίας. Η Τουρκία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη χώρα που αναδύεται (μετά τη Ρωσία) στο χαρτοφυλάκιο της SACE.
Η ιταλική φαρμακευτική εταιρεία Recordati έγινε μια από τους ισχυρότερους παίκτες στην τουρκική αγορά με την εξαγορά του Yeni το 2008, και στη συνέχεια της Dr. Frink το 2011. Το 2014, η Recordati ανακοίνωσε μια ενεργητική επένδυση ύψους 50 εκατομμυρίων δολαρίων στην Τουρκία, σε συνεργασία με την Υπηρεσία Υποστήριξης και Προώθησης των Επενδύσεων της χώρας. Η εταιρεία Astaldi έχει διαδραματίσει βασικό ρόλο στα μεγάλα έργα υποδομής στην Τουρκία, όπως η γέφυρα του μετρό Golden Χορν και η γραμμή του μετρό της Κωνσταντινούπολης στην ασιατική πλευρά.
Ενεργειακές σχέσεις
Στα τέλη Μαΐου του 2013 ο τότε υπουργός Ενέργειας της Τουρκίας Taner Ylldlz δήλωσε ότι η Τουρκία θα αναστείλει τα συνεχιζόμενα έργα με την ιταλική εταιρεία και δεν θα επιτρέψει στις τουρκικές εταιρείες να συνεργαστούν με την ΕΝΙ, εκτός εάν αλλάξει τη στάση της απέναντι στην Κύπρο. Ο τότε διευθύνων σύμβουλος της EΝΙ, Paolo Scaroni, δήλωσε στον Τύπο ότι, ενώ η απάντηση της τουρκικής Κυβέρνησης ήταν αναμενόμενη, εντούτοις δεν γνωρίζει ποια συγκεκριμένα έργα θα διακοπούν.
Οι Τούρκοι ισχυρίζονται πως οι ενεργειακές σχέσεις αποτελούν ιδιαίτερα σημαντική κινητήριo δύναμη της διμερούς συνεργασίας Τουρκίας-Ιταλίας, δεδομένου του υψηλού επιπέδου εξάρτησης της Ιταλίας από ξένες πηγές. Η Eni πωλεί αέριο που παραδίδεται από τη Ρωσία και μεταφέρεται μέσω του αγωγού Blue Stream. Το 2016, οι πωλήσεις ανήλθαν σε 6,55 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα, δηλαδή μείωση 1,21 bcm ή 15,6% σε σχέση με τo 2015.
Η ENI, μαζί με τον ιδιωτικό τουρκικό όμιλο Calik, είναι επίσης εταίρος στο έργο του αγωγού Samsun-Ceyhan, το οποίο στοχεύει να παραδώσει αργό πετρέλαιο της Ρωσίας και του Καζακστάν στις μεσογειακές ακτές της Τουρκίας.
«Στρατηγική σχέση»
Όπως σημειώνεται στην επίσημη ιστοσελίδα του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών, η Τουρκία και η Ιταλία είναι δύο περιφερειακές δυνάμεις που μοιράζονται κοινά συμφέροντα, κοινή ιστορία και κοινές αξίες στη λεκάνη της Μεσογείου. «Από την άποψη αυτή, θα ήταν σκόπιμο να οριστούν οι διμερείς σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Ιταλίας ως στρατηγική εταιρική σχέση», σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Τα βασικό επιχείρημα υπέρ της Τουρκίας, που ακούγεται συχνά τόσο από προοδευτικούς όσο και από συντηρητικούς Ιταλούς πολιτικούς, είναι η «κοινή μεσογειακή ταυτότητα» των δύο χωρών.
Ο υιός Ερντογάν στην Ιταλία
Σε μιαν άλλην υπόθεση, ο υιός του Τούρκου Προέδρου, Μπιλάλ Ερντογάν, κατέφυγε το 2015 στην Ιταλία με τη σύζυγο και τα παιδιά του κουβαλώντας μεγάλα κεφάλαια, με τη δικαιολογία ότι ήθελε να ολοκληρώσει το διδακτορικό του στο Johns Hopkins' School of Advanced International Studies (SAIS) στην Μπολόνια. Αργότερα, ωστόσο, η ιταλική Δικαιοσύνη άρχισε τη διενέργεια έρευνας σε βάρος του γιου του Προέδρου της Τουρκίας, ως υπόπτου για την έξοδο μεγάλων χρηματικών ποσών από τη χώρα του.