Πολιτισμός

Χριστός Ανέστη!

Τόσο σε πνευματικό-θρησκευτικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο συμβολισμών το αναστάσιμο φως της αμετάθετης και ολοένα αυξανόμενης χριστιανικής πίστης θα ακτινοβολήσει την ειρήνη της αυτογνωσίας και της συμφιλίωσης με τον εαυτό μας και της συναντίληψης με τους συνανθρώπους για μιαν παγκόσμια συνεννόηση

Σήμερα ένας ήλιος ολόλαμπρος στο πάμφωτο στερέωμα διαλύει το έρεβος της νύκτας και συντρίβει του Άδη το φοβερό σκοτάδι. Σήμερα καμιά σκόνη πνιγηρών ανέμων δεν θολώνει τη διαύγεια στων οριζόντων τα βάθη και τα ύψη. Γιατί σήμερα στης οικουμένης τα πλάτη και τα μήκη τα σήμαντρα των εκκλησιών ηχολαλούν το χαρμόσυνο μήνυμα της Αναστάσεως. Επειδή σήμερα του αναστάντος Κυρίου η «πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης» εξουθενώνει τα καταχθόνια του δόλου, της εχθρότητας και του μίσους, καταβαραθρώνοντας το κράτος του θανάτου. Και σύμπασα της ορθοδοξίας η απανταχού χριστιανοσύνη αγάλλεται, διαμηνύοντας το κατανυκτικό ευφρρόσυνο άγγελμα: Χριστός ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος.


Ανασκιρτά η καρδιά πλημμυρίζοντας με τις αλλοτινές αξεπέραστες εικόνες της μαθητικής νιότης και ο νους ακτινοβολεί νοηματοδοτώντας εντονότερα, όσο περνούν τα χρόνια, εκείνους τους θεσπέσιους Σολωμικούς πρώτους στίχους από την «Ημέρα της Λαμπρής»: «Καθαρώτατον ήλιο επρομηνούσε/Της αυγής το δροσάτο ύστερο αστέρι,/Σύγνεφο, καταχνιά, δεν απερνούσε/Τ’ ουρανού σε κανένα από τα μέρη·/Και από ’κει κινημένο αργοφυσούσε/Τόσο γλυκό στο πρόσωπο τ’ αέρι,/Που λες και λέει μες στης καρδιάς τα φύλλα:/Γλυκειά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα./Χριστός Ανέστη! Νέοι, γέροι και κόρες,/Μέσα στες εκκλησιές τες δαφνοφόρες/Με το φως της χαράς συμμαζωχτείτε·». Για να στήσει ύστερα των αναμνήσεων ο συνειρμός το υπαίθριο ποιητικό σκηνικό του Ελύτη με της Επ-ανάστασης και της χριστιανικής παράδοσης το ελληνικό Πάσχα: «Εκεί δάφνες και βάγια/θυμιατό και λιβάνισμα/τις πάλες ευλογώντας και τα καριοφίλια/στο χώμα το στρωμένο με τ’ αμπελομάντιλα,/κνίσες, τσουγκρίσματα/ και Χριστός Ανέστη».


Από τότε έως τώρα η ίδια μυσταγωγική ανάταση ψυχής και η ίδια έξαρση στους αναπαλμούς μιας συγκινησιακής ευφορίας, καθώς και οι ίδιοι κραδασμοί ιερής μεταρσίωσης να δονούν τις πιο ευαίσθητες χορδές των πιστών, συμψάλλοντας με «του ένδοξού μας Βυζαντινισμού» τους θεόπνευστους υμνωδούς: «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια».


Μια θεία φωτοχυσία, που αποκαλύπτοντας το ψεύδος και την απάτη του κόσμου καταυγάζει την οδό, την αλήθεια και τη ζωή. Τον ίδιο τον ζωοδότη Λυτρωτή, που έρχεται με το γεγονός της Αναστάσεως, όπερ συνιστά, κατά τον Απόστολο των Εθνών, την πεμπτουσία του χριστιανικού οικοδομήματος, να φωτίσει όχι μόνο τους ανθρώπους και ολόκληρη την κτίση, αλλά ως «πρωτότοκος εκ των νεκρών» με τη συνανάσταση των κεκοιμημένων και αυτό τον Άδη τυφλώνοντας και καταισχύνοντας να πικράνει.


Και ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός συμπληρώνει την ωδή του Κανόνος της Αναστάσεως με άλλα φωτοπερίχυτα ρήματα: «Αύτη η της αγίας Κυριακής λαμπρά και φαεσφόρος ημέρα, εν η το άκτιστον φως σωματικώς εκ του τάφου πρόεισιν (προβάλλει) ως νυμφίος ωραίος τω κάλλει της αναστάσεως».


Εάν το λευκό φως τη φύσης αναλύεται σε ποικιλία χρωμάτων και φαντασμαγορικών ιριδισμών, ζωοποιώντας τα θανατηφόρα παγερά σκοτάδια και αναδεικνύοντας την ομορφιά μιας έκπαγλης δημιουργίας, πόσο μάλλον το πάλλευκο αναστάσιμο φως, που διαχέει από το άπειρο του σύμπαντος έως τα πέρατα της γης το ασύγκριτο πνευματικό κάλλος: την ωραιότητα και την πληρότητα του πραγματικού νοήματος της ζωής, που υπερβαίνοντας την παροδικότητα και τη ματαιότητα των εγκοσμίων υψώνεται από τα γήινα στα αιώνια.


Και τούτο το απερινόητο άυλο φως των οιονεί πνευματικών φωτονίων, των αόρατων νόμων της ανάκλασης και των νοητών δεικτών της διάθλασης δεν προσλαμβάνεται και δεν κατανοείται με τη φυσιολογική όραση, ει μη μόνον με την υπέρλογη εσωτερική θέαση της εμβάθυνσης στην πίστη. Και αυτήν ακριβώς την έννοια έχει η έναρξη της σταυροαναστάσιμης ανύμνησης, «Ανάστασιν Χριστού Θεασάμενοι», που απαγγέλλεται σεμνοπρεπώς στον Όρθρο της Κυριακής μετά το πέρας του εωθινού Ευαγγελίου.


Καθότι, πλην του λειτουργικού πνεύματος του Θεού, ουδείς μπόρεσε να δει αισθητηριακά το υπερφυές συμβάν της θείας Έγερσης· μήτε οι ευσεβείς μυροφόρες, που έσπευσαν πρωί στο σφραγισμένο μνημείο μήτε οι μαθητές του Χριστού, που, σύμφωνα με το κατά Ιωάννην μεταγλωττισμένο σε πολλές γλώσσες Ευαγγέλιο της Κυριακής του Πάσχα, είδαν με τη σωματική του υπόσταση τον αναστημένο Χριστό, τον προσκύνησαν, συνομίλησαν μαζί του και επιφωνηματικά ομολόγησαν στον δύσπιστο Θωμά:«Εωράκαμεν τον Κύριον».


Στον δύσκολο, ωστόσο, μαθητή, που ενδίδοντας στην εξωτερική φυσική του αίσθηση και απαιτώντας σωματικά τεκμήρια, ο αναστηθείς Διδάσκαλος δεν αρνήθηκε να παρουσιάσει τις επί τον τύπον των ήλων απτές αποδείξεις με την ευχετική ωστόσο δήλωση: «ότι εώρακάς με, πεπίστευκας μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες (Ιω. 20, 29). Αυτή την αξία έχει η πίστη των ταπεινών και των πυρπολούμενων καρδιών από την αδιαπραγμάτευτη και αδιαμφισβήτητη αγάπη για τον Χριστό μας, που ισοδυναμεί με το ανέσπερο φως της Αναστάσεως.
Προσιτός και απερινόητος


Έτσι, ο Εγηγερμένος Ενανθρωπήσας Θεός παραμένει σαρκωθείς οικείος και προσιτός, συγχρόνως όμως είναι απερινόητος και απρόσιτος ως προς τη θεία Του φύση. Ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς συναφώς διευκρινίζει: «Ο Θεός καλείται φως όχι ως προς την ουσίαν αλλά ως προς την ενέργειάν Του». Και ο Δαμασκηνός με αποκαλυπτική, προφανώς, βιωματική εμπειρία και όχι με θεολογική δογματική θεώρηση επισημαίνει με παραινετική ενθάρρυνση:


«Όσο περισσότερο προχωρούμε προς την κάθαρση, τόσο πιο πολύ Το βλέπουμε (το Θείο Φως), και όσο περισσότερο Το ατενίζουμε, τόσο πιο πολύ Το αγαπούμε, και όσο περισσότερο Το αγαπήσουμε, τόσο πιο πολύ Το αντιλαμβανόμαστε. Αυτό μας αποκαλύπτεται και γίνεται αντιληπτό· καθώς λίγο διαχέεται προς τα έξω».


Για τούτο και η προτροπή «Δεύτε λάβετε φως εκ του ανεσπέρου φωτός» δεν πρέπει να περιορίζεται σε μιαν απλώς δοξαστική ενατένιση και στην εκκλησιαστική εθιμοτυπική μέθεξη της μετάδοσης της φλόγας από τη μια στην άλλη λαμπριάτικη λαμπάδα. Η πρόσληψη του αναστάσιμου φωτός είναι προσωπική υπόθεση του καθενός, για να μπορεί, αναλόγως της δεκτικότητας και της σταθερότητας της πίστης του, να επενεργήσει δραστικά και σωτήρια στην πονεμένη ψυχή, αποδιώχνοντας το σκότος της θλίψης και τις πεισιθάνατες σκιές της απόγνωσης.


Και σβήνοντας το τεχνητό και επισφαλές φως της αποκαρδιωτικής μοναξιάς στους απρόσωπους χώρους του σημερινού ανθρώπου, ν’ ανάβει το αναστάσιμο φως της ανθρώπινης συνάντησης και της εγκάρδιας θαλπωρής. Κι ακόμη, πολίτες μιας πανανθρώπινης κοινωνίας ας μεριμνήσουμε ως άλλοι φωτισμένοι ιεραπόστολοι να μεταδοθεί η θαυματουργική του δύναμη, για να φωτίσει σε ολοσκότεινα μονοπάτια και ξεχασμένες γωνιές στον πλανήτη τους αδικημένους συνανθρώπους της οικουμένης.


Στον επί δύο χιλιάδες και πλέον χρόνια ιστορικό χωρόχρονο του Χριστιανισμού το άσβεστο φως της Αναστάσεως αφύπνισε τις συνειδήσεις για τους ευγενέστερους ανθρωπιστικούς αγώνες και τα υψηλότερα πανανθρώπινα ιδεώδη. Εφόσον το Πάσχα, κατά τον αγωνιστή της Ορθοδοξίας Ιωσήφ Βρυέννιο σημαίνει διάβασις «από το σκότος της άγνοιας στο φως της αλήθειας και της χάριτος» και ο ιερός υμνογράφος του αποδίδει πλειάδα εγκωμιαστικών χαρακτηρισμών: Πάσχα ιερόν, Πάσχα καινόν, άγιον, Πάσχα μυστικόν, Πάσχα πανσεβάσμιον, Πάσχα Χριστός ο λυτρωτής, Πάσχα άμωμον, Πάσχα μέγα, Πάσχα των πιστών, Πάσχα το τερπνόν, Πάσχα Κυρίου Πάσχα, ω Πάσχα λύτρον λύπης!


Τόσο σε πνευματικό-θρησκευτικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο συμβολισμών το αναστάσιμο φως της αμετάθετης και ολοένα αυξανόμενης χριστιανικής πίστης θα ακτινοβολήσει την ειρήνη της αυτογνωσίας και της συμφιλίωσης με τον εαυτό μας και της συναντίληψης με τους συνανθρώπους για μιαν παγκόσμια συνεννόηση. Και θα δυναμώνει ολοένα τη φλόγα του σε ακατάλυτη λαμπάδα ιστορικής αλήθειας και κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά και σε αγωνιστικό πυρσό ελευθερίας για τα σκλαβωμένα εδάφη των μικρών και καταπιεσμένων λαών από υποχθόνιους κατακτητές.


Με οδηγό την καταλλαγή της αλληλοπεριχώρησης και της αλληλεγγύης, την πίστη της ελπίδας και την εμμονή στη δημιουργική πορεία της πνευματικής προόδου και της ηθικής προκοπής του Ανθρώπου το πασχαλινό φως θα θριαμβεύσει κατά του θανάτου, ανθοφορώντας την Άνοιξη της ελληνικής φύσης και καρποφορώντας την Ανάσταση της χριστιανικής αγάπης απ’ άκρη σ’ άκρη της οικουμένης.


Είθε πάντα να διαλάμπει στην καρδιά και να λαμπρύνει την ψυχή, να φωτίζει τον νου και να κατευθύνει τα βήματα για απελευθέρωση της πατρίδας μας το ολόλαμπρο ανέσπερο φως της Αναστάσεως.