Φίλιππος Καραμπάτσης: Ο στρατηγός με το πλατύ χαμόγελο που υπηρέτησε πιστά την Πατρίδα Μεγάλο το κενό που άφησε ο αδόκητος θάνατός σου, στην οικογένεια και στους πάμπολλους φίλους σου, αξέχαστε στρατηγέ Φίλιππε Καραμπάτση. Ήμουν στη Μητέρα Πατρίδα όταν πήρα το μαύρο μήνυμα του θανάτου σου. «Χαμπή, μας έφυγε ο κομάντο», μου είπε με τρεμάμενη φωνή ο σύγαμπρός σου Φίλιος. Και το μήνυμα με άφησε άναυδο. Δεν ήξερα τι να πω και πώς ν' αντιδράσω.
Δεν μπορούσα και δεν ήθελα να πιστέψω ότι ο τόσο σκληραγωγημένος καταδρομέας, με σφιχτοδεμένο κορμί, στρατηγός με το χαρακτηριστικό χαμόγελο, ο Φίλιππος Καραμπάτσης, εγκατέλειψε τόσο απρόσμενα τα εγκόσμια. Έμεινα για λίγη ώρα αμίλητος, έκλεισα τα μάτια και σαν κινηματογραφική ταινία πρόβαλαν από μπροστά μου αξέχαστες στιγμές που περάσαμε από το 1985 που πρωτογνωριστήκαμε, μέχρι λίγες μόνο ημέρες πριν φύγει από κοντά μας.
Πρωτογνωριστήκαμε το 1985, λίγες μέρες μετά την ανάληψη της ηγεσίας της Εθνικής Φρουράς από τον αείμνηστο στρατηγό Δημήτρη Ματαφιά. Είχα γράψει στη «Σημερινή» ένα επικριτικό άρθρο για τον νέο Αρχηγό της Εθνικής Φρουράς και με πήρε ο ίδιος στο τηλέφωνο, μου ζήτησε να συναντηθούμε, να σχολιάσουμε το άρθρο μου και να μιλήσουμε γενικά για την Εθνική Φρουρά. Αργά το απόγευμα ήρθε στο γραφείο μου ένας γεροδεμένος άντρας, με χαιρέτισε και, ανταλλάσσοντας χειραψία, μου συστήθηκε:
«Αντισυνταγματάρχης Καραμπάτσης Φίλιππος, Διευθυντής του 2ου Επιτελικού Γραφείου της Εθνικής Φρουράς». Κάθισε απέναντί μου, μου έφερε τους χαιρετισμούς του Ματαφιά και μου είπε επί λέξει: «Ο κύριος Αρχηγός εντυπωσιάστηκε από το επικριτικό άρθρο σας, ρώτησε για σας και θα ήθελε πολύ να συναντηθείτε».
Μετά, με ρώτησε ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να βρίσκεται σ' επαφή με τον Τύπο, για να αποφεύγονται δημοσιεύματα για την Άμυνα, που κλονίζουν την εμπιστοσύνη του κοινού στην Εθνική Φρουρά. Του είπα ότι θα ήταν σκόπιμο να επικοινωνήσει με τους διευθυντές και αρχισυντάκτες των εφημερίδων για να μιλήσει μαζί τους. Σ' αυτήν την προσπάθειά του θα διευκόλυνε και ο Πρόεδρος της Ένωσης Συντακτών, Αντρέας Καννάουρος και ο Διευθυντής του Γραφείου Τύπου της Ελληνικής Πρεσβείας, Βαγγέλης Οικονομίδης.
Επίσης, του είπα ότι καλό θα ήταν, αργά το απόγευμα, να περνά από τα γραφεία των εφημερίδων ή να επικοινωνεί με τους αρχισυντάκτες και τους στρατιωτικούς συντάκτες, για να αλληλοενημέρωση, προκειμένου να μη βλέπουν τη δημοσιότητα ειδήσεις που προκαλούν δυσμενείς εντυπώσεις στο κοινό και ζημιά στο στράτευμα και την άμυνα γενικότερα. Με ευχαρίστησε για τις συμβουλές που του έδωσα και έφυγε.
Γύρισε στο ΓΕΕΦ, ενημέρωσε τον Ματαφιά για τη συνάντησή μας και στη συνέχεια επικοινώνησε με τον Καννάουρο, από τον οποίο ζήτησε επίσης συμπαράσταση, και ο Πρόεδρος της Ένωσης Συντακτών τον διαβεβαίωσε ότι θα την έχει. Από εκείνη τη νύχτα άρχισε η αγαστή συνεργασία όλων των ΜΜΕ με την Εθνική Φρουρά. Ο χαλκέντερος Καραμπάτσης επισκεφτόταν ή επικοινωνούσε καθημερινά νωρίς το βράδυ με όλες τις εφημερίδες και τις ενημέρωνε για κάθε θέμα που αφορούσε την Εθνική Φρουρά. Και ο Ματαφιάς, που αναγνώριζε το έργο του Καραμπάτση, τον είχε ως πρότυπο αξιωματικού. Η σχέση του με τους δημοσιογράφους
Αξέχαστες θα παραμείνουν στη μνήμη των δημοσιογράφων οι συναντήσεις με τον Ματαφιά, τους επιτελείς του και ανώτατους αξιωματικούς. Μέχρι και «φασολάδα πάρτι» έδωσε το ΓΕΕΦ, προς τιμήν των εκπροσώπων του Τύπου. Οι δεσμοί της Εθνικής Φρουράς και του Τύπου είχαν σφυρηλατηθεί και παρέμειναν στενοί και ασυννέφιαστοι ενόσω ήταν Αρχηγός ΓΕΕΦ ο Ματαφιάς και Διευθυντής του 2ου Γραφείου ο Καραμπάτσης.
Και δεν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι η πρόωρη παραίτηση του Ματαφιά απασχόλησε ολόκληρο τον Τύπο με άρθρα, σχόλια και ρεπορτάζ υπέρ του Κεφαλλονίτη στρατηγού, που θεωρούσε την Κύπρο δεύτερη πατρίδα του. Και ζήτησε να ταφεί εδώ, στα άγια χώματά της. Μετά την παραίτηση Ματαφιά, το 1986, ο Καραμπάτσης μετατέθηκε στη Θεσσαλονίκη και στις κρίσεις που ακολούθησαν προήχθη σε Συνταγματάρχη και τοποθετήθηκε υποδιοικητής του Συντάγματος Καταδρομών.
Τον επόμενο χρόνο έγινε διοικητής του Συντάγματος και με δική του πρόταση, η έδρα της Μονάδας μεταφέρθηκε στη Ρεντίνα. Το 1989 τοποθετήθηκε Διοικητής του Συντάγματος Αμφίβιων Καταδρομών. Το 1991 προήχθη σε Ταξίαρχο και τοποθετήθηκε Διοικητής της Σχολής Υπαξιωματικών στα Τρίκαλα, όπου αποστρατεύθηκε το 1992 με τον βαθμό του Υποστράτηγου. Τον επόμενο χρόνο ανακλήθηκε στο στράτευμα, όπου πρόσφερε για ένα διάστημα ειδικές υπηρεσίες.
Ο αδόκητος θάνατός του προκάλεσε βαθιά θλίψη, όχι μόνο στην οικογένειά του, αλλά και στους φίλους του, στρατιωτικούς και πολίτες, που ήταν πάρα πολλοί. Και η Πολιτεία, που αναγνώριζε τις πολύτιμες υπηρεσίες του στρατηγού Καραμπάτση, τον κήδεψε με δημόσια δαπάνη. Ήταν το ελάχιστο που μπορούσε να του ανταποδώσει για την προσφορά του στην Εθνική Φρουρά. Φίλε ακριβέ, Φίλιππε Καραμπάτση, θα μείνεις αξέχαστος στους συγγενείς και φίλους σου. Ήσουν πιστός σύζυγος, καλός πατέρας, ανιδιοτελής πατριώτης και φίλος σπάνιος. Αιωνία σου η μνήμη, Στρατηγέ.