Συνδικαλιστές και Υπουργείο καταπίνουν την κάμηλο της κατάρρευσης της Παιδείας Η κοινωνία απαιτεί να έλθει, επιτέλους, η άνοιξη στην ελληνική Παιδεία της Κύπρου. Για να γίνει αυτό, χρειαζόμαστε εκπαιδευτικούς ανοικτούς στο πνεύμα και στην ψυχή, όχι κομματόσκυλα και προαγωγούς της όποιας ιδεολογικής, πολιτικής ή κομματικής αθηροσκλήρυνσης. Θέλουμε παιδαγωγούς φωτισμένους, όχι διαφωτισμένους ή διαποτισμένους και υποταγμένους σε κομματικές ντιρεκτίβες. Θέλουμε εκπαιδευτικούς φωτοδότες και όχι φωτοσβέστες. Δηλ. εκπαιδευτικούς υψηλόφρονες και υψηλόνοες. Όχι αναρχοσυνδικαλιστές ωφελιμιστές. Εκ προοιμίου καταθέτω την προσωπική μου άποψη: Στα δημόσια σχολεία η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών κάθε μέρα καταθέτει την ψυχή της ως αντίδωρο για τη μόρφωση των παιδιών μας. Σεμνύνομαι να λέγω ότι έμαθα ελληνικά γράμματα με λαμπρούς εκπαιδευτικούς, οι οποίοι καθημερινά διακονούσαν την ελληνική παιδεία και τη μάθηση στο μυαλό και στις καρδιές μας. Βεβαίως και υπάρχουν ανάξιοι, αδιάφοροι, ανίκανοι, προβληματικοί εκπαιδευτικοί, τους οποίους το Υπουργείο, κατά την περιώνυμη έκφραση του μ. Χρ. Χριστοφίδη, «δκιακλίζει ποτζιεί τζιαι ποδά». Όμως, αυτά που παρατηρούνται τελευταία στη δημόσια εκπαίδευση είναι άνω ποταμών. Διαζωγραφίζουν το κατάντημα της Παιδείας, το οποίο οφείλεται στην αδίστακτη κομματοκρατία, στη διαλυτική ευνοιοκρατία, στην ολέθρια ανικανοκρατία και στον ασύδοτο αναρχοσυνδικαλισμό.
Εδώ και εβδομάδες οι τρεις εκπαιδευτικές οργανώσεις συγκρούονται με τον Υπουργό Παιδείας για τον δήθεν εξορθολογισμό της εκπαίδευσης. Να πούμε τα πράγματα με τ' όνομά τους: Η Κυβέρνηση, διά του Υπουργού Παιδείας, έκρινε και αποφάσισε ότι οι 68 συνδικαλιστές της ΟΕΛΜΕΚ, ΠΟΕΔ και ΟΛΤΕΚ οφείλουν να διαθέτουν περισσότερες ώρες στην έδρα αντί στα γραφεία των οργανώσεών τους ή, δήθεν, σε επισκέψεις σε σχολεία. Οι 68 συνδικαλιστές, τους οποίους πληρώνει το κράτος-εργοδότης τους για να τον αντιμάχονται, αντέδρασαν έντονα και οργισμένα. Η διαφορά έγκειται στη διατήρηση ή στην κατάργηση των προνομίων τους, τα οποία ανεύθυνες κυβερνήσεις, υπουργοί και Βουλή τους παραχώρησαν για λόγους πελατειακούς και ψηφοθηρικούς.
Δεν θα εμπλακούμε στην καθαρά εργασιακή διαμάχη εκπαιδευτικών οργανώσεων και υπουργείου. Όλοι διυλίζουν τον κώνωπα του δήθεν εξορθολογισμού και καταπίνουν την κάμηλο της επιτεινόμενης διάλυσης και κατάρρευσης της δημόσιας Παιδείας. Διερωτάται κανείς: Γιατί τα παιδιά από το Δημοτικό εισέρχονται στο Γυμνάσιο αναλφάβητα για να τελειώσουν το Λύκειο αγράμματα και ανελλήνιστα; Αφού όλοι παραδέχονται ότι ευθύνεται το εκπαιδευτικό σύστημα, γιατί μέχρι σήμερα καμία κυβέρνηση δεν θέλησε ή δεν κατάφερε να το αλλάξει, παρά μόνο επιδίδεται σε ολέθριες «μεταρρυθμίσεις» με πειραματόζωα τα παιδιά μας; Γιατί το ωρολόγιο πρόγραμμα δεν συνάδει με τον φόρτο εργασίας σε βαθμό ώστε π.χ. φιλόλογοι να ζητιανεύουν ώρες από άλλους καθηγητές «για να καλύψουν την ύλη»;
Πόσοι εκπαιδευτικοί είναι σε θέση να στηθούν εύτολμα στην έδρα και να μεταδώσουν και να εμπεδώσουν -όχι απλώς να πουν- γνώσεις στους μαθητές; Σε τι χρησιμεύει η κλίμακα του Διευθυντή Α’; Ακόμα μία συνδικαλιστική και πελατειακή-ψηφοθηρική κατάκτηση. Γιατί οι 68 συνδικαλιστές της ΟΕΛΜΕΚ, ΠΟΕΔ και ΟΛΤΕΚ είναι απαλλαγμένοι σχεδόν μαθημάτων αλλά σταθερά ανταμειβόμενοι με προαγωγές; Απάντηση: Διότι είναι διατεταγμένα όργανα των εκπαιδευτικών οργανώσεων, οι οποίες ενεργούν ως κομματικοί Δούρειοι Ίπποι στην εκπαίδευση. Γιατί οι μαθητές να σέβονται και να τιμούν τους δασκάλους και τους καθηγητές όταν ακούν τους γονείς τους να τους βρίζουν ως «βολεμένους», ότι δηλαδή η μόνη έγνοια τους είναι τα οικονομικά ωφελήματα;
Γιατί κάθε Ιούνιο όλοι ολοφύρονται για τις χαμηλές επιδόσεις μαθητών μας και κάθε Σεπτέμβριο εξανίστανται δήθεν για τους αναλφάβητους που στέλνονται στο Γυμνάσιο; Διότι, όπως ο Σαράντος Καργάκος επισημαίνει πικρά, «μαθήματα-σταθμοί έγιναν μαθήματα-βαθμοί». Στυγνός ωφελιμισμός και βαθμοθηρία, η οποία συναγωνίζεται τη γλωσσική αλαλία και τη γνωστική αφασία. Γιατί τα Αρχαία Ελληνικά, τα οποία είναι το πανίσχυρο και αμάχητο θεμέλιο της Νέας Ελληνικής, δεν έχουν τη θέση που τους αξίζει σε μιαν ανθρωποκεντρική παιδεία, την οποία κατήντησαν γνωσιοκεντρική παπαγαλία; Ιδού μερικά από τα ζέοντα, άλυτα προβλήματα της Παιδείας. Ποιος νοιάζεται;
Είναι περισσότερο από εμφανές και κατεπείγον ότι η δημόσια εκπαίδευση πρέπει να ξανακτιστεί εξ υπαρχής και καλύτερη, αλλά μακριά από τη δυσώδη κομματοκρατία, τη βρομερή πελατειακή συναλλαγή, την αφόρητη ευνοιοκρατία και την καταστροφική αναξιοκρατία. Η κοινωνία απαιτεί να έλθει, επιτέλους, η άνοιξη στην ελληνική Παιδεία της Κύπρου. Για να γίνει αυτό, χρειαζόμαστε εκπαιδευτικούς ανοικτούς στο πνεύμα και στην ψυχή, όχι κομματόσκυλα και προαγωγούς της όποιας ιδεολογικής, πολιτικής ή κομματικής αθηροσκλήρυνσης. Θέλουμε παιδαγωγούς φωτισμένους, όχι διαφωτισμένους ή διαποτισμένους και υποταγμένους σε κομματικές ντιρεκτίβες. Θέλουμε εκπαιδευτικούς φωτοδότες και όχι φωτοσβέστες. Δηλ. εκπαιδευτικούς υψηλόφρονες και υψηλόνοες. Όχι αναρχοσυνδικαλιστές ωφελιμιστές.
Ευτυχώς, ακόμα η δημόσια εκπαίδευση έχει στις τάξεις της πολλούς ικανούς και άξιους εκπαιδευτικούς. Είναι η σιωπηρή πλειοψηφία. Συντρίβονται από ένα δυσλειτουργικό εκπαιδευτικό σύστημα, από την ασυδοσία του κομματισμού και από την αδυναμία του κράτους να ξανακτίσει μιαν ανθρωποκεντρική, ελληνοκεντρική, δηλ. μια πανανθρώπινη παιδεία, ικανή να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις προκλήσεις της τεχνολογικής εποχής μας. Ο αναρχοσυνδικαλισμός, η κομματοκρατία, η ευνοιοκρατία και η ανικανοκρατία δημιούργησαν ένα αρνητικό κλίμα και μιαν απαράδεκτη εικόνα για τους εκπαιδευτικούς, συνεργούντων και ΜΜΕ. Αυτή η σιωπηρή πλειοψηφία οφείλει να αντιδράσει, να μιλήσει και να δράσει. Δεν δικαιούται πλέον να σιωπά ούτε νομιμοποιείται να δραπετεύσει από τις τάξεις.