Διεθνή

Κάθε χρόνο και εκλογές στην Ισπανία

Η υπερεθνική ρητορική της ενότητας σε αντιδιαστολή με τις αποσχιστικές τάσεις στην Καταλωνία και η αντιμεταναστευτική προσέγγιση ήταν αρκετά για την αναβίωση της ακροδεξιάς σε μία χώρα όπου η ιδεολογία αυτή τέθηκε στο περιθώριο μετά τον θάνατο του δικτάτορα Φράνκο το 1975

Οι νέες εκλογές στην Ισπανία δεν προοικονομούν ότι θα αρθεί το πολιτικό αδιέξοδο της χώρας. Οι ψηφοφόροι οδηγούνται για τέταρτη φορά στις κάλπες σε διάστημα τεσσάρων ετών, με τις δημοσκοπήσεις να προβλέπουν ξανά νίκη του σοσιαλιστή Πρωθυπουργού, Πέδρο, αλλά χωρίς την απαιτούμενη πλειοψηφία να σχηματίσει κυβέρνηση. Η συνεχιζόμενη πολιτική αστάθεια που γεννήθηκε το 2005 όχι μόνο δεν τερματίζεται, αλλά τροφοδοτείται και μεγεθύνεται ολοένα και περισσότερο με τις αιτίες της να αναζητούνται στην εκρηκτική κατάσταση στην Καταλωνία, στην άνοδο της ακροδεξιάς αλλά κυρίως στον κατακερματισμό των πολιτικών δυνάμεων στο κοινοβούλιο. Σε ένα ρευστό πολιτικό σκηνικό διεξήχθη μια προεκλογική περίοδος, που στόχο είχε κυρίως τη δεξαμενή ψήφων των αναποφάσιστων, ενώ κυρίαρχο θέμα αποτέλεσε το ζήτημα της Καταλωνίας. Αυτό που μένει να εξηγήσουν όμως τα ισπανικά κόμματα δεν είναι το μετεκλογικό τους πρόγραμμα αλλά τις μετεκλογικές τους συμμαχίες, οι οποίες θα επιλύσουν και το διαφαινόμενο πολιτικό αδιέξοδο.

Πολιτικό αδιέξοδο

δίχως τέλος

Δίχως αμφιβολία η Ισπανία υποφέρει από το φαινόμενο που παρατηρείται και στην υπόλοιπη Ευρώπη, το οποίο παίρνει τη μορφή της κοινωνικής και πολιτικής πόλωσης και συνοδεύεται από τον κατακερματισμό του πολιτικού συστήματος. Έτσι η χώρα δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο την κρίση της Καταλωνίας, η οποία εύλογα θεωρείται ως η σημαντικότερη εδαφική διαμάχη της Δυτικής Ευρώπης, αλλά και την κατάρρευση του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος. Το πολιτικό σκηνικό της Ισπανίας, στο οποίο παραδοσιακά κυρίαρχη θέση είχαν το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (PSOE) και το Λαϊκό Κόμμα (PP), έχει αλλάξει ριζικά από την περίοδο της οικονομικής κρίσης, ανοίγοντας την πόρτα σε δυνάμεις όπως το αριστερό Podemos και το κεντροδεξιό Ciudadano. Περαιτέρω ρωγμές στο πολιτικό σύστημα προκάλεσε το δημοψήφισμα για ανεξαρτησία της Καταλωνίας το 2017, το οποίο «ξύπνησε» τις ακροδεξιές δυνάμεις του Vox, επιτρέποντάς τους για πρώτη φορά να εισέλθουν στο εθνικό κοινοβούλιο στις εκλογές του Απριλίου. Αποτέλεσμα της ρευστής αυτής κατάστασης είναι η αστάθεια και το αδιέξοδο με το κοινοβούλιο να φτάνει στο σημείο να είναι ανίκανο να λειτουργήσει. Εντούτοις η ισπανική πολιτική σκηνή ανέκαθεν βίωνε μία βαθιά πόλωση, αφού στη σύγχρονη ιστορία της χώρας ουδέποτε υπήρξε κυβέρνηση συνασπισμού.

Μια οικονομική κρίση

προ των πυλών

Πολλοί αναλυτές χαρακτήριζαν την απόφαση του Πρωθυπουργού της Ισπανίας, Πέδρο Σάντσεθ, ως ένα πολιτικό στοίχημα με βαρύ κόστος όχι μόνο γιατί διέβλεπαν την έκρηξη που θα σημειωνόταν στην Καταλωνία αλλά κυρίως γιατί φαινόταν από το καλοκαίρι ότι η οικονομία της χώρας θα αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα. Ήδη η κυβέρνηση και η Τράπεζα της Ισπανίας αναθεώρησαν πρόσφατα επί τα χείρω τις προβλέψεις για την ανάπτυξη ΑΕΠ του 2019, στο 2,1% και στο 2% αντίστοιχα, την ώρα που κατά την περίοδο 2015-2017, η Ισπανία έφτανε το 3% ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης. Σύμφωνα με τους οικονομολόγους, ο βασικός λόγος μπορεί να αναζητηθεί όχι τόσο στην πολιτική αστάθεια, όσο στη διεθνή συγκυρία. Συγκεκριμένα, η οικονομική αβεβαιότητα έχει τις ρίζες της στους διάφορους εμπορικούς πολέμους αλλά και στην επιβράδυνση που παρουσιάζουν οι μεγάλοι οικονομικοί εταίροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Γερμανίας αλλά και της Βρετανίας λόγω Brexit. Όμως, το συνεχιζόμενο πολιτικό αδιέξοδο δεν είναι άσχετο με την απουσία υιοθέτησης των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, που θα μπορούσαν να επιτρέψουν στην Ισπανία να αντιμετωπίσει μία μελλοντική οικονομική κρίση. Ήδη η αντιπολίτευση παίζει το χαρτί της επερχόμενης οικονομικής κρίσης, κάνοντας λόγο για άρνηση της πραγματικότητας και απόκρυψη της πραγματικής διάστασης του προβλήματος από τον Σάντσεθ, «λάθος» το οποίο είχε διαπράξει ο σοσιαλιστής προκάτοχός του, Χοσέ Λουίς Ροδρίγκεθ Θαπατέρο, ο οποίος οδήγησε την οικονομία της χώρας σε κατάρρευση πριν από μία δεκαετία. Παρά την κινδυνολογία της αντιπολίτευσης, όμως, οι οποίοι χρησιμοποίησαν το επιχείρημα της αύξησης της ανεργίας τον μήνα Οκτώβριο, οικονομολόγοι συμφωνούν ότι στο παρόν στάδιο δύσκολα μπορεί να γίνει λόγος για οικονομική κρίση στην Ισπανία.

Πώς επηρεάζει το καταλανικό

ζήτημα την αναμέτρηση

Έπειτα από μια περίοδο ειρηνικών κινητοποιήσεων των Καταλανών αυτονομιστών, η καταδίκη σε βαριές ποινές φυλάκισης των εννέα ηγετικών στελεχών του αυτονομιστικού κινήματος για τον ρόλο τους στην απόπειρα απόσχισης από την Ισπανία το 2017 προκάλεσε το ξέσπασμα της λαϊκής οργής που σιγόκαιγε στην περιοχή. Με τα γεγονότα να λαμβάνουν χώραν μιαν ανάσα πριν από τις κάλπες, εύλογα η προεκλογική εκστρατεία διεξήχθη στη σκιά των διαδηλώσεων στην Καταλωνία. Η σύμπτωση της αναβίωσης της καταλανικής κρίσης με την προεκλογική περίοδο δίχως αμφιβολία αποτέλεσε και τη χειρότερη δυνατή εξέλιξη για τον Σάντσεθ, ο οποίος πρέπει να βρει αυτές τις ισορροπίες, ώστε να μη χάσει την υποστήριξη από τους Καταλανούς «χτυπώντας» τους πολύ δυνατά αλλά και να μη δυσαρεστήσει τους ψηφοφόρους στην υπόλοιπη Ισπανία, υιοθετώντας πιο μαλακή στάση. Έτσι κι αλλιώς θα πρέπει να κρατήσει την πόρτα ανοιχτή για τους αυτονομιστές σε περίπτωση που μελλοντικά χρειαστεί την ψήφο εμπιστοσύνης τους στη Βουλή μετά τις εκλογές. Να σημειωθεί ότι ο πρωθυπουργός, σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, Μαριάνο Ραχόι, υιοθέτησε μια λιγότερο επιθετική στάση απέναντι στους Καταλανούς, προωθώντας τον διάλογο. Όμως η προσήλωσή του σε αυτόν τον διάλογο, ο οποίος λίγο πολύ θύμιζε καρότο και μαστίγιο, ήταν σε άμεση συνάρτηση με την πολιτική συγκυρία. Το να διατηρήσει λοιπόν αυτήν την ισορροπία λίγο πριν από την κάλπη δεν είναι εύκολο, αφού βάλλεται τόσο από την Αριστερά όσο και από τη Δεξιά, με τους πρώτους να τον κατηγορούν ότι παραείναι σκληρός με τους Καταλανούς και τους δεύτερους να υποστηρίζουν ότι επιδιώκει να σχηματίσει συνασπισμό με τους αποσχιστές στο κοινοβούλιο. Αναλυτές επισημαίνουν πάντως ότι εάν τα πράγματα βγουν εκτός ελέγχου στους δρόμους ή η περιφερειακή κυβέρνηση αρχίσει μιαν «ανταρσία», ο Πρωθυπουργός δεν θα αντισταθεί στον πειρασμό να «θυσιάσει» την Καταλωνία, δείχνοντας στο υπόλοιπο εκλογικό σώμα ότι μπορεί να ανταποκριθεί στην πρόκληση, επιβάλλοντας έκτακτα μέτρα για επιβολή της τάξης, χωρίς να αποκλείεται η αναστολή της αυτονομίας της περιοχής.

Οι δημοσκοπήσεις μίλησαν

Από καιρό οι δημοσκοπήσεις για τις εκλογές της Κυριακής «φωνάζουν» ότι ο κατακερματισμός του κοινοβουλίου όχι μόνο θα διατηρηθεί αλλά αναμένεται να ενισχυθεί. Αναλυτικά η δημοσκόπηση της El País δείχνει τον Πέδρο Σάντσεθ «νικητή» των εκλογών με 116 έδρες, αλλά, όπως και τον Απρίλιο, να απέχει πολύ από την απόλυτη πλειοψηφία. Σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση οι Σοσιαλιστές έχουν θέσει ως στόχο το φιλόδοξο 30%, έτσι ώστε να είναι κύριοι του πολιτικού παιχνιδιού και να μπορέσουν να παραμείνουν στην εξουσία χωρίς να χρειασθεί να σχηματίσουν κυβέρνηση συμμαχίας με κάποιο κόμμα. Έτσι η στρατηγική του πρωθυπουργού στράφηκε στους «ρυθμιστές» αναποφάσιστους, αφού στην αναμέτρηση του Απριλίου το 10% των ψηφοφόρων είχαν αποφασίσει την επιλογή τους μόλις την τελευταία εβδομάδα, γυρίζοντας έτσι την πλάστιγγα. Ακολουθεί το Λαϊκό Κόμμα με 94 έδρες, ενώ τρίτο παρουσιάζεται το Vox με 42 έδρες, διπλάσιες σε αριθμό από τις εκλογές του Απριλίου. Στην τέταρτη θέση τοποθετούν τους Podemos, ενώ στην πέμπτη θέση τους Ciudadanos. Κατά την τηλεμαχία της Δευτέρας ο σοσιαλιστής Πρωθυπουργός δεν έδωσε κανένα στοιχείο για το πώς θα σχηματίσει κυβέρνηση κάτω από αυτές τις δυσμενείς συνθήκες, αλλά κάλεσε τους πολιτικούς του αντιπάλους να δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης στο κόμμα που θα κερδίσει τις περισσότερες ψήφους, εννοώντας έμμεσα δικό του κόμμα. Πάντως, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι θεωρείται απομακρυσμένο το σενάριο δημιουργίας κυβέρνησης είτε του μπλοκ της αριστεράς (Podemos, PSOE, Mas Pais), είτε του μπλοκ της δεξιάς (PP, Ciudadanos, Vox). Οι Καταλανοί αυτονομιστές, οι οποίοι υποστήριξαν τον περασμένο χρόνο την ανάληψη της εξουσίας από τον Σάντσεθ, αναμένεται ότι θα εξασφαλίσουν 20 έδρες, αλλά οι σοσιαλιστές εξήγγειλαν, προεκλογικά τουλάχιστον, ότι δεν θα επιθυμούσαν την υποστήριξή τους.

Οι δύο άξονες της εκστρατείας του Vox

Δίχως αμφιβολία η κρίση στην Καταλωνία συνοδεύτηκε από την άνοδο της ακροδεξιάς και ωφέλησε πολιτικά το κόμμα Vox. Η υπερεθνική ρητορική της ενότητας σε αντιδιαστολή με τις αποσχιστικές τάσεις στην Καταλωνία και η αντιμεταναστευτική προσέγγιση ήταν αρκετά για την αναβίωση της ακροδεξιάς σε μία χώρα όπου η ιδεολογία αυτή τέθηκε στο περιθώριο μετά τον θάνατο του δικτάτορα Φράνκο το 1975. Στις προηγούμενες εκλογές επιβεβαίωσε τις δημοσκοπήσεις με τη θριαμβευτική είσοδό του στο κοινοβούλιο, καταλαμβάνοντας 24 από τις 350 έδρες. Ήδη η συστηματοποίησή του προχωράει με γοργούς ρυθμούς, αφού η συνεργασία του με το Λαϊκό Κόμμα και τους Ciudadanos τους έδωσε τα κλειδιά για τη διακυβέρνηση καίριων περιφερειών, όπως η Ανδαλουσία, η Μαδρίτη και η Μούρθια, ενώ οι δημοσκοπήσεις προβλέπουν ακόμη καλύτερη επίδοση στις εκλογές της Κυριακής, κατατάσσοντάς το τρίτη πολιτική δύναμη της χώρας. Η προεκλογική εκστρατεία του ηγέτη του Vox, Σαντιάγο Αμπασκάλ, βασίστηκε σε δύο άξονες. Αρχικά, όπως και άλλα υπερεθνικά κόμματα στην Ευρώπη, προέταξε την υιοθέτηση μιας πολιτικής στην οποία κυρίαρχη θέση θα έχουν οι Ισπανοί, καταφεύγοντας παράλληλα σε μια εκστρατεία κατά των μεταναστών, τους οποίους συνέδεσε με ληστείες και ομαδικούς βιασμούς. Παράλληλα, πρότεινε μιαν αμείλικτη στάση απέναντι στους Καταλανούς αποσχιστές, τους οποίους θεωρεί ως απειλή για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας. Μάλιστα υποσχέθηκε ότι θα επιδιώξει την κατάργηση της αυτονομίας της περιοχής, κατακτώντας έτσι μεγάλο μερίδιο του συντηρητικού ακροατηρίου. Να σημειωθεί ότι η στάση των κομμάτων απέναντι στο ανοικτό ζήτημα της Καταλωνίας έχει δημιουργήσει μεγάλες ανακατατάξεις στα ποσοστά τους, με κύριο ωφελημένο το ακροδεξιό Vox και σε δεύτερο επίπεδο το συντηρητικό ΡΡ.