Νομίζω πως τον έχω καταλάβει…

Ο Πρόεδρος άρχισε να αντιλαμβάνεται τους κινδύνους της λύσης που συζητείται. Πλην, όμως, αδυνατεί να πάει στο επόμενο φυσικό στάδιο των επιφυλάξεών του. Δηλαδή, να αποστασιοποιηθεί από τις συγκλίσεις που ακριβώς είναι στο επίκεντρο των δισταγμών του

Αναφέρομαι στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Η ανάγκη ανίχνευσης των πολιτικών του θέσεων πηγάζει από το γεγονός ότι από την έναρξη της θητείας του – ιδιαίτερα της δεύτερής του θητείας – δεν υπήρξε ομοιογένεια στις πράξεις και δηλώσεις του. Μετά το Κραν Μοντανά έγιναν δηλώσεις που φαίνονταν να αναιρούν τον πρώιμο Αναστασιάδη. Και όχι μόνο τον Αναστασιάδη της πρώτης προεδρικής θητείας. Να μην ξεχνούμε ότι ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είχε ηγηθεί του ΝΑΙ στο δημοψήφισμα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά οι τοποθετήσεις του, που ακολούθησαν το δημοψήφισμα, δεν ήταν καθόλου ενδεικτικές ανάκρουσης της πορείας του. Μετά το Κραν Μοντανά, λοιπόν, έγιναν δηλώσεις που απεκάλυπταν ότι ο πρόεδρος είχε σοβαρές επιφυλάξεις επί βασικών στοιχείων της ακολουθούμενης από τον ίδιο μέχρι τότε πολιτικής. Παρουσιαζόταν να υιοθετεί τη θέση ότι η Τουρκία επιχειρεί μέσα από τη λύση να πετύχει την εδραίωσή της στην Κύπρο· ότι ο ηγέτης των Τουρκοκυπρίων, όπως και κάθε Τουρκοκύπριος ηγέτης, ενεργούσε ως φερέφωνο της Άγκυρας∙ ότι η πολιτική ισότητα με τον τρόπο που τον αντίκριζε η Τουρκία συνιστούσε πλήρη εξίσωση της ελληνοκυπριακής πλειοψηφίας με την τουρκοκυπριακή μειοψηφία. Πέραν αυτών των τοποθετήσεων, επί της ουσίας ο Πρόεδρος έκανε χρήση λεξιλογίου που συνήθως προτάσσεται από την απορριπτική σχολή. Επανειλημμένα λ.χ. αναφέρθηκε στον φόβο καταστροφής από μια κακή λύση. Αυτό μοιάζει αυτονόητο, αλλά είναι γεγονός ότι η ενδοτική σχολή σπανίως ανεδείκνυε πιθανούς κινδύνους από μια μη λειτουργική λύση, περιοριζόμενη να επισημάνει τους κινδύνους της μη λύσης.

Αυτές οι δηλώσεις φέρνουν τον Πρόεδρο πλησιέστερα στην απορριπτική γραμμή. Σπεύδω να πω ότι συμμερίζομαι απολύτως τις επιφυλάξεις του. Δεν είναι όμως αυτό το συζητούμενο.

Πέρα, όμως, από αυτές τις δηλώσεις έγιναν και κάποιες αναντίστοιχες πολιτικές ενέργειες από τον Πρόεδρο. Σημαντικότατα, προχώρησε στην αποδοχή ως βάσης έναρξης των διαπραγματεύσεων των συγκλίσεων Χριστόφια - Ταλάτ 2008 - 2012, της κοινής δήλωσης Αναστασιάδη - Έρογλου και των σημείων Γκουτέρες. Οι συγκλίσεις, όμως, όπως και τα σημεία Γκουτέρες ενσωματώνουν στοιχεία τα οποία ο Πρόεδρος, βάσει των προσφάτων του δηλώσεων, αναθεματίζει. Όπως λ.χ. την εκ περιτροπής προεδρία (σημεία Γκουτέρες) και την ουσιαστική και ενίοτε αριθμητική συνταγματική εξίσωση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων (συγκλίσεις).

Τι γίνεται, λοιπόν, με τον Πρόεδρο; Γιατί η πάλαι ποτέ ενδοτική βεβαιότητα έχει αντικατασταθεί από μιαν ασυμβατότητα έργων και λόγων; Και εδώ αναδεικνύεται ο τίτλος του κειμένου. Νομίζω πως έχω καταλάβει τον Πρόεδρο και η ερμηνεία μου είναι η ακόλουθη.

Ο Πρόεδρος άρχισε να αντιλαμβάνεται τους κινδύνους της λύσης που συζητείται. Πλην, όμως, αδυνατεί να πάει στο επόμενο φυσικό στάδιο των επιφυλάξεών του. Δηλαδή, να αποστασιοποιηθεί από τις συγκλίσεις που ακριβώς είναι στο επίκεντρο των δισταγμών του. Γνωρίζει ότι μια τέτοια επανατοποθέτηση της βάσης της διαπραγμάτευσης θα προκαλέσει θύελλα. Κατ’ αρχάς από τους ξένους, οι οποίοι έχουν επενδύσει στη λύση του Κυπριακού σε τουρκικές γραμμές. Όχι διότι θέλουν τη λύση να καταρρεύσει ή για να δουν την ελληνοκυπριακή κοινότητα στα Τάρταρα, αλλά διότι σε αυτά επιμένει η Τουρκία, χωρίς την οποία δεν υπάρχει λύση. Οι αντιδράσεις, όμως, δεν περιορίζονται στους ξένους. Υπάρχει ολόκληρο το ενδοτικό μέτωπο (ηγεσίες ΑΚΕΛ, ΔηΣυ κ.λπ.), το οποίο είχε επενδύσει στις απόψεις, αλλά και στην τόλμη Αναστασιάδη. Η ηγεσία του ΑΚΕΛ, έχοντας δειλιάσει την τελευταία στιγμή πριν από το δημοψήφισμα να ακολουθήσει μέχρι τέλους τη γραμμή που είχαν οικοδομήσει τα μεταπολεμικά χρόνια, ήλπισε ότι θα μπορούσε να ολοκληρώσει τη δουλειά ανέξοδα για τους ιδίους ο Πρόεδρος Αναστασιάδης. Από την άλλην, η σημερινή ηγεσία του ΔηΣυ είναι φανερόν ότι δεν ακολούθησε τον Πρόεδρο στους πρόσφατους προβληματισμούς του. Σε αριθμό περιπτώσεων είχε συνταχθεί με την ηγεσία του ΑΚΕΛ, σε μια όμως πιο λάιτ μορφή αντιπολίτευσης στον Πρόεδρο. Πέραν αυτών, όμως, αριθμός οργανώσεων και μιντιακών κέντρων πιέζουν τον Πρόεδρο να τολμήσει. Όλο αυτό το μέτωπο είχε δεχθεί ρητώς ή αρρήτως τον Πρόεδρο Αναστασιάδη ως τον ηγέτη του ενδοτισμού. Τώρα τι; Ο Πρόεδρος εκτιμά ότι όλοι αυτοί τον περιμένουν στη γωνιά για να τον πετσοκόψουν. Όχι άδικα. Οι περισσότεροι μάλιστα είναι και παραδοσιακοί του σύμμαχοι. Άνθρωποι που ανέμεναν ο Πρόεδρος να κάνει τη μεγάλη κίνηση και να διαβεί τον Ρουβίκωνα.

Μπροστά, λοιπόν, στον επαπειλούμενο ορυμαγδό, ο Πρόεδρος επέλεξε την πλέον ‘ασφαλή’ οδό. Αυτήν της παλινδρόμησης. Δεν αποφασίζει να κάνει τομές και να προχωρήσει σε σαφή αλλαγή γραμμής. Κάνει όμως και ό,τι μπορεί για να αναστείλει τη διαδικασία. Προτιμά, λοιπόν, την ευκαιριακή διαχείριση του ζητήματος, παρά τη διάφανη και τολμηρή αλλαγή. Είναι διαχειριστής και όχι μεταρρυθμιστής. Αυτό το φαινόμενο δεν είναι νέο στην πολιτική. Πολλοί είναι οι πολιτικοί που προσέφυγαν στο ροκάνισμα του χρόνου, προκειμένου να αποφύγουν πολιτικό κόστος.

Υπό κάποιες συνθήκες, αυτή η προσέγγιση θα μπορούσε να ήταν θεμιτή. Επί του προκειμένου, όμως, ελλοχεύουν σοβαροί κίνδυνοι. Γυροφέρνοντας μπροστά στον γκρεμό, δεν αποσοβείς τον κίνδυνο. Ούτε θα μας βαρεθεί η απειλή και θα φύγει. Το μόνο που θα καταφέρει ο Πρόεδρος είναι ένα από δύο ενδεχόμενα: Είτε κάποια στιγμή η τακτική του θα εκραγεί στον αέρα και θα κατηγορηθούμε και αυτός αλλά και όλοι εμείς για ανακολουθία από τους ξένους. Είτε θα κληροδοτήσει το πρόβλημα στον διάδοχό του, ο οποίος θα υποχρεωθεί να το αντιμετωπίσει. Υπό χειρότερους, όμως, όρους.

Γι’ αυτό, Πρόεδρε, αφού σε άλλες περιπτώσεις επέδειξες τόλμη (μέχρι και θράσος) στην προώθηση των απόψεών σου, προχώρα στην ευθυγράμμιση των πράξεών σου με τις ανησυχίες σου. Οι μεγάλοι ηγέτες υπήρξαν μεταρρυθμιστές. Όχι διαχειριστές…