15 Νοεμβρίου 1983 - 36 χρόνια μετά

Η παράνομη ανακήρυξη του ψευδοκράτους, για την οποία επιχαίρει και αξιοποιεί η Τουρκία, έγινε μεν στις 15.11.1983, αλλά τρεις μόνο μέρες μετά, στις 18.11.1983, το Συμβούλιο Ασφαλείας, μετά από διεκδίκηση της Κυπριακής Δημοκρατίας (την κυριαρχία της οποίας παραβίαζε), καταδίκασε την αποσχιστική αυτή ενέργεια ως νομικά άκυρη. Κάλεσε, δε, όλα τα κράτη-μέλη του ΟΗΕ να μην το αναγνωρίσουν, αφού το μόνο νόμιμο και αναγνωρισμένο κράτος είναι η Κυπριακή Δημοκρατία (ψήφισμα 541/83). Όμως, η Τουρκία, συνεπής στην επεκτατική βουλιμία της, αντάλλαξε «πρέσβεις» με το ψευδοκράτος, «αναγνωρίζοντάς» το παράνομα. «Αναγνώριση» που την αξιοποιεί και τώρα για την παράνομη επέμβαση στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, επικαλούμενη συμφωνίες μαζί του. Ακολούθησε το λεγόμενο «συνταγματικό δημοψήφισμα» και οι «εκλογές» στο ψευδοκράτος, για να ακολουθήσει, μετά από νέα δική μας διεκδίκηση, νέο καταδικαστικό, επίσης, ψήφισμα του ΟΗΕ, το 550 του 1984. Η Κύπρος, όταν αντιστεκόταν και διεκδικούσε καθαρές θέσεις, το κατόρθωνε.

Η ανακήρυξη του ψευδοκράτους και η επιτυχία της αντίδρασής μας έπρεπε να αποτελέσει δίδαγμα, αφ’ ενός περί των προθέσεων της Άγκυρας σε βάρος της Κύπρου, με τη σαφέστατη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, και, αφ’ ετέρου, επιβεβαίωση ότι η διεκδίκηση του δικαίου φέρνει αποτελέσματα. Δείγμα οι πρόσφατες καταδικαστικές, με συνέπειες για την Τουρκία, αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η ανακήρυξη του ψευδοκράτους αποτελούσε την πιο έκδηλη καταπάτηση των συμφωνηθέντων το 1977 και 1979, αλλά, επίσης, κατέδειξε την προκαθορισμένη επιδίωξη της Τουρκίας, διαχρονικά, να επιτύχει ανύψωση του ψευδοκράτους σε ισότιμο «συνεταίρο» σ’ έναν «κρατικό νέο συνεταιρισμό». Έπρεπε αυτή η ανακήρυξη να αποτελούσε, με βάση και την Τουρκανταρσία του 1963-64 και την παράνομη εισβολή του 1974, το τέλος της εθελότυφλης ψευδο-ελπίδας, που κάποιοι έτρεφαν και τρέφουν περί το ότι η εξεύρεση δίκαιης λύσης θα επέλθει μέσα από διαδοχικές δικές μας υποχωρήσεις, έξω ή αντίθετα με ό,τι το δίκαιο προβλέπει.

Όμως, η πλευρά μας παρέμεινε και παραμένει δέσμια του «ιστορικού», όπως τον ονομάσαμε, συμβιβασμού των συμφωνιών 1977 και 1979. Ενώ η Τουρκία, που αναδεικνύεται ο μέγας ταραξίας της περιοχής, προβάλλει συνεχώς θέματα για δύο λαούς και κράτη, για εκλιπούσα Κυπριακή Δημοκρατία, για «δικαίωμά» της στην ΑΟΖ με γεωτρήσεις και παρουσία πολεμικών πλοίων, ενώ πραγματοποίησε παράνομη σύνδεση με αγωγό νερού με το ψευδοκράτος και ετοιμάζει σύνδεση ηλεκτρισμού! Θα έπρεπε από την επομένη της ψευδο-ανακήρυξης, με δεδομένα και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ, η πολιτική μας να είχε παραμείνει ως μια αποφασιστική και συνεπής ξεκάθαρη διεκδίκηση κατά το Διεθνές Δίκαιο. Αντί τούτου, δυστυχώς, μέχρι σήμερα, παραμένουμε δέσμιοι ενός διαλόγου με πρόσθετες, έκτοτε υποχωρήσεις, που έχουν οδηγήσει σε συμφωνίες και προσεγγίσεις που υποδηλούν έντονα ότι, μετά την εξαφάνιση της Κυπριακής Δημοκρατίας, θα υπάρχει ένα ΜΗ λειτουργικό κράτος.

Τούτο, μάλιστα, ενώ αποδεδειγμένα όταν διεκδικεί και αντιστέκεται η Κυπριακή Δημοκρατία γίνεται σεβαστή, ενώ, όταν υποχωρεί, αυξάνεται η βουλιμία τής Τουρκίας. Σ’ αυτό το δόγμα της άδικης σε βάρος μας μεταχείρισης, λόγω συμφερόντων, οφείλεται και η μεθόδευση λύσης ή κλείσιμο του Κυπριακού με μια ομοσπονδία διζωνική, δικοινοτική που προοιωνίζεται ρατσιστική λύση, ως ένα εξαίρετο δείγμα μιας Συνομοσπονδίας που θα τελεί υπό τουρκική επικυριαρχία.

Η 15η Νοεμβρίου του 1983, μετά την Τουρκανταρσία του 1963-64 ήταν η πιο πανηγυρική επιβεβαίωση της πρόθεσης της Τουρκίας για κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, που η ηγεσία μας δεν αντιλήφθηκε και δεν χειρίστηκε κατά το δίκαιο. Είναι γι’ αυτό που έκτοτε και μέχρι σήμερα φθάσαμε, με βάση τον διάλογο, σε λύση με παρθενογένεση, ένα νέο «συνεταιρικό κράτος» ως μια χαλαρή ομοσπονδία, μη λειτουργική και μη βιώσιμη.

Όμως, εξακολουθεί να είναι αναγκαία η δική μας υπογραφή για την όποια λύση. Κανένας ηγέτης δεν μπορεί να ενεργήσει χωρίς τη λαϊκή εντολή για την όποια λύση. Το Δημοψήφισμα του 2004 έδωσε την απάντηση. Αν συνεχίσουμε να παραμένουμε δέσμιοι μιας διαχρονικής υποχωρητικότητας, δεν θα επιτύχουμε λύση που να αφήνει έστω την ελπίδα διαφύλαξης και για το μέλλον όλων των ανθρωπίνων και κοινοτικών δικαιωμάτων. Το μόνο αστάθμητο στοιχείο είναι για τον διεθνή παράγοντα η ευρύτερη και συνεχώς αυξανόμενη προκλητικότητα της Τουρκίας έναντι όλου του πέριξ χώρου της. Ένα παιχνίδι επίδειξης δύναμης και αλαζονείας, που κάποτε θα φέρει συνέπειες στην ίδια την Τουρκία. Προκλητικότητα που δεν εκδηλώθηκε τυχαία, αλλά αποβλέπει σε μεγαλύτερη πίεση σε βάρος μας. Μια προκλητικότητα, όμως, που με κατάλληλους χειρισμούς μπορεί να καταστεί αφορμή για καταγραφή επιτέλους της ΕΥΘΥΝΗΣ της Τουρκίας. Βέβαια, οφείλουμε, επιτέλους, να διαγνώσουμε ορθά, αντικειμενικά και χωρίς ψευδαισθήσεις ότι οι διαχρονικές υποχωρήσεις μας έφεραν τη δυσχερέστατη αυτή προοπτική για το μέλλον του τόπου και των επόμενων γενεών. Ακόμη και η απειλή για ευρύτερη δήθεν αναγνώριση του ψευδοκράτους ή «προσάρτησή» του στην Τουρκία δεν καταργεί το νόμιμο κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας, γιατί είναι πράξεις αντίθετες στο Διεθνές Δίκαιο και τις αποφάσεις του ΟΗΕ. Είναι, λοιπόν, καταθλιπτικό και ακατανόητο να διαπραγματεύεται μια χώρα κράτος-μέλος του ΟΗΕ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Κυπριακή Δημοκρατία, λύση με προδιαγραφές αντιευρωπαϊκές, ανελεύθερες και αντιδημοκρατικές, γιατί αυτό επιδιώκει να επιβάλει η Τουρκία και το παράνομο ψευδοκράτος.

Η ευθύνη για να διασωθεί ο τόπος παραμένει στον ίδιο τον λαό, στον καθένα μας. Οι άνθρωποι του τόπου τούτου, με σεβασμό στην ιστορία και την αξιοπρέπειά μας, ας αποτελέσουν την αφετηρία, από σύσσωμη την πολιτική ηγεσία, μιας καλά οργανωμένης, πριν να είναι πολύ αργά, διαρκούς προσπάθειας για δικαίωση.

*Δικηγόρος