Διεθνή

Ανοίγει η όρεξη της Τουρκίας με την αναγνώριση εποικισμών

Μόνον τυχαία δεν είναι άλλη μια ενέργεια, από πλευράς ΗΠΑ, παραβίασης του Διεθνούς Δικαίου - Αυτήν τη φορά η Ουάσιγκτον αναγνώρισε τους παράνομους εποικισμούς του Ισραήλ στην δυτική όχθη. Μια ενέργεια η οποία αποτελεί, εκ των πραγμάτων, αρνητικό προηγούμενο για την ημικατεχόμενη Κύπρο και ανοίγει την όρεξη του Ερντογάν

Οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίζουν να προκαλούν την πλήρη κατάρρευση του Διεθνούς Δικαίου, χωρίς να έρχονται αντιμέτωπες με τις συνέπειες των πράξεών τους, πολύ απλά επειδή έχουν ισχύ και μπορούν. Την ώρα που όλη η Μέση Ανατολή αναμένει την παρουσίαση της «λύσης του αιώνα» για το παλαιστινιακό ζήτημα, την οποία έχει υποσχεθεί ο Ντόναλντ Τραμπ και μάλιστα αποτέλεσε και κύριο θέμα της προεκλογικής εκστρατείας του Ισραήλ, εκείνος, σε μια τρίτη πράξη, αναγνώρισε τους παράνομους ισραηλινούς εποικισμούς στη Δυτική Όχθη. Σαφώς και υπήρξαν λεκτικές αντιδράσεις, όμως μέχρις εκεί. Για την ώρα. Καθώς αυτό που αναμένεται, πλέον, είναι η «φυσιολογική ακολουθία» των χωρών που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις Ηνωμένες Πολιτείες να πράξουν το ίδιο.

Μετατόπιση θέσης ή παίγνιο;

Είναι ίσως η πρώτη φορά που οι Ηνωμένες Πολιτείες αλλάζουν τόσο απροφάσιστα και χωρίς να τηρούν καν τα προσχήματα εξωτερική πολιτική, παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο. Η αναγνώριση των παράνομων εποικισμών είναι, εκ των πραγμάτων, άλλη μια μετατόπιση της αμερικανικής στάσης στο Παλαιστινιακό; Μήπως, τελικά, είναι απλώς άλλη μια ενέργεια, η αποφυγή της οποίας θα οδηγήσει τους Παλαιστίνιους σε αποδοχή της συμφωνίας του αιώνα; Ή, μήπως, ακόμη χειρότερα, η δημιουργία ενός τετελεσμένου, ώστε με την έλευση της συμφωνίας του αιώνα, το Ισραήλ να χάσει – υποτίθεται – αυτά τα τετελεσμένα;

Όποιο κι αν είναι το σενάριο, πάντως, υπάρχει ένα σημαντικό δεδομένο. Η παραβίαση του διεθνούς δικαίου από μια ισχυρή χώρα που θα όφειλε να το διασφαλίζει, το κακό παράδειγμα, η δημιουργία προηγούμενου. Αν, λοιπόν, άλλες χώρες επιχειρήσουν να πράξουν το ίδιο, θα υπάρχει για πάντα το παράδειγμα των ΗΠΑ για να δείξουν, ενώ οι ίδιες οι ΗΠΑ δεν θα μπορέσουν να υπερασπιστούν ποτέ ξανά τη θέση δικαίου.

Τρίτη πράξη του δράματος

Αυτή είναι η τρίτη πράξη του δράματος στη σκακιέρα της Παλαιστίνης. Αρνητικό προηγούμενο έχουν δημιουργήσει προηγουμένως η αναγνώριση ολόκληρης της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ, την οποία, βεβαίως, ακολούθησε το άνοιγμα της πρεσβείας των Ηνωμένων Πολιτειών εκεί. Αυτή ήταν η πρώτη πράξη, την οποία μιμήθηκαν και άλλα μικρότερα κράτη, τα οποία διατηρούν σχέση εξάρτησης με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Λίγους μήνες αργότερα οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνώρισαν την ισραηλινή κυριαρχία στα υψίπεδα Γκολάν. Και για τις δύο πρώτες πράξεις υπήρξαν λεκτικές καταδίκες από την υπόλοιπη, ή σχεδόν, διεθνή κοινότητα, αλλά μέχρις εκεί. Τίποτα περισσότερο που θα μπορούσε να στριμώξει, έστω και για τους τύπους, τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το ερώτημα «πού το πάει ο Τραμπ;» παραμένει.

Η αναγνώριση της κατοχής

Στην πραγματικότητα, η νέα ενέργεια των Ηνωμένων Πολιτειών έχει βαθύτερες διαστάσεις. Σαφώς και η αναγνώριση καθ’ αυτήν είναι παράνομη. Παράλληλα, όμως, σημαίνει και – έστω έμμεση – αναγνώριση της Κατοχής.

Σύμφωνα με τον Υπουργό των Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Μάικ Πομπέο, «το να υποστηρίζουμε ότι η δημιουργία οικισμών πολιτών είναι ασύμβατη με το διεθνές δίκαιο, δεν προωθεί την υπόθεση της ειρήνης». Ερωτηθείς, ωστόσο, κατά πόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνωρίζουν το καθεστώς κυριαρχίας στις κατεχόμενες περιοχές, υποστήριξε πως «αρμόδια να κρίνουν τη νομιμότητα των εποικισμών είναι τα δικαστήρια του Ισραήλ».

Με λίγα λόγια, σε μιαν άλλη στιγμή, η Τουρκία θα μπορούσε να κρίνει τη νομιμότητα του τουρκικού εποικισμού στην κατεχόμενη Κύπρο!

Να σημειωθεί, βεβαίως, έστω για να το έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας, πως μέχρι σήμερα η επίσημη νομική θέση των ΗΠΑ, η οποία είχε διαμορφωθεί επί προεδρίας Τζίμι Κάρτερ, το 1978, ήταν πως με βάση το διεθνές δίκαιο ο εποικισμός των περιοχών που κατέλαβε το Ισραήλ μετά το 1967, περιοχές που ακόμη και σήμερα θεωρούνται παράνομη κατοχή με βάση αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ως παράνομος εποικισμός.

Η θέση αυτή, αν και είχε αμφισβητηθεί κατά καιρούς από αμερικανικές κυβερνήσεις, ποτέ δεν είχε ανατραπεί πλήρως.

Κάποιοι, με αυτά τα δεδομένα να είναι ήδη γνωστά, έσπευσαν να δείξουν τη θετική πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία, με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, επέβαλλε όπως τα προϊόντα που παράγονται στους ισραηλινούς οικισμούς θα πρέπει να γράφουν ρητά την προέλευσή τους στις ετικέτες. Απόφαση πλήγμα για το Ισραήλ. Τι νόημα έχει, ωστόσο, αυτή η απόφαση, όταν οι εποικισμοί θεωρούνται «νόμιμοι» και άρα το οικονομικό όφελος θα έχουν και πάλιν οι κατοχικές δυνάμεις.

Το θέμα της αναγνώρισης της κατοχής υπερθεματίζουν μόνον οι Παλαιστίνιοι, οι οποίοι καλούν τη διεθνή κοινότητα να «πάρει όλα τα αναγκαία μέτρα για να απαντήσει και να αποτρέψει αυτή την ανεύθυνη συμπεριφορά των ΗΠΑ, που αποτελεί απειλή για την παγκόσμια ασφάλεια και ειρήνη».

Σύμφωνα, πάντως, με το Καταστατικό της Ρώμης για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, οι εποικισμοί «συμπεριλαμβάνονται στον ορισμό των εγκλημάτων πολέμου».

Οι κίνδυνοι για την Κύπρο

Η Κυπριακή Δημοκρατία, «εν τη σοφία της», όχι μόνο δεν βγήκε μπροστά για το γεγονός, που αύριο ενδέχεται να επηρεάσει και την ίδια, αλλά δεν πήρε καν ξεκάθαρη θέση καταδίκης.

Η Κύπρος δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το ζήτημα στον βωμό των συμφερόντων και των συμμαχιών, διότι πολύ απλά το ζήτημα αυτό έχει και μια ευρύτερη διάσταση, ιδιαίτερα επικίνδυνη για τον κυπριακό Ελληνισμό. Η αλλαγή άποψης ως προς το διεθνές καθεστώς πρακτικών εποικισμού σε περιπτώσεις παράνομης κατοχής εδαφών υπάρχει περίπτωση να εφαρμοστεί και εδώ. Είτε επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αλλάξουν θέση, είτε επειδή η Τουρκία θα εκμεταλλευτεί το αμερικανικό ολίσθημα ολκής.

Ο εποικισμός που κάνει η Τουρκία στην κατεχόμενη Κύπρο αποτελεί πράξη που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο, είναι έγκλημα πολέμου και η οποιαδήποτε μετατόπιση από τη θέση αυτή, ακόμη κι αν αυτή δεν μας αφορά – προς το παρόν – άμεσα, μπορεί να αποβεί μοιραία, πόσο δε μάλλον όταν η Κυπριακή Δημοκρατία έχει πάψει, πλέον, να διατυμπανίζει το πρόβλημα του τουρκικού εποικισμού.