Η διαχείριση της οικονομίας του Τόπου, 1960-2019 IV
Δυστυχώς, μετά το 1994, οι Κυβερνήσεις κατήργησαν το μόνο συντονιστικό όργανο ανάπτυξης που υπήρχε, τον Μηχανισμό Προγραμματισμού/Συντονισμού. Φαίνεται η εξέλιξη αυτή δεν ήταν άσχετη με την Κομματικοποίηση της Κρατικής Μηχανής με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Ζήτησα τότε από διάφορους Υπουργούς να αναλάβουν συντονιστικό ρόλο στους τομείς αρμοδιότητάς τους. Όταν άρχισε η παγκόσμια οικονομική κρίση ζήτησα από την Υπουργόν Εργασίας μαζί με το Εργατικό Συμβουλευτικό Σώμα να αναλάβουν ενεργότερο ρόλο στη διατήρηση της απασχόλησης σε ικανοποιητικά επίπεδα. Πέραν των μέτρων που το Υπουργείο θα μπορούσε να πάρει, η συζήτηση να μεταφερθεί στον Υπουργό Οικονομικών με συγκεκριμένες εισηγήσεις τόσο για κυβερνητικά έργα όσο και για μέτρα υποβοήθησης του ιδιωτικού τομέα, για έγκαιρη υλοποίηση του Προΰπολογισμού Αναπτύξεως και των γενικότερων μέτρων που είχαν ήδη εξαγγελθεί από την Κυβέρνηση εδώ κι αρκετό καιρό.
Αλλά και στον Υπουργόν Οικονομικών έγραφα ‘για μια σκέψη μου και τις ενέργειες που έκαμα για δραστηριοποίηση της οικονομίας κι έξοδο από την ύφεση που διέρχεται’. Με πολύ απλά λόγια, η τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας εκ των έσω, ιδιαίτερα μέσω της ανάκαμψης του τομέα των κατασκευών, προσκρούει σε δυο βασικούς λόγους. Πρώτο, τις δημοσιονομικές δυσκολίες (δημοσιονομικό έλλειμμα, δημόσιο χρέος), που θα γίνουν πιο περιοριστικές αν η κυπριακή οικονομία μπει υπό επιτήρηση. Δεύτερο, τη βραδύτητα εκτέλεσης του κυβερνητικού αναπτυξιακού προγράμματος. Αρκεί να αναφέρω ότι μέσα σε ένα χρόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό των κονδυλίων που παραχωρήθηκαν στον Οργανισμό Χρηματοδότησης Στέγης είχε δεσμευθεί. Πώς θα κινηθεί έτσι ο κατασκευαστικός τομέας;
Εν όψει τούτων, οι εισηγήσεις μου ήταν ότι θα έπρεπε να ενθαρρυνθεί και βοηθηθεί ο ιδιωτικός τομέας των κατασκευών να αναλάβει μεγαλύτερο βάρος μέσω της προώθησης έργων με το σύστημα της αυτοχρηματοδότησης (Β.Ο.Τ.). Μίλησα στο ΚΕΒΕ, την ΟΕΒ και τον Σύνδεσμο Εργοληπτικών Εταιρειών και τους παρότρυνα να ετοιμάσουν οι ίδιοι σχέδια και να εκφράσουν την ετοιμότητά τους για να αναλάβουν κυβερνητικά έργα με το σύστημα αυτό. Οι ίδιοι δεν αρνούνται, αλλά φοβούνται τις κυβερνητικές γραφειοκρατικές διαδικασίες. Τώρα που υπάρχει αρκετή εμπειρία στο θέμα αυτό (Αεροδρόμιο Λάρνακας, Μαρίνα Λεμεσού, Κτήριο Γενικής Ελέγκτριας) αν δινόταν το αναγκαίο πολιτικό βάρος οι Υπηρεσίες θα μπορούσαν πιο γρήγορα να διεκπεραιώσουν τέτοιες διαδικασίες ανάθεσης έργων. Ξεκινάτε, είπα, με απλά έργα: Κυβερνητικά κτήρια, που στις πλείστες περιπτώσεις η Κυβέρνηση πληρώνει ενοίκια.
Στον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ανέφερα (2010): Σας έγραψα κι άλλοτε τις σκέψεις μου για το πώς, κατά τη γνώμη μου, θα μπορούσαμε να βγούμε από την οικονομική κρίση. Δυστυχώς, δεν εισακούστηκα. Η Κυβέρνηση επιμένει να λύσει πρώτα το δημοσιονομικό πρόβλημα με την επιβολή φορολογιών και μείωση των μισθών στον δημόσιο τομέα με το περίφημο σλόγκαν ‘να πληρώσουν οι έχοντες και κατέχοντες’. Δεν διαφώνησα ποτέ με τη ρήση αυτή όταν τα πράγματα είναι ομαλά. Όταν όμως υπάρχει γενικότερη οικονομική κρίση, δεν ενδείκνυται να αφαιρέσουμε περισσότερη αγοραστική δύναμη από την αγορά. Εάν εφαρμόζαμε το σλόγκαν αυτό το 1974 και ζητούσαμε από τους μη εκτοπισθέντες να πληρώσουν για τους εκτοπισθέντες και την επαναδραστηριοποίηση, πιστεύω ότι μέχρι σήμερα θα ήμασταν ακόμη στα τσαντήρια.
Το τι κάναμε τότε ήταν να κινητοποιήσουμε όλες τις δυνάμεις, που μας απέμειναν, Κυβερνητικές, Ημικρατικές και Ιδιωτικές, για επαναδραστηριοποίηση της οικονομίας. Με πολύ συντονισμό (που δεν υπάρχει σήμερα) και στη βάση Έκτακτων Σχεδίων (που επίσης δεν υπάρχουν τώρα) προσπαθήσαμε και το δημόσιο πρόγραμμα ανάπτυξης/δραστηριοποίησης να επισπευθεί, αλλά και να ενθαρρύνουμε, βοηθήσουμε και διευκολύνουμε τον ιδιωτικό τομέα να δραστηριοποιηθεί. Είχαμε για κάθε τομέα της οικονομίας ειδικά σχέδια δραστηριοποίησης. Το πείραμα πέτυχε κι είχαμε το περίφημο οικονομικό θαύμα!
Αντιλαμβάνομαι τη σημερινή θέση του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος πιέζεται να ρίξει το δημοσιονομικό έλλειμμα. Εάν ξεκινούσε η πιο πάνω διαδικασία εδώ και δύο χρόνια ήδη τα πράγματα θα ήταν καλύτερα αναφορικά με την ανεργία, τον ρυθμό ανάπτυξης και ασφαλώς και για τα δημόσια οικονομικά. Τώρα θα πρέπει να περιοριστεί στην προώθηση τέτοιων μέτρων που να έχουν τις λιγότερες συνέπειες πάνω στην οικονομική δραστηριότητα. Γιατί καθυστερεί η πολεοδομική αμνηστεία, η υιοθέτηση μιας παλιάς εισήγησης για μείωση των μισθών εισόδου στο δημόσιο, η συζήτηση με την ΠΑΣΥΔΥ του θέματος ένταξης των δημοσίων υπαλλήλων στο αναλογικό σχέδιο κοινωνικών ασφαλίσεων, καθώς και όσων συνταξιούχων επιθυμούν, καταβάλλοντας τις εισφορές τους αναδρομικά, η ρύθμιση των εκκρεμοτήτων με την Επιτροπή Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών (τα περιθώρια αύξησης των εσόδων είναι τεράστια); Δεν είναι απαραίτητο να διορθώσετε αμέσως/πλήρως την κατάσταση με τα δημόσια οικονομικά. Εάν προωθηθούν κάποια από τα μέτρα αυτά και ταυτόχρονα αρχίσει η δραστηριοποίηση της οικονομίας, πιστεύω ότι κι η Ε.Ε. αλλά κι οι διεθνείς δανειστές θα μας δώσουν κάποια πίστωση χρόνου, που θα χρειαστεί.
Δυστυχώς η ανυπαρξία συγκεκριμένου προγράμματος αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης οδήγησε στον ερχομό της Τρόικας. Σε υπόμνημά μου προς τους Υπουργούς Οικονομικών, Εμπορίου & Βιομηχανίας, Εργασίας και Εσωτερικών στις 6/8/12, ζήτησα να δοθεί έμφαση στην ετοιμασία ενός όσο γίνεται πιο αναπτυξιακού Μνημονίου. Μιας και η Κύπρος προεδρεύει της ΕΕ, ίσως να είναι ευκαιρία η ιδέα αυτή να προωθηθεί ως ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος αντιμετώπισης των κρίσεων στα Κράτη-Μέλη της ΕΕ.
*Πρώην Υπουργός, πρώην Γενικός Διευθυντής Γραφείου Προγραμματισμού