Πολιτισμός

Τα έθιμα μιας άλλης εποχής

Το σφάξιμο του χοίρου, το κλαδί ελιάς και τα ευλογημένα ζυμώματα - Πολλά τα ήθη και έθιμα του δωδεκαημέρου, ανάγονται στους βυζαντινούς χρόνους ή ακόμα και στην αρχαιότητα

Μέρες αγάπης, μέρες ζεστασιάς, ευκαιρία να θυμηθούμε τι μας δένει με την παράδοσή μας. Μπορεί να μην είμαστε σε θέση να τηρήσουμε τα έθιμα μιας άλλης εποχής, αξίζει όμως να θυμηθούμε όλα όσα έκαναν οι παλιοί για να μαθαίνουν οι νέοι.

Διανύουμε την πιο έντονη συναισθηματικά περίοδο του χρόνου. Τα Χριστούγεννα, φέροντας μαζί τους τη γιορτή της αγάπης, αναπόφευκτα μας κάνουν να ανοίγουμε ευκολότερα την καρδιά μας - εκτός από την τσέπη μας! Αν και η ταχύτητα της καθημερινότητάς μας μάς εμποδίζει να ακολουθήσουμε πιστά τις παραδόσεις μας, εντούτοις οι περισσότεροι από εμάς βρίσκουμε κάποιον τρόπο ώστε να τηρήσουμε, αν όχι όλα, μερικά από τα έθιμα του τόπου μας, για να «μυρίσει» το σπίτι μας Χριστούγεννα. Αλήθεια, όμως, πόσοι από εμάς αναρωτηθήκαμε ποια είναι η ιστορία πίσω από τα ήθη και έθιμα του τόπου μας και πόσοι από εμάς γνωρίζουν την καταγωγή τους;

Ήθη, όπως λέμε

συναισθήματα

Ταξιδεύοντας ιστορικά στον χρόνο, θα παρατηρήσουμε ότι πολλά από τα ήθη και τα έθιμα του δωδεκαημέρου ανάγονται στους Βυζαντινούς χρόνους ή ακόμη και στην αρχαιότητα. Στοιχεία όπως το ρόδι και τα ζυμώματα, που κουβαλούν μαζί τους ευχές για καλή τύχη, συναντώνται πολλά χρόνια πριν από τη Γέννηση του Χριστού και η αέναη πίστη σε αυτά είναι ένας δεσμός που φαίνεται ότι δεν θα διαλυθεί ποτέ. Τα ήθη μας είναι τα συναισθήματά μας, οι αντιλήψεις και οι νοοτροπίες μας. Τα έθιμα είναι τα ίδια τα ήθη που παίρνουν μιαν επαναλαμβανόμενη τελεστική μορφή και συνήθως είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τη βαθιά θρησκευτική πίστη. Κατά τη διάρκεια του δωδεκαημέρου, δηλαδή από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι και την ημέρα των Φώτων, συνυπάρχουν διάφορα έθιμα, ώστε η Γέννηση του Κυρίου και ο νέος χρόνος να φέρουν μόνο αγάπη και χαρές στο κάθε σπιτικό. Σήμερα, δυστυχώς, τα έθιμα του τόπου μας τείνουν να παραμείνουν σε λαογραφικά βιβλία, εφόσον οι περισσότεροι από εμάς βρίσκουν «έτοιμες» τις παραδόσεις, αγνοώντας τη σημασία που κρύβεται πίσω από κάθε ενέργεια.

Δωδεκαήμερο αγάπης

και προσφοράς

Τα Χριστούγεννα δεν γιορτάζονταν στον τόπο μας μόνο ανήμερα την εορτή, όπως γίνεται σήμερα. Ώς τον ερχομό των Χριστουγέννων, ακολουθείτο μια προεργασία που διαρκούσε αρκετές ημέρες. Ξεκινώντας φυσικά με τη νηστεία, με τη σωστή προετοιμασία του σώματος και της ψυχής, την προετοιμασία του σπιτιού, με το καθάρισμα και το ασπρόγιασμα, την προετοιμασία του ζώου που θα «θυσιαζόταν» για το γιορτινό τραπέζι, τη διακόσμηση του σπιτιού, το ζύμωμα των ψωμιών.

Η κάθε ενέργεια είχε τον δικό της συμβολισμό και όλες μαζί στόχευαν στην ευημερία της οικογένειας και στην καλοτυχία που θα έφερνε μαζί ο νέος χρόνος. Η προετοιμασία του σπιτιού ήταν απαραίτητη, ώστε ο νέος χρόνος να το βρει καθαρό και φρεσκοβαμμένο. Καθαροί και με καινούρια ρούχα έπρεπε να ήταν και οι νοικοκύρηδες με τα παιδιά τους. Μια άλλη συνήθεια προηγούμενων χρόνων, με βαθιά τελετουργική σημασία, ήταν το σφάξιμο του χοίρου.

Το ζώο εκτρεφόταν όλον τον χρόνο από την οικογένεια για να νοστιμίσει το γιορτινό τραπέζι. Στην Πιτσιλιά, οι χοίροι σφάζονταν κατά το Τριώδιο και στη Μεσαορία, στις αρχές του φθινοπώρου, ενώ σε χωριά της επαρχίας Πάφου μετά τη γιορτή του Αγίου Σπυρίδωνα. Στον Άγιο Δημήτριο Μαραθάσας, όσοι τελούσαν εκκλησιαστική γιορτή μετέφεραν στην εκκλησία βραστό χοιρινό κρέας, το οποίο πρόσφεραν με ένα ποτήρι ζιβανία στους εκκλησιαζόμενους. Το σφάξιμο του χοίρου συνηθιζόταν να γίνεται ανήμερα τα Χριστούγεννα. Μετά τον εκκλησιασμό, όλοι οι συγγενείς μαζεύονταν στο σπίτι όπου θα άρχιζε αυτού του είδους η ιεροτελεστία. Το κρέας του ζώου ξεχώριζε για λουκάνικα, ζαλατίνα, λούντζες, λαρδί. Τίποτα δεν έμενε ανεκμετάλλευτο τις γκρίζες -από οικονομικής άποψης- τότε εποχές. Σε περίπτωση που κάποιος συγχωριανός, για τον έναν ή άλλο λόγο, δεν ανέτρεφε χοίρο, οι χωριανοί δεν τον άφηναν έτσι. Του έδιναν, η κάθε οικογένεια, από δυο-τρεις οκάδες κρέας και το πρόβλημα έβρισκε τη λύση του.

Στις Κέδαρες, οι κάτοικοι ακόμη θυμούνται το κλαδί ελιάς που τοποθετούσαν πάνω στα κρέατα. Πολλές φορές μάλιστα το έμπλεκαν σε σχήμα σταυρού. Μα και στην πόρτα απάνω έβαζαν ένα κλωνάρι ελιάς, καθώς επίσης και στην ταπατζιά με τα ψωμιά. Πίστευαν πως η ελιά θα έφερνε ευλογία στο σπίτι, ενώ παράλληλα θ' απωθούσε τους καλικάντζαρους και δεν θα τους επέτρεπε να πλησιάσουν και να λερώσουν τα φαγητά.

Ευλογημένα ζυμώματα

Μια-δυο μέρες πριν από τα Χριστούγεννα, οι γυναίκες του χωριού ζύμωναν μπόλικα μοσχομυρισμένα ψωμιά. Τα «Χριστόψωμα» ή τις «Γεννόπιτες», όπως τ' αποκαλούσαν. Τους έδιναν διάφορα σχήματα, ανάλογα με τη φαντασία της καθεμιάς. Τέλος, τα πασπάλιζαν με μπόλικο σουσάμι και μαυρόκοκκο. Τα ψωμιά αυτά είχαν μιαν ιδιαίτερη γεύση και παράλληλα διατηρούνταν πολλές μέρες γιατί ήταν καμωμένα από προζύμι. Κι επειδή το ζύμωμα του ψωμιού γινόταν πάνω σε μόνιμη βάση, τα περισσότερα σπίτια διέθεταν στην αυλή τους κι ένα μεγάλο πέτρινο φούρνο.

Η βασιλόπιτα, όπως την έφτιαχναν παλιά, έμοιαζε πολύ με το ψωμί, ενώ φυλαγόταν για να κοπεί την Πρωτοχρονιά στην παρουσία όλης της οικογένειας. Τα υπόλοιπα παραδοσιακά ζυμώματα των Χριστουγέννων περιλαμβάνουν τις «γεννόπιτες» και τα «κουλούρια» σε διάφορα σχήματα και ονομασίες. Τα «σταυροκούλουρα», κουλούρια σε σχήμα σταυρού, σε διάφορα χωριά του νησιού κρέμονταν στους τοίχους στη διάρκεια των εορτών κι αποτελούσαν τόσο μέρος της εορταστικής διακόσμησης όσο και μέσο προστασίας. Τα χριστουγεννιάτικα παξιμάδια σε διάφορες περιοχές του νησιού λέγονταν «κούμουλα». Επιπρόσθετα, φτιάχνονταν και μαλακά κουλούρια, οι «δακτυλιές». Οι «γλυσταρκές» ήταν παξιμάδια από λεπτές λωρίδες ζύμης που τοποθετούνταν κυκλικά, σταυρώνονταν στο κέντρο και ραντίζονταν με σουσάμι. Τέλος, φτιάχνονταν κι άλλα κουλούρια σε διάφορα σχήματα, ανάλογα με τη φαντασία της κάθε νοικοκυράς, όπως τα «βορτακούθκια», που σημαίνει «μικρά βατράχια», και τα οποία εξέφραζαν την επιθυμία για βροχή, που ήταν πολύ σημαντική για τους γεωργούς, «αδρωπούθκια», που σημαίνει «μικροί άνθρωποι», η ελληνική παράδοση τα συνδέει με τις ψυχές των νεκρών, τα «ζεμπιλούθκια», που σημαίνει «μικρά καλαθάκια», μια έκφραση της επιθυμίας να ευλογηθεί η σοδειά. Στο χωριό Κέδαρες, οι γυναίκες του χωριού φύτευαν τα «γένια του Άγιου Βασίλη». Δηλαδή τοποθετούσαν σε ένα ρηχό δοχείο ένα κομμάτι βαμβάκι και από πάνω έβαζαν μπόλικους σπόρους σιταριού, κριθαριού ή και φακές. Οι σπόροι φύτρωναν και μετατρέπονταν σε ένα όμορφο καταπράσινο διακοσμητικό. Ανήμερα τα Φώτα τα ράντιζαν με αγιασμό και τα φύτευαν στα χωράφια τους, πιστεύοντας ότι με αυτόν τον τρόπο τα σπαρτά τους θα ήταν ευλογημένα και θα ευδοκιμούσαν.

Η ιστορία της βασιλόπιτας

Όλοι έχουν μια βασιλόπιτα να δεσπόζει του μπουφέ των γλυκών το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, λίγοι όμως γνωρίζουν την ιστορία της και από πού μας προήλθε η βασιλόπιτα. Για την καταγωγή της υπάρχουν δύο παραδόσεις, με επικρατέστερη τη θρησκευτική. Έχουν να λένε ότι το έθιμο της βασιλόπιτας προέρχεται από το έθιμο που τελούσαν στην εορτή των «Κρονίων» που παρέλαβαν οι Φράγκοι, από τους οποίους προήλθε η συνήθεια της τοποθέτησης νομίσματος μέσα στην πίτα και της ανακήρυξης ως «βασιλιά της βραδιάς», όποιου το έβρισκε.

Στην αρχαιότητα μάλιστα υπήρχε το έθιμο του εορταστικού άρτου, τον οποίο σε μεγάλες αγροτικές γιορτές οι αρχαίοι Έλληνες προσέφεραν στους θεούς. Η θρησκευτική παράδοση θέλει τη βασιλόπιτα να προέρχεται από τα ψωμάκια του Μεγάλου Βασιλείου. Κάποτε στην Καισαρεία της Καππαδοκίας, όπου επίσκοπος ήταν ο Μέγας Βασίλειος, επιχείρησε να εισβάλει ο Έπαρχος της Καππαδοκίας με πρόθεση να τη λεηλατήσει.

Τότε ο Μέγας Βασίλειος ζήτησε από τους πιστούς να μαζέψουν κοσμήματα ή νομίσματα που είχαν, για να τα δώσει στον Έπαρχο. Τη στιγμή της αρπαγής των θησαυρών, έγινε το θαύμα. Ο Άγιος Μερκούριος, ως λαμπρός καβαλάρης, μαζί με τους στρατιώτες αγγέλους απομάκρυνε τον Έπαρχο και τους στρατιώτες του. Ο Μέγας Βασίλειος έδωσε εντολή να παρασκευαστούν μικροί άρτοι, μέσα στους οποίους τοποθετήθηκαν τα τιμαλφή και τα διένειμε στους κατοίκους. Η έκπληξη των κατοίκων, που έβρισκαν μέσα στα ψωμάκια τα νομίσματα ή τα χρυσαφικά τους, ήταν μεγάλη. Από τότε φτιάχνουμε κι εμείς βασιλόπιτα και τοποθετούμε μέσα ένα νόμισμα. Όποιος το βρει από την οικογένεια, η τύχη θα τον συνοδεύει όλη τη χρονιά.

Ήξερες ότι…

  • Οι τρεις μεγάλες γιορτές, Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Φώτα συνδέονται στενά. Κάθε μια από αυτές ήταν κάποτε αρχή του χρόνου. Το 153 π.Χ., για πρώτη φορά ανώτατοι άρχοντες του ρωμαϊκού κράτους ανέλαβαν το αξίωμα την 1η Ιανουαρίου. Από τότε άρχισε να θεωρείται η ημέρα αυτή ως αρχή του χρόνου. Οι πρώτοι χριστιανοί, για να ξεχωρίζουν από τους ειδωλολάτρες, θεωρούσαν ως αρχή του χρόνου την 6η Ιανουαρίου, την ημερομηνία που γιόρταζαν την βάφτιση του Χριστού. Το 354 μ.Χ. στη Ρώμη χώρισαν τις γιορτές της Γεννήσεως και Βαφτίσεως του Κυρίου και όρισαν τη Γέννηση στις 25 Δεκεμβρίου, ημερομηνία που έγινε τότε η αρχή του χρόνου. Έτσι τα Χριστούγεννα πήραν έθιμα της ρωμαϊκής Πρωτοχρονιάς, που διατηρήθηκαν και μετά την επαναφορά της Πρωτοχρονιάς την 1η Ιανουαρίου.
  • Η Γέννηση του Χριστού στις 25 Δεκεμβρίου συμπίπτει με το χειμερινό ηλιοστάσιο, που είναι η πιο κρίσιμη καμπή του ετήσιου κύκλου του Ήλιου. Ο Ήλιος τότε ξαναπαίρνει τον δρόμο προς τη Γη. Στη ρωμαϊκή εποχή οι οπαδοί του Μίθρα γιόρταζαν στις 25 Δεκεμβρίου τη γέννηση του θεού τους, ημέρα που γεννιόταν κάθε χρόνο ο Ήλιος. Με την επικράτηση του Χριστιανισμού, στην ημερομηνία αυτή τοποθετήθηκε η Γέννηση του Χριστού, ο Ήλιος και το φως έγιναν επίθετα προσδιοριστικά του μεγαλείου Του («φωτοδότης»).