Ο λόγος που Κύπριοι και κοινοτικοί εργαζόμενοι δεν ενδιαφέρονται να εργοδοτηθούν στη ξενοδοχειακή βιομηχανία είναι οι πολύ χαμηλοί μισθοί που προσφέρονται, αλλά και οι μη ελκυστικές συνθήκες εργασίας Το 2018 το τουριστικό ρεύμα προς την Κύπρο έσπασε τις επιδόσεις όλων των εποχών αγγίζοντας τα τέσσερα εκατομμύρια άτομα. Για το τρέχον έτος τα πράγματα είναι εξίσου αισιόδοξα, παρά τη δυστοκία κρατήσεων από την αγγλική αγορά, λόγω της εκκρεμότητας του Brexit. Τον τελευταίο καιρό, Κυβέρνηση και Ξενοδόχοι διακηρύττουν ότι το μέγα στοίχημα είναι η ποιότητα, η διακριτή ταυτότητα και, κατ’ επέκτασιν, η παροχή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών, στο πλαίσιο της νέας στρατηγικής για τον τουρισμό με ορίζοντα το 2030.
Τις τελευταίες ημέρες οι Σύνδεσμοι Ξενοδόχων επαναφέρουν επιτακτικά στο προσκήνιο το γνωστό θέμα της έλλειψης προσωπικού στην ξενοδοχειακή βιομηχανία, αξιώνοντας από την Υπουργό Εργασίας να ανάψει τάχιστα το πράσινο φως για εργοδότηση εργατικού δυναμικού από τρίτες χώρες [μη ευρωπαϊκές].
Στην προσπάθειά τους να καταστούν πειστικοί στο αίτημά τους, οι ξενοδόχοι ισχυρίζονται ότι δεν καρποφόρησαν οι ενέργειές τους για εξεύρεση ειδικευμένου κοινοτικού προσωπικού, όπως η Ελλάδα και χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης.
Πιστεύουμε βαθύτατα ότι ο λόγος που οι Κύπριοι και οι κοινοτικοί εργαζόμενοι δεν ενδιαφέρονται να εργοδοτηθούν στην κυπριακή ξενοδοχειακή βιομηχανία είναι οι πολύ χαμηλοί μισθοί που προσφέρονται, αλλά και οι μη ελκυστικές συνθήκες εργασίας. Είναι, άλλωστε, ζώσα και επικίνδυνη η εργατική διαμάχη Ξενοδόχων - Συντεχνιών, λόγω καταστρατήγησης της συλλογικής σύμβασης, η οποία μπορεί ανά πάσα στιγμή να εκραγεί, διαρρηγνύοντας την εργατική ειρήνη στον κλάδο. Είναι ηλίου φαεινότερον ότι οι ξενοδόχοι στοχεύουν στην εργοδότηση αλλοδαπών, στο πλαίσιο της πάγιας πολιτικής της αρπακτής και του εύκολου κέρδους.
Έχοντας αυτά κατά νουν θα θέλαμε να στείλουμε το μήνυμα στους ξενοδόχους, αλλά και στην Πολιτεία, ότι, για να επιτευχθούν οι τεθέντες στόχοι, χρειάζεται σύνεση, προγραμματισμένη δουλειά χωρίς ιδιοτελείς σκοπιμότητες και, προπαντός, αρμονική συνεργασία με το συνδικαλιστικό κίνημα που εκπροσωπεί τους εργαζομένους, οι οποίοι αποτελούν την ψυχή του τουρισμού. Φρονούμε πως, αν, πράγματι, οι ξενοδόχοι θέλουν να αποκτήσει ο κυπριακός τουρισμός την αίγλη την οποία οραματίζονται, μπορούν να εργοδοτήσουν, αν το θελήσουν, φυσικά, ειδικευμένο ντόπιο, ελλαδικό και κατ’ επέκτασιν κοινοτικό προσωπικό για τις ανάγκες της τουριστικής περιόδου 2019. Προς την κατεύθυνση αυτή, θα πρέπει να επιδείξουν έμπρακτα :
· Την προσήλωση στα εργασιακά θέσμια.
· Την τήρηση των προνοιών της συλλογικής σύμβασης.
· Τον απαιτούμενο σεβασμό στο προσωπικό με ικανοποιητικούς μισθούς και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας.
Επιπρόσθετα, οι ξενοδόχοι καλούνται να ενεργήσουν κατά τρόπον που να αξιοποιήσουν στον μέγιστο βαθμό το ντόπιο καταρτισμένο εργατικό δυναμικό, προκειμένου ο κυπριακός τουρισμός να αποκτήσει την επιθυμητή απ' όλους ταυτότητα με κύριο χαρακτηριστικό την κυπριακή φιλοξενία και την υψηλή ποιότητα υπηρεσιών.
Παράλληλα, να δημιουργήσουν τις αναγκαίες συνθήκες επαγγελματικής ανέλιξης του προσωπικού, που θέλει να σταδιοδρομήσει στο ξενοδοχειακό επάγγελμα. Όλα τα άλλα είναι προφάσεις εν αμαρτίαις, καθώς η ξενοδοχειακή - τουριστική βιομηχανία της Κύπρου αμαυρώνεται με απαράδεκτες συνθήκες εργασίας, με την αδήλωτη απασχόληση να οργιάζει και την εργασιακή εκμετάλλευση να «θαυματουργεί».
Ήρθε, λοιπόν, ή ώρα της αλήθειας για τους ξενοδόχους, έχοντας μπροστά τους δύο επιλογές: Ή να επιδείξουν τον απαιτούμενο κοινωνικό πατριωτισμό, συμβάλλοντας συνειδητά στην αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος με εργοδότηση εξειδικευμένου και καλά αμειβόμενου ντόπιου, κατά κύριο λόγο, εργατικού δυναμικού, ή να παραμείνουν προσκολλημένοι στην προσφιλή τακτική της αρπακτής και του εύκολου πλουτισμού, σε βάρος της ποιότητας και των παρεχομένων υπηρεσιών. ΞΕΝΗΣ Χ. ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ Δημοσιογράφος