Αναλύσεις

Ηχηρό μήνυμα προς την Άγκυρα

Ε. Κουφουδάκης: Προφανές το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τη γεωπολιτική ασφάλεια και σταθερότητα στην περιοχή

Ως μια πρωτοφανή εξέλιξη, τεράστιας πολιτικής βαρύτητας, χαρακτηρίζει την πρόσφατη τριμερή συνάντηση Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ στα Ιεροσόλυμα, με τη συμμετοχή του Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, ο καθηγητής Βαγγέλης Κουφουδάκης, ομότιμος καθηγητής και πρύτανης του Indiana University-Perdue University, στο Φορτ Γουέιν των ΗΠΑ, και ομότιμος πρύτανης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.


Επισημαίνει, παράλληλα, ότι στέλνει σαφές και ηχηρό μήνυμα προς την Άγκυρα, τόσο εκ μέρους των τριών, όσο και, κυρίως, εκ μέρους των ΗΠΑ, όσον αφορά την προοπτική της διαμορφούμενης ενεργειακής και γεωπολιτικής αρχιτεκτονικής της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και τον ρόλο, σ’ αυτήν, της Ουάσιγκτον και, ευρύτερα, του ΝΑΤΟ.


Στο πλαίσιο αυτό, τονίζει ότι ο ρόλος του Ισραήλ, καθώς και η αναπαλλοτρίωτη γεωστρατηγική σχέση του με τις ΗΠΑ παραμένουν κεντρικά, αποτελώντας τον κύριο πόλο των εξελίξεων, οι οποίες συμπεριλαμβάνουν μια σημαντική, γεωπολιτική, επαναπρόταξη των ελληνικών και κυπριακών συμφερόντων, αφού μπορούμε να μιλάμε, πλέον, για δημιουργία ενός ισχυρού διακρατικού άξονα, που τείνει να συμπεριλάβει και άλλες σημαντικές χώρες της περιοχής και ο οποίος εκτείνεται σ’ έναν πέραν της ενέργειας γεωπολιτικό ορίζοντα.


Ειρήσθω εν παρόδω ότι, σύμφωνα και με πληροφορίες (ίδε Βαγγέλης Σαρακινός), υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να θεσμοθετηθούν, πλέον, συναντήσεις και σε επίπεδο Υπουργών Εξωτερικών, οι οποίες, ασφαλώς, δεν περιορίζονται μόνον σε ζητήματα οικονομικής συνεργασίας, αλλά ενδιατρίβουν και σε ζητήματα γεωπολιτικού σχεδιασμού.


Ταυτόχρονα, επαναφέρει την Ελλάδα στον ζωτικό γεωπολιτικό της χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, που έτεινε, τα τελευταία χρόνια, λόγω και της εντεινόμενης τουρκικής πίεσης, να αποκοπεί.


«Η παρουσία του Αμερικανού Υπουργού Εξωτερικών Μάικ Πομπέο στην τριμερή συνάντηση των Ιεροσολύμων ήταν κάτι που, διπλωματικά, δεν το ξαναείδαμε πριν. Και υπογραμμίζει το μεγάλο ενδιαφέρον της Ουάσιγκτον όχι μόνο για τα θέματα της ενέργειας, όπου η εμπλοκή των αμερικανικών εταιρειών το καθιστά αυτονόητο, αλλά και για τη γεωπολιτική ασφάλεια και σταθερότητα, σε μια περιοχή πυριφλεγών γεωπολιτικών ανακατατάξεων και μετατοπίσεων», επισημαίνει.
Υπό αυτό το πρίσμα, «στέλνει σαφές αλλά και ηχηρό μήνυμα προς την Άγκυρα, προειδοποιώντας την, εμμέσως, ότι πρέπει να σκεφθεί πολύ σοβαρά τις επόμενες κινήσεις της, αφού, πλέον, οι σχέσεις της με τη Δύση κινούνται σχεδόν επί ξυρού ακμής».


Παρατηρούμε, σημειώνει περαιτέρω ο κ. Κουφουδάκης, ότι αναπτύσσεται μια εξαιρετικά θετική δυναμική για τα ελληνικά συμφέροντα, η οποία επιβάλλεται να τύχει του δέοντος διπλωματικού χειρισμού τόσο από την Αθήνα, όσο και από τη Λευκωσία, προς κατοχύρωση ή και μεγιστοποίηση των προδιαγραφόμενων οφελών. «Χρειάζεται, δηλαδή, μια δυναμική διπλωματία εκ μέρους των Κυβερνήσεων Ελλάδας και Κύπρου, στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής για την Ανατολική Μεσόγειο. Προφανώς, θα υπάρξει συζήτηση και με άλλες χώρες της περιοχής για ενδεχόμενη διεύρυνση της τριμερούς συνεργασίας ή και τη δημιουργία και άλλων, ευέλικτων, συνεργατικών σχημάτων, και θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι για όσες κινήσεις χρειαστεί να γίνουν».
Η παρουσία Πομπέο


Η παρουσία, βεβαίως, του Αμερικανού Υπουργού Εξωτερικών στα Ιεροσόλυμα, προσθέτει, σχετίζεται και με την επικείμενη διεξαγωγή εθνικών εκλογών στο Ισραήλ και την προσπάθεια της Κυβέρνησης Ντόναλντ Τραμπ να ενισχύσει προεκλογικά τον Μπενιαμίν Νετανιάχου, «καθώς πρόκειται για δύο ιδιόμορφα συστήματα εξουσίας, με έντονα προβλήματα στο εσωτερικό, που υποστηρίζουν σθεναρά το ένα το άλλο».


Ωστόσο, «όλα αυτά δημιουργούν μια ευτυχή συγκυρία γεγονότων, την οποία Ελλάδα και Κύπρος πρέπει να εκμεταλλευτούν στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, προς εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων».


Όσον αφορά την αντίδραση, εφεξής, της Τουρκίας στο υπό διαμόρφωσιν περιβάλλον στην περιοχή, ο κ. Κουφουδάκης σημειώνει ότι, η Άγκυρα, ως συνήθως, θα κινηθεί σε δύο επίπεδα: «Το πρώτο, είναι το επίπεδο των κλιμακούμενων απειλών και προκλήσεων στις οποίες αρέσκεται ο Ρ. Τ. Ερντογάν, ο οποίος έχει, τώρα, μπροστά του και μια κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση. Ωστόσο, δεν πρέπει πότε να παραθεωρείται -και αυτό έχει γίνει, πλέον, συνείδηση, στα διάφορα κέντρα διαμόρφωσης πολιτικής και λήψης αποφάσεων στη Δύση-, ότι ο Ερντογάν είναι ένας δικτάτορας με σαφείς ηγεμονικές βλέψεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, μετατρέποντας την Τουρκία σε μια επικίνδυνη αναθεωρητική δύναμη».


Το δεύτερο επίπεδο αφορά μια πιο πραγματιστική προσέγγιση των εξελίξεων, οι οποίες υποχρεώνουν την Τουρκία να λάβει σημαντικές αποφάσεις όσον αφορά τον γενικότερο γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό προσανατολισμό της. «Σ’ αυτό το επίπεδο, δεσπόζουν οι σχέσεις της Άγκυρας με τις ΗΠΑ, οι σχέσεις με το Ισραήλ, καθώς και με τις υπόλοιπες αραβικές χώρες που αποτελούν συμμάχους της Ουάσιγκτον και με τις οποίες η Κυβέρνηση Ερντογάν βρίσκεται σε ένταση. Αναπόδραστα, η Τουρκία θα πρέπει να κινηθεί σ’ αυτό το επικίνδυνα εύθραυστο πεδίο, γνωρίζοντας, ήδη, ότι είναι εξαιρετικά δύσκολη μια μείζων αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ».
S400 και F35


Σ’ αυτό το πλαίσιο, το θέμα της αγοράς του ρωσικού πυραυλικού συστήματος τέταρτης γενιάς S400 από την Άγκυρα προκαλεί, βεβαιότατα, ακόμα σοβαρότατες αναταράξεις στις ήδη προβληματικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, με την Ουάσιγκτον να εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο να ακυρώσει την παράδοση των μαχητικών αεροσκαφών 5ης γενιάς F35 στην Τουρκία. «Σ’ αυτό το θέμα», επισημαίνει ο Βαγγέλης Κουφουδάκης, «όλα εξαρτώνται από την Άγκυρα και τις τελικές αποφάσεις της. Οι ΗΠΑ εμφανίζονται εξαιρετικά ενοχλημένες από τη στάση της Τουρκίας, η οποία διευκολύνει τη Ρωσία εις βάρος του ΝΑΤΟ, και είναι διατεθειμένες να φτάσουν στα άκρα, αν δεν υπάρξει διαφοροποίηση της τουρκικής πολιτικής στο συγκεκριμένο θέμα».
Κυπριακό


Οι εξελίξεις, ασφαλώς, δεν αφήνουν ανεπηρέαστο και το Κυπριακό, το οποίο διέρχεται μια εξαιρετικά κρίσιμη καμπή, με τις προσπάθειες επανέναρξης της διαπραγματευτικής διαδικασίας να βρίσκονται ενώπιον πιθανής κατάρρευσης. Γι’ αυτό το θέμα, ο Καθηγητής Κουφουδάκης τονίζει ότι η Κύπρος πρέπει, πρωτίστως, να διασαφηνίσει τη θέση της γύρω από τη μορφή λύσης του κυπριακού προβλήματος. «Η προτεινόμενη, αυτήν τη στιγμή, λύση διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, όπως έχω αναφέρει πλειστάκις και στο παρελθόν, απειλεί την ακεραιότητα και τη βιωσιμότητα του Κράτους και θα οδηγήσει σε νέες εθνικές περιπέτειες, με απρόβλεπτη έκβαση. Επιβάλλεται, λοιπόν, με βάση και τη στάθμιση των συντελούμενων γεωπολιτικών ανακατατάξεων στην περιοχή, να ληφθούν σοβαρές στρατηγικές αποφάσεις».


Είναι προφανές, καταλήγει, πως η Τουρκία εντάσσει τόσο τη λύση του Κυπριακού, όσο και τις διεκδικήσεις της στα ζητήματα της ενέργειας στο πλαίσιο της ηγεμονικής στρατηγικής που ακολουθεί. Συνακόλουθα, επιδιώκει στην Κύπρο μια λύση που να ικανοποιεί τα εθνικά της συμφέροντα, όπως, βεβαίως, η ίδια τα εννοεί. Γι’ αυτό, θα πρέπει, από ελληνικής και ε/κ πλευράς, να γίνουν εξαιρετικά προσεκτικές κινήσεις, εντάσσοντας μια ενδεχόμενη λύση του κυπριακού προβλήματος στο ευρύτερο πλέγμα του συσχετισμού δυνάμεων στην περιοχή, όπως αναδιαμορφώνεται.