Πολιτισμός

Πάσχα Κυρίου, Πάσχα!

Έθιμα που είναι δεμένα με την πολιτιστική μας ταυτότητα

Τα βαμμένα κόκκινα αβγά, η κυπριακή παραδοσιακή φλαούνα, η λαμπρατζιά της γειτονιάς, είναι μερικά από τα πιο διαδεδομένα έθιμα για το Πάσχα
H μεγαλύτερη γιορτή της Χριστιανοσύνης, η γιορτή της νίκης της ζωής πάνω στον θάνατο, πλησιάζει και οι προετοιμασίες δίνουν και παίρνουν! Προετοιμασίες του σπιτιού, των διαφόρων εδεσμάτων αλλά και της ψυχής μας απαραίτητες για την υποδοχή του αναστάσιμου μηνύματος. Τα έθιμα που είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με θρησκευτικές παραδόσεις τείνουν να παραμείνουν μια καλή ανάμνηση για τους παλιούς και μια ανάγνωση για τους νέους. Με τη βοήθεια του πολιτικού επιστήμονα, ερευνητή και συγγραφέα Κώστα Παπαγεωργίου επιχειρείται μια γενικότερη παρουσίασή τους, χωρίς, ωστόσο, να μπορεί να χαρακτηριστεί απόλυτη, εφόσον κάθε περιοχή παρουσίαζε τις δικές της πρωτότυπες διαφοροποιήσεις.
Πρωτίστως καθαροί


Λίγο πριν από την Αγία Εβδομάδα, προτεραιότητα των νοικοκυριών ήταν -και είναι ακόμη- η καθαριότητα. Το σπίτι πρέπει να είναι καλά προετοιμασμένο για το χαρμόσυνο γεγονός της Ανάστασης. Ένα έθιμο που δεν συναντούμε πια, είναι το τραγούδι του Λαζάρου. Το Σάββατο του Λαζάρου τα μικρά παιδιά γύριζαν από σπίτι σε σπίτι για να πουν το τραγούδι του Λαζάρου, το οποίο όμως διέφερε από περιοχή σε περιοχή.


Σε αντάλλαγμα οι νοικοκύρηδες έδιναν αβγά στα παιδιά. Σε άλλες περιοχές τα παιδιά μάζευαν λιζάρι -φυτό με κόκκινη χρωστική ουσία- το οποίο πρόσφεραν στις νοικοκυρές μετά το τραγούδι τους, για να βάψουν τα αβγά τους. Την Κυριακή των Βαΐων η παράδοση θέλει τους πιστούς να μεταφέρουν κλάδους ελαίας στην εκκλησία. Τα κλαδιά της ελιάς «αγιάζονται» και παραμένουν εκεί μέχρι την ημέρα της Αναλήψεως.


Ακολούθως τα φύλλα από τα κλαδιά χρησιμοποιούνται στο «κάπνισμα» του σπιτιού ή της οικογένειας. Λέγεται ότι το «κάπνισμα» μπορεί να διώξει κάθε κακό και ζηλοφθονία! Η προετοιμασία πριν από τη Μεγάλη Εβδομάδα συνεχιζόταν με τη συγκέντρωση όλων των απαραίτητων υλικών για το ζύμωμα των παραδοσιακών εδεσμάτων, που ήταν οι φλαούνες και τα ζυμωτά κουλούρια. Τα υλικά συνήθως ήταν παραγωγής του κάθε σπιτιού, όπως μας εξηγεί ο κ. Παπαγεωργίου.


«Ακόμα και αν δεν είχαν δικά τους πρόβατα για να φτιάξουν τυριά, τους δίνονταν δωρεάν από συγγενικά ή φιλικά τους πρόσωπα που κατείχαν κοπάδια. Σιτάρι υπήρχε σε όλα τα σπίτια, για αυτό τις γιορτινές ημέρες κουβαλούσαν με το ζώο κάποια ποσότητα στον αλευρόμυλο του χωριού, όπου το άλεθε ο μυλωνάς και έπαιρναν το ανάλογο αλεύρι».
«Σήμερον κρεμάται επί ξύλου...»


Μεγάλη Πέμπτη ο ήχος της καμπάνας μάς μεταφέρει το λυπηρό μήνυμα της Σταύρωσης. Οι εκκλησίες ντύνονται στα μαύρα και η ατμόσφαιρα είναι πένθιμη. Κάποτε οι εκκλησιαζόμενοι έβαζαν κάτω από το αναλόγιο φιάλες με νερό για να αγιαστεί την ώρα που ο ιερέας διάβαζε τα δεκατέσσερα ευαγγέλια. Το νερό χρησίμευε για τον αγιασμό αλλά και για το προζύμι των πασχαλινών άρτων. Αυτό το προζύμι χρησιμοποιείτο όλον τον χρόνο και μάλιστα αν έπρεπε να το πάρει κάποιος από άλλη οικογένεια, δεν θα έπρεπε να το δει ούτε ξένος ούτε ο ήλιος.


«Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί, πως είναι ευλογία Θεού ν’ αξιωθείς να βρεθείς μέσα στις κυπριακές εκκλησίες των Ορθοδόξων Χριστιανών, τις Άγιες νύκτες της Μεγάλης του Χριστού Εβδομάδας, για να παρακολουθήσεις τα Θεία Πάθη και την Αναστάσιμη Ακολουθία του Θεανθρώπου», αναφέρει ο ερευνητής.


«Στον Εσπερινό της Αγίας Πέμπτης, ο ιερέας διαβάζει στους πιστούς τα δεκατέσσερα Ευαγγέλια και μετά το θλιβερό μαντάτο "Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας", τ’ οποίο ψάλλεται από τον δεξιό ψάλτη κατανυχτικά μέσα στην εκκλησία, γίνεται η περιφορά του Εσταυρωμένου. Στη συνέχεια όλο το πυκνό εκκλησίασμα περνά ευλαβικά για να προσκυνήσει τον Σταυρό του Θεανθρώπου».
Τα κόκκινα αβγά και οι φλαούνες
Τη Μεγάλη Πέμπτη συνηθίζεται ακόμη και σήμερα το βάψιμο των κόκκινων αβγών. Μπορεί στις μέρες μας να κυκλοφορεί χρωματική ποικιλία αβγών, ωστόσο το συμβολικό κόκκινο χρώμα προήλθε από το αίμα που έσταξε στο μέτωπο του Χριστού, όταν το αγκάθινο στεφάνι τοποθετήθηκε στο κεφάλι Του. Το αβγό ως υλικό, συμβολίζει τη νέα ζωή και την Ανάσταση. Την ίδια μέρα συνηθίζεται το ζύμωμα των φλαούνων και όλων των παραδοσιακών εδεσμάτων. Η φλαούνα, που είναι το κατ' εξοχήν κυπριακό πασχαλινό έδεσμα, παρασκευάζεται στην Κύπρο από τον 19ον αιώνα.


Σε κάποιες περιοχές φτιάχνουν τα αρκατένα, δηλαδή τα παξιμάδια που είχαν σαν βάση το προζύμι από ρεβύθια. Ψωμιά και κουλούρια με σησάμι, κουλούρια ζυμωμένα με ζάχαρη και γάλα, τα σταυροκούλουρα, οι αβκωτές και τα καλαθωτά ζυμώματα είναι μόνο μερικά από τα παραδοσιακά ζυμώματα. Το σταυροκούλουρο είναι ένα παρασκεύασμα σε κυκλικό σχήμα με σταυρό στη μέση.


Τις τέσσερεις άκρες του σταυρού που εξέχουν στην περιφέρεια του κουλουριού, τις κόβουν και τις ανοίγουν για να σχηματίσουν τα δάκτυλα του Χριστού. Παλαιότερα το έκαναν παξιμάδι με το ψήσιμο και το κρεμούσαν στον τοίχο από την Ανάσταση μέχρι και την Ανάληψη. Πίστευαν ότι έπρεπε να το φάνε τον Μάιο για να μην τους δαγκώσει το γαϊδούρι.
Ο θρήνος της Μ. Παρασκευής
Κάποτε το στόλισμα του Επιταφίου ήταν υπόθεση των γυναικών της περιοχής του ναού. Αυτές ήταν υπεύθυνες για το μάζεμα των αγριολούλουδων που προσέφερε απλόχερα η ανοιξιάτικη φύση. Οι κάτοικοι των ορεινών χωριών συνήθιζαν να στολίζουν τον Επιτάφιο με τις «μυροφόρες» και τις μυρσίνες. Η διακόσμηση έπαιρνε το ύφος μιας τελετής, η οποία θύμιζε την αρχαία γιορτή των Κυπρίων «Αδώνια». Σήμερα βέβαια στις περισσότερες αστικές -κυρίως- περιοχές, τον ρόλο του διακοσμητή έλαβαν οι διάφοροι επαγγελματίες ανθοπώλες, ενώ οι ναοί «διαγωνίζονται» για το ποιος θα έχει τον πιο ευφάνταστο Επιτάφιο!


Η παράδοση θέλει τα λουλούδια του Επιταφίου, που μοιράζει ο ιερέας, να φυλάγονται για θυμίαμα προς τους αρρώστους. Σε μερικές εκκλησίες γυναίκες ξενυχτούν κοντά στον Επιτάφιο, όπως συνηθίζεται σε κάθε νεκρό. Όποιος ήταν ο γιορτάρης της Μ. Παρασκευής είχε το δικαίωμα να ραντίζει τους πιστούς με ροδόσταγμα. «Παλαιότερα, υπήρχε η καλή συνήθεια, η οποία τα τελευταία χρόνια άρχισε να αναβιώνει σε αρκετές περιοχές της Κύπρου, κατά τον Εσπερινό της Μεγάλης Παρασκευής, ομάδα νέων αλλά και μεγαλύτερων να τραγουδούν τον «Θρήνο της Παναγίας»... Άδε μαντάτον σκοτεινόν τζιαι μέραν λυπημένη που ήρτεν σήμερον σ’ εμέ την πολλοπικραμμένη, επιάσαν τον υιούλλην μου τζ’ έμειν’ ορφανεμένη...».
Ο αμνός και τα παιχνίδια
Το Μεγάλο Σάββατο ξημερώνει και μαζί του κουβαλά την αισιοδοξία, την ελπίδα, τη χαρά. Μικροί-μεγάλοι μαζεύουν ξύλα για τη λαμπρατζιά - τουλάχιστον εκεί όπου επιτρέπεται ακόμη. Παλαιότερα υπήρχε ο συναγωνισμός για το ποιος θα φέρει τον κούζαλο, το πιο μεγάλο ξύλο για να διατηρηθεί η φωτιά μέχρι το πρωί. «Το έθιμο συνδέεται με τη φωτιά που άναψαν για να ζεσταθούν, ένεκα του ψύχους, οι υπηρέτες έξω από την αίθουσα όπου δικαζόταν ο Θεάνθρωπος από τους Ιουδαίους. Παρών, σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, ήταν και ο μαθητής του Κυρίου Πέτρος».


Μετά το «Χριστός Ανέστη», οι πιστοί μαζεύονταν γύρω από τη φωτιά για τις πρώτες ευχές. Όσοι γιόρταζαν, έφερναν εκεί φλαούνες και ζιβανία για να κεράσουν, ενώ ακολουθούσε το μεταμεσονύχτιο τραπέζι με την παραδοσιακή σούπα! Τα αβγά έχουν την τιμητική τους αφού το ‘τσούγκρισμά’ τους θα φανερώσει τον τυχερό της χρονιάς.


Η επόμενη μέρα είναι καθαρά μέρα χαράς και ψυχαγωγίας, ενώ πρωταγωνιστικό ρόλο έχουν τα παραδοσιακά παιχνίδια, που και αυτά -δυστυχώς- τείνουν να μείνουν κλειδωμένα στο χρονοντούλαπο των μεγαλύτερων. Παιχνίδια όπως «Δοτζίμιν ή διτζίμιν», «Τριάππιδκια» - άλμα τριπλούν, «Ξερός Ποταμός», «Συτζιά, «Ζίζυρος», «Σακκουλοδρομίες», «Αβγουλοδρομίες» και πολλά άλλα σήμερα οργανώνονται περιορισμένα σε λίγα μόνο χωριά, που εξακολουθούν ν’ αναβιώνουν τις παραδόσεις.