Έγκλημα

Το πορτρέτο των κατά συρροήν δολοφόνων

Κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση δολοφόνος είναι το άτομο το οποίο διαπράττει το έγκλημα δύο ή περισσότερες φορές, ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο μοτίβο, ένα τελετουργικό με μία επαναλαμβανόμενη αλυσίδα γεγονότων και πράξεων

Η δολοφονία ή ανθρωποκτονία είναι ο θάνατος ενός ανθρώπου που διαπράττεται, λόγω εγκληματικής αμέλειας ή αδιαφορίας για την αξία της ζωής.


Οι περισσότερες κοινωνίες θεωρούν τη δολοφονία ως ένα εξαιρετικά σοβαρό έγκλημα, ως ένα κακούργημα και πιστεύουν ότι ο κατηγορούμενος θα πρέπει να λάβει σκληρές ποινές για σκοπούς τιμωρίας, αλλά και παραδειγματισμού. Στις περισσότερες χώρες, ένα πρόσωπο που καταδικάστηκε για δολοφονία αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης πολύ μεγάλης διάρκειας, ενδεχομένως ποινή ισόβιας κάθειρξης, και σε κάποιες περιπτώσεις θανατική ποινή.


Ο προμελετημένος φόνος με δόλιο τρόπο, η πρόκληση βλάβης κυρίως θανατηφόρας, που είναι αποτέλεσμα εγκληματικής αδιαφορίας, αμέλειας ή σκοπιμότητας, μπορεί να γίνει κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, και αυτές είναι που κατηγοριοποιούν το "είδος" του ατόμου που διέπραξε το έγκλημα, του δράστη.


Πληρωμένος εκτελεστής, κατά συρροήν και κατ’ εξακολούθησιν, μαζικός εκτελεστής κ.λπ.


Στην περίπτωση του πληρωμένου εκτελεστή - δολοφόνου, παρά το γεγονός της πολλαπλότητας και κατ’ εξακολούθησιν πράξης του, εν τούτοις αυτός δεν θεωρείται κατά συρροήν δολοφόνος, καθότι υπάρχει μια σημαντική διαφοροποίηση, η οποία έγκειται στα αίτια της διάπραξης του εγκλήματος. Ο πληρωμένος δολοφόνος, στο ιστορικό του οποίου ενδεχομένως να υπάρχουν δεκάδες θύματα δολοφονίας, δεν έχει καμιάν απολύτως προσωπική επικοινωνία με το θύμα, επιλέγει να μη γνωρίζει προσωπικά στοιχεία και την ανθρώπινη ιστορία πίσω από αυτό, ο τρόπος εκτέλεσης διαφέρει κάθε φορά ανάλογα με τις συνθήκες και περιστάσεις οι οποίες τον εξυπηρετούν, προκειμένου να διαπράξει το έγκλημα και να εκτελέσει τη "δουλειά" του.


Στην Κύπρο, καταδικασμένος πληρωμένος δολοφόνος ήταν ο ισοβίτης Καυκαρής, στην υπόθεση κατά την οποία, με οδηγίες, έναντι συγκεκριμένου χρηματικού ποσού ως αμοιβής, σκότωσε επιχειρηματία, μαζί και τα δύο ανήλικα παιδιά του, χωρίς αυτό να ήταν, όπως διαφάνηκε στην πορεία της εκδίκασης της υπόθεσης, στο αρχικό πλάνο.


Κατά συρροήν και κατ’ εξακολούθησιν δολοφόνος είναι το άτομο το οποίο διαπράττει το έγκλημα δύο ή περισσότερες φορές, ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο μοτίβο, ένα τελετουργικό με μια επαναλαμβανόμενη αλυσίδα γεγονότων και πράξεων, είτε γνωρίζει τα θύματά του είτε όχι, τα οποία, ως επί το πλείστον, ανήκουν σε συγκεκριμένες κατηγορίες, σημαντικό χαρακτηριστικό με το οποίο πολλές φορές καθορίζεται η αιτία της διάπραξης των εγκλημάτων του (ιερόδουλες, ομοφυλόφιλοι, αλλοδαπά άτομα, κ.λπ.).
Οι πιο διαβόητοι κατά συρροήν δολοφόνοι


Οι πιο διάσημοι και γνωστοί κατά συρροήν δολοφόνοι, η δράση και το ιστορικό των οποίων σημάδεψαν τον κόσμο κοινωνικά, κοινωνιολογικά και εγκληματολογικά είναι ο Ζόντιακ, ο Τζακ the Ripper, ο Ρίτσαρντ Ραμίρεζ και ο Τεντ Μπάντι.


Ο καθένας από αυτούς άφησαν πίσω τους ανεξίτηλα δεδομένα που αφορούσαν τον τρόπο διάπραξης, τον χαρακτήρα, την προσωπικότητα και το παρελθόν τους.
Στον ελλαδικό χώρο δεν μπορούμε να παραλείψουμε τις υποθέσεις του Δράκου της Καλογρέζας - Δαμιανού Μαυρομμάτη, του Κυριάκου Παπαχρόνη, του Αντώνη Δαγκλή και των Σατανιστών της Παλλήνης - Κατσούλα και Δημητροκάλλη.


Όλοι οι πιο πάνω, μεταξύ πολλών άλλων ανά το παγκόσμιο, είχαν πολλά κοινά χαρακτηριστικά για την σκιαγράφηση κοινών προφίλ, πλην του Τζακ the Ripper, ο οποίος, μέχρι και σήμερα, παραμένει άγνωστος.


Αξιοσημείωτα από τον καθένα είναι συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στη γενικότερη και ειδικότερη συμπεριφορά τους, από τα οποία επιλέγω μερικά προς αναφορά.
Ο γνωστός Ζόντιακ επιδείκνυε την υπεροψία του και την ανάγκη για να υποτιμήσει την κοινωνία και τις Αρχές, αφήνοντας ένα σημείωμα δίπλα από κάθε θύμα του απευθυνόμενος προς την Αστυνομία, η οποία βρισκόταν σε ντελίριο, παραμιλώντας, για να καταφέρει να πιάσει τον συγκεκριμένο δράστη. Στο κάθε σημείωμά του ειρωνευόταν την Αστυνομία, χαρακτηρίζοντάς τους βλάκες που δεν κατάφερναν να τον πιάσουν και περιπαιχτικά υποσχόταν πως, επειδή ήταν καλός άνθρωπος, θα τους βοηθούσε να τον βρουν συνεχίζοντας να σκοτώνει, αλλά αφήνοντας ένα περισσότερο στοιχείο κάθε φορά, για να τους διευκολύνει.


Ο Ρίτσαρντ Ραμίρεζ δήλωνε επί σειράν ετών Σατανιστής και είπε πως δεχόταν εντολές από τον Διάβολο για να σκοτώνει μόνο ιερόδουλες, από τις οποίες έπαιρνε "τρόπαιο" τη γεύση της καθεμιάς κόβοντας ένα κομματάκι από το σώμα του κάθε θύματος, το οποίο δοκίμαζε τρώγοντάς το.


Στην αλυσίδα των θυμάτων του υπήρξαν και τρία παιδιά, τα οποία, όμως, δεν ήταν στη λίστα "εντολών", γι’ αυτό αποφάσισε, αντί να τα θάψει, όπως όλα τα θύματά του, να τα διαμελίσει και να πετά ή να θάβει ένα-ένα κομμάτι τους σε ένα δάσος έκτασης 30 χιλιομέτρων, για να είναι πολύ πιο εύκολο, όπως εξήγησε αργότερα, να αποσυντεθούν ή να τα φάνε τα σκυλιά και τα άγρια ζώα. Η αστυνομία κατάφερε τότε να βρει, παρά τις εξονυχιστικές έρευνές της, μόνον τα κόκκαλα από το ένα χέρι του ενός παιδιού.


Ο Τεντ Μπάντι, δικηγόρος, έβρισκε τα θύματά του από αγγελίες στην εφημερίδα, τα οποία πρώτα στραγγάλιζε κατά τη διάρκεια σεξουαλικής επαφής και μετά τις έπλενε, τις χτένιζε, τους έβαφε τα νύχια και τις έθαβε.


Αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό ήταν το γεγονός ότι, μετά τη σύλληψή του, εξακολουθούσε να έχει το ίδιο περιπαιχτικό ύφος απέναντι στις Αρχές, αφήνοντάς τες πρώτα να βρίσκουν τα θύματα και αμέσως μετά παραδεχόταν τα πάντα δείχνοντας μια εξαιρετική προθυμία να δώσει λεπτομέρειες, επιδεικνύοντας την εξυπνάδα του και νιώθοντας περήφανος για ό,τι έκανε. Χωρίς να μετανιώσει και μιλώντας στον ανακριτή με το μικρό του όνομα, τονίζοντάς το, εξέφραζε, με αυτόν τον τρόπο, την περιφρόνησή του προς την εξουσία, μηδενίζοντάς την και παίρνοντάς την στα χέρια του.


Ο Μπάντυ παρουσιάστηκε στο δικαστήριο υπερασπιζόμενος τον εαυτό του μόνος του, χωρίς δικηγόρο.


Κοινά χαρακτηριστικά όλων, ο υψηλότερος από τον μέσο όρο δείχτης νοημοσύνης, η ευγένεια, η ακαδημαϊκή μόρφωση, αλλά και ένα γεγονός το οποίο σημάδεψε τη νεαρότερη ηλικία τους και που καθόρισε το μέλλον τους. Γεγονός που αφορούσε σχεδόν πάντα τον γυναικείο χαρακτήρα της μάνας ή της ερωμένης.
Κίνητρό τους η ευχαρίστηση και η ικανοποίηση μέσω της πρόκλησης του θανάτου ή η ευχαρίστηση και ικανοποίηση μέσω της εκδίκησης, μέσω της πρόκλησης του θανάτου και, σε κάθε περίπτωση, η ανάγκη της επιβολής υπέρμετρης εξουσίας.


Οι κατά συρροήν δολοφόνοι χωρίζονται ως επί το πλείστον σε δύο κατηγορίες: Τους ψυχωτικούς, οι οποίοι έχουν παραισθήσεις και παράλογες αντιλήψεις, για παράδειγμα ο Ραμίρεζ, ο οποίος πίστευε πως δεχόταν εντολές από τον Διάβολο και που αντίστοιχα ενδέχεται κάποιος να ισχυριστεί και να πιστεύει πως δέχεται εντολές από τον Θεό ή ότι ο ίδιος είναι απεσταλμένος του Θεού, και τους ψυχοπαθείς, οι οποίοι έχουν πλήρη αντίληψη των πράξεών τους, ίσως ακόμα και των συνεπειών των πραξεών τους, τις οποίες, όμως, πιστεύουν ακράδαντα πως μπορούν να αποφύγουν, θεωρώντας τον εαυτό τους ναρκισσιστικά, πάντοτε, πολύ πιο έξυπνο από κάθε άλλον και σε θέση να τελειοποιήσουν το έγκλημά τους, έτσι ώστε να είναι έως και αδύνατον να καταλήξει κάποιος σε αυτούς.
ΔΗΜΗΤΡΑ ΤΣΙΤΣΗ
Εγκληματολόγος