Κόμματα

ΔΗΣΥ: Η… ατελής εξισορρόπηση

Ανάμεσα στον αγοραίο κοσμοπολιτισμό και στον μεταλλαγμένο εθνοκεντρισμό

Τα της εξουσίας, ου - πάντοτε - μενετά… Φθορά, λάθη, αποτυχίες, μακρόβιοι εσωτερικοί ανταγωνισμοί δημιουργούν, αναπόδραστα, συνθήκες πολύμορφων αναταράξεων, που ρηγματώνουν την άλλοτε αδιατάρακτα ειδυλλιακή αίσθηση της εξουσίας. Η μακροχρόνια πρόσδεση στην οποία δημιουργεί, επίσης αναπόφευκτα, αβελτηρίες και εφησυχασμούς, με όλα τα αρνητικά συνεπαγόμενα.

Ο Δημοκρατικός Συναγερμός δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση, ιδία στο πλαίσιο μιας ιδιαίτερα τεταμένης και όζουσας πολλαπλών προβλημάτων διακυβέρνησης, γεγονός που καταγράφηκε και στα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών για το Ευρωκοινοβούλιο.

Το χαμηλό ιστορικό που κατέγραψε το κυβερνών κόμμα στις Ευρωεκλογές ήταν αναμενόμενο να προκαλέσει τριγμούς και εσωτερικές αντιπαραθέσεις, αναδεικνύοντας ρωγμές στην, εδώ και καιρό, διαταραγμένη εσωτερική συνοχή του, που έδειξε ευάλωτη και τρωτή στη σεισμογενή επέλαση των πολλαπλών κυβερνητικών «αρρυθμιών» της τελευταίας περιόδου. Πρωτίστως, δε, ανέδειξε την ευθραυστότητα της κλονιζόμενης, πλέον, σύζευξης των δύο κυρίαρχων ιδεολογικοπολιτικών πυλώνων του, που υποστύλωναν, διαχρονικά, το συναγερμικό οικοδόμημα, προσδίδοντάς του όχι μόνον εχέγγυα σταθερότητας, αλλά και την ώση μιας, προς όλες σχεδόν τις κατευθύνσεις, διευρυντικής δυναμικής.

Η πρόσφατη σύνοδος του διευρυμένου Πολιτικού Γραφείου του ΔΗΣΥ, που συνήλθε για να εξετάσει τα αποτελέσματα των εκλογών, αλλά και για να εκτονώσει τις αντιδράσεις, επιβεβαίωσε, στην ουσία, ότι το ζήτημα της ιδεολογικοπολιτικής ταυτότητας του κόμματος, το οποίο κρίθηκε ότι δεν χρήζει περαιτέρω συζήτησης, είναι το μείζον διακύβευμα των εκδηλούμενων αντιπαραθέσεων, αφού η μέχρι πρότινος, έστω φαινομενικώς, αρραγής σύμφυρση των δύο κυρίαρχων ιδεολογικών του πόλων - της παραδοσιακής εθνολαϊκής δεξιάς και της ευρωκεντρικής φιλελεύθερης - έπαψε, πλέον, να αποτελεί το πάλαι ποτέ αριστοτεχνικό δημιούργημα της κεντροδεξιάς αρχιτεκτονικής.

Οι εσωκομματικές διεργασίες της πρόσφατης περιόδου έφεραν στην επιφάνεια, ακριβώς, τις διαφορετικές τάσεις και προσεγγίσεις στο εσωτερικό του κόμματος τόσο για το Κυπριακό και τα θέματα της εσωτερικής πολιτικής, όσο και για τον γενικότερο ιδεολογικοπολιτικό του προσανατολισμό και την απεύθυνσή του προς την κοινωνία - διάσταση που έχει, ασφαλώς, να κάνει και με τον τρόπο άσκησης της εξουσίας.

Η στρατηγική της εξισορρόπησης

Τάσεις που απηχούν μια πληθώρα προσεγγίσεων, από έναν ριζικό διεκδικητισμό, εφορμούμενο από την αναδιαμόρφωση των γεωπολιτικών δεδομένων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, έως έναν ρεαλιστικό πρακτικισμό, προσαρμοσμένο στις «αδήριτες πραγματικότητες» της διεθνούς πολιτικής κατάστασης και τις προκατεστημένες βλέψεις των διεθνών συμφερόντων.

Έως τώρα, ο ΔΗΣΥ πορεύθηκε με βάση μια επιτυχή στρατηγική εξισορρόπησης όλων αυτών των τάσεων μέσα σ’ έναν εύπλαστο πολιτικό λόγο, που επέτρεπε διαρκείς ανασημάνσεις των σημαινομένων του, καθιστώντας δυνατές τις συμπλεύσεις και προς τη μια και προς την άλλη προσέγγιση του Κυπριακού.

Σε θέματα όπως η διαχείριση του εθνικού προβλήματος ο ΔΗΣΥ κατάφερνε να… ικανοποιεί, ανά περίστασιν, σχεδόν όλα τα ακροατήρια, εφαρμόζοντας κινήσεις τακτικής σε όλο το εμβαδόν της πολιτικής σκακιέρας.

Τώρα, ωστόσο, η ικανότητα αυτή τίθεται εν αμφιβόλω, ενώ οι μετεκλογικοί κλυδωνισμοί αποδέσμευσαν, αναπόδραστα, λόγους και σημασίες από την εκφερόμενη συνοχή τους, αποδίδοντάς τους «διακριτούς ρόλους», που τείνουν να συγκρούονται σε επίπεδο στρατηγικής βλέψης.

Λόγοι και σημασίες, που αντανακλούν τους εντεινόμενους διαφορισμούς και τον ανταγωνισμό των δυνάμεων στο εσωτερικό του κόμματος.

Αποδυναμωμένες επενδύσεις

Στο πλαίσιο αυτό, η εκλογική συρρίκνωση της πολιτικής δύναμης του Δημοκρατικού Συναγερμού συνδέεται και με τη σταδιακή αποδυνάμωση των δύο βασικών και συμπληρωματικά φερόμενων εξουσιαστικών του επενδύσεων.

Η πρώτη επένδυση εστίαζε στην εξαιρετικά ισχυρή δυναμική εξουσίας που απέκτησε ο ΔΗΣΥ στις τέσσερεις τελευταίες, προ Ευρωεκλογών, εκλογικές αναμετρήσεις, και με σαφώς αποδυναμωμένο το κόμμα της μείζονος αντιπολίτευσης, συνδυασμός που του έδινε τη δυνατότητα να προβάλλει όχι μόνον ως η πιο φερέγγυα, αλλά και ως η μοναδική προοπτική παραγωγικής κυβερνησιμότητας, γύρω από την οποία θα μπορούσαν να συνασπιστούν ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις.

Έστω και αν η πρώτη αυτή επένδυση εμφορείτο τελεστικά από πνεύμα… βοναπαρτισμού και ηγεμονικότητας, επιβάλλοντας τους βασικούς όρους του πολιτικού παιχνιδιού, μπόρεσε, τίνι βαθμώ, να εγγυηθεί την «προοπτική διεύρυνσης της κοινωνικής συμμαχίας που επιδιώκεται» και την «εδραίωση της συνεργασίας με την κοινωνία και τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις, προκειμένου να διαμορφώσουμε κοινές κατά το δυνατόν πολιτικές προτάσεις».

Η δεύτερη εστίαζε, πρωτίστως, στην αναγκαιότητα σύζευξης ευρύτερων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων σε μια πλατφόρμα αμφίπλευρης προσέγγισης του Κυπριακού, όπου ο πολλά διαφημιζόμενος «πατριωτικός ρεαλισμός» και η νουνεχής διεκδικητικότητα θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως ο συνενωτικός αρμός ευρύτερων κοινωνικοπολιτικών συσσωματώσεων.

Στο πλαίσιο αυτό, οι διαχρονικά εδραίες θέσεις στο Κυπριακό επιχειρήθηκε, κατά καιρούς, να εμβολιαστούν μ’ ένα μάγμα αναθεωρητικών ιδεών, υπό την αιγίδα μιας πιο διεκδικητικής πολιτικής, αρυόμενης τόσο από τα ενεργά θέσμια του ευρωπαϊκού πολιτικού πολιτισμού, όσο και από την ευμενή, για την Κύπρο, διαφοροποίηση των γεωπολιτικών δεδομένων στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, με επίκεντρο το φυσικό αέριο.

Παραπληρωματικά, γύρω απ’ αυτά, ενορχηστρώθηκε και η ρητορική για την ανάγκη ανανέωσης του ραγδαίως κλυδωνιζόμενου, από την αποσταθεροποίηση των θεσμών και την κρίση αντιπροσώπευσης, πολιτικού συστήματος, μέσα από τις διάφορες «μεταρρυθμιστικές τομές» που επιχειρήθηκαν σε πολλαπλά επίπεδα.

Συμπερασματικά, ο ΔΗΣΥ μπόρεσε να διατηρηθεί όρθιος σ’ αυτήν την, μάλλον, ακίνδυνη αμφίπλευρη ακροβασία, λόγω των τεράστιων κοινωνικών και εξουσιαστικών του αποθεμάτων σε περιόδους ευνοϊκές για το πολιτικό του διάβημα, με την επιτελούμενη πολιτική διαχείριση των προβλημάτων να υπερτερεί της πραγματικότητας. Η μείωση, ωστόσο, των αποθεμάτων αυτών είχε ως αποτέλεσμα την ενεργοποίηση, στο εσωτερικό, δυνάμεων κριτικής και αναστοχασμού για την πορεία του κόμματος, αλλά και για την εν γένει πολιτική του φυσιογνωμία. Και είναι προφανές πως το ετερόκλητο ιδεολογικοπολιτικό αμάλγαμα που τον συνέχει χρειάζεται, αν όχι ένα ριζικό ξαναπλάσιμο, τουλάχιστον ένα πιο πειστικό λίφτινγκ.

Το εκκρεμές της κεντροδεξιάς

Η «Σ» επαναπαραθέτει πιο κάτω μια κοινωνικο-ιστορική ανάλυση του ιδεολογικοπολιτικού μορφώματος του κυβερνώντος κόμματος, όπως διαμορφώθηκε και εξελίχθηκε μέσα στον χρόνο, υπό την πίεση τόσο εγγενών όσο και εξωγενών/συγκυριακών παραγόντων.

"Ο ΔΗΣΥ συγκροτήθηκε ως πολιτικός οργανισμός στο πλαίσιο της ανασύνταξης της κυπριακής πολιτικής ζωής μετά τα γεγονότα του 1974. Όπως και η ίδρυση του ΔΗΚΟ, αποτέλεσε απόρροια αλλά και συντελεστή της επαναπολιτικοποίησης της κυπριακής κοινωνίας, μέσα από θεσμισμένες μορφές πολιτικής οργάνωσης, οι οποίες ανταποκρίνονταν στην ανάγκη έκφρασης ευρέων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, κυρίως στον χώρο της κεντροδεξιάς, μετά την κατάλυση των προπολεμικών πολιτικών σχηματισμών, στο πλαίσιο των νέων συνθηκών που επέφερε η τουρκική κατοχή.

Εξέφραζε, κατ’ αρχήν, ένα σύνθεμα ετερόκλητων κοινωνικών δυνάμεων, το οποίο υποστύλωνε, από τη μια, το γενικό περίγραμμα της δεξιάς ιδεολογίας στις πιο παραδοσιακές εκδοχές της, και στο οποίο εκπροσωπούνταν, κατά κύριο λόγο, ευρέα μικροαστικά και αγροτικά στρώματα, και, από την άλλη, μια σπερματικά εκσυγχρονιστική ιδεολογία, επικεντρωμένη στον οικονομικό φιλελευθερισμό και, πολιτικά, στην κοινοβουλευτική δημοκρατία, η οποία αντιπροσώπευε, κατά κύριο λόγο, μεσοαστικά και μεγαλοαστικά κοινωνικά στρώματα. Ιδεολογικές συνιστώσες που συμφύρονταν ταυτόχρονα στην εθνική ιδεολογία των εύπορων αστικών στρωμάτων.

Καθοριστικό ενοποιητικό στοιχείο, ωστόσο, ήταν η ηγετική φυσιογνωμία του ιδρυτή και προέδρου του, Γλαύκου Κληρίδη, γύρω από την εμβληματική μορφή του οποίου συσπειρώνονταν ανόμοιες και, τίνι βαθμώ, αντιπαρατιθέμενες πολιτικές δυνάμεις, από την «εκτός νόμου», αντιμακαριακή άκρα δεξιά έως τις παρυφές του κέντρου και την παραδοσιακή μακαριακή παράταξη.

Πολιτική «αμνήστευση»

Ίσως, η σημαντικότερη πολιτική «επινόηση» του Γλαύκου Κληρίδη και «συνεισφορά» του στην πολιτική ζωή είναι ακριβώς η πολιτική νομιμοποίηση δυνάμεων που ενεργούσαν στις μεθορίους του Πολιτικού και εκτός των πλαισίων της συντεταγμένης πολιτικής ζωής, παρά τις όποιες ανεπάρκειες, στρεβλώσεις και παθογένειες αυτής της τελευταίας. Ο απογαλακτισμός τους δηλαδή από μη πολιτικές μορφές δράσης και η ένταξή τους στη σύννομη πολιτική διαδικασία.

Επιδίωξη που αποτυπώνεται και στην ιδρυτική διακήρυξη αρχών της 4ης Ιουλίου 1976, με την αποκήρυξη κάθε μορφής βίας ως μέσου άσκησης πολιτικής και την καταδίκη του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 1974, αλλά και την «αμνήστευση» της έκνομης δράσης του παρελθόντος.

Όπως αναφέρεται συγκεκριμένα στην ιδρυτική διακήρυξη:

«Ο Δημοκρατικός Συναγερμός απεχθάνεται και αποδοκιμάζει τη βία. Πιστεύει ότι σαν μέθοδος πολιτικών και κοινωνικών επιδιώξεων είναι πηγή συμφορών και πρέπει να εξοστρακισθεί από την πολιτική ζωή... Απαλλαγμένος από στείρες προκαταλήψεις και πολιτικά πάθη, αγνοεί και παραμερίζει τις διενέξεις και τους διχασμούς του παρελθόντος, που τόσα δεινά επεσώρευσαν στον τόπο μας και προσανατολίζεται προς τα ευρύτερα εφικτά σχήματα εθνικής ενότητας και πολιτικής συναδελφώσεως…». Παράλληλα, ενώ «καταδικάζει το Πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974, ως άφρον, παρανοϊκόν και εγκληματικόν», διακηρύσσει ότι «προορίζει τη συγγνώμη και τη λήθη για το παρελθόν, τον θετικό ρεαλισμό για το παρόν και τους ευγενέστερους οραματισμούς για το μέλλον».

Ιδεολογική αρχιτεκτονική

Το οικοδόμημα αυτής της σύνθετης ιδεολογικοπολιτικής αρχιτεκτονικής θα συγκροτηθεί από τη συνύφανση ετερόκλητων και εν πολλοίς αλληλοσυγκρουόμενων ιδεολογικών στοιχείων, με προεξάρχουσα μια βερμπαλιστική ελληνοκεντρική προσήλωση, εμβαπτισμένη στα νάματα του κυπριακού εθνικού αλυτρωτισμού, όπως εκφράστηκε με τον Εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα του ‘55-’59, και μια «κοσμοπολιτικού» χαρακτήρα εκσυγχρονιστική ιδεολογία, ευρωκεντρικής κατεύθυνσης, με κύριους άξονες τον οικονομικό και πολιτικό φιλελευθερισμό, η οποία σήμερα, με την επάνοδο του κόμματος στη διακυβέρνηση της χώρας και υπό την ηγεσία του Αβ. Νεοφύτου, προβάλλει αδιαμφισβητήτως ως κυρίαρχη.

Δεν είναι τυχαίο που η σφόδρα εθνοκεντρική ρητορική του ΔΗΣΥ κατά τα πρώτα χρόνια της ύπαρξής του, επαρκής για να ικανοποιήσει, σε επίπεδο ψυχολογικής εκπλήρωσης, το αλυτρωτικό αίσθημα των στρατευμένων στο ιδεώδες τού υπέρ της ενώσεως αγώνα κοινωνικών δυνάμεων, θα ενθυλακωθεί σε μια, εν τη πράξει, ρεαλιστική προσέγγιση του εθνικού προβλήματος, η οποία θα κυρωθεί και προγραμματικά (στη διακήρυξη αρχών του 1976), με την «αναζήτηση, εντός των πλαισίων της σημερινής πραγματικότητας, όχι της επιθυμητής, αλλά της δυνατής λύσης, με πολιτική δυναμικού συμβιβασμού».

Η πολιτική του δυναμικού συμβιβασμού θα εκφραστεί, αρχικά με την υιοθέτηση, από τον Γλαύκο Κληρίδη, της ομοσπονδίας ως λύσης του Κυπριακού και θα εκβάλει, στη συνέχεια, στην αμέριστη υποστήριξη του σχεδίου Ανάν στο δημοψήφισμα του 2004.

Εκφράζεται, δε, εφεξής, από τις θέσεις τόσο της προηγούμενης όσο και της νυν κομματικής ηγεσίας, παρά την ύπαρξη σοβαρών εσωκομματικών διαφοροποιήσεων, που επιδιώκουν να εκφράσουν μια περισσότερο εξισορροπημένη σύζευξη της εθνοκεντρικής συνιστώσας με τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό.

Στο πολιτικό περιθώριο

Ένα στοιχείο που συνέβαλε σε σημαντικό βαθμό στον καθορισμό της πολιτικής φυσιογνωμίας του Δημοκρατικού Συναγερμού ως κόμματος αλλά και στη διαμόρφωση του ευπροσήλωτα αρραγούς κομματικού πατριωτισμού των ψηφοφόρων του ήταν ο μακροχρόνιος αποκλεισμός του από την εξουσία και την κοινοβουλευτική αντιπροσώπευση.

Η κυβερνητική και κοινοβουλευτική συνεργασία των υπολοίπων πολιτικών δυνάμεων κατά την πρώτη μεταπολεμική περίοδο, υπό το πρόσημο του αλήστου μνήμης «μίνιμουμ προγράμματος», το οποίο απέκλειε την είσοδο του ΔΗΣΥ στη Βουλή των Αντιπροσώπων ανεξαρτήτως των πάντοτε εξαιρετικά εκλόγιμων ποσοστών του, κράτησε το κόμμα της δεξιάς επί μακρόν στο περιθώριο της κοινοβουλευτικής ζωής και μακράν της διαχείρισης της εξουσίας.

Η απουσία, ακριβώς, εξουσιαστικής αναφοράς, η οποία, για τα άλλα κόμματα, και κυρίως το κατ’ εξοχήν κόμμα εξουσίας, το ΔΗΚΟ, αποτέλεσε καταλυτικό τελεστή για τη διαμόρφωση της πολιτικής φυσιογνωμίας τους, διαμόρφωσε για τους ψηφοφόρους του ΔΗΣΥ έναν ιδιότυπο ψυχισμό κομματικής προσήλωσης, ο οποίος, παρά τους ευρείς κοινωνικούς και πολιτικούς μετασχηματισμούς που επεσυνέβησαν στη μεταπολεμική κυπριακή κοινωνία, αποτέλεσε τη σταθερά η οποία προσέδωσε στον Δημοκρατικό Συναγερμό μια πρωτοφανή ικανότητα αντοχής και σταθερότητας, σ’ ένα περιβάλλον, μάλιστα, άκρατης εξουσιοθηρίας και αχαλίνωτης διανομής των πολιτικών αγαθών και προνομίων.

Ισχυρό μαζικό κόμμα

Έως και τη δεύτερη πενταετία της διακυβέρνησης Κληρίδη, και παρά την… παρεπιδημία του ιστορικού ηγέτη του στην Προεδρία της Δημοκρατίας, ο ΔΗΣΥ συνδύαζε τέσσερα βασικά στοιχεία, καθοριστικής σημασίας για τη λειτουργία ενός ισχυρού πολιτικού κόμματος εξουσίας. Ήταν, ταυτόχρονα, ένα μεγάλο μαζικό κόμμα, με ισχυρή οργανωτική δομή και σταθερή δυναμική επέκτασης σε ευρεία κοινωνικά στρώματα, ένα κόμμα πολιτικών προσωπικοτήτων, που συνέθεταν μια πανίσχυρη και ικανή στελεχική ομάδα, το κόμμα ενός ιστορικού ηγέτη, που, παρά τις όποιες αντιπάθειες είχε σε μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, μπορούσε να συνενώσει και να εμπνεύσει, και ένα κόμμα που κατάφερνε να συγκεράζει τις αλληλοσυγκρουόμενες ιδεολογικές του τάσεις σ’ ένα λίγο - πολύ ενιαίο ιδεολογικό σχήμα, αυτό του πολιτικού και οικονομικού φιλελευθερισμού και της τόσο βερμπαλιστικά ταλαιπωρημένης «ελληνικότητας» - που σήμερα τείνει να αντικατασταθεί εξολοκλήρου από το ιδεολόγημα της ευρωπαϊκότητας.

Σήμερα, ωστόσο, ο ΔΗΣΥ δεν φαίνεται να παρουσιάζει την ίδια ισχυρή δυναμική επέκτασης και διείσδυσης σε ευρύτερους κοινωνικούς χώρους, ούτε την πληθώρα στελεχών πρώτης γραμμής του παρελθόντος. Και εξακολουθεί να διατηρεί στο εσωτερικό του, αν και χωρίς διασπαστική δυναμική, ανυπέρβλητους διαφορισμούς όσον αφορά την προσέγγιση του κυπριακού προβλήματος, αρυόμενους κυρίως από τη διασπαστική εμπειρία του 2004, όταν η σαφής ασυμμετρία ανάμεσα στη βούληση της βάσης του κόμματος και στις αποφάσεις της ηγεσίας όσον αφορά το σχέδιο Ανάν, εκφράστηκε και στο επίπεδο της κομματικής συνοχής, με τη διαφωνία και αποχώρηση αρκετών στελεχών και μελών.

Η αποκήρυξη, ωστόσο, τουλάχιστον σε ρητορικό επίπεδο, του σχεδίου Ανάν, και η στόχευση σ’ ένα «σχέδιο λύσης που θα γίνει αποδεκτό, αυτήν τη φορά, από τον κυπριακό λαό», λειτουργεί ως σταθερός εξισορροπητικός τελεστής, καθιστώντας εφικτή την ενιαία έκφραση όσον αφορά το εθνικό πρόβλημα.

Ο κοινωνικός φιλελευθερισμός

Μετά την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε., επίτευγμα, κατά κύριο λόγο, της πολιτικής Κληρίδη, η ευρωπαϊκή συνιστώσα του ΔΗΣΥ αναδεικνύεται σε κυρίαρχη, όπως επίσης και ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός του κόμματος.

Με όλα, βεβαίως, τα συμπαρακολουθούντα αυτής της εξέλιξης: ανάγκη εξορθολογισμού του κράτους και των θεσμών, μείωση της γραφειοκρατίας, συνεργία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, εμβάθυνση διαβουλευτικής δημοκρατίας, πλήρης ένταξη της Κύπρου στο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο κ.λπ., αποδυνάμωση, παρότι όχι πλήρης εξάλειψη, των εθνοκεντρικών αντανακλαστικών. Κυρίαρχη ιδεολογία, όσον αφορά την κοινωνική και οικονομική πολιτική, καθίσταται ο κοινωνικός φιλελευθερισμός, στην ουσία μια επίφαση κοινωνισμού σε φερόμενες μετριοπαθείς νεοφιλελεύθερες ρυθμίσεις:

Σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του Νίκου Αναστασιάδη, ένας συγκερασμός πέρα από «την αδιαλλαξία των άκρων, είτε του άκρατου φιλελευθερισμού είτε του άκρατου κρατισμού», με βασική επιδίωξη «ένα κράτος ρυθμιστή και ελεγκτή και όχι ένα κράτος επιχειρηματία. Ένα κράτος ευέλικτο και αποτελεσματικό, που θα διευκολύνει την επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά την ίδια ώρα θα ελέγχει την ορθή τήρηση των κανόνων και θα διασφαλίζει τον ανταγωνισμό».

Ωστόσο, η εν μέρει εθελούσια και εν μέρει εξαναγκαστική μνημονιακή πρόσδεσή του, αφαίρεσε και τις τελευταίες επιφάσεις οικονομικού κοινωνισμού από το κοινωνιο-φιλελεύθερο αμάλγαμα της ιδεολογίας του, φανερώνοντας την αμιγή υπαγωγή της στη νεοφιλελεύθερη προσταγή".