Ξεκάθαρα και πειστικά

Η συνάντηση Νίκου Αναστασιάδη και Μουσταφά Ακιντζί δημιούργησε πολύ συγκρατημένη αισιοδοξία και πολλές δικαιολογημένες έγνοιες, κατά πόσον θα καταστεί δυνατόν να υπερπηδηθούν μια σειρά από δυσκολίες, έτσι ώστε να φθάσουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα.

Η πολύ συγκρατημένη αισιοδοξία δημιουργείται ουσιαστικά από τρία στοιχεία. Πρώτον, από το γεγονός ότι έσπασε ο πάγος μετά από δύο χρόνια άγονης στασιμότητας στις συνομιλίες. Δεύτερον, από το γεγονός ότι επαναβεβαίωσαν τον κοινό στόχο της Δικοινοτικής, Διζωνικής Ομοσπονδίας. Τρίτον, από το ότι συμφώνησαν διαδικασία. Οι έγνοιες οφείλονται στα ακόλουθα: Πρώτον, παραμένουν οι διαφωνίες επί των θεμάτων ουσίας. Δεύτερον, ότι ακόμα αναζητείται η συμφωνία επί των όρων αναφοράς. Η κοινή βάση, δηλαδή, πάνω στην οποία θα διεξαχθούν οι συνομιλίες. Αυτό θα καταβληθεί προσπάθεια να συμφωνηθεί στις διαβουλεύσεις των δύο ηγετών στην παρουσία της κυρίας Λουτ. Τρίτον, εξ αφορμής των αφόρητα προκλητικών δηλώσεων Τούρκων αξιωματούχων, όπως ο ΥΠΕΞ Τσαβούσογλου, ο ΥΠΑΜ Ακάρ, ο Υπουργός Ενέργειας Ντονμέζ και ο Αντιπρόεδρος της τουρκικής κυβέρνησης. Παρόμοιες δηλώσεις είχαμε από τους κ. Τατάρ και Οζερσάι, από πλευράς Τ/κ. Ακόμα χειρότερο, ότι οι πανομοιότυπες απαράδεκτες και επεκτατικές δηλώσεις έγιναν και πριν και κυρίως μετά τη συνάντηση. Τέταρτον, ότι, πέρα από τις δηλώσεις, είχαμε πράξεις. Τόσο πριν από τις 9 Αυγούστου (ακόμα και στις 8/8/19), όσο και από την επομένη των συνομιλιών ώς σήμερα. Πέμπτον, ότι οι δηλώσεις και οι ενέργειες γίνονται και προς την κατεύθυνση της Ελλάδας, με αρνητικότατο και επιθετικό πρόσημο. Έκτο, σύγχυση προκαλούν και ορισμένες αναφορές του Γ.Γ. του ΟΗΕ στις απαντητικές του επιστολές προς τους κ.κ. Αναστασιάδη και Ακιντζί, ειδικά στο θέμα του Φυσικού Αερίου. Έβδομο, από το κομβικό ερώτημα κατά πόσον θα τερματιστούν ή όχι οι έκνομες τουρκικές ενέργειες στην κυπριακή ΑΟΖ, ενόψει του ότι επανήρχισε η προσπάθεια και συμφωνήθηκε διαδικασία για τις συνομιλίες.

Οφείλει, ως εκ τούτου, η ε/κ πλευρά να είναι ξεκάθαρη και πειστική στα θέματα που την ενδιαφέρουν πρωτίστως. Τις εγγυήσεις, τα στρατεύματα, τους εποίκους, την ασφάλεια. Και όταν λέω ασφάλεια, εννοώ την ασφάλεια της Ομόσπονδης Κύπρου, η οποία θα είναι η κληρονόμος και συνεχιστής της Κυπριακής Δημοκρατίας

Στο σημείο αυτό να σημειώσω ότι, αν η άτυπη συνάντηση Αναστασιάδη - Ακιντζί ή ακόμα και οι διαβουλεύσεις των δύο ηγετών με την κυρία Λουτ, είναι μια φόρμουλα, «το άτυπο, δηλαδή», για να ξεπεραστεί ο σκόπελος της τουρκικής παραβίασης της ΑΟΖ και των χωρικών υδάτων της Κύπρου από την Τουρκία, η συνάντηση στη Νέα Υόρκη δεν μπορεί να θεωρηθεί το ίδιο. Μια συνάντηση των δύο ηγετών στη Νέα Υόρκη υπό τον Γ.Γ. του ΟΗΕ δεν μπορεί να καταχωρηθεί ως άτυπη. Ως εκ τούτου, μέχρι τότε θα πρέπει η Τουρκία να τερματίσει τις έκνομες ενέργειές της. Θέση τόσο του Προέδρου Νίκου Αναστασιάδη, όσο και όλων των πολιτικών δυνάμεων στην ε/κ πλευρά. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που, για να προχωρήσει να συγκαλέσει ο Γ.Γ. του Διεθνούς Οργανισμού συνάντηση των δύο με τον ίδιο, θα έχει κρίνει ότι έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος ως προς το ξεκαθάρισμα των όρων αναφοράς και γι’ αυτό θα τη συγκαλέσει. Σε τέτοια περίπτωση, το να συνεχιστεί η διαδικασία με την τουρκική παρουσία στην κυπριακή ΑΟΖ και τα χωρικά ύδατα της Κυπριακής Δημοκρατίας θα ερμηνευτεί από την Τουρκία ως κεκτημένο δικαίωμα. Οπόταν, αν, τελικά, ναυαγήσει η διαδικασία, όσο και αν δεν το θέλουμε, ή αν σκόπιμα την οδηγήσει σε ναυάγιο, θα της μείνει το κεκτημένο «δικαίωμα» της νέας παράνομης, θαλάσσιας, αυτήν τη φορά, κατοχής.

Θεωρώντας ότι μέχρι τη συνάντηση με τον Γ.Γ. του ΟΗΕ όλα θα πάνε κατ’ ευχήν, η ε/κ πλευρά θα πρέπει να προσέλθει στις διαπραγματεύσεις με την κυρία Λουτ με απόλυτα ξεκάθαρες θέσεις. Θέσεις, οι οποίες δεν θα συνιστούν επ’ ουδενί διπλωματική ασάφεια, σε κανένα απολύτως θέμα. Για τα θέματα για τα οποία θα συζητήσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης η ε/κ πλευρά έθεσε τρεις άξονες. Την κοινή δήλωση Αναστασιάδη – Ερντογάν του 2014, τις επιτευχθείσες συγκλίσεις, τα έξι σημεία του Γ.Γ. του ΟΗΕ. Έχοντας αυτά κατά νουν, η ε/κ πλευρά θα πρέπει να καταστήσει εκ νέου πεντακάθαρες ορισμένες αυτονόητες θέσεις. Περί της μιας και μόνης κυριαρχίας, ιθαγένειας και διεθνούς προσωπικότητας. Ότι «νέες ιδέες» δεν μπορεί, με βάση τα ψηφίσματα και τις αποφάσεις του ΟΗΕ, να σημαίνουν δύο κράτη, απόσχιση, προσάρτηση, συνομοσπονδία. Ότι η ΔΔΟ που επιδιώκουμε, πρέπει να στοχεύει ένα κανονικό κράτος. Με όλα εκείνα, δηλαδή, τα χαρακτηριστικά που συνθέτουν ένα τέτοιο κράτος. Ότι, πρωτίστως, ένα τέτοιο κράτος ούτε θέλει, ούτε χρειάζεται προστάτες και επικυρίαρχους.

Οφείλει, ως εκ τούτου, η ε/κ πλευρά να είναι ξεκάθαρη και πειστική στα θέματα που την ενδιαφέρουν πρωτίστως. Τις εγγυήσεις, τα στρατεύματα, τους εποίκους, την ασφάλεια. Και όταν λέω ασφάλεια, εννοώ την ασφάλεια της Ομόσπονδης Κύπρου, η οποία θα είναι η κληρονόμος και συνεχιστής της Κυπριακής Δημοκρατίας. Την ασφάλεια των δύο κοινοτήτων και όλων των πολιτών του κυπριακού κράτους. Την ασφάλεια εφαρμογής της λύσης. Επίσης, η ε/κ πλευρά με τον ίδιο τρόπο να θέσει το θέμα της λειτουργικότητας της λύσης και του κράτους.

Την ίδια ώρα, ξεκάθαρα και πειστικά να τοποθετηθεί στο ζήτημα της πολιτικής ισότητας και της αποτελεσματικής συμμετοχής των δύο κοινοτήτων και στο θέμα του Φυσικού Αερίου. Ειδικά το τελευταίο, το οποίο έχει αναδειχθεί σε πρώτο ανάμεσα στα πρώτα, η πάγια θέση όλων στην ε/κ πλευρά είναι ότι δεν αποτελεί μέρος των διαπραγματεύσεων του Κυπριακού. Για τον πολύ απλό λόγο ότι δεν είναι θέμα της μιας ή της άλλης κοινότητας, αλλά εμπίπτει στην αρμοδιότητα του κυπριακού κράτους. Σήμερα της Κυπριακής Δημοκρατίας και αύριο του διαδόχου και συνεχιστή της, του Κυπριακού Ομόσπονδου Κράτους. Την ίδια ώρα, όμως, το Φυσικό Αέριο είναι πλούτος όλων των Κυπρίων και είναι και κίνητρο για λύση και για τις δύο κοινότητες και όλους τους εμπλεκόμενους στο Κυπριακό. Άρα, η πλευρά μας, πειστικά, από τη μια να υποδείξει πως διαφυλάττει μέχρι τη λύση τα δικαιώματα όλων των Κυπρίων και των κυπριακών κοινοτήτων. Από την άλλη, να αναδείξει τα αναμενόμενα οφέλη για όλους του εμπλεκομένους στο Κυπριακό από μια λύση αρχών.