Οι συνομιλίες για το κυπριακό ζήτημα
Πολλοί μού λένε ότι δεν γράφω για το κυπριακό ζήτημα, τουλάχιστον συχνά, ενώ γράφω για πολλά άλλα διεθνή προβλήματα. Ο λόγος βέβαια είναι απλός: Δεν αισθάνομαι τις περισσότερες φορές αρκετά γνώστης των διαφόρων θεμάτων, στα οποία δεν είμαι κοινωνός, για να μπορέσω να γράψω κάτι σοβαρό και που να αξίζει τον κόπο για τους αναγνώστες.
Σ’ αυτήν την περίπτωση εκείνο που θέλω να γράψω είναι ορισμένα θέματα που άπτονται των συνομιλιών.
Από το 1967 έχουμε συνομιλίες για λύση του Κυπριακού. Άρχισαν με τον Osorio Tafal εκ μέρους του Γενικού Γραμματέα και συνομιλητές τους Κληρίδη και Ντενκτάς και συνεχίζουν μέχρι σήμερα, με διάφορες διακοπές και περιπέτειες.
Για να μπορέσουμε να φτάσουμε σε κάτι το θετικό, ανεξαρτήτως της ουσίας του θέματος, υπάρχει και η «περιρρέουσα» ατμόσφαιρα. Γι’ αυτήν μπορώ να μιλήσω και θα μιλήσω.
Αν δει κάποιος τα γραφόμενα από τα ΜΜΕ των δύο μερών, θα αντιληφθεί γενικά το χάσμα που υπάρχει μεταξύ τους. Πώς αυτοί οι άνθρωποι θα έρθουν σε συμφωνία, όταν γενικά ορισμένοι από τις δύο πλευρές υβρίζουν ο ένας τον άλλο και προσπαθούν συνέχεια να δείξουν ότι ο λόγος που δεν λύεται το πρόβλημα είναι το φταίξιμο της άλλης πλευράς;
Επιπλέον: Η Τουρκία έχει κάμει εισβολή στην Κύπρο το 1974. Η Τουρκία, καθώς και οι Τουρκοκύπριοι, ισχυρίζονται ότι έχουν κάνει «ειρηνευτική επιχείρηση» για να σώσουν τους Τούρκους της Κύπρου από τους αιμοχαρείς Ελληνοκυπρίους. Ενώ οι Ελληνοκύπριοι θρηνούν τα θύματά τους, τους αγνοουμένους τους, τις χαμένες περιουσίες τους, τους ήρωές τους που σκοτώθηκαν από τα τουρκικά στρατεύματα και τους Τούρκους, οι Τουρκοκύπριοι ευγνωμονούν τη μητέρα Τουρκία γιατί ήρθε να τους σώσει, για την ειρηνευτική της επιχείρηση και για τα τουρκικά στρατεύματα κατοχής που τους φυλάσσουν. Όλα αυτά μπορεί να τα δει κάποιος στο βιβλίο: Χρίστου Θεοδούλου, Το Κυπριακό Πρόβλημα, Απάντηση στην Τουρκική Προπαγάνδα, Αθήνα, Ινστιτούτο του βιβλίου, 1975, 89 σελ.
Το βιβλίο αυτό, παρόλο που περιέχει τις θέσεις των Τούρκων και την απάντηση των Ελληνοκυπρίων, εντούτοις δεν χρησιμοποιήθηκε όσον έπρεπε από την ελληνική πλευρά, παρόλο που η αγγλική του έκδοση, The Cyprus question: some facts, συνεχίζει να κυκλοφορεί διεθνώς και από άγνωστους και, καμιά φορά, και μη εξουσιοδοτημένους εκδότες.
Αφού, λοιπόν, δεν συμφωνούν σε τίποτε οι δύο πλευρές, όπως φαίνεται από τα γραφόμενά τους, πώς πιστεύουν ότι θα συμφωνήσουν; Αρκεί κάποιος να δει τα καθημερινά ανακοινωθέντα της λεγόμενης «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου» από το λεγόμενο «Γραφείο Δημοσίων Πληροφοριών» της. Είναι ακριβώς μια επίσημη πολεμική εναντίον της ελληνοκυπριακής πλευράς και βεβαίως της Κυπριακής Δημοκρατίας, την οποίαν αποκαλούν «Ελληνοκυπριακή Διοίκηση». Πώς θα συμφωνήσουμε με αυτούς τους ανθρώπους, όταν μας συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο;
Όσον αφορά τη λεγόμενη «απομόνωση» των Τουρκοκυπρίων, κυκλοφορούν σ’ όλην την Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης και της Γαλλίας και της Ελβετίας, διαφημίσεις για τουρισμό στην Κύπρο, που προέρχονται από το κατεχόμενο μέρος της Κύπρου το οποίο διαφημίζουν με πολύ χαμηλές τιμές, πολυτελή ξενοδοχεία και επισκέψεις σε ελληνικά μνημεία, όπως την αρχαία Σαλαμίνα, το Μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα και του Αποστόλου Βαρνάβα, την Κερύνεια κ.ά. Η πελατεία είναι μεγάλη. Διερωτόμαστε, τι έχει γίνει από την Κυπριακή Δημοκρατία σχετικά με αυτό;
Ένας Ευρωπαίος φίλος της Κύπρου, με πόνο ψυχής, φέρνει σε γνώση μου τα πιο πάνω και διαπιστώνει πως φαίνεται ότι, μετά από περίπου 50 χρόνια, ίσως έχουν πραγματοποιηθεί τα τετελεσμένα γεγονότα.
Τι προτείνουμε, λοιπόν, να γίνει; Να διακόψουμε τις συνομιλίες; Ασφαλώς, όχι. Το θέμα πρέπει να λυθεί με συνομιλίες. Πρέπει, όμως, να λάβουμε σοβαρά υπόψη τη στάση και τις ενέργειες των Τουρκοκυπρίων και της Τουρκίας για να καθορίσουμε την πολιτική μας. Παρεμπιπτόντως: όση διαλλακτικότητα και να δείξει κάποιος, δεν μπορεί να θεωρείται βιώσιμος ένας συμβιβασμός, όπου το 18% είναι ίσο με το 80%! Επίσης, υπάρχουν και άλλες μειονότητες στην Κύπρο, όπως οι Αρμένιοι, οι Μαρωνίτες και οι Λατίνοι. Τι θα κάμουμε με αυτούς; Όλα αυτά, προς προβληματισμό, ενέργεια και αποφάσεις.
*Δικηγόρος, Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών & Διεθνών Σχέσεων (Η.Ε.Ι., Γενεύης, Ελβετίας). Πρώην Μέλος της Γραμματείας του ΟΗΕ