Αναλύσεις

Ακροβατισμοί σ’ έναν κόσμο ταραγμένο

Δυστυχώς, ζούμε σ’ έναν ταραγμένο κόσμο και σ’ ένα κλίμα νέου Ψυχρού Πολέμου. Μέσα σε αυτό το κλίμα η Κύπρος, ως μια χώρα που για 45χρόνια ο τουρκικός στρατός κατέχει σημαντικά εδάφη της και βλέπει με απόγνωση την Τουρκία να επιδιώκει να στρατιωτικοποιήσει το βόρειο τμήμα της, οφείλει να επαναπροσδιορίσει και να μετρήσει τους συμμάχους της

Κοιτάζοντας τον γεωγραφικό χάρτη της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής βλέπεις μεγάλα και μικρά κράτη, καθώς και εκατοντάδες νησιά, σαν οάσεις μέσα στο απέραντο γαλάζιο της θάλασσας. Το μάτι πέφτει στον όγκο της Τουρκίας, που ως αιμοσταγής Κρόνος επιδιώκει να καταβροχθίσει ό,τι μπαίνει εμπόδιο στις αχαλίνωτες ορέξεις της. Τον χάρτη της αχανούς Ρωσίας, η οποία την τελευταία 20ετία, από γελωτοποιός της Δύσης και των ΗΠΑ - την οποία κατήντησαν οι Γκορμπατσόφ και Γέλτσιν - κατόρθωσε να επανακαθορίσει τη θέση της ως υπερδύναμη. Παράλληλα, εξελίχθηκε σε μια ισχυρή δύναμη που μπορεί να εγγυηθεί την επίλυση περιφερειακών κρίσεων και περίπλοκων διαφορών, εκμεταλλευόμενη τις ταλαντεύσεις της αμερικανικής πολιτικής και την αδυναμία της Ε.Ε., έχοντας μια υπολογίσιμη παρουσία στη διεθνή σκηνή.

Όταν το ΝΑΤΟ την «περικύκλωνε» ασφυκτικά με στρατιωτικές Βάσεις σε κράτη δορυφόρους των ΗΠΑ λίγο έξω από τα σύνορά της, η Ρωσία αναγκάστηκε να πάρει μέτρα για την έγκαιρη ενίσχυση της εθνικής της ασφάλειας. Για πρώτη φορά στην ιστορία των πυρηνικών όπλων - όπως δήλωσε την Τετάρτη ο Ρώσος Πρόεδρος - «η Ρωσία δεν είναι στο κατόπι κανενός». Αντίθετα, άλλες χώρες δεν έχουν ακόμη δημιουργήσει όπλα που διαθέτει η Ρωσία, ενώ οι αμυντικές ικανότητές της διασφαλίζονται για τα επόμενα χρόνια.

Από την άλλην, οι ΗΠΑ, με τις αμφιταλαντεύσεις τους, την εμμονή τους να επιβληθούν ακόμα και με οικονομικές-εμπορικές κυρώσεις εναντίον των συμμάχων τους, επιχειρούν να περιορίσουν τη δυνητική επιρροή της Ρωσίας, η οποία παραμένει ακόμη, ως προς το πυρηνικό οπλοστάσιο, αλλά και, συνολικά, τις ένοπλες δυνάμεις της, η μόνη άλλη υπερδύναμη.

Οι ΗΠΑ, με την αλαζονική συμπεριφορά τους έναντι κρατών τα οποία επιδιώκουν να υποτάξουν σε μια θλιβερή υποτέλεια, έφεραν τα αντίθετα αποτελέσματα και σήμερα αδυνατούν να επηρεάσουν τον συσχετισμό των δυνάμεων. Ως αποτέλεσμα των όπου γης στρατιωτικών και όχι μόνον επεμβάσεών τους, οι ΗΠΑ θεωρούνται ως μια πολύ ισχυρή δύναμη, ικανή να καταφέρει πλήγματα, αλλά δεν μπορεί να εγγυηθεί λύσεις ή να διαδραματίσει ρόλο ειρηνοποιού.

Από τη μεριά της, η ΕΕ, που είναι, ούτως ή άλλως, αντιμέτωπη με τις αντιφάσεις της δικής της ενοποίησης, αδυνατεί να αρθρώσει με συνεκτικό τρόπο μια κοινή αντίληψη για την παγκόσμια κατάσταση. Αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην υποταγή προς τις ΗΠΑ και μια αυτοτελή «ευρωπαϊκή πολιτική», η οποία, ωστόσο, καρκινοβατεί, καθώς τα μεγάλα κράτη μέλη της επιβάλλουν στα αδύναμα μια πολιτική που εξυπηρετεί τα δικά τους συμφέροντα. Η περίπτωση με τις ροές προσφύγων από εμπόλεμες συρράξεις προς την Ευρώπη είναι ενδεικτική. Με την Κύπρο, την Ελλάδα και την Ιταλία να ασφυκτιούν και τις Βρυξέλλες να κάνουν πως δεν αντιλαμβάνονται το πρόβλημα.

Τελευταίο, αλλά όχι έσχατο παράδειγμα, οι απειλές του Αμερικανού Προέδρου να επιβάλει δασμούς ύψους 25% σε ευρωπαϊκά αυτοκίνητα, αν δεν ακολουθούσαν την πολιτική των ΗΠΑ εναντίον του Ιράν.

Σύμφωνα με δημοσίευμα της Washington Post, την Τετάρτη (15/01), Ευρωπαίοι αξιωματούχοι υποστήριξαν ότι οι ΗΠΑ απείλησαν με επιβολή δασμών κατά 25% σε αυτοκίνητα από τη Γερμανία, τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, αν αρνούνταν να καταδικάσουν τις ενέργειες της Τεχεράνης και να προσφύγουν στον μηχανισμό επίλυσης διαφορών της συμφωνίας.

Έτσι, οι τρεις χώρες κατηγόρησαν επίσημα το Ιράν για παραβίαση της συμφωνίας, προκαλώντας μια εναλλακτική λύση που θα μπορούσε να επαναφέρει τις κυρώσεις των Ηνωμένων Εθνών στο Ιράν.

Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει χρησιμοποιήσει προηγουμένως δασμούς κατά της Ε.Ε., για να κερδίσει ευνοϊκές εμπορικές παραχωρήσεις.Τώρα χρησιμοποιεί απειλές για να επηρεάσει και την εξωτερική τους πολιτική και, δυστυχώς, το επιτυγχάνει. Η γεωπολιτική των ΗΠΑ μέσα από τον φακό «Πρώτα η Αμερική» ουσιαστικά λειτουργεί πολιτικά και οικονομικά ως ένα ισχυρό κεφαλοκλείδωμα έναντι των υπολοίπων και ιδιαίτερα των συμμάχων τους.

Quo vadis Ρωσία

Η ρωσική παρέμβαση σε κρίσιμες ανοιχτές συγκρούσεις, όπως έγινε στην περίπτωση της Συρίας, με την εμπλοκή της στη μάχη κατά των ένοπλων τζιχαντιστικών οργανώσεων, την έφεραν σε θέση ρυθμιστή. Αν, για παράδειγμα, ο Σύρος Πρόεδρος (ο οποίος αρχικά διατηρούσε φιλοαμερικανική πολιτική), δεν ζητούσε τη βοήθεια της Μόσχας, ίσως να είχε και αυτός την τύχη του Λίβυου ηγέτη Μ. Καντάφι.

Ταυτόχρονα, με την τακτική που ακολούθησε, η Μόσχα πέτυχε να προσφέρει εγγυήσεις σε όλες τις πλευρές.

Παρότι οι σχέσεις με την Τουρκία έφτασαν σε οριακό σημείο μετά την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού, εντούτοις κατάφερε να οικοδομήσει ένα επίπεδο συνεννόησης, ακριβώς επειδή προσέφερε εχέγγυα ενάντια στον «υπαρξιακό» φόβο της Τουρκίας ότι θα διαμορφωνόταν μια οιονεί κουρδική οντότητα. Συνεργάστηκε με τη συριακή κυβέρνηση, αλλά και το Ιράν, που εξαρχής είχε παρουσία στη σύγκρουση, θέτοντας όμως και την ανάγκη η όλη εξέλιξη να έχει και πολιτική προοπτική. Παράλληλα, μπορούσε να δίνει και άλλες εγγυήσεις, για παράδειγμα προς το Ισραήλ, που ανησυχούσε για ενδεχόμενη αξιοποίηση του εδάφους της Συρίας για επιθέσεις εναντίον του.

Η Ρωσία και η κρίση στη Λιβύη

Η παρέμβαση της Ρωσίας στη λιβυκή κρίση επιβεβαιώνει τη διπλωματική της ικανότητα και την ανάδειξή της, όπως στην περίπτωση της Συρίας, σ’ έναν ουσιαστικό παίκτη, αν όχι καθοριστικό πρωταγωνιστή. Αν και αρχικά στήριζε τις δυνάμεις του στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ, με την παρουσία της ρωσικής μισθοφορικής εταιρείας Βάγκνερ στο πλευρό του (παρόλο που επίσημα το αρνείται), την ίδια στιγμή δεν διέρρηξε πλήρως τις σχέσεις και με την κυβέρνηση Σάρατζ. Το γεγονός ότι κατάφερε να οδηγήσει στη Μόσχα και στο ίδιο τραπέζι τις αντιμαχόμενες πλευρές (ανεξάρτητα ποιο θα είναι το αποτέλεσμα της συνόδου στο Βερολίνο), αναδεικνύεται ως πρωταγωνιστής των εξελίξεων και σε ρόλο ειρηνευτή. Ακόμη και στο Αφγανιστάν η Ρωσία ετοιμάζεται να αναλάβει πιο ενεργητικό ρόλο.

Ρωσία - Τουρκία και στο βάθος Ελλάδα - Κύπρος

Όταν διαπιστώνεται πως η Ρωσία καλύπτει αυτήν τη στιγμή το κενό που αφήνουν οι αντιφάσεις των «άλλων παικτών» σε κρίσιμες γεωπολιτικές συγκρούσεις, είναι παραλογισμός Ελλάδα και Κύπρος να δίνουν συνεχώς και με θλιβερές υποκλίσεις διαπιστευτήρια υποταγής αποκλειστικά και μόνο προς τις ΗΠΑ. Μόνο οι δηλώσεις του ΥΠΕΞ Ν. Χριστοδουλίδη για τις σχέσεις αναβάθμισης της Κύπρου με τις ΗΠΑ, αλλά και οι απαξιωτικές υποσημειώσεις ότι «έχουμε καλές σχέσεις και με τη Ρωσία», δείχνουν την ανικανότητα ή καλύτερα απροθυμία να ασκήσουμε μια επιθετική διπλωματία που θα εγγυάτο, αν μη τι άλλο ασφάλεια για την ανοχύρωτη Κύπρο.

Σε αντίθεση με την Τουρκία, που εκμεταλλεύεται συνεχώς τη συνεργασία της με τη Μόσχα, ως αντίβαρο με τις ΗΠΑ, αλλά την ίδια ώρα κατορθώνει να χαίρει της πλήρους στήριξης του Τραμπ.

Βέβαια, η Τουρκία είναι μια τεράστια χώρα και η Κύπρος μπροστά της θεωρείται πολίχνη. Ένας Δαβίδ μπροστά στον όγκο ενός Γολιάθ. Όμως, η Κύπρος, με τη γεωστρατηγική της θέση, μπορεί να παίξει έξυπνα τα χαρτιά των γεωπολιτικών της προνομίων και να προσεγγίσει περισσότερο τη Μόσχα, μη αποκλείοντας τη βοήθεια και στήριξή της απέναντι στην επεκτατικότητα της Τουρκίας.

Οι σχέσεις Ρωσίας -Τουρκίας δεν είναι τόσο απλές όσο τις περιγράφουν σε επιδερμικές αναλύσεις τους Συναγερμικοί βουλευτές από τα κανάλια, πως «μια χαρά τα πάνε οι δύο τους». Ο Ερντογάν δεν είναι τόσο άτρωτος, όσο θέλει να φαίνεται. Η Ρωσία γνωρίζει πολύ καλά τις προθέσεις των Τούρκων και δεν πρόκειται να τους αφήσει να κάνουν γιουρούσι είτε στη Συρία είτε στη Λιβύη ή σε οποιανδήποτε άλλη χώρα σύμμαχο τής ζητήσει βοήθεια.

Οι τελευταίες απειλές του Τούρκου Προέδρου ότι θα στείλει στρατό στη Λιβύη - λίγα μόνον 24ωρα πριν από τη διάσκεψη του Βερολίνου - και ότι η χώρα του ξεκινά σεισμογραφικές έρευνες στις θαλάσσιες περιοχές μεταξύ Τουρκίας -Λιβύης, όπως καθορίζει η ανομιμοποίητη συμμαχία με την κυβέρνηση της Τρίπολης, δυναμιτίζει το κλίμα και δοκιμάζει τις αντοχές της Ρωσίας και του στρατάρχη Χαφτάρ, ο οποίος αντιμετωπίζει την Τουρκία ως έναν εισβολέα κατακτητή.

Δυστυχώς, ζούμε σ’ έναν ταραγμένο κόσμο και σ’ ένα κλίμα νέου Ψυχρού Πολέμου. Μέσα σε αυτό το κλίμα η Κύπρος, ως μια χώρα που για 45χρόνια ο τουρκικός στρατός κατέχει σημαντικά εδάφη της και βλέπει με απόγνωση την Τουρκία να επιδιώκει να στρατιωτικοποιήσει το βόρειο τμήμα της, οφείλει να επαναπροσδιορίσει και μετρήσει τους συμμάχους της. Μέχρι σήμερα, ούτε οι ΗΠΑ, ούτε οι Βρυξέλλες, πέρα από ρητορικές διακηρύξεις, δεν στρίμωξαν την Άγκυρα και το καθεστώς του Ερντογάν. Η σύσφιγξη των σχέσεων με τη Ρωσία και ενέργειες που θα μπορούσαν να την φέρουν πιο κοντά στο πρόβλημά μας ίσως να είναι το τελευταίο μας χαρτί για να βγάλουμε την Κύπρο από τα αρπακτικά πλοκάμια της Τουρκίας. Δεν μπορούμε καιροσκοπικά να προσφεύγουμε στη Ρωσία για στήριξη, μόνον όταν όλοι οι άλλοι μάς εγκαταλείπουν.