Και πάλιν η επιστημονική/τεχνολογική αναβάθμιση της Κύπρου

Δυστυχώς και πάλι ένα πολύ σημαντικό έργο που προγραμματίστηκε να προωθηθεί από τη δεκαετία του 1980, το Τεχνολογικό Πάρκο, δεν υλοποιήθηκε μέχρι σήμερα. Τελευταία ακούσαμε ότι ο Κυπριακός Οργανισμός Προσέλκυσης Επενδύσεων (CIPA) ανέλαβε τη δημιουργία του πάρκου στο Πεντάκωμο. Ο CIPA θα ξεκινήσει απευθείας επαφές με σημαντικούς οργανισμούς του εξωτερικού με σκοπό να αναλάβουν το έργο. Η ιδέα είναι να παραχωρηθεί κρατική γη υπό τη μορφή ενοικιοστασίου κι ο στρατηγικός επενδυτής να αναλάβει την εκπόνηση του ρυθμιστικού σχεδίου και ακολούθως τη δημιουργία των αναγκαίων υποδομών. Η εισήγησή μου είναι να επαναπροσεγγίσουμε και τις Αρχές του τεχνολογικού πάρκου της γαλλικής πόλης Νίκαια, «Σοφία-Αντίπολη», που τη δεκαετία του 1980 υπέβαλαν έκθεση στην οποία συνιστούσαν τη δημιουργία τεχνολογικού πάρκου σε συνεργασία μαζί τους.

Παρά τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν για την εισαγωγή σύγχρονης τεχνολογίας, το μεγαλύτερο μειονέκτημά μας μέχρι σήμερα είναι η περιορισμένη παραγωγή προιόντων υψηλής τεχνολογίας. Όλη εκείνη η προσπάθεια για την ίδρυση Πανεπιστημίων κι Ερευνητικών Κέντρων δεν απέφερε ακόμη τους αναμενόμενους καρπούς. Χρειάζεται να βρεθεί ο τρόπος αξιοποίησης των γνώσεων των πανεπιστημιακών, των ερευνητών και των αποφοίτων τους. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει να ιδρυθούν σύγχρονα εργοστάσια και τα υφιστάμενα να αναβαθμίσουν τεχνολογικά τις δραστηριότητές τους. Γι’ αυτό η Πολιτεία και τα ίδια τα Πανεπιστήμια θα πρέπει να βρουν τους τρόπους ενεργού ανάμειξής τους στο έργο αυτό.

Η είδηση για τις εξελίξεις αναφορικά με το Τεχνολογικό Πάρκο έφερε στη μνήμη μου τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν για επιστημονική/τεχνολογική αναβάθμιση της οικονομίας, της μοναδικής οδού για σίγουρη και μόνιμη ανάπτυξη μιας χώρας του μικρού μεγέθους και των περιορισμένων πόρων της Κύπρου. Ακόμη κι αν ευνοηθούν οι προσπάθειες για αξιοποίηση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου της Κυπριακής ΑΟΖ δεν πρέπει να περιοριστούμε μόνο στην εμπορική εκμετάλλευσή του.

Μόλις έγινε αντιληπτό ότι η Κύπρος κέρδιζε το στοίχημα της οικονομίας μετά την εισβολή, καταβλήθηκαν ξανά έντονες προσπάθειες για εισαγωγή νέας τεχνολογίας. Το Δεύτερο και Τρίτο Σχέδιο Ανάπτυξης (1967-1971/1972-1976), υιοθέτησαν συγκεκριμένες πολιτικές γι’ αυτό. Το τελευταίο διελάμβανε: «Οι ξένες επενδύσεις θα συνεχίσουν να ενθαρρύνονται. Οι επενδύσεις αυτές δεν είναι απλά ένα μέσο για συμπλήρωση των εγχωρίων αποταμιεύσεων, αλλά κι ένα μέσο για διοχέτευση σύγχρονης τεχνολογίας και τεχνογνωσίας στην οικονομία…». Στα Έκτακτα Σχέδια μετά το 1974 μιλήσαμε για την ανάγκη προώθησης έργων και δράσεων έντασης κεφαλαίου, υψηλής προστιθέμενης αξίας και εξαγωγικού προσανατολισμού, που οδηγούν σε τεχνολογική αναβάθμιση, καλύτερη ποιότητα και μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα. Οι αρχές αυτές ίσχυαν για όλους τους τομείς, ιδιαίτερα όμως για όσους στηρίζονται σε επιστημονικές γνώσεις. Είναι αυτό που αργότερα η Ε.Ε. προσδιόρισε ως οικονομία της γνώσης.

Τότε η ακαδημαική έρευνα ήταν ανύπαρκτη. Αναζητήσαμε με ειδική μελέτη τον καλύτερο τρόπο μεταφοράς τεχνολογίας στην Κύπρο («Έκθεση Τανέζα: Ανάπτυξη Θεσμικού Πλαισίου για Μεταφορά Τεχνολογίας») και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Με εισήγησή μας η Κυβέρνηση υιοθέτησε νέα πολιτική για ξένες επενδύσεις το 1986 (κριτήρια εξέτασης αιτήσεων, τομείς και ποσοστά συμμετοχής). Το αποκορύφωμα των προσπαθειών έγινε με την υποβολή το 1988 των εκθέσεων Μάρρεϊ («Στρατηγική Βιομηχανικής Ανάπτυξης της Κύπρου») και Καπλίνσκι («Στρατηγική Τεχνολογικής Ανάπτυξης»). Οι μελέτες επαναβεβαίωσαν ότι: η επιστημονική/τεχνολογική προσέγγιση θα μπορούσε να διαδραματίσει πρωτεύοντα ρόλο στην ανάπτυξη της οικονομίας, η ειδική γεωγραφική θέση και το μέγεθος της Κύπρου απαιτούν συγκεκριμένες πολιτικές (εξαγωγών, τεχνολογίας, πληροφορικής) και προσπάθειες εξύψωσης των επιπέδων των εγχώριων τεχνολογικών δυνατοτήτων μέσω ανάλογης ανάπτυξης των συστημάτων εκπαίδευσης/ κατάρτισης.

Οι εμπειρογνώμονες εισηγήθηκαν τη δημιουργία Συμβουλίου Αναδιάρθρωσης με κυριότερους στόχους: την καλλιέργεια τεχνολογικής κουλτούρας, επισήμανση αποτελεσματικών τρόπων μεταφοράς τεχνολογίας και εξαγωγής αργότερα κυπριακής τεχνολογίας, ενθάρρυνση της μεγαλύτερης τεχνολογικής εμβάθυνσης με υποβοήθηση συνεργασιών, αξιοποίηση της κρατικής/ημικρατικής τεχνολογίας, ανάπτυξη στρατηγικής τεχνολογικής αναβάθμισης γεωργικών δραστηριοτήτων με συγκριτικά πλεονεκτήματα, διαχείρισης υδάτινων πόρων και εισαγόμενων ενεργειακών πόρων, παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, αντιμετώπιση θεμάτων περιβάλλοντος κλπ.

Από το 1996 λειτουργεί το Ιδρυμα Προώθησης 'Eρευνας με βασικές επιδιώξεις την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων επιστημονικής έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και καινοτομίας, ενίσχυση της ερευνητικής υποδομής, διαχείριση ευρωπαϊκών και διεθνών προγραμμάτων έρευνας/τεχνολογίας/ καινοτομίας και δημιουργία ερευνητικής κουλτούρας. Τελικά έγινε ο CIPA το 2007 με βασικό σκοπό την προώθηση της Κύπρου ως ενός ελκυστικού διεθνούς κέντρου επενδύσεων.

Πέραν των ανωτέρω ιδρύθηκε η Ελεύθερη Βιομηχανική Περιοχή Λάρνακας στην οποία δραστηριοποιήθηκαν, δυστυχώς μόνο για λίγο, ξένοι βιομηχανικοί κολοσσοί (ιαπωνική Hitachi, ινδική Tata) κι υιοθετήθηκε ο θεσμός και για Κύπριους βιομηχάνους. Δυστυχώς, η αντίδραση, που παρουσιάστηκε τότε από άλλους παραγωγούς, οδήγησε στην εγκατάλειψη της όλης προσπάθειας. Μια άλλη σημαντική ενέργεια στην οποία προβήκαμε τη δεκαετία του 1980 για τεχνολογική αναβάθμιση ήταν η άκαρπη προσπάθεια δημιουργίας Τεχνολογικού Πάρκου. Ήρθαμε σε επαφή με τις Τοπικές Αρχές της Νίκαιας, Γαλλίας και το Τεχνολογικό Πάρκο της πόλης, γνωστό με το ελληνικότατο όνομα «Σοφία- Αντίπολη». Σε επίσκεψη του Δημάρχου της Νίκαιας στην Κύπρο ζήτησα τη βοήθειά του για να μελετήσουμε τη δημιουργία και στη Κύπρο ανάλογου πάρκου. Ειδική αποστολή υπό τον τότε Υπουργό Εμπορίου/Βιομηχανίας επισκέφτηκε το Πάρκο. Παράλληλα αποστολή ειδικών από τη Νίκαια επισκέφτηκε την Κύπρο και υπέβαλε το 1987 τελική έκθεση, στην οποία συνιστούσαν τη δημιουργία τεχνολογικού πάρκου στην Κύπρο και περιέγραφαν τα χαρακτηριστικά του.

*Πρώην Υπουργός, πρώην Γενικός Διευθυντής Γραφείου Προγραμματισμού