Η εποχή του Δωδεκαημέρου
Η παράδοση των ημερών είναι συνυφασμένη με τα διάφορα έθιμα για να μπει καλά η χρονιά και αντιλήψεις για την ύπαρξη δυνάμεων όπως οι καλικάντζαροι, που επιχειρούν να διαταράξουν τις ισορροπίες του σύμπαντος, οι οποίες αποκαθίστανται κατά τη γιορτή των Επιφανίων με τον αγιασμό των υδάτων

Η εποχή του Δωδεκαημέρου δεν είναι απλώς μια εορταστική περίοδος, καθότι οι γιορτές των ημερών συμπίπτουν με το χειμερινό ηλιοστάσιο, το πέρασμα από το σκοτάδι στο φως και την αλλαγή που συντελείται αυτήν την περίοδο στη φύση. Καθώς οι μέρες αρχίζουν να μεγαλώνουν και οι νύκτες μικραίνουν, οι άνθρωποι γιόρταζαν από τα πανάρχαια χρόνια την αναγέννηση της φύσης και του φωτός. Η περίοδος αυτή είναι η πιο κρίσιμη του ηλιακού κύκλου, αφού ο ήλιος είναι στο πιο μακρινό σημείο από τη γη. Σε εποχές πολύ παλιές, αρχέγονοι φόβοι ότι το φως θα συνεχίσει να λιγοστεύει κυριαρχούσαν. Η υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπου και οι λαϊκές παραδόσεις, προλήψεις και δεισιδαιμονίες από τα πανάρχαια χρόνια θεωρούσαν τις μέρες αυτές ένα συμπαντικό πέρασμα από μια κατάσταση σε άλλη, μετάβαση κατά την οποία οι ισορροπίες εύκολα διαταράσσονται. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο η παράδοση των ημερών είναι συνυφασμένη με τα διάφορα έθιμα για να μπει καλά η χρονιά και αντιλήψεις για την ύπαρξη δυνάμεων όπως οι καλικάντζαροι, που επιχειρούν να διαταράξουν τις ισορροπίες του σύμπαντος, οι οποίες αποκαθίστανται κατά τη γιορτή των Επιφανίων με τον αγιασμό των υδάτων.
Στο πνεύμα των ημερών συναντούμε και τα κάλαντα των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων. Τραγούδια που εντάσσονται στον κύκλο του χρόνου και αποτυπώνουν με παραστατικό τρόπο, σε γλώσσα εύκολα αντιληπτή, τα γεγονότα της εορτής. Συνήθως τραγουδιούνται την παραμονή καθεμιάς από τις γιορτές, από ομάδες παιδιών που γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι και συνοδεύονται από φιλοδώρημα των νοικοκυραίων προς τους καλαντιστές.
Η ονομασία κάλαντα προέρχεται από τις καλένδες, εορτασμούς για την αρχή του μήνα στην Αρχαία Ρώμη, με πιο γνωστές τις Καλένδες του Ιανουαρίου, της έναρξης δηλαδή κάθε Νέου Έτους. Η καταγωγή τους ως εκ τούτου είναι συνδεδεμένη με προχριστιανικές γιορτές.
Τα κάλαντα έχουν γλώσσα και ύφος που φανερώνει ότι αρχικά γράφτηκαν από λόγιους, ανθρώπους της Εκκλησίας. Χαρακτηριστικά τέτοιου ύφους είναι τα Βυζαντινά Κάλαντα των Κοτυώρων του Πόντου. Με την πάροδο του χρόνου, σε αρκετές περιπτώσεις έχουν δεχθεί έντονες τις επιδράσεις των τοπικών διαλέκτων, διατηρώντας ταυτόχρονα έντονα τα στοιχεία της λόγιας καταγωγής τους. Πέρα από τις πληροφορίες για τη σχετική γιορτή, περιέχουν ευχές για υγεία και μακροημέρευση και παινέματα για τους νοικοκύρηδες του σπιτιού:
«Χρόνια πολλά να ζήσετε, να ΄στε ευτυχισμένοι/τζιαι στο κορμίν τζιαι στην ψυσιήν να ΄σαστεν πλουμισμένοι». Κυπριακά Κάλαντα Χριστουγέννων
«Κυρά ψηλή κυρά λιγνή κυρά γαϊτανοφρύδα/κυρά μου όταν στολίζεσαι να πας στην εκκλησιά σου/βάνεις τον Ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αγκάλη/και τον καθάριο αυγερινό τον βάζεις δακτυλίδι/εδώ που τραγουδήσαμε πέτρα να μη ραΐσει/κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνους πολλούς να ζήσει». Κάλαντα Πελοποννήσου
Τέλος κατέληγαν σε αίτημα φιλοδωρήματος:
«Δώστε μας και τον κόκορα δώστε μας και την κότα/Δώστε μας και πεντ’ εξ’ αυγά να πάμε σ’ άλλη πόρτα». Κάλαντα Πελοποννήσου
Και βεβαίως εάν οι καλαντιστές έκριναν πως το φιλοδώρημα δεν ήταν ικανοποιητικό, ακολουθούσαν σκωπτικοί στίχοι για τον σφιχτοχέρη νοικοκύρη.
Προχριστιανικά στοιχεία στα Κάλαντα
Κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους, οι μεγάλες πολυεθνικές αυτοκρατορίες αποτέλεσαν χοάνη των πολιτισμικών χαρακτηριστικών των λαών οι οποίοι τους αποτελούσαν, με αποτέλεσμα να παρατηρείται συχνά το φαινόμενο του θρησκευτικού συγκρητισμού, της εισαγωγής δηλαδή της λατρείας ανατολικών θεοτήτων στον ελληνικό και μετέπειτα στον ρωμαϊκό κόσμο. Υπήρχε ταύτιση θεοτήτων ελληνικών και ανατολικών με κοινά στοιχεία, και συχνά προέκυπταν και υβριδικές θεότητες.
Μια από τις περιπτώσεις αυτές είναι και αυτή του Μίθρα, Θεού του Φωτός των Περσών, του οποίου η γέννηση εορταζόταν κατά την έναρξη του χειμερινού ηλιοστασίου, που σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο ξεκινούσε στις 25 Δεκεμβρίου. Η τοποθέτηση της εορτής των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου έγινε από τους πατέρες της Εκκλησίας ακριβώς για να εκτοπίσουν τη λατρεία των ειδωλολατρικών θεοτήτων. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τα λατρευτικά στοιχεία που προϋπήρχαν να συγχωνευθούν και να επιβιώσουν μέσα από τον Χριστιανισμό, παρά την φαινομενική σύγκρουση νέας και παλαιάς θρησκείας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το κάλαντο των Χριστουγέννων της Θράκης:
«Σαράντα μέρες, σαράντα νύχτες/η Παναγιά μας κοιλοπονούσε/
Κοιλοπονούσε, παρακαλούσε/τους Αρχαγγέλους και ιεράρχες
Σεις αρχάγγελοι και ιεράρχες στην Σμύρνη πηαίντε μαμμές να φέρτε
Αγιά Μαρίνα Άγια Κατερίνα στην Σμύρνη πάνε μαμές να φέρουν
Κι’ όσο να πάνε κι όσου να έρθουν η Παναγία μας ξιλευτερώθη…»
και πιο κάτω:
«Σαν ήλιος λάμπει σα νιο φεγγάρι/σα νιο φεγγάρι το παλληκάρι…»
Εδώ ακριβώς φαίνεται καθαρά η αντίληψη του μέσου λαϊκού ανθρώπου της παραδοσιακής κοινωνίας: ενώ σύμφωνα με την Εκκλησία η Παναγία γέννησε με υπερφυσικό τρόπο, εδώ παρουσιάζεται να γεννά με τοκετό και μάλιστα με τη συμπαράσταση ιεραρχών, αρχαγγέλων και αγίων, όπως ακριβώς και οι Αρχαίες Θεότητες. Με δεδομένο το γεγονός ότι πρόκειται για κάλαντο της Θράκης, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι είναι κατάλοιπο της Ορφικής λατρείας και της γέννησης του Απόλλωνα, και κατ’ επέκταση του Μίθρα.
Εργαλείο μελέτης του λαϊκού πολιτισμού
Η έναρξη κάθε Νέου Έτους συμπίπτει με τη γιορτή του Αγίου Βασιλείου. Το κυπριακό πρωτοχρονιάτικο κάλαντο είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό κείμενο για τη γιορτή, καθώς αναφέρεται στη ζωή του Μεγάλου Βασιλείου, την καταγωγή του, την έφεσή του στα γράμματα, εισάγοντας με αυτόν τον τρόπο τους ακροατές στο πνεύμα και τη σημασία τις γιορτής.
«Πάλι ακούσετε άρκοντες τι ήρταμεν να σας πούμεν/πως αύριον είναι γιορτή τζιαι πρέπει να χαρούμεν/Αύριον εν Αρχιχρονιά πρώτη Ιανουαρίου/όπου γιορτάζεται παντού τ' Αγίου Βασιλείου/Ζητώ χάριν που τον Θεόν τα λόγια μου να δέσω/τον Άγιον Βασίλειον να σας τον επαινέσω/Που τον αφέντην τον Θεόν ήτανε φωτισμένος/τζιαι στων γραμμάτων την σπουδήν σοφίαν πλουτισμένος/Γέννημαν της Καισάρειας βλαστός Καππαδοκίας/τζιαι ποιητής θεόπνευστος της θείας λειτουργίας/αρχιερείς τον σέβονται παπάδες τον τιμούσιν οι άρκοντες τζιαι ο λαός σκυφτοί τον προσκυνούσιν…».
Και τέλος:
«Πρωτομηνιά, Πρωτoχρονιά τζιαι πάλε αρχή του Λόγου/τζιαι εμείς καλώς σας ηύραμεν να ζιήτε τζιαι του χρόνου»
Υπογραμμίζοντας την αβεβαιότητα της πορείας του ανθρώπου.
Στις μέρες μας τα Κάλαντα έχουν απολέσει τον ρόλο που είχαν στο παρελθόν, καθώς έχουν σε μεγάλο βαθμό εκτοπιστεί από τα ξενόφερτα δυτικότροπα χριστουγεννιάτικα τραγούδια. Παραμένουν, ωστόσο, ουσιαστικό μέρος της εορταστικής ατμόσφαιρας των ημερών, καθώς και της μουσικής μας παράδοσης. Είναι σημαντική πηγή πληροφοριών για τον πολιτισμό μας και απηχούν το σύστημα αξιών και τις αντιλήψεις των κοινωνιών του παρελθόντος από τις οποίες προέρχονται.
Μας παρέχουν πάρα πολλά στοιχεία σχετικά με τις θρησκευτικές γιορτές και τη λατρεία, και όπως και το σύνολο σχεδόν των δημοτικών μας τραγουδιών είναι εργαλεία κατανόησης των αγροτικών κοινωνιών του παρελθόντος, τόσο σε επίπεδο συνηθειών όσο και σε τρόπο σκέψης και αντίληψης θρησκευτικών αλλά και άλλων ευρύτερα κοινωνικών πτυχών.
Η μελέτη των Καλάντων και των άλλων δημοτικών τραγουδιών όχι μόνο μουσικά, αλλά και σε επίπεδο πολιτισμικής ανάλυσης στο σύνολό τους -εφ’ όσον ο διαχωρισμός λόγου και μουσικής στο δημοτικό τραγούδι αποτελεί διαδικασία αφύσικη- είναι δυνατό να αποτελέσει σημαντικό κομμάτι γνωριμίας με τον πολιτισμό και το παρελθόν μας. Είναι δυνατό, δηλαδή, να έρθει κανείς σε επαφή με στοιχεία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και να αποκτήσει ουσιαστική κατανόηση γύρω από αυτά χωρίς την ύπαρξη των στοιχείων που ταλαιπωρούν την εκπαίδευση, καθώς η μουσική και το τραγούδι και η συμμετοχή διευκολύνει τη μάθηση. Είναι ίσως ο πλέον κατάλληλος χρόνος να αναγνωρίσουν οι αρμόδιοι του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ότι είναι υπαρκτός και ακμαιότατος ο κλάδος της Εθνομουσικολογίας, που κατ’ εξοχήν πραγματεύεται τις παραδοσιακές μας μουσικές και τα πολιτισμικά στοιχεία που αυτές φέρουν, και της οποίας (και των εν Κύπρω ειδικών σε τέτοια θέματα) με τόση φροντίδα παραγνωρίζουν την ύπαρξη και τον ρόλο στη μελέτη και διδασκαλία του λαϊκού μας πολιτισμού, παραγκωνίζοντάς τους εδώ και αρκετές δεκαετίες.
Βιβλιογραφία
Μέγας, Α.Γ. (1988) Ελληνικές Γιορτές και Έθιμα της Λαϊκής Λατρείας (Αθήνα: Οδυσσέας).
Κυριακίδης, Στίλπων (1990) Το Δημοτικό Τραγούδι (Αθήνα: Ερμής).
Κυριακίδου - Νέστορος, Άλκη (1989) Λαογραφικά Μελετήματα Ι (Αθήνα: Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου).
Τερλικκάς, Μιχάλης (1999) Τα κάλαντα του Ελληνισμού (αδημοσίευτη εργασία)
Τσαγγάρη, Χαμπή (2005) Οι καλικάντζαροι τζιαι το παιξίμιν (Λευκωσία)
Δισκογραφία
Αρχείο Ελληνικής Μουσικής - Κάλαντα Δωδεκαημέρου
Δόμνα Σαμίου - Ελληνικά Κάλαντα
Μιχάλη Τερλικκά - Των Γεννών τζιαι της Λαμπρής
Γιάννη Τσιαμούλη - Χριστός Γεννάται