Αναλύσεις

Δεν αντέχει η οικονομία ένα δεύτερο lockdown

Απρόβλεπτες οι επιπτώσεις στα δημοσιονομικά της Κύπρου από ένα δεύτερο κύμα κρουσμάτων – Εφιαλτικό σενάριο η επιβολή ενός νέου lockdown σε περίπτωση που τα κρούσματα συνεχίσουν να αυξάνονται ραγδαία

Εφιάλτη για τα δημόσια οικονομικά μπορεί ν’ αποτελέσει ένα δεύτερο κύμα κορωνοϊού στη χώρα μας. Χειρότερο σενάριο -και κάτι που απεύχονται όλοι- είναι το ενδεχόμενο επιβολής ενός δεύτερου lockdown, στο οποίο η κυπριακή οικονομία δεν θα μπορέσει ν’ αντεπεξέλθει. Οικονομολόγοι και άλλοι φορείς με δηλώσεις τους στη «Σημερινή» κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου μπροστά στη ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων μόλυνσης από τον κορωνοϊό και τη συζήτηση που πυροδοτεί ο φόβος για ενδεχόμενους νέους περιορισμούς στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας μας.

Συρρίκνωση ΑΕΠ λόγω Covid-19

Ενδεικτικά του «κτυπήματος» του Covid-19 στην κυπριακή οικονομία είναι τα νεότερα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Στατιστική Υπηρεσία την εβδομάδα που μας πέρασε, σύμφωνα με τα οποία το β’ τρίμηνο του έτους η ζημιά ήταν ελαφρώς μεγαλύτερη από το α’ τρίμηνο ή ακόμα και από τις αρχικές προβλέψεις. Συγκεκριμένα, το β’ τρίμηνο του τρέχοντος έτους το κυπριακό ΑΕΠ συρρικνώθηκε με ρυθμό 12,3%. Τονίζεται πως το δεύτερο τρίμηνο του έτους καλύπτει την περίοδο Απριλίου - Ιουνίου, δηλαδή εμπεριείχε ένα μήνα πλήρους lockdown. Βάσει εποχικά προσαρμοσμένων στοιχείων, η συρρίκνωση το β’ τρίμηνο του έτους ανήλθε σε -12,8% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο του 2020, έναντι -11,6% που ήταν αρχική εκτίμηση, ενώ σε ετήσια βάση (β’ τρίμηνο 2019), η συρρίκνωση ήταν -12,3% σε σύγκριση με 11,9% που ήταν η αρχική εκτίμηση. Αντίθετα, το πρώτο τρίμηνο ο ρυθμός αναθεωρήθηκε προς τα πάνω φτάνοντας στο 1,1% σε ετήσια βάση, έναντι 0,9%, που ήταν η αρχική εκτίμηση. Κατ’ επέκτασιν σε όρους προσαρμοσμένους για τις εποχικές διακυμάνσεις, ο ρυθμός ανάπτυξης περιορίστηκε στο -1,0% έναντι -1,3%. Σε ετήσια βάση ο ρυθμός ανάπτυξης διαμορφώθηκε στο 0,8%. Έτσι, με βάση τα εποχικά διορθωμένα στοιχεία, το πρώτο εξάμηνο, το κυπριακό ΑΕΠ παρουσίασε ρυθμό συρρίκνωσης 11,1%. Υπενθυμίζεται πως σε νεότερη εκτίμησή του, το Υπουργείο Οικονομικών προβλέπει πως το κυπριακό ΑΕΠ το 2020 θα παρουσιάσει συρρίκνωση μικρότερη του 5,5% έναντι 7%, που ήταν η αρχική εκτίμηση.

«Δεν υπάρχουν χρήματα στα ταμεία»

Ο οικονομολόγος Ιωάννης Βιολάρης, σε δηλώσεις του στη «Σ» και ερωτηθείς εάν είμαστε σε θέση από οικονομικής άποψης να προχωρήσουμε σε ένα δεύτερο lockdown, λόγω της ραγδαίας αύξησης των κρουσμάτων που τις τελευταίες ημέρες φτάνουν μέχρι και τριψήφιους αριθμούς, απάντησε κατηγορηματικά «όχι».

Όπως εξήγησε, είναι γνωστό ότι τα δημόσια οικονομικά δεν μπορούν να το αντέξουν, παρόλο που τα κρούσματα είναι περισσότερα από πριν. Ο κ. Βιολάρης εξέφρασε την άποψη ότι προς το παρόν μπορούν να ληφθούν αυστηρότερα μέτρα ειδικά στις επιχειρήσεις και τους εργασιακούς χώρους είτε με ειδικά διαμορφωμένο ωράριο, με ομαδοποίηση του προσωπικού ή ακόμα και με την αξιοποίηση της μεθόδου της τηλεργασίας όπου είναι εφικτό. Σε αυτήν την περίπτωση, όπως είπε, οι εταιρείες που θα τους ζητηθεί να προχωρήσουν σε εργασία από το σπίτι θα πρέπει να το πράξουν με παραγωγικό τρόπο, ώστε να βοηθηθεί όσο μπορεί η οικονομία.

Αν γίνει ένα δεύτερο καθολικό lockdown, συνέχισε, θα πρέπει να βρεθούν χρήματα για να πληρωθούν επιδόματα ως μορφή στήριξης στις επιχειρήσεις και στους εργαζομένους, τα οποία δεν υπάρχουν στα ταμεία του κράτους και χωρίς εξωτερικό δανεισμό αυτό δεν είναι εφικτό. Εκτός, φυσικά, πρόσθεσε, αν τα κρούσματα φτάσουν σε εξωφρενικούς αριθμούς ανά μέρα, που σε τέτοια περίπτωση το lockdown θα είναι αναπόφευκτο.

Το δεύτερο θα είναι πιο σκληρό από το πρώτο

Ερωτηθείς σχετικά ο κ. Βιολάρης τόνισε πως ένα δεύτερο lockdown οπωσδήποτε θα έπληττε την οικονομία μας πολύ πιο σκληρά από το πρώτο. Όπως είπε, ήδη η οικονομία μας και με το πρώτο και παρ’ όλη τη βοήθεια που δόθηκε από το κράτος πλήγηκε σε μεγάλο βαθμό. «Πολλές επιχειρήσεις έβαλαν λουκέτο ή άλλες δεν μπόρεσαν ακόμη να επανέλθουν, οπότε διανύουμε μία κατάσταση δύσκολη, που σίγουρα θα αφήσει πληγές και δεν πρόκειται σύντομα να επανέλθει στην ομαλότητα που υπήρχε πριν από την έξαρση της πανδημίας. Αυτό πρέπει να το κατανοήσουν και οι τράπεζες και να κάνουν ένα βήμα πίσω με το θέμα των εκποιήσεων, γιατί είναι εντελώς άδικο και εκτός πραγματικότητας να συνεχίσουν σαν να μη συμβαίνει τίποτα», κατέληξε.

«Δεν αντέχει η οικονομία μας»

Την ίδια άποψη εξέφρασε μιλώντας στη «Σ» και ο ΓΔ της ΟΕΒ, Μιχάλης Αντωνίου, τονίζοντας πως δεν αντέχει η οικονομία μας ένα νέο lockdown. «Είναι γι’ αυτό που είπαμε ότι πρέπει να εφαρμοστούν τα πρωτόκολλα κατά γράμμα στις επιχειρήσεις και στους χώρους εργασίας», πρόσθεσε. Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Αντωνίου ανέφερε πως αύριο, Δευτέρα, οι εργοδοτικές οργανώσεις και οι συντεχνίες θα παρακαθίσουν σε σύσκεψη με τους επιδημιολόγους υπό τη Διευθύντρια των Ιατρικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας, Ελισάβετ Κωνσταντίνου, κατά την οποία θα απαντηθεί ένας αριθμός ερωτήσεων και αμφιβολιών που υπάρχουν ως προς το τι ακριβώς προνοούν τα πρωτόκολλα και οι οδηγίες για τις επιχειρήσεις. Οπότε, συνέχισε, θα έχουμε ξεκάθαρη εικόνα για να δώσουμε κατάλληλη καθοδήγηση στις επιχειρήσεις μαζί με κάποιες συστάσεις με μέτρα, τα οποία θα μειώσουν τον κίνδυνο της διασποράς.

Ερωτηθείς εάν θα μπορέσει η κυπριακή οικονομία και οι επιχειρήσεις ν’ αντεπεξέλθουν σε τέτοια περίπτωση, απάντησε πως «δεν έχει άλλες αντοχές ούτε η ιδιωτική, η πραγματική οικονομία, ούτε τα δημόσια οικονομικά. Θα είναι τεράστιο το πλήγμα σε μία οικονομία η οποία είναι εξουθενωμένη», συμπλήρωσε ο κ. Αντωνίου.

«Καταστροφικό ένα δεύτερο lockdown»

Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει και η ΠΟΒΕΚ, της οποίας η Κεντρική Γραμματεία την εβδομάδα που μας πέρασε συνήλθε σε τακτική συνεδρία με βασικό θέμα την κατάσταση και τα προβλήματα που βιώνουν οι Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις συνεπεία της πανδημίας του κορωνοϊού. Σε σχετική ανακοίνωση, που ακολούθησε της συνεδρίας της, η ΠΟΒΕΚ προειδοποίησε ότι ένα δεύτερο κύμα αυστηρότερων μέτρων και ένα νέο lockdown θα είναι καταστροφικό και μη διαχειρίσιμο, προσθέτοντας πως προτεραιότητα της Οργάνωσης είναι η αντιμετώπιση του κινδύνου έξαρσης και διασποράς του κορωνοϊού, η καθολική εφαρμογή των πρωτοκόλλων, καθώς και η ατομική και συλλογική ευθύνη επιχειρήσεων και εργαζομένων.