Αναλύσεις

Νέα χρηματοοικονομικά προϊόντα

Αυτό που ενδεχομένως να απαιτείται είναι ο επανασχεδιασμός του τομέα, η ενίσχυση αφενός της γκάμας των χρηματοοικονομικών προϊόντων που προσφέρονται και αφετέρου της δευτερογενούς αγοράς, καθώς και η προσέλκυση και εγκατάσταση στην Κύπρο μεγάλων χρηματοπιστωτικών και χρηματοοικονομικών ομίλων

Η Κύπρος, μέσα από τα χρόνια, κατάφερε να αποτελέσει ένα σημαντικό χρηματοοικονομικό κέντρο, με τα κύρια ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα να είναι το φορολογικό και νομικό πλαίσιο, το χαμηλό διοικητικό κόστος και η ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού. Η χώρα μας όμως δεν κατάφερε να εδραιωθεί στις χρηματαγορές και να φτάσει πιο κοντά στο μοντέλο της Σιγκαπούρης, για παράδειγμα. Η εποχή που κάποιος ξένος επενδυτής ίδρυε μια εταιρεία στην Κύπρο για να πραγματοποιήσει κάποιες πράξεις αποτελεί πλέον παρελθόν.

Αυτό που ενδεχομένως να απαιτείται είναι ο επανασχεδιασμός του τομέα, η ενίσχυση αφενός της γκάμας των χρηματοοικονομικών προϊόντων που προσφέρονται και αφετέρου της δευτερογενούς αγοράς (το ομόλογο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που εκδόθηκε για τους σκοπούς του προγράμματος SURE έχει ενταχθεί στο Χρηματιστήριο του Λίχτενσταϊν), καθώς και η προσέλκυση και εγκατάσταση στην Κύπρο μεγάλων χρηματοπιστωτικών και χρηματοοικονομικών ομίλων. Η διαφύλαξη των φορολογικών πλεονεκτημάτων της χώρας είναι επιβεβλημένη. Αυτά τα πλεονεκτήματα, όμως, δεν πρέπει να αποτελούν τον μόνο παράγοντα για να αποφασίσει μια επιχείρηση ή ένας επιχειρηματίας τη δραστηριοποίησή του στην Κύπρο.

Είναι ξεκάθαρο ότι το διεθνές οικονομικό και επιχειρηματικό περιβάλλον μεταβάλλεται συνεχώς, διαμορφώνοντας νέες ανάγκες από τους επενδυτές και προσφέροντας ένα παράθυρο ευκαιριών για την προώθηση της Κύπρου ως πιθανού χώρου μεταφοράς έδρας μεγάλων διεθνών εταιρικών ομίλων.

Η μεταβλητότητα στο διεθνές πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον οδηγεί πολλούς επιχειρηματίες να κάνουν σκέψεις για μεταφορά μέρους ή ολόκληρου του κύκλου εργασιών τους σε άλλες περιοχές, για περιορισμό του ρίσκου. Με την τεχνολογική εξέλιξη και την ενοποίηση των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών η αλλαγή της έδρας ενός ομίλου γίνεται ευκολότερη, κυρίως για επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των υπηρεσιών.

Η επιλογή της χώρας εγκατάστασης αποφασίζεται εφόσον ληφθούν υπόψη πολλοί παράγοντες, όπως η γεωγραφική θέση, το χρηματοπιστωτικό, το φορολογικό και νομικό σύστημα, η ευκολία με την οποία μπορεί κάποιος να ταξιδέψει από και προς τη χώρα, ο τρόπος ζωής, το σύστημα υγείας και το εκπαιδευτικό σύστημα.

Η οικογένεια διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην απόφαση κάποιου να αλλάξει βάση. Για παράδειγμα, αν αξιολογούσε κάποιος πολίτης χώρας μη μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης την Κύπρο, θα του φαινόταν πολύ παράξενο η / ο σύζυγος να μπορούσε να διαμένει ως εξαρτώμενο άτομο (με την έννοια της άδειας εργασίας και παραμονής) αλλά να μην έχει τη δυνατότητα να εργάζεται.

Ένας από τους τομείς τον οποίο η Κύπρος κατάφερε να αναπτύξει τα τελευταία χρόνια, μέσα από τη συνεχή συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων φορέων και των επαγγελματιών του κλάδου, είναι αυτός των επενδυτικών ταμείων. Τα επενδυτικά ταμεία ή οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων αποτελούν σημαντικό μέρος της παγκόσμιας αγοράς χρηματοοικονομικών μέσων. Προσελκύουν μεγάλο όγκο επενδύσεων, διότι διαθέτουν συγκεκριμένα πλεονεκτήματα, όπως η διασπορά του κινδύνου και η δυνατότητα επένδυσης σε έργα ή χρηματοοικονομικά μέσα στα οποία ο επενδυτής από μόνος του (δηλαδή χωρίς τη συμμετοχή του σε Οργανισμό Συλλογικών Επενδύσεων - ΟΣΕ) δεν θα είχε πρόσβαση.

Οι επενδύσεις των συγκεκριμένων οργανισμών μπορεί να είναι είτε σε κινητές αξίες όπως μετοχές, ομόλογα, χρηματοπιστωτικές διευκολύνσεις (αγορές δανειακών χαρτοφυλακίων από τραπεζικά ιδρύματα) και παράγωγα ή σε ακίνητα, έργα υποδομής ή ακόμα και σε πολύτιμα μέταλλα ή άλλα αντικείμενα αξίας.

Η Κύπρος διαθέτει σημαντικά πλεονεκτήματα, όπως τον χαμηλό εταιρικό φόρο, την απαλλαγή από την παρακράτηση φόρων σε μερίσματα όταν λαμβάνονται από φορολογικούς κατοίκους εξωτερικού και την απαλλαγή από τον φόρο κερδών που προέρχονται από την πώληση χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων όπως μετοχές, ομόλογα και μερίδια (units) ΟΣΕ/επενδυτικών ταμείων.

Οι συγκεκριμένοι οργανισμοί μπορούν να χρησιμοποιηθούν για επενδύσεις στην Κύπρο αλλά και για επενδύσεις μέσω Κύπρου, εφόσον η χώρα μπορεί να δώσει πρόσβαση τόσο στα ταμεία τα ίδια όσο και στους διαχειριστές στην ευρωπαϊκή αγορά κεφαλαίων.

Τα επενδυτικά ταμεία και οι εταιρείες διαχείρισης αδειοδοτούνται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και δίνουν τη δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων από επενδυτές που δεν είναι κατά κάποιον τρόπο συνδεδεμένοι μεταξύ τους, βάσει των ιδρυτικών εγγράφων και ενημερωτικών δελτίων που εγκρίνονται από τις εποπτικές Αρχές.

Ο τομέας των επενδυτικών ταμείων στην Κύπρο βρίσκεται σε σταθερή πορεία ανάπτυξης και κατάφερε να προσελκύσει το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών αλλά και των διαχειριστών επενδυτικών ταμείων. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπάρξει σταδιακή εγκατάσταση στο νησί μας μεγάλων επενδυτικών τραπεζών και συναφών οργανισμών, ώστε να γίνει δυνατή η περαιτέρω επέκταση του τομέα.

Η προστασία των περιουσιακών στοιχείων, τα οποία θα πρέπει να προστατεύονται από τους αυξημένους κινδύνους της επιχειρηματικής και επενδυτικής δραστηριότητας προς όφελος της οικονομικής ευημερίας της οικογένειας, επιβάλλει την υιοθέτηση και την εφαρμογή στρατηγικής υψηλού σχεδιασμού, ώστε να αποφεύγεται η καθ’ οιονδήποτε τρόπο απειλή τους από πιθανές μελλοντικές αξιώσεις τρίτων.

Το Κυπριακό Διεθνές Εμπίστευμα θεωρείται ένα αποτελεσματικό και ευέλικτο εργαλείο που μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμο για την κατοχή, προστασία και διαχείριση περιουσιακών στοιχείων σε διεθνές επίπεδο. Ουσιαστικά το εμπίστευμα, το οποίο δεν έχει ξεχωριστή νομική προσωπικότητα αλλά ενεργεί και λειτουργεί μέσω του επιστευματοδόχου (επιτρόπου), συνομολογείται με τη συμφωνία εμπιστεύματος που ανήκει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου (Trust Deed).

Ως απόλυτος δικαιούχος των περιουσιακών στοιχείων, ο εμπιστευματοπάροχος παραχωρεί στον επίτροπο, με την υπογραφή της συμφωνίας εμπιστεύματος ή όπως αλλιώς ορίζει η συμφωνία αυτή, τα περιουσιακά στοιχεία που προορίζονται για τους σκοπούς του εμπιστεύματος, τα οποία θα εγγράφονται στο όνομα του επιτρόπου για να τα κατέχει και να τα διαχειρίζεται μαζί με τυχόν εισοδήματα που θα προκύψουν από αυτά, προς όφελος των δικαιούχων του εμπιστεύματος ή οποιωνδήποτε από αυτούς ή προς εξυπηρέτηση οποιουδήποτε σκοπού.

Το εμπίστευμα, ως κατ’ εξοχήν εργαλείο διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων που ο εμπιστευματοπάροχος επιθυμεί να αποξενώσει από την υπόλοιπη περιουσία του, αποτελεί το εχέγγυο προστασίας των στοιχείων αυτών από τις πιθανές αξιώσεις των πιστωτών του, νοούμενου ότι δεν υπήρχε, κατά τον χρόνο διάθεσης των περιουσιακών στοιχείων, πρόθεση καταδολίευσης των πιστωτών.

Συνεπώς, η δημιουργία του εμπιστεύματος και η μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων σε αυτό, μπορεί να παραμεριστεί μόνο από τους πιστωτές του εμπιστευματοπαρόχου, αφού θα έχουν επιτυχώς αποδείξει προς ικανοποίηση του δικαστηρίου, την πρόθεση του τελευταίου να τους εξαπατήσει με τη δημιουργία του εμπιστεύματος και τη μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων στο εμπίστευμα.

Η ευελιξία εφαρμόζεται και στις επενδύσεις, καθώς ο επίτροπος μπορεί να κατέχει, να διατηρεί ή να επενδύει σε κινητή και ακίνητη περιουσία τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό, συμπεριλαμβανομένων των μετοχών σε κυπριακές εταιρείες ή εταιρείες άλλης δικαιοδοσίας, με τρόπο που ο διαχωρισμός των επιχειρηματικών και προσωπικών περιουσιακών στοιχείων να είναι ευδιάκριτος.

Είναι σημαντικό να τονιστεί πως η σχετική νομοθεσία για τα διεθνή εμπιστεύματα περιλαμβάνει πρόνοιες που αφορούν το καθήκον εχεμύθειας που οφείλουν τόσο ο επίτροπος, ο προστάτης ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εμπλέκεται.

Μια νομοθεσία που ετοιμάστηκε και συζητήθηκε πολλά χρόνια αλλά ποτέ δεν ψηφίστηκε είναι αυτή των Εναλλακτικών Ιδρυμάτων (foundations). Αυτά τα χρηματοοικονομικά μέσα είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένα σε άλλες χώρες όπως η Ελβετία. Από τη μια έχουν ξεχωριστή οντότητα και μπορούν να εγγραφούν όπως οι εταιρείες και από την άλλη διαθέτουν τα πλεονεκτήματα των εμπιστευμάτων (τα οποία εγκαθιδρύονται μόνο μέσω του trust deed). Η συγκεκριμένη νομοθεσία έχει ήδη συζητηθεί και θα μπορούσε σε σύντομο χρονικό διάστημα να υιοθετηθεί.

Απαραίτητο εργαλείο σε ένα χρηματοοικονομικό κέντρο είναι η ύπαρξη μιας ισχυρής χρηματαγοράς και μιας δευτερογενούς αγοράς. Το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου (ΧΑΚ) θα μπορούσε να αξιοποιηθεί αποτελεσματικά, ώστε να συμβάλει θετικά στην ευρύτερη προσπάθεια για ενίσχυση του τομέα των υπηρεσιών και της οικονομίας γενικότερα. Οι επιχειρήσεις θα μπορούσαν μέσω του ΧΑΚ να αντλήσουν τα απαραίτητα κεφάλαια προς ανάπτυξή τους. Η χρηματιστηριακή αγορά παρέχει στους επενδυτές (διεθνείς και εγχώριους) ένα μηχανισμό εισόδου και εξόδου στις επενδύσεις τους, κάτι που θα πρέπει να αξιοποιηθεί, εφόσον το ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια μειώνεται.

Είναι απαραίτητο να υπάρξει εισαγωγή των μεριδίων επενδυτικών ταμείων (Funds) στο ΧΑΚ, να αναπτυχθεί ο τομέας των Παραγώγων Προϊόντων και να προωθηθεί η εισαγωγή περαιτέρω εταιρειών στη Νέα Αγορά του ΧΑΚ - ΝΕΑ. Πρέπει επιπλέον να ενθαρρυνθεί η εισαγωγή στο ΧΑΚ καινοτόμων επιχειρήσεων και επιχειρήσεων ενεργειακής δραστηριότητας.