Αναλύσεις

Ρωγμές στην ασυλία Ερντογάν από Μέρκελ

Το τρίπτυχο της γερμανο-τουρκικής λυκοφιλίας και οι απειλές κυρώσεων στην επικείμενη σύνοδο κορυφής

Ένας από τους μεγαλύτερους ευσεβοποθισμούς Λευκωσίας και Αθήνας απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο ήταν η αποφασιστική και δίκαιη μεσολάβηση της Γερμανίας προς όφελος των δύο «Ευρωπαίων εταίρων». Αντιθέτως, η ανάληψη της Προεδρίας της Ε.Ε. από τη Γερμανία την 1ην Ιουλίου 2020 συνοδεύτηκε από μιαν άνευ προηγουμένου κλιμάκωση των τουρκικών ενεργειών και απειλών στην περιοχή, με το Βερολίνο ουσιαστικά να «σώζει» το καθεστώς Ερντογάν από την επιβολή κυρώσεων τον Οκτώβριο, δίνοντας μια «δεύτερη ευκαιρία». Τα βλέμματα είναι εκ νέου στραμμένα στη Σύνοδο Κορυφής της 10ης Δεκεμβρίου, με τη Γερμανίδα Καγκελάριο να στέλνει προχθές το μήνυμα ότι «τα πράγματα δεν έχουν εξελιχθεί όπως θα θέλαμε» με την Τουρκία. Πόσο ρεαλιστικό είναι άραγε αυτήν τη φορά Κύπρος και Ελλάδα να αναμένουν μιαν αλλαγή στη στάση της Γερμανίας απέναντι στο καθεστώς Ερντογάν; Είναι σε θέση ο Τούρκος Πρόεδρος να βασίζεται στη γερμανική καλοσύνη και ασυλία εσαεί;

Εμπόριο - όπλα - μετανάστες

Οι σχέσεις της Τουρκίας με τη Γερμανία ήταν ανέκαθεν προνομιακές, αλλά η Γερμανίδα Καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ ενίσχυσε τις σχέσεις των δύο χωρών ακόμη περισσότερο. Ασχέτως αν ο Ερντογάν την κατηγόρησε ότι χρησιμοποιούσε «ναζιστικές» μεθόδους, επειδή η γερμανική κυβέρνηση δεν επέτρεψε το 2017 συγκεντρώσεις για την υποστήριξη αλλαγών στο τουρκικό σύνταγμα. Ξένοι αναλυτές χαρακτηρίζουν μάλιστα τον Ερντογάν ως «προστατευόμενο» της Μέρκελ στη διεθνή σκηνή. Για να κατανοήσει, ωστόσο, κανείς το επίπεδο και την ανθεκτικότητα των σχέσεων Γερμανίας-Τουρκίας, θα πρέπει να έχει υπ’ όψιν τα τρωτά σημεία μεταξύ τους, που είναι τα ίδια πράγματα που τους ενώνουν: χρήματα, μετανάστευση και στρατηγικοί στρατιωτικοί δεσμοί.

Η Γερμανία είναι αδιαμφισβήτητα ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας και ο κορυφαίος προορισμός για τις τουρκικές εξαγωγές. Μόνον το 2019, το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών ανήλθε σε περίπου 35,4 δισεκατομμύρια ευρώ, με το εμπορικό ισοζύγιο υπέρ της Γερμανίας να φτάνει σχεδόν τα τέσσερα δισεκατομμύρια. Η Γερμανία είναι επίσης ένας από τους κορυφαίους επενδυτές στην Τουρκία με εταιρείες όπως η Siemens, η Volkswagen, η Daimler και η BASF, που διαθέτουν εκεί αντιπροσωπίες. Τις δύο τελευταίες δεκαετίες, η τουρκική οικονομία έχει αναπτυχθεί. Παρ’όλα αυτά, η Τουρκία χρειάζεται ακόμη τη Γερμανία, περισσότερο απ’ ό,τι η Γερμανία χρειάζεται την Τουρκία. Όπως εκτιμούν οικονομικοί αναλυτές, η πρόσφατη υποτίμηση της τουρκικής λίρας σημαίνει ότι οι τουρκικές εισαγωγές είναι πιο φτηνές για τη Γερμανία. Την ίδια ώρα, οι μισθοί των εργαζομένων στις γερμανικές επιχειρήσεις της Τουρκίας μειώνονται σε ευρώ. Από την άλλη, η υψηλή έκθεση γερμανικών κεφαλαίων στην Τουρκία προκαλεί αβεβαιότητα των επενδυτών, που κάνουν δεύτερες σκέψεις για το μέλλον των εταιρειών τους στη χώρα.

Drones, άρματα και υποβρύχια

Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της Καγκελαρίας Μέρκελ και της ηγεμονίας του Ερντογάν υπήρξε μια σημαντική αύξηση της γερμανο-τουρκικής στρατιωτικής συνεργασίας. Η συνεργασία στο εμπόριο όπλων είναι το δεύτερο σημαντικό κλειδί στην κατανόηση των σχέσεων των δύο χωρών. Η Άγκυρα αποτελεί αυτήν τη στιγμή τον νούμερο ένα εισαγωγέα γερμανικών όπλων στον κόσμο. Πέρυσι, η Τουρκία εισήγαγε όπλα αξίας άνω του ενός τετάρτου δισεκατομμυρίου ευρώ από τη Γερμανία - το υψηλότερο ποσοστό από το 2005, από τότε που η Μέρκελ ανέλαβε την εξουσία.

Επιπλέον, η Γερμανία διαδραματίζει ιδιαίτερα κρίσιμο ρόλο στο πρόγραμμα drones της Τουρκίας, το οποίο ήταν η αιχμή του δόρατος του τουρκικού στρατού στις μάχες του στη Λιβύη, τη Συρία και τελευταίως στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Οι πυραυλικές κεφαλές που είναι εγκατεστημένες σε drones αναπτύσσονται από τον γερμανικό κατασκευαστή όπλων TDW. Σε επίσημη έκθεση, η γερμανική κυβέρνηση παραδέχτηκε ότι είχε χορηγήσει 33 άδειες στην Τουρκία για εξαγωγή υλικών που είχαν χαρακτηριστεί κατάλληλα για χρήση σε στρατιωτικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη. Οι ίδιοι οι πύραυλοι κατασκευάζονται από την τουρκική κρατική εταιρεία Roketsan, η οποία συνδέεται στενά με την οικογένεια Ερντογάν.

Πριν από μερικές μέρες ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, μιλώντας στη γερμανική εφημερίδα «Welt am Sonntag», τόνισε πως «η Ελλάδα απειλείται από τα γερμανικά όπλα στα χέρια της Τουρκίας», ζητώντας από το Βερολίνο να σταματήσει την παράδοση έξι υποβρυχίων τύπου 214 στην Άγκυρα. Στην πραγματικότητα, μετά την εισβολή της Τουρκίας στη Συρία το 2019, το Βερολίνο επέβαλε εμπάργκο όπλων, ωστόσο τα υποβρύχια εμπίπτουν σε παλιά συμφωνία (2009) και, αφετέρου, σχετίζονται με συμμαχικές υποχρεώσεις της Γερμανίας στο πλαίσιο κοινών ευρωπαϊκών πρότζεκτ και πολυεθνικών διαδικασιών κατασκευής. Αυτό που προκαλεί πάντως οργή είναι η αποκάλυψη της «Σημερινής» για μεταφορά στα κατεχόμενα μιας Επιλαρχίας αρμάτων μάχης γερμανικής κατασκευής τύπου Leopard 2A4TR, χωρίς αυτό να ενοχλεί ούτε καν την Γερμανίδα Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.

Υψώνουν ανάστημα οι Γερμανοί Πράσινοι

Πάντως, οι Γερμανοί Πράσινοι κατέθεσαν στη γερμανική ομοσπονδιακή Βουλή σχέδιο ψηφίσματος για επιβολή εμπάργκο και ανάκληση της άδειας εξαγωγής υποβρυχίων τύπου 214 από τη Γερμανία προς την Τουρκία, ενώ παράλληλα κάλεσαν την Τετάρτη την κυβέρνηση να εξετάσει το ενδεχόμενο να απαγορεύσει την τουρκική υπερ-εθνικιστική ομάδα γνωστή ως Γκρίζοι Λύκοι, λίγο μετά την ανάλογη απόφαση της Γαλλίας. Οι Πράσινοι βουλευτές κατηγόρησαν τους Γκρίζους Λύκους, που είναι μια από τις συνιστώσες της συγκυβέρνησης του Ερντογάν στην Τουρκία του ΜΗP, ότι προάγουν μια «εθνικιστική και ρατσιστική ιδεολογία». Οι βουλευτές ζήτησαν από τη γερμανική κυβέρνηση να «παρακολουθεί στενά τις δραστηριότητες του κινήματος στη Γερμανία και να τις αντιμετωπίσει αποφασιστικά μέσω του κράτους δικαίου μας». Σύμφωνα με την πρόταση, αυτήν την στιγμή υπάρχουν περίπου 11.000 Τούρκοι δεξιοί εξτρεμιστές στη Γερμανία. Σε αυτό το πλαίσιο είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η Τουρκική Ισλαμική Ένωση για Θρησκευτικές Υποθέσεις, DİTİB, είναι το πιο σημαντικό εργαλείο του Ερντογάν, καθώς διαχειρίζεται περίπου 3.000 τζαμιά - το ένα τρίτο όλων των τζαμιών στη Γερμανία. Ο οργανισμός λαμβάνει εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ σε ετήσια χρηματοδότηση από τη γερμανική κυβέρνηση και διαχειρίζεται το μεγαλύτερο τζαμί της Γερμανίας. Ο Ερντογάν παρακολούθησε προσωπικά την τελετή έναρξης αυτού του τζαμιού στην Κολωνία το 2018.

Κίνδυνος «τουρκοποίησης» της Γερμανίας

Ακόμη πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι η Γερμανία φιλοξενεί περίπου τέσσερα εκατομμύρια τουρκικής καταγωγής πολίτες, χάρη στη μετανάστευση που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1960. Ο αριθμός αυτός είναι ο μεγαλύτερος σε αριθμό τουρκικός πληθυσμός εκτός της Τουρκίας. Το 1961, η Γερμανία και η Τουρκία υπέγραψαν ένα σύμφωνο για τη δημιουργία ενός προγράμματος φιλοξενούμενων εργαζομένων, σχεδιασμένο να καλύψει τη ζήτηση για ανειδίκευτη εργασία στην αναπτυσσόμενη οικονομία της Γερμανίας. Σύμφωνα με δημοσίευμα του Economy Today, έρευνες θέλουν τους Τούρκους της Γερμανίας να αυξάνονται δημογραφικά με ρυθμούς μέχρι και 5% κάθε χρόνο, την ίδια στιγμή που οι αντίστοιχες μετρήσεις για τους Γερμανούς είναι κοντά σε μηδενικά επίπεδα. Αυτό σημαίνει, όπως επισημαίνουν οι ερευνητές, ότι, αν δεν αλλάξουν τα δεδομένα αυτά, σε περίπου 30 χρόνια, η πλειοψηφία των Γερμανών πολιτών θα είναι τουρκικής καταγωγής. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση της Γερμανίδας πρώην Υπουργού Παιδείας, που σχολίαζε τη δημογραφική κατάσταση της χώρας της: «Αν ο πληθυσμός μας παραμείνει σχεδόν σταθερός, εξαρτιόμαστε από τη μετανάστευση».

Συνεχίζοντας, το Εconomy Today τονίζει πως η διαχείριση αυτής της πραγματικότητας από τον γερμανικό πολιτικό κόσμο ρέπει περισσότερο προς την εκμετάλλευση και την προσαρμογή, παρά προς τη μεταβολή του φαινομένου. Οι γερμανικές ελίτ διαβάζουν το «τουρκικό μέλλον της Γερμανίας» περίπου ως νομοτέλεια ή ακόμη και ως βολική προοπτική. Και αυτό, επειδή οι Τούρκοι της Γερμανίας έχουν μέσον όρο ηλικίας που ανταποκρίνεται, ως ακμαίο εργατικό δυναμικό, στις βιομηχανικές ανάγκες της χώρας. Εν αντιθέσει, μάλιστα, με τους Γερμανούς που είναι όλο και πιο γερασμένοι.

Τελωνειακή Ένωση με τον νέο Χίτλερ

Εν κατακλείδι, για την Τουρκία, αυτό που λέγεται στο Βερολίνο είναι πολλές φορές πιο σημαντικό από τις ανακοινώσεις και καταδίκες των Βρυξελλών. Αδιαμφισβήτητα, η Γερμανία έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στις διεθνείς υποθέσεις της Τουρκίας. Το Βερολίνο κατάφερε να αναχαιτίσει τις όποιες προσπάθειες τρίτων χωρών για αναστολή των διαπραγματεύσεων Τουρκίας-Ε.Ε., ενώ προώθησε την καταστροφική συμφωνία μετανάστευσης με την Τουρκία, που διατηρεί τους μετανάστες και τους αιτούντες άσυλο στις πύλες εισόδου της Ε.Ε. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι η διατήρηση της τελωνειακής ένωσης με την Τουρκία. Την κατάργηση της τελωνειακής ένωσης ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Τουρκία πρόκειται να προτείνει στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ο Πρόεδρος της Γαλλίας, Εμμανουέλ Μακρόν, κάτι που, αν επιτευχθεί, σημαίνει και περιπέτειες για τη γερμανική οικονομία.

Οι ισχυρές σχέσεις Τουρκίας-Γερμανίας κρατούν για πάνω από 10 αιώνες. Στη σύγχρονη ιστορία, από την εποχή που οι δύο χώρες πολέμησαν δίπλα-δίπλα κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Τούρκος τότε Πρόεδρος Ισμέτ Ινονού υπέγραψε σύμφωνο φιλίας με τη ναζιστική Γερμανία. Μόνον όταν η συμμαχική πίεση στην Άγκυρα ανέβηκε το 1945 - λίγους μήνες πριν από το τέλος του πολέμου - διέλυσε τη συμφωνία. Ποιες άλλες αποδείξεις, πέρα από τις σφαγές, εθνοκαθάρσεις σε Συρία, Λιβύη και Ναγκόρνο-Καραμπάχ χρειάζονται άραγε σήμερα για να πείσουν τους Γερμανούς ότι ο Ερντογάν είναι ο νέος Χίτλερ του 21ου αιώνα;