Ποιους θα βρούμε άξιους να κυβερνήσουν Αθήνα και Λευκωσία;

ΕΑΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΟΥΜΕ πόσα πολλά χρόνια έμπρακτης τουρκικής βουλιμικής επιδρομικότητας χρειάστηκαν έως ότου Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας ο κ. Ν. Αναστασιάδης να εκφωνήσει για 1η φορά - μόλις τον παρελθόντα 46ο Ιούλιο της τουρκικής κατοχής - ότι είναι πλέον ανώφελη, αποτυχημένη και λανθασμένη η πολιτική του Κατευνασμού απέναντι στην Τουρκία, τότε δικαιούμαστε να αισθανόμαστε... ενθουσιωδώς αισιόδοξοι για τις «επιδόσεις ταχύτητας» που επιδεικνύουν οι άλλες 25 χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε βάρος της Τουρκίας, που αποφάσισαν προχθές Πέμπτη, 10 Δεκεμβρίου 2020, ότι θα... αποφασίσουν τον Μάρτιο 2021...

ΒΕΒΑΙΑ δεν είναι εντελώς σίγουρο τι ακριβώς εννοούσε περί Κατευνασμού τον Ιούλιο ο κ. Αναστασιάδης. Κι αν τα εννοεί ακόμη. Διότι, ήδη από τον Νοέμβριο, ακόμη και μετά το θριαμβικό και σαδιστικά επιδεικτικό «πικ-νικ» του Ερντογάν - Κατακτητή στη σκλαβωμένη Αμμόχωστο, σπεύδει ο κ. Αναστασιάδης να διαβεβαιώνει και την απεσταλμένη του Γ.Γρ. του ΟΗΕ για την προθυμία του να συμμετάσχει σε «άτυπη Πενταμερή» (με την Τουρκία & το ψευδοκράτος) για «διαδικαστικές» διαπραγματεύσεις επί του Κυπριακού. Ικανοποιώντας και τον Γ.Γρ. του ΑΚΕΛ και τον Πρόεδρο του ΔηΣυ.

- Είναι κάτι τέτοιο, αντι-Κατευναστικό όμως;

- Διαφέρει, άραγε, και σε τι μήπως, από την στάση που πέτυχε την Πέμπτη, η προεδρεύουσα της ΕΕ κ. Μέρκελ της Γερμανίας, ν’ αποφασίσουν οι 27 απέναντι στην Τουρκία;

- ΑΤΥΠΗ Πενταμερή προσφέρει ο Αναστασιάδης στην Τουρκία,

- ΘΩΠΕΙΕΣ ξανά ώς τον... Μάρτιο προσφέρουν οι 27 της ΕΕ στην Τουρκία.

- Επί της ουσίας του Κατευνασμού, πόσο διαφέρουν;

ΚΑΙ ΤΟ ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΕΡΟ: Πώς εκλαμβάνει και πώς αξιοποιεί αμφότερα, για τους δικούς της περαιτέρω σχεδιασμούς, για την δική της αυτοπεποίθηση και για όσα εμπράκτως η ίδια επιβάλλει διά της προβολής της στρατιωτικής της ισχύος και των πολεμικών της απειλών σε ξηρά, θάλασσα και αέρα η Τουρκία του Ερντογάν;

ΕΛΛΑΣ και Κύπρος διέπρεψαν επί δεκαετίες στην πολιτική τής δειλίας απέναντι στην Τουρκία Κατακτητή και Επιδρομέα. Ονομάστηκε πολιτική των ψευδαισθήσεων. Ότι, δήθεν, υποστηρίζοντας αμφότερες την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, θα εξευρωπαϊζόταν η Τουρκία και τοιουτοτρόπως θα συμμορφωνόταν με τους κανόνες του διεθνούς και του ευρωπαϊκού δικαίου σε όσα αφορούν την Κύπρο, το Αιγαίο, τις ελληνο-τουρκικές σχέσεις. Γι’ αυτό, Αθήνα και Λευκωσία ανέλαβαν, από το 1996, σημαιοφόροι της τελωνειακής σύνδεσης και από το 1999 σημαιοφόροι της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ.

- Είναι πλέον εντελώς αμφισβητούμενο ότι επρόκειτο περί ψευδαισθήσεων. Ή κάποια συγγνωστή πλάνη και... άγνοια. Δεν μπορεί παρά να ήξεραν: Κάθε στιγμή και ανέκαθεν τι εστί Τουρκία. Δεν πλανήθηκαν. Δειλίαζαν. Ήξεραν. Αλλ’ αποφάσιζαν να μην αναλαμβάνουν τα καθήκοντα εκείνης της πολιτικής την οποία εξίσου και αυτονόητα ανέκαθεν επέβαλλε η γνώση του τι εστί Τουρκία και τουρκική απειλή.

- Η Τουρκία ουδέποτε απέκρυψε τις προθέσεις της. Πάντοτε τις διακήρυσσε. Από την Θράκη, στο Αιγαίο και στην Κύπρο. Πάντοτε προπαρασκευαζόμενη παντοειδώς. Προπάντων ενόπλως.

ΑΠΕΝΑΝΤΙ στην τουρκική απειλή, τα καθήκοντα Αθηνών και Λευκωσίας δεν επέτρεπαν κατευνασμό. Επέβαλλαν (κι επιβάλλουν) πρωτίστως και διαρκώς, αύξηση και ανάπτυξη και ενδυνάμωση της ελληνικής ισχύος:

- Της στρατιωτικής ισχύος, της οικονομικής ισχύος, της διπλωματικής ισχύος, της τεχνολογικής ισχύος, της ισχύος του λαϊκού αγωνιστικού φρονήματος, της στρατηγικής νοοτροπίας, των στρατηγικών συμμαχιών, των στρατηγικών σχεδιασμών.

ΑΥΤΑ ακριβώς τα καθήκοντα αρνήθηκαν να τ’ αναλάβουν. Υπήρξε άρνηση. Δεν ήταν μια κάποια απλή... αμέλεια. Ήταν αποφασισμένη άρνηση. Όχι λόγω άγνοιας ή ψευδαισθήσεων. Αλλά, λόγω δειλίας. Λόγω φοβικών συνδρόμων. Λόγω Ηττημένων Μυαλών.

- Έτσι επιδόθηκαν στον Κατευνασμό. Και διέπρεψαν σε αυτόν.

- Εναποθέτοντας την πάσαν ελπίδα τους και εκλιπαρώντας κάποιους άλλους, τον ΟΗΕ, τις μεγάλες δυνάμεις, την ΕΕ κοκ να σπεύσουν να βγάλουν τα κάστανα από την φωτιά. Να γίνουν... ελληνικότεροι από την Αθήνα και την Λευκωσία. Ώστε να... συμμορφώσουν την Τουρκία.

ΒΕΒΑΙΩΣ οι πρώτοι που γνωρίζουν, μελετούν ενδελεχώς και αξιοποιούν μεθοδικά αυτές τις ελληνικές ανεπάρκειες, διαχρονικά, είναι η Άγκυρα και το Λονδίνο. Και, κατόπιν, όλοι οι άλλοι. Ακόμη και οι κατά καιρούς, για τα δικά τους ασφαλώς συμφέροντα, προσφερόμενοι φίλοι:

- Πόση εμπιστοσύνη εμπνέει σε οιονδήποτε ενδιαφερόμενο, εκείνος που, με διαρκώς επιδεικνυόμενη δειλία, δεν φροντίζει την ανάπτυξη της ισχύος του και την έμπρακτη αύξηση της ασφάλειάς του έναντι της πασίγνωστης απειλής που υφίσταται;

ΣΤΟΝ Μηλίων διάλογο ο της ανθρωπότητας «κτήμα ες αιεί» πρώτος και αειθαλής πρώτος δάσκαλος του Πολιτικού Ρεαλισμού, ο Θουκυδίδης, επισήμανε ότι «οι ισχυροί πράττουν ό,τι τους επιτρέπει η δύναμή τους και οι αδύναμοι υποχωρούν όσο τους επιβάλλει η αδυναμία τους» (Ε-89).

- Γι’ αυτό ο ίδιος ο Θουκυδίδης φρόντισε ευθύς αμέσως να αναδείξει τα νικηφόρα αποτελέσματα της στρατηγικής του Συρακούσιου Ερμοκράτη, ώστε ο αδύναμος (οι Σικελιώτες) να καταστεί τόσο ισχυρός ώστε να προκαλέσει την πανωλεθρία των επιτιθέμενων ισχυρών (Αθηναίων ιμπεριαλιστών), «κατά πάντα γαρ πάντως νικηθέντες και ουδέν ολίγον ες ουδέν κακοπαθήσαντες πανωλεθρία δη το λεγόμενον» (Η-87).

- Αφού πρώτα κατόρθωσε να πείσει τους συμπατριώτες του ότι «δεν μέμφομαι αυτούς που θέλουν να εξουσιάζουν αλλά αυτούς που είναι έτοιμοι πιο πρόθυμα να υποταχθούν - ου τοις άρχειν βουλευομένοις μέμφομαι, αλλά τοις υπακούειν ετοιμότεροις ούσιν» (Δ-61).

ΠΟΙΟΥΣ λοιπόν θα βρούμε οι Έλληνες, άξιους, πρόθυμους και ικανούς να επιτύχουν την ενδυνάμωση της ισχύος του Ελληνισμού, ώστε να τους ψηφίσουμε και να τους αναθέσουμε τη διακυβέρνηση της Ελλάδας και της Κύπρου, για αποτελεσματική Αντίσταση και αξιόπιστη Στρατηγική έναντι της Τουρκίας;

Αυτό δεν είναι, άραγε, το πρώτιστο;