Τα αγέρωχα καστρόσπιτα της Μάνης και οι βέβηλοι πύργοι της Κύπρου

Tην τελευταία τριετία μού δόθηκε μια χρυσή ευκαιρία να γνωρίσω σε βάθος το ιστορικό, φυσιολατρικό, πολιτιστικό αλλά και πατριωτικό μεγαλείο της Μάνης. Μιας μαγευτικής περιοχής, η οποία καθηλώνει τον κάθε ευγενικό επισκέπτη που θέλει να λουστεί στις πεντακάθαρες θάλασσες, να περπατήσει στα μυστηριακά βουνά, να εντρυφήσει στον απαράμιλλο πολιτισμικό και ιστορικό πλούτο, να μεθύσει από την πατροπαράδοτη γαστρονομική τέχνη και εν τέλει να νιώσει ρίγη συγκίνησης από την αυθεντική πατριωτική ταυτότητα των κατοίκων της. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η αγέρωχη θωριά των αναπαλαιωμένων καστρόσπιτων αλλά και της καινούργιας καστροπολιτείας με την ξεχωριστή παραδοσιακή αρχιτεκτονική, καμωμένη με μεράκι από ασπούδαστους πρωτομάστορες, με σπάνια πέτρα και υλικά της μανιάτικης γης. Το συγκλονιστικό είναι ότι η περιοχή κατακλύζεται από Βορειοευρωπαίους και όχι μόνο, οι οποίοι απέκτησαν τους δικούς τους καστρόπυργους νιώθοντας ως ντόπιοι κάτοικοι μιας ευλογημένης γης. Ιδιαίτερα ανεπτυγμένη είναι η κοινότητα Σκανδιναβών, κυρίως Νορβηγών μεγάλης ηλικίας, οι οποίοι κατά την περίοδο των διακοπών φιλοξενούν παιδιά, εγγόνια, φίλους και συγγενείς. Πολλοί από αυτούς, κατά την περίοδο της διαμονής τους μυούνται στο ελληνικό τραγούδι και μαθαίνουν ελληνικούς χορούς, «υποχρεώνοντας» τους εαυτούς τους να βιώσουν μέρος του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής παράδοσης. Έχουμε κι εμείς το δικαίωμα στο όνειρο νιώθοντας ότι συμμετέχουμε στην ταινία του Αλέξη Ζορπά, μου εκμυστηρεύτηκαν μερικοί από αυτούς, προκαλώντας μου προς στιγμή ευχάριστη αμηχανία. Αυτό όμως που μου έμεινε ως κατακάθι στα τρίσβαθα της ψυχής μου είναι η επίμονη παράκλησή τους να τους ερμηνεύσω με τον δικό μου βιωματικό φακό τη χαραχτηριστική φράση, την οποία προφανώς συνάντησαν σε τοπικά περιηγητικά βιβλία, ότι: «Περαστικός βλέπεις τη Μάνη σε τρεις ημέρες, περπατητής σε τρεις μήνες και για να δεις την ψυχή της θέλεις τρεις ζωές. Μία για τη θάλασσα, μία για τα βουνά της και μία για τους ανθρώπους της...». Εκείνην τη στιγμή, όλως αιφνιδίως, βρέθηκα ως Κύπριος σε κατάσταση σύγχυσης καθώς φτερούγισαν στο μυαλό μου με ιλιγγιώδη ταχύτητα κινηματογραφικές σκηνές από τους δικούς μας πύργους. Τους πανύψηλους υπερσύγχρονους γυάλινους και αλουμινοδαρμένους πύργους, που αντικρίζουν βουβοί την ακροθαλασσιά επιχειρώντας απεγνωσμένα να πείσουν τον ντόπιο και ξένο επισκέπτη να θαυμάσει την άοσμη, άχρωμη και άψυχη παρουσία τους.

Οι κυπριακοί πύργοι της Βαβέλ

Προσπαθώντας να συνειδητοποιήσω τους δύο πύργινους κόσμους που χωρίς να το θέλω ξεδιπλώθηκαν μπροστά μου ως εικόνες μιας αντίθετης τεχνοτροπίας και κοινωνικής ωφελιμότητας, κατέγραψα σημαδιακές ιδιαιτερότητες για την παρουσία των δικών μας πύργων στη Λεμεσό και όχι μόνο: Ονοματοδοσία: Πύργος της Βαβέλ Ιδιαίτερα χαραχτηριστικά : Ψηλό κτήριο, ΚΑΤΑΡαμένης προέλευσης, που χτίζεται για ξένους κροίσους με σκοπό τη μεγιστοποίηση της εξουσιαστικής δύναμης και της χρηματικής υπόστασης των επώνυμων, κατά βάση, εμπνευστών του επίσημου Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος, ΚΕΠ. Τρόπος απόκτησης: Μόνο μέσω «χρυσού διαβατηρίου» Πολιτογράφησης, που παραχωρεί νομότυπα , συνήθως με παράνομες ταχυδακτυλουργικές πρακτικές, η Κυπριακή Μπανανία με ευρωπαϊκή σφραγίδα, σε ξένους υπηκόους, απατεώνες ή μη, αρκεί να πληρώσουν στους μεσάζοντες μιζαδόρους τεράστια ποσά αντάξια της παγκόσμιας αίγλης της εκδότριας εταιρείας.

Σκιαγραφώντας, λοιπόν, την όλη εικόνα, διέγνωσα πως η ύπαρξη κάθε πύργου έχει έντονη πολιτική χροιά. Το ύψος κάθε πύργου αντανακλά το βάθος της διαφθοράς ενός συστήματος χαμηλού έως ανύπαρκτου αναστήματος. Ενός σάπιου συστήματος που επέλεξε συνειδητά ένα κατάπτυστο επενδυτικό πρόγραμμα φτιαγμένο με διάτρητους νόμους και πολλά ανοιχτά παράθυρα, προκειμένου να υπηρετήσει την πλουτοκρατία και να εξυπηρετήσει τους ντόπιους και ξένους εμπόρους ενός λαού, τον οποίο αφού έχουν κατασπαράξει, επιχειρούν να του χρυσώσουν εν μέσω κρίσης το χάπι. Κερασάκι στη γλυκόπικρη τούρτα αποτελεί η πρόσφατη παρέμβαση της ΟΕΒ ως εκπροσώπου της επιχειρηματικής αφρόκρεμας [ ελίτ, κατά τον προσφιλή τους αγγλοσαξονικό όρο], που αποσκοπεί να αποθαρρύνει τον αναζωπυρούμενο δημόσιο διάλογο, ο οποίος αμφισβητεί με τεκμηριωμένα επιχειρήματα την ποιότητα, τη νομιμότητα και την ωφελιμότητα αρκετών επενδύσεων του περιβόητου Κυπριακού Επενδυτικου Προγράμματος. Ενός προγράμματος, το οποίο επινοήθηκε και εφαρμόστηκε από την πολύχρωμη κλίκα των πολιτικών καιροσκόπων και των οικονομικών κερδοσκόπων που επιδίδονται με δεξιοτεχνία στο άθλημα του θησαυρίζειν προς ίδιον όφελος.

Καταληκτικά, θα θέλαμε να στείλουμε ισχυρό μήνυμα προς όλους, κυβερνώντες αντιπολιτευόμενους και κυβερνωμένους, πως οι φτωχοποιημένοι πολίτες και τα μη προνομιούχα νοικοκυριά δεν ανέχονται άλλο τις ραδιουργίες του κατεστημένου, διαμηνύοντας πως ήλθε η ώρα να γκρεμιστούν οι απεχθέστατοι πύργοι της πολιτικής ασυδοσίας και τη θέση τους να πάρουν τα πυργόσπιτα της πραγματικής οικονομίας και του πολιτισμικού θησαυρού, θυμίζοντας την ευλογημένη και υπερήφανη γη της Μάνης. Μόνο έτσι θα ερωτευτούν τη μικρή μας πατρίδα αξιοπρεπείς Ευρωπαίοι και αλλοδαποί πολίτες, οι οποίοι θα την επιλέξουν για μόνιμη ή ημιμόνιμη διαμονή και για αειφόρες επενδύσεις που θα φέρουν την κοινωνική πρόοδο και ευδαιμονία για το σύνολο του λαού.

*Δημοσιογράφος, πρόεδρος Ινστιτούτου Ελληνικού Πολιτισμού iep.org.cy