Αναλύσεις

Μανική συμπεριφορά του πλήθους και άλογες διαδηλώσεις

Η οργίλη διαμαρτυρία του πλήθους, σχεδόν μανική επίθεση κατά του «Σίγμα», ως αντίδραση στα μέτρα για τον κορωνοϊό πέρασε μεν χωρίς συνέπειες, άφησε όμως ενδιαφέροντα ερωτήματα σε αναφορά με την ομαδική ψυχολογία και τις εκδηλώσεις και συμπεριφορές του πλήθους. Ειδικότερα, της οριοθέτησής της στο όλο φάσμα, από την ορθολογική πρόθεση ώς, στο άλλο άκρο, την μανική σχεδόν συμπεριφορά του όχλου

Στοχευμένη ήταν, κατά του «Σίγμα» και, ειδικότερα, κατά του διευθυντού του, η επίθεση, πόσο ήταν, όμως, στοχαστική; Μια εμπρόθετη ενέργεια εκκινεί από την λογική της «προαίρεσης», του ζυγίσματος των πράξεων στο φως του επιτεύξιμου του σκοπού που αυτές «διώκουν», επιδιώκουν, ή «φεύγουν», ζητούν να αποφύγουν. Κι είναι, η πράξη αυτή, περισσότερο ή λιγότερο λογική στο μέτρο του πόσο «λυσιτελής» είναι, πόσο, δηλαδή, υπηρετεί την επίτευξη του σκοπού της, ως πρόσφορο μέσο προς αυτόν, εξαιτίας του οποίου, ως «τέλος» της αυτή εκ-τελείται, το «έργον» για το οποίο και εν-εργείται.

Αυτά όσον αφορά τις πράξεις, τα εμπρόθετα κι έλλογα των ανθρώπων ενεργήματα. Σε αντιδιαστολή προς άλλες «συμπεριφορές» που… εξηγούνται ή ερμηνεύονται ως απότοκα και εκφράσεις πιο άλογων ορμών, στιγμιαίων «παρορμήσεων» ή βαθέως κρυμμένων «ορμεμφύτων». Στο φως «οποτέρου», ποίου των πιο πάνω πρέπει να δούμε την «εφόρμηση» του πλήθους κατά του πρωταγωνιστικού και προτύπου ΜΜΕ της Κύπρου, του «προπυργίου» και «ακροπόλεως» της «πολυμέσου» Δημοσιογραφίας; Ερμηνεύεται ως «επιδίωξη» ή ως «αντίδραση» η διαδήλωση (και δήλωση τίνος;) του πλήθους κατά του πιο γνωστού Σταθμού της χώρας; Ή, απλώς, πετροβολήθηκε το «καλό το μήλο», εκείνο που ξεχωρίζει να «κοκκινίζει στ’ αλαργινότερο, το πιο ψηλό κλαρί;».

Δημοσιογράφοι με αναλυτική προς το γεγονός, ερμηνευτική προσέγγιση θα προβάλουν σκοπιμότητες και προθέσεις ως αιτίες που εξηγούν εκλογικεύοντας την εξέγερση των διαμαρτυρομένων, τις προάλλες, κατά του «Σίγμα». Ex post facto, μετά το γεγονός. Οπότε, και στην απουσία σαφών μηνυμάτων – συνθημάτων στις φωνασκίες των διαδηλωτών, πέραν των υλακών και χυδαίων ύβρεων κατά του Διευθυντού του Συγκροτήματος, είναι πιο πιθανό οι «λογικές προθέσεις» αυτές να προβάλλονται στους διαδηλωτές παρά να συνάγονται από αυτούς, αφήνοντας ένα αδρό, ακατέργαστο υπόλοιπο του «τυφλού ξεσπάσματος» και της «μανικής οργής», ως εξηγητέο με όρους άλλους από τις πολιτικές αφορμές που εξωπροβάλλονται - με την ψυχολογική έννοια του «projection» - ως στόχοι της οργής.

Πλήθος οργίλων ή οργή του πλήθους;

Η οργίλη διαμαρτυρία του πλήθους, σχεδόν μανική επίθεση κατά του «Σίγμα», ως αντίδραση στα μέτρα για τον κορωνοϊό πέρασε μεν χωρίς συνέπειες, άφησε όμως ενδιαφέροντα ερωτήματα σε αναφορά με την ομαδική ψυχολογία και τις εκδηλώσεις και συμπεριφορές του πλήθους. Ειδικότερα, της οριοθέτησής της στο όλο φάσμα, από την ορθολογική πρόθεση ως, στο άλλο άκρο, την μανική σχεδόν συμπεριφορά του όχλου. Επρόκειτο για οργανωμένη από κομματικές ή κοινωνικές ομάδες «ατζιτάτσια», μηχανευμένη από πονηρούς δακτύλους να κερδίσει σε προφάνεια και δημοσιοποίηση στοχοποιώντας το πιο δημόσιο ΜΜΕ, ή, αντίθετα, για μια μη στοχευμένη, «αστόχαστη» κι ανήμπορη οργή των «hoi polloi», του όχλου κατά της «φυσικής κι απρόσωπης» μάστιγας του κορωνοϊού και των μέτρων προστασίας έναντί του, αγανάκτηση και ξεχείλισμα της υπομονής που εκδηλώθηκε με τυφλή βία του πλήθους και ασύγγνωστες ακατανόμαστες ύβρεις κατά του αγγελιοφόρου, στο πρόσωπο του οποίου «προσωποποιούσε», στα μάτια των διαδηλωτών, το Κακό;

Τυφλή οργή, δηλαδή, κατά του αγγελιοφόρου για τα μέτρα αντιμετώπισης του ιού. Το «Σίγμα» δεν τους έφταιξε. Πώς άλλως; Αλλά μη μπορώντας να πολεμήσουν το μήνυμα, τον ιό, κι όσες δυσκολίες και δεινά επεσώρευσε με τα μέτρα περιστολής του, εξεγέρθηκαν κατά του ταχυδρόμου. Και το έπραξαν αγεληδόν, σαν τα γουρούνια της παραβολής που έπεσαν ομάδην στον γκρεμό, όπως είχαν τυφλά τα πλήθη καεί κατά καιρούς και κατ' επανάληψιν στις φούσκες των χρηματιστηρίων, λάτρεψαν τους μάγους και τα είδωλα, και στις πιο παροξυσμικές μανίες σταύρωσαν τους προφήτες κι έκαψαν ή αποκεφάλισαν τους μάρτυρες, όχι για άλλους λόγους από την οχληρή μαρτυρία τους.

Διότι η συμπεριφορά του πλήθους είναι κάτι πλέον του αθροίσματος των ατομικών πράξεων που την απαρτίζουν, κι η εξήγησή της δεν ανάγεται στις προσωπικές λογικές των μελών της ομάδας που ενεργεί συλλογικά, «μανικά», ως όχλος. Δεδομένου του τεράστιου ρόλου της συμπεριφοράς του πλήθους στην κοινωνική ιστορία και ανάπτυξη, είναι λογικόν ότι έχουν προταθεί πολλές ανταγωνιστικές θεωρίες για να εξηγήσουν το φαινόμενο της συλλογικής πράξης έκφρασης μιας μανικής οργής.

Η ερμηνεία με την μεγαλύτερη επιρροή για τις αφορμές κι αιτίες της μάνητας του πλήθους ήταν το «Το πλήθος: Μια μελέτη του Νου του Κοινού», του Le Bon (‘The Crowd: A Study of the Popular Mind’, 1895/1947), στο οποίο υποστηρίζεται ότι τα πλήθη είναι εκ φύσεως και αναπόφευκτα ασυνείδητα, καθώς οι συμμετέχοντες σε αυτά επιστρέφουν από τον ατομικό συνειδητό ορθολογισμό στο προλογικό ή παράλογο συλλογικό ασυνείδητο. Ο McDougall, στο «Συλλογικό Πνεύμα» (‘Group Mind’, 1920) υποστηρίζει επίσης ότι τα πλήθη είναι συναισθηματικά, παρορμητικά, ανεπεξέργαστα, ανεύθυνα και χειραγωγούνται εύκολα. Και οι δύο συγγραφείς βασίζονται στην κεντρική ιδέα ότι τα πλήθη παρέχουν ανωνυμία, επιτρέποντας να αναδυθούν ασυνείδητα αντικοινωνικά κίνητρα (μια διαδικασία που αναφέρεται ως «βύθιση» ή «εμβαπτισμός») και ότι αυτά τα κίνητρα και οι προκύπτουσες συμπεριφορές εξαπλώνονται γρήγορα και μεταδοτικά μέσω του πλήθους.

H κοινωνική ψυχολογία, σε μια πειραματική προσέγγιση για την κατανόηση της συμπεριφοράς του πλήθους διαμόρφωσε τη θεωρία της απο-ατομικοποίησης, 'de-individuation´. Εδώ προτείνεται μια εξήγηση της μανικής συμπεριφοράς του πλήθους στο φως τού ότι η ανωνυμία, η υψηλή διέγερση και η ομαδική συνοχή του πλήθους μειώνουν την αίσθηση των συμμετεχόντων για τον εαυτό τους και τους γύρω τους ως ατόμων. Υπό τις σωστές συνθήκες, σύμφωνα με την θεωρία, αυτό οδηγεί σε εξασθενημένη αυτοσυγκράτηση έναντι της παρορμητικής, παράλογης και αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Εδώ παραπέμπουν κι ερμηνείες της μανικής, αποατομικοποιημένης οπαδικής συμπεριφοράς των κερκίδων των φανατικών οπαδών στα γήπεδα του ποδοσφαίρου, κατά πολλούς χειραγωγημένη από τους ίδιους τους υπευθύνους των ομάδων.

Η «ρύθμιση του πλήθους»

Αντί να υποτάσσει την ατομικότητα, η «ρύθμιση του πλήθους» λειτουργεί ως φακός που μεγεθύνει τις λανθάνουσες τάσεις κίνησης και συμπεριφοράς των ατόμων. Ως εκ τούτου, άνθρωποι με παρόμοιες τάσεις συγκεντρώνονται σε πλήθη και τα συναισθήματα και οι συμπεριφορές τους «συγκλίνουν» σε αυτό που παρατηρείται ως συμπεριφορά πλήθους. Όπως η θεωρία της μετάδοσης, η θεωρία της σύγκλισης παραμελεί σχετικά τους κοινωνικούς παράγοντες και το περιρρέον πλαίσιο και ορίζει την συμπεριφορά του πλήθους ως εγγενώς παράλογη, δύο σημεία που δίνουν όρους αναφοράς στην αμφισβήτηση από μεταγενέστερες θεωρίες.

Παρ' όλα αυτά, αυτές οι κλασικές θεωρίες πρωτοστάτησαν στην ιδέα της συμπεριφοράς του πλήθους ως ένα μοναδικό ψυχολογικό φαινόμενο που παράγεται από ομαδικές διαδικασίες. Οι κοινωνιολογικές θεωρίες συμφωνούν επίσης ότι, παρόλο που συχνά θα φαινόταν χαοτική και απρόβλεπτη, η συμπεριφορά του πλήθους θα μπορούσε να ελέγχεται και να χειραγωγείται τόσο από τις Αρχές, όσο και από τους αντιφρονούντες. H εκ των υστέρων προβολή προθέσεων και αιτιών στην εν προκειμένω συμπεριφορά του πλήθους μάλλον φαίνεται να εκμαιεύει έτσι όχι μόνον εύκολη θεωρητική επιβεβαίωση, αλλά και ιδεολογική, και πιο καίρια, να αναζητεί άμεσα πολιτικά οφέλη από αυτήν. Είναι, όμως, σαφώς μια «ετερολογική» κι εξωτερική προς το κοινωνικό γεγονός απόσπαση και χειραγώγησή του, που αφήνει το ίδιο το γεγονός της μαζικής, μανικής συμπεριφοράς ανεξήγητο κι επιστημονικά αναξιοποίητο κι ανωφελές. Θα δούμε, π.χ., σχετλιαστικές κι εκκοσμικεύουσες «ταμπελοποιήσεις» των διαμαρτυρομένων διαδηλωτών ως «ψεκασμένων» αρνητών της πραγματικότητος του κορωνοϊού, αν και τούτο δεν μαρτυρείται στα συνθήματα των διαδηλωτών, ούτε και συνάδει προς την άσχετη κι άλογη προσωποποίηση της οργής κατά του διευθυντού του «Σίγμα» και της… προσωπικής του ζωής.

Κοινωνιολόγοι της ομαδικής συμπεριφοράς του όχλου, για παράδειγμα, στην λεγόμενη θεωρία της υποδιαίρεσης προτείνουν εδώ ότι συντείνει και διεγείρει την μαζική συμπεριφορά του όχλου το γεγονός ότι η ανωνυμία, η υψηλή διέγερση ή αφιονισμός και η ομαδική συνοχή του πλήθους μειώνουν την αίσθηση των συμμετεχόντων για τον εαυτό τους και τους γύρω τους ως ατόμων. Κάτω από τις σωστές συνθήκες, σύμφωνα με τη θεωρία, αυτό οδηγεί σε εξασθενημένη αυτοσυγκράτηση ενάντια στην παρορμητική, παράλογη και αντικοινωνική συμπεριφορά όπου παρατηρούνται βιαιοπραγίες κι άλογες εκρήξεις πάθους που παθολογούν την συμπεριφορά του πλήθους αφήνοντας σε δευτερότερη θέση την επίδραση των ομαδικών κινήτρων και των εξωτερικών συγκρούσεων.

Μια τέτοια θεωρία θα διαγίγνωσκε σε γεγονότα όπως η διαδήλωση που δίνει την αφορμή στο παρόν μια τυπική δομή την δημιουργίας ενός πλήθους ως απάντηση σε ένα υπερμέγεθες και ανεξέλεγκτο γεγονός που ξεφεύγει κι ανατρέπει τα πλαίσια των συνηθισμένων και αποδεδειγμένων κοινωνικών κι οργανωτικών παραμέτρων και κανόνων, νορμών. Σε αυτήν την διαδικασία, κάποια πιο ηγετικά ή οργανωτικά μέλη συμπεριφέρονται με έναν επιτακτικό κι εμφατικά εκφραστικό τρόπο που προκαλεί την προσοχή συνείροντας και παραδειγματίζοντας την συμπεριφορά άλλων μελών της ομάδας. Με την συμμετοχή και αποδοχή ενός αθροιστικού πλήθους η συμπεριφορά αυτή γίνεται αντιληπτή και παγιώνεται ως εγγενώς κανονιστική απορροφώντας κι εξομοιώνοντας άλλα μέλη σε μια ομαδική, μαζική κι εξωλογική, συλλογική συμπεριφορά. Την μανική συμπεριφορά του πλήθους που επιδεικνύει χαρακτηριστικά γρήγορης κι ανατροφοδοτικής κλιμάκωσης, με το πλήθος, τυπικά, να επιδεικνύει χαρακτηριστικά άλογης προσομοίωσης προς σήματα που δίνει το κοινωνικό κι ανθρώπινό τους περιβάλλον, με τις πιο καταστροφικές και μανικές της οξύνσεις πιο φανερά να εξελίσσονται και κλιμακώνονται ως ανατροφοδοτικές ομαδικές συμπεριφορές. Ως οχλαγωγίες. Η διαδήλωση προ ημερών κατά του «Σίγμα» ίσως να φέρει αυτό ακριβώς το στίγμα.