Κόμματα

Οι βουλευτικές εκλογές κρίνουν τις διεργασίες των Προεδρικών

Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, οι συντελούμενες, για την ώρα, ζυμώσεις, μεταξύ ΑΚΕΛ-ΔΗΚΟ περιορίζονται στην καθαυτό πολιτική ατζέντα, χωρίς να επεκτείνονται και στην επιλογή προσώπων, αφού κάτι τέτοιο θεωρείται πρόωρο. Αντίθετα, κοινή συνισταμένη και για τους δύο πολιτικούς χώρους αποτελεί η στρατηγική επανάκτησης της εξουσίας, καθώς αμφότεροι θεωρούν πως «δέκα χρόνια εκτός κυβέρνησης είναι πάρα πολλά»

Η ποιότητα μιας δημοκρατίας αντανακλάται ενίοτε και στο πάθος τής θεσιθηρίας και τη φιλαρχία των «εκπροσώπων» της. Όπερ, πολιτικά κόμματα, θεσμοί, πολιτικοί και πολιτειακοί άρχοντες.

Δυστυχώς, διαχρονικά, όπως έχει δείξει η καθημερινή πολιτική εμπειρία και πρακτική, το εξουσιοθηρικό πρόταγμα αποτελεί την κατ’ εξοχήν μέριμνα και επιδίωξη σχεδόν όλων ανεξαιρέτως των πολιτικών παικτών, βάζοντας στην άκρη τα ουσιώδη και μείζονα διακυβεύματα της πολιτικής: Ποια και τι είδους δημοκρατία θέλουμε, πώς μπορούμε να την κάνουμε να λειτουργήσει καλύτερα, πώς λειτουργούν οι θεσμοί μας, πώς αρθρώνεται η σχέση των πολιτών με την πολιτική και τους θεσμούς, πώς κυβερνάται ο τόπος, μια σειρά, δηλαδή, από κρίσιμα ερωτήματα που θα έπρεπε να είναι στην πρώτη γραμμή προτεραιότητας του καθενός και τα οποία βρίσκονται στον πυρήνα του προβληματισμού για τη λειτουργία μιας δημοκρατικής πολιτείας.

Αντ’ αυτού, εκείνο που αποτελεί μόνιμο μοτίβο της κυπριακής πολιτικής ζωής είναι η… είσοδος σε μια νέα, μακροχρόνια προεκλογική περίοδο, κάθε φορά που οι εκλογές τελειώνουν. Οι νικητές, αφενός, ασχολούνται, ως επί το πλείστον, με το πώς θα διατηρήσουν τα κεκτημένα – με ό,τι αυτό συνεπάγεται στα θέματα εσωτερικής, κυρίως, πολιτικής, οι ηττημένοι, αφετέρου, πώς θα ανακτήσουν την εξουσία – με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την άσκηση του αντιπολιτευτικού τους ρόλου.

Δέον εδώ να επισημανθεί ότι η ασκούμενη κυβερνητική πολιτική λειτουργεί αξεδιάλυτα με την ασκούμενη αντιπολίτευση, δεν μπορεί η μία να νοηθεί χωρίς την άλλη και συναποτελούν έναν, κατά το μάλλον ή ήττον, ασφαλή δείκτη για την ποιότητα μιας δημοκρατικής πολιτείας.

Λειτουργούν, με άλλα λόγια, σαν δύο «αντικριστοί καθρέφτες», από το κατοπτρικό είδωλο των οποίων δεν μπορεί να ξεφύγει κανείς.

Αυτή η στάση και πρακτική προωθείται εντέχνως με ένα αρκούντως ελκυστικό επικοινωνιακό κοκτέιλ «καινοτομιών» και υποσχέσεων, το οποίο σερβίρεται πλουσιοπάροχο και προς όλους. Νεοφανείς και αναμασημένες… φρούδες ελπίδες, νοσταλγικά ταξίδια στο… μέλλον, πρόσωπα γνωστά, «κατατριμμένα», δήθεν, στους πολιτικούς αγώνες του λαού, και πρόσωπα «φρέσκα», που θα φέρουν έναν καινούργιο αέρα – στο πνιγηρό τοπίο που τα ίδια τα κόμματα δημιούργησαν -, προσδοκίες για το καλύτερο, ανακατωμένες με γερές δόσεις συνετού πραγματισμού, οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη, κ.λπ. Η εικόνα του γλυκού παραδείσου, βεβαίως, λυρικό σύμβολο της πορείας της Κυπριακής Δημοκρατίας προς την ενηλικίωση, έχει ανεπιστρεπτί εξοριστεί από τον πίνακα του μέλλοντος που διαζωγραφίζουν, και το στοίχημα, είναι να πείσουν πως αυτό που μας περιμένει, με τη «μετάβαση στη νέα εποχή», δεν είναι το χείρον.

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, δεν είναι παράξενο που έχουμε ήδη εισέλθει στην προεκλογική περίοδο όχι μόνο για τις βουλευτικές εκλογές του ερχόμενου έτους, αλλά και για τις… απομακρυσμένες προεδρικές εκλογές του 2023, με τις πρώτες να λειτουργούν ως εφαλτήριο αλλά και γνώμονας για τις δεύτερες.

Ζυμώσεις

Ήδη, οι ζυμώσεις μεταξύ κομμάτων για την προεδρική αναμέτρηση έχουν ξεκινήσει σε παρασκηνιακό επίπεδο, με το ΑΚΕΛ και το ΔΗΚΟ να σέρνουν τον χορό των διερευνητικών επαφών, όπως ήδη αποκάλυψε σε αποκλειστικό πρωτοσέλιδό της η «Σημερινή» της Κυριακής.

Οι επαφές μεταξύ των δύο αντιπολιτευόμενων κομμάτων συνεχίστηκαν έκτοτε, με «διευρυμένη ατζέντα», που συμπεριλαμβάνει το Κυπριακό και τα θέματα εσωτερικής πολιτικής, ωστόσο, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, παρά την κατ’ αρχήν θετική διάθεση εκατέρωθεν, πρέπει «να κυλήσει ακόμα αρκετό νερό στο αυλάκι», για να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις μιας ενδεχόμενης συνεργασίας.

Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, οι συντελούμενες, για την ώρα, ζυμώσεις, περιορίζονται στην καθαυτό πολιτική ατζέντα, χωρίς να επεκτείνονται και στην επιλογή προσώπων, αφού κάτι τέτοιο θεωρείται πρόωρο.

Οι ίδιες πηγές, μάλιστα, απέρριψαν ως εντελώς ανεδαφική την εκτίμηση ορισμένων που έσπευσαν να βάλουν στο κάδρο της προεδρικής υποψηφιότητας του ΑΚΕΛ τη φωτογραφία του προέδρου του ΔΗΚΟ, Νικόλα Παπαδόπουλου, μετά τη σχετική, περί ηλικίας του ΑΚΕΛικού υποψηφίου, απάντηση του Άντρου Κυπριανού στο περιλάλητο ντιμπέιτ με τον Αβέρωφ Νεοφύτου, επισημαίνοντας ότι «η λογική της όποιας συζήτησης διεξάγεται, δεν βασίζεται στη βάση της επιλογής του ενός ή του άλλου αρχηγού».

Αντίθετα, κοινή συνισταμένη και για τους δύο πολιτικούς χώρους αποτελεί η στρατηγική επανάκτησης της εξουσίας, καθώς αμφότεροι θεωρούν πως «δέκα χρόνια εκτός κυβέρνησης είναι πάρα πολλά», γι’ αυτό επιβάλλεται το αποτέλεσμα της προεδρικής εκλογής του 2023 να είναι νικηφόρο.

Αυτό, επισημαίνεται περαιτέρω, είναι το βασικό κίνητρο μιας ενδεχόμενης συνεργασίας, και όχι «αν θα είναι ο Νικόλας ή ο Άντρος υποψήφιος», κάτι που δεν συζητείται, αυτήν τη στιγμή, ως ενδεχόμενο από κανένα από τα δύο κόμματα. Όπως μας ειπώθηκε χαρακτηριστικά: «Δεν υπάρχει θέμα Νικόλα στο ΑΚΕΛ, ούτε θέμα Άντρου στο ΔΗΚΟ», καθώς, τόσο το ΑΚΕΛ, όσο και το ΔΗΚΟ προτάσσουν ως κύρια προτεραιότητα την ανακατάληψη της εξουσίας και όχι την εκλογή του ηγέτη τους.

Η πορεία και το περιεχόμενο, ωστόσο, των συντελούμενων διεργασιών θα εξαρτηθούν σε πολύ μεγάλο βαθμό από το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών του 2021, αφού εκεί θα καταγραφεί η πραγματική πολιτική δύναμη των κομμάτων και, άρα, οι μεταξύ τους συσχετισμοί ισχύος. Αυτοί οι τελευταίοι είναι που θα καθορίσουν, εφεξής, τους όρους και τις βάσεις της συζήτησης, καθώς δεν αποκλείεται ο νέος πολιτικός χάρτης που θα προκύψει από την εκλογική κάλπη να είναι αρκετά διαφορετικός από τον σημερινό. Και κάθε συζήτηση τέτοιου είδους συνιστά, πάντοτε, και ένα μπραν-ντε-φερ δύναμης μεταξύ των συμβαλλομένων, «οπόταν οι όροι των διεξαγόμενων διεργασιών αναπόδραστα θα αναδιαμορφωθούν με το αποτέλεσμα της βουλευτικής κάλπης».

Ο πολιτικός χάρτης

Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να συμμετρηθεί και η δύναμη που θα καταγράψουν οι υπόλοιπες κομματικές δυνάμεις, ιδιαίτερα οι τέσσερεις παραδοσιακοί πρωταγωνιστές του πολιτικού μας συστήματος, σ’ ένα ρευστό και μεταβαλλόμενο πολιτικό σκηνικό, με κύριο χαρακτηριστικό την αστάθεια, αλλά και την… ευπάθεια των βασικών παικτών του.

Ο ΔΗΣΥ, όπως έδειξαν και οι τελευταίες ευρωεκλογές, βρίσκεται σε μια προϊούσα διαδικασία εκλογικής υποχώρησης, εισπράττοντας, σε απρόβλεπτα υψηλό βαθμό, τη φθορά της 7ετούς διακυβέρνησης Νίκου Αναστασιάδη. Κανένας δεν μπορεί να προβλέψει, βάσιμα, αυτήν τη στιγμή, αν θα μπορέσει να ανακάμψει στις Βουλευτικές του 2021 ή θα παρουσιάσει τάσεις «τελμάτωσης» στα υφιστάμενα εκλογικά ποσοστά του. Ιδιαίτερα για το κυβερνών κόμμα το εκλογικό αποτέλεσμα θεωρείται εξαιρετικά κρίσιμο, γιατί από αυτό θα εξαρτηθούν, ουσιαστικά, η στρατηγική και οι επιλογές του για τις Προεδρικές του 2013. Το αν θα επιλέξει, δηλαδή, να διεκδικήσει μόνο του την εξουσία, όπως έπραξε στις δύο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, ή αν θα αναγκαστεί να προσχωρήσει σε συνεργασίες με άλλο ή άλλα κόμματα, από τον πρώτο γύρο των εκλογών.

Το ΑΚΕΛ, παρά τη μείωση της εκλογικής διαφοράς από τον Δημοκρατικό Συναγερμό, παραμένει «τραυματισμένο», τόσο από τα επίχειρα της διακυβέρνησης Χριστόφια, όσο και από το γεγονός ότι δεν έχει ξεπεράσει πλήρως τους εσωτερικούς κλυδωνισμούς του, με την απαίτηση της βάσης, «αυτήν τη φορά να τελειώνει, με οιονδήποτε τρόπο, η διακυβέρνηση ΔΗΣΥ», να διογκούται ολοένα.

Υπό αυτά τα δεδομένα, η επιλογή των συνεργασιών φαντάζει, προσώρας, μονόδρομος για την Εζεκία Παπαϊωάννου, η οποία θεωρεί το στοίχημα της επιστροφής στην κυβερνητική εξουσία ως τη σημαντικότερη πολιτική «παρτίδα» επί ηγεσίας Άντρου Κυπριανού.

Το Δημοκρατικό Κόμμα προχωρεί προς τις επικείμενες βουλευτικές εκλογές ανασυνταγμένο, μετά και την επίσημη αποχώρηση των στελεχών που δημιούργησαν τη Δημοκρατική Παράταξη. Έχει, με άλλα λόγια, το πλεονέκτημα της «εσωτερικής καθαρότητας» και συμπάγειας έπειτα από αρκετό καιρό, ελπίζοντας πως θα καταγάγει ένα εκλογικό ποσοστό που θα του επιτρέψει να ξεκινήσει από θέση ισχύος τις τελικές διαβουλεύσεις ενόψει Προεδρικών.

Η ΕΔΕΚ, από την πλευρά της, μετά το εξαιρετικά επιτυχημένο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, φαίνεται να εισέρχεται σε μιαν απρόβλεπτης έντασης και διάρκειας εσωστρέφεια, μετά τη διαγραφή του ευρωβουλευτή Δημήτρη Παπαδάκη και τις παραιτήσεις αρκετών στελεχών. Υπό τα δεδομένα, είναι πρόωρο να εκτιμήσει κανείς τις εκλογικές προοπτικές του κόμματος αυτήν τη στιγμή, ωστόσο, και για την ίδια, το ποσοστό που θα εξασφαλίσει στις Βουλευτικές του 2021 θα είναι καθοριστικό τόσο για την παραπέρα πορεία της, όσο και για την εσωτερική της σταθερότητα.

Τέλος, το ΕΛΑΜ θα επιδιώξει να σταθεροποιήσει ή και να αυξήσει, εάν είναι δυνατόν, την εκλογική του δύναμη, κάνοντας μια σοβαρή, ρυθμιστική επένδυση για τις προεδρικές εκλογές (όσο και αν, σε επίπεδο ρητορικής, κανείς δεν επιθυμεί… αρραβώνα μαζί του), ενώ τα υπόλοιπα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου αναμένεται να αποδυθούν σ’ έναν μέχρις εσχάτων αγώνα για να διασφαλίσουν τη συνέχιση της κοινοβουλευτικής και της πολιτικής τους παρουσίας.