Τουρκική εργαλειοποίηση μεταναστευτικού

Εν όψει εξελίξεων και ευρωπαϊκών αξιώσεων περί άμεσης απόσυρσης όσων απεστάλησαν από την Άγκυρα στην ελληνοτουρκική μεθόριο στον Έβρο, επιστροφής από την Ελλάδα προς την Τουρκία εκείνων που δεν δικαιούνται άσυλο και διενέργειας κοινών περιπολιών της Frontex με τις τουρκικές Aρχές στα τουρκικά ύδατα, ο Τούρκος Πρόεδρος συναντήθηκε κατά την πρόσφατη μετάβασή του στις Βρυξέλλες με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, και την επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα Φον Ντεν Λάιεν.

Εκεί έθεσε ζητήματα, που άπτονται των σταθερών του διεκδικήσεων έναντι της ΕΕ και που επικεντρώνονται στην αύξηση της κοινοτικής χρηματοδότησης προς την Άγκυρα, την απόδοση στους Τούρκους πολίτες του δικαιώματος να κυκλοφορούν ελεύθερα στην ΕΕ, καθώς και την αναβάθμιση της σχέσης της Τουρκίας με την ΕΕ, χωρίς να έχει τις αντίστοιχες υποχρεώσεις. Ταυτόχρονα, αξίωσε την αναθεώρηση της συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας επί τα βελτίω για την Άγκυρα, ενώ παραλλήλως έθεσε θέμα υποστήριξης προς τις διεθνοπολιτικά έκνομες ενέργειές του στη Συρία από την ΕΕ, θεωρώντας πως τουρκικές δράσεις, νόμιμες ή παράνομες, ανταποκρίνονται σε καθεστώς νομιμότητας, όπως το αντιλαμβάνεται η Άγκυρα.

Οι ανωτέρω διεκδικήσεις προβάλλουν την εικόνα ενός ανατολίτικου παζαριού. Σε περίπτωση που η Ευρώπη ικανοποιούσε τις αξιώσεις του Τούρκου Προέδρου, όπερ εκ των πραγμάτων αδύνατο, ο ίδιος διαβεβαιώνει την ΕΕ ότι θα περιφρουρούσε τα σύνορα της Ευρώπης στις ακτές του, θα ισχυροποιούσε τους ελέγχους μεταξύ Ελλάδας - Τουρκίας και ταυτόχρονα θα αναλάμβανε την επιστροφή των παρανόμως διελθόντων από τον ίδιο, και τη διατήρηση όσων ούτω καλούμενων προσφύγων είχαν εισέλθει στην χώρα, δεδομένα, τα οποία ακούγονται πλέον ως έπεα πτερόεντα στα ώτα των Ευρωπαίων. Η ως άνω συνολική πρόταση αναγνωρίζεται ως λεόντιος συμφωνία, αλλά είναι πλέον και αναξιόπιστος ο ίδιος ο Ερντογάν ως πολιτικός ηγέτης έναντι των Ευρωπαίων, όπου η αμφιβολία ότι θα τηρήσει τα υπεσχημένα είναι όχι μόνο βάσιμη, αλλά προβάλλει και ως βεβαιότητα.

Σε περίπτωση που ήρετο το καθεστώς βίζας από την Ευρώπη για την Τουρκία των ογδόντα σχεδόν εκατομμυρίων πολιτών, η ΕΕ θα κατεκλύζετο από κύματα Τούρκων μουσουλμάνων, των οποίων η παρουσία θα απειλούσε την ίδια τη δομή της Ευρώπης ως παραδοσιακά και πολιτιστικά χριστιανικής σύνθεσης και ταυτότητας. Κατά τα ανωτέρω η Ευρώπη θα υφίστατο, όχι μόνο μεταβολή στην πληθυσμιακή και δημογραφική διάρθρωσή της, αλλά θα επηρεάζονταν και οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε σχέση με το παρόν και το μέλλον του ευρωπαϊκού χώρου.

Το ανωτέρω σχήμα και διαδρομή μέλλοντος γίνεται κατανοητό από ένα τμήμα της ευρωπαϊκής ελίτ, η οποία είναι σε θέση να σκέφτεται σε όρους πολιτιστικής διαδρομής και προοπτικής του χώρου. Σε κάποιο βαθμό την Τουρκία την επιλέγουν ή την αποδέχονται κατά βάση οικονομικοί παράγοντες, οι οποίοι στοχάζονται κυρίως σε όρους επενδυτικών εξελίξεων, χρηματοδοτήσεων και εν γένει οικονομικώς διαρθρωμένων σχέσεων.

Η Τουρκία σήμερα εξακολουθεί να διοχετεύει στα σύνορα της Ελλάδος πρόσφυγες και μετανάστες, ενώ δημιουργεί και ταυτόχρονα την αίσθηση επικείμενου επεισοδίου, καθώς δυνάμεις της επιχειρούν να διεμβολίσουν ελληνική ακταιωρό, ενώ παραβιάζει συστηματικά και προκλητικά τον ελληνικό εναέριο χώρο, εσχάτως και με υπερπτήση τουρκικού F16 πάνω από τον βόρειο Έβρο.

Εκείνο που συμβαίνει στην πραγματικότητα και μπορεί κανείς να το εξετάσει μέσα από τον φακό της πορείας των εξελίξεων, τόσο εντός, όσο και στο διεθνές περιβάλλον του τουρκικού κράτους, παραπέμπει στις εξής παραμέτρους. Πρώτον, στην αποτυχία της στρατηγικής στόχευσης οικοδόμησης καθεστώτος ελεγχόμενου από την Άγκυρα στη βόρεια περιοχή της Συρίας, έτσι ώστε να ακυρωθούν οι δυνατότητες στρατηγικών κινήσεων του συριακού καθεστώτος. Δεύτερον, συνέπεια της σύγκρουσης Ερντογάν στη Συρία είναι η επιστροφή μεγάλου αριθμού σωρών στρατιωτών σε φέρετρα, όπερ δημιουργεί την αίσθηση της αποτυχίας των σχεδιασμών του στην περιοχή και της πρόκλησης κόστους σε κοινωνικό και ευρύτερο επίπεδο, που παραπέμπει στην επιχειρησιακή αξιοπιστία της Άγκυρας. Τρίτον, οι ενέργειες της τουρκικής ηγεσίας υπονόμευσης κρατικών οντοτήτων και επιθετικής εν γένει δραστηριότητας στην περιοχή της Μεσογείου, Ελλάδας και Κύπρου συμπεριλαμβανομένων, αλλά και ο απροκάλυπτος εκβιασμός του Τούρκου Προέδρου προς την Ευρώπη διά της αποστολής χιλιάδων μεταναστών στον Έβρο, δημιουργούν έντονη ανησυχία των Ευρωπαίων απέναντι στην Τουρκία.

Το ζήτημα που αναφύεται εν προκειμένω και δημιουργεί ερωτηματικά ως προς την στάση των Ευρωπαίων απέναντι στον Τούρκο Πρόεδρο παραπέμπει, αφενός στο ότι οι Ευρωπαίοι δεν έχουν εμπεδώσει συγκεκριμένες στρατηγικές έναντι του Ερντογάν και των κινήσεών του και αφετέρου σε μια κατάσταση αμηχανίας, όπου δεν έχουν αποκρυσταλλώσει πολιτικές ως προς το πώς αντιμετωπίζεται ένας ηγέτης ο οποίος εκβιάζει μεν, αλλά με τον οποίο έχουν όλοι συμφέροντα.

*Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, Διευθυντής Κέντρου Ανατολικών Σπουδών για τον Πολιτισμό και την Επικοινωνία, Πάντειο Πανεπιστήμιο