Αναλύσεις

Από τα κέρφιου των Άγγλων στην απομόνωση του κορωνοϊού

Τότε υπήρχε ο εξαναγκαστικός κατ’ οίκον περιορισμός από τους Άγγλους και όποιος παραβίαζε το διάταγμα απαγόρευσης κυκλοφορίας, συλλαμβανόταν και οδηγείτο στα ανακριτήρια. Τα κέρφιου μπορούσε να είναι πολυήμερα, μέρα και νύχτα, και να κρατήσουν ακόμα και πέρα από βδομάδα. Η διάρκεια της απαγόρευσης εξαρτιόταν από τον λόγο που αποφασιζόταν το κέρφιου, την περιοχή κ.λπ.

Σε μια πρωτόγνωρη συνθήκη αναγκαζόμαστε να ζήσουμε εδώ και μέρες, στο πλαίσιο των ληφθέντων μέτρων για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης του κορωνοϊού.

Για πολλούς, διαρκής, για κάποιους άλλους, παροδικός, κατ’ οίκον αυτοπεριορισμός, κατ’ οίκον εργασία, τηλεκπαίδευση, ελάχιστες, έως καθόλου, έξοδοι, κοινωνική απομόνωση, απουσία σωματικής επαφής, ένας υφέρπων διαβρωτικός φόβος συνθέτουν το σχεδόν δυστοπικό σκηνικό της καθημερινότητάς μας.

Ένας επιβεβλημένος, εκ των πραγμάτων, περιορισμός, ο οποίος αφορά σχεδόν όλους, αφού δεν φαίνεται να υπάρχει άλλος τρόπος για την ανάσχεση της διάχυσης του Covid 19, ο οποίος απειλεί, πέρα από τις ανθρώπινες ζωές, τον τρόπο ζωής μας, την κοινωνική συνοχή, την οικονομία αλλά και όλες εκείνες τις μέχρι πρότινος «αδιάσειστες βεβαιότητες» πάνω στις οποίες θεμελιώσαμε το αξιακό μας σύστημα και τον συλλογικό μας βίο.

Ως κοινωνία, όπως και οι περισσότερες, άλλωστε, κοινωνίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν ξαναζήσαμε, μεταπολεμικά, μια παρόμοια κατάσταση εγκλεισμού, εν δυνάμει καθολικού, όπως εξελίσσονται τα πράγματα.

Ο κατ’ οίκον αυτοπεριορισμός, βεβαίως, σε σχέση με την καραντίνα, η οποία επιβάλλεται σε περιόδους πολεμικών αναστατώσεων ή και σε ανάλογες περιπτώσεις πανδημίας, διαφέρει, υπό την έννοια ότι δεν είναι εξαναγκαστικός, ούτε απαιτεί την άμεση ή έμμεση επίβλεψη των Αρχών. Ενδέχεται, ωστόσο, σε περίπτωση περαιτέρω επιδείνωσης της κατάστασης, να κηρυχθεί ακόμη και απαγόρευση της κυκλοφορίας, μέτρο που λήφθηκε ήδη σε άλλες χώρες, όπως η Γαλλία και η Ιταλία, με συνεχή αστυνόμευση στους δρόμους και έκδοση ειδικής άδειας για τη μετακίνηση.

Η καθημερινή ζωή περιστέλλεται στις στοιχειώδεις λειτουργίες της, με αναστολή βασικών λειτουργιών του κοινωνικού βίου και απώτερο στόχο την επιβίωση.

Οι παλαιότερες, ωστόσο, γενιές, δεν είναι η πρώτη φορά που βιώνουν μια τέτοια περιοριστική κατάσταση, με άλλους, βέβαια, όρους και διαφορετικά ιστορικά και κοινωνιοψυχικά συμφραζόμενα.

Είναι τα περιβόητα κέρφιου, που εφάρμοζαν στη διάρκεια του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα ’55-’59 οι Άγγλοι αποικιοκράτες, με κύρια επιδίωξη να πλήξουν την επιχειρησιακή δράση της ΕΟΚΑ και το φρόνημα του κυπριακού λαού.

Η «Σημερινή» της Κυριακής αναδράμει στις δέλτους εκείνης της ιστορικής περιόδου, επιχειρώντας να αποδελτιώσει την εμπειρία εκείνου του «εγκλεισμού», αλλά και το πώς βιώνεται σήμερα ο τωρινός, με όλα τα συμπαρομαρτούντα και τις ιδιαιτερότητές του.

Εξαναγκαστικός κατ’ οίκον περιορισμός

Τότε υπήρχε ο εξαναγκαστικός κατ’ οίκον περιορισμός από τους Άγγλους και όποιος παραβίαζε το διάταγμα απαγόρευσης κυκλοφορίας, συλλαμβανόταν και οδηγείτο στα ανακριτήρια.

Τα κέρφιου μπορούσε να είναι πολυήμερα, μέρα και νύχτα, και να κρατήσουν ακόμα και πέρα από βδομάδα. Η διάρκεια της απαγόρευσης εξαρτιόταν από τον λόγο που αποφασιζόταν το κέρφιου, την περιοχή κ.λπ., λέει στη «Σ» ο αγωνιστής της ΕΟΚΑ, Φώτος Παπαδόπουλος, σημειώνοντας πως το μεγαλύτερο κέρφιου διήρκεσε 15 μέρες, στην πόλη της Αμμοχώστου, έπειτα από επιθετική ενέργεια αγωνιστών της ΕΟΚΑ.

«Μπορούσε η κράτηση για παραβίαση του κατ’ οίκον περιορισμού να διαρκέσει και επ’ αόριστον ή ο συλληφθείς να οδηγηθεί ακόμα και στα κρατητήρια, εάν, κατά τη διάρκεια της ανάκρισης, οι Άγγλοι ανακριτές υποπτεύονταν κάτι. Υπήρχαν και περιπτώσεις που συλληφθέντες από παραβίαση του κέρφιου τύχαιναν βίαιης μεταχείρισης από τους ανακριτές».

Τα κέρφιου, εξηγεί, κατά κανόνα ακολουθούσαν επιθετικές ενέργειες – βομβισμούς, ενέδρες κ.λπ. – κατά των αγγλικών στρατευμάτων από την ΕΟΚΑ και θεωρούνταν ένα σοβαρό μέτρο καταστολής, αφού, αναγκαστικά, έκλειναν όλες οι επιχειρήσεις, τα καταστήματα, τα σχολεία και οι εκκλησίες.

Γίνονταν, αφενός για τον περιορισμό της επιχειρησιακής δράσης της ΕΟΚΑ, και, αφετέρου, για τον εντοπισμό οπλισμού και καταζητούμενων προσώπων.

Σε καθεστώς απαγόρευσης υπήγοντο ακόμη και ολόκληρα συμπλέγματα περιοχών, πόλεις και χωριά.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να διασαλεύεται η καθημερινότητα του πληθυσμού, με πολύ σοβαρές επιπτώσεις στην οικονομία της κοινότητας, κάτι, βεβαίως, που δεν ενδιέφερε καθόλου τους Άγγλους αποικιοκράτες, οι οποίοι, στην πραγματικότητα, με τη λήψη αυτών των μέτρων, το επιδίωκαν.

«Κατά τη διάρκεια των κέρφιου οι Άγγλοι διενεργούσαν συνεχείς έρευνες σε σπίτια, καταστήματα και υποστατικά και συχνά κακοποιούσαν νέους, τους οποίους υποπτεύονταν για ανάμειξη σε παράνομες ενέργειες. Είχαν, μάλιστα, το δικαίωμα, εάν εύρισκαν οπλισμό σε κάποια οικία ή υποστατικό, να το ανατινάξουν, όπως έγινε με το ιστορικό οίκημα της Ανόρθωσης», επισημαίνει, προσθέτοντας:

«Σε κάποιες περιπτώσεις, οι αποικιοκρατικές Αρχές κατάφεραν να συλλάβουν καταζητούμενους αντάρτες της ΕΟΚΑ, έπειτα από πληροφορίες που είχαν. Χαρακτηριστική είναι η σύλληψη του αγωνιστή Πολύκαρπου Γιωρκάτζη, έπειτα από κέρφιου, καθώς και η επιχείρηση των αγγλικών στρατευμάτων στον Αχυρώνα Λιοπετρίου». Έτσι, συχνά, η ΕΟΚΑ υποχρεωνόταν να σπάσει τα κέρφιου, ώστε να επανατάξει την επιχειρησιακή της δράση, να αναπροσαρμόσει τα σχέδια και τις κινήσεις της και να προστατεύσει τους «κρίκους της επιχειρησιακής της αλυσίδας».

«Λόγω του γεγονότος ότι με την πρακτική των απαγορεύσεων κυκλοφορίας οι Άγγλοι κατάφερναν να μπλοκάρουν τη δράση της Οργάνωσης, αρκετά συχνά τα κέρφιου παραβιάζονταν, είτε επιτυχώς είτε ανεπιτυχώς, γιατί έπρεπε να αντιμετωπιστούν οι αρνητικές συνέπειες από την επιβολή τους».

«Ενδυναμωνόταν το φρόνημά μας»

Πώς βίωναν, όμως, αυτήν την ασυνήθιστη εμπειρία του εξαναγκαστικού βίαιου εγκλεισμού;

«Δεν νιώθαμε καλά, γιατί ξέραμε ότι ήταν ένα μέτρο πίεσης από τους Άγγλους», αναφέρει η αγωνίστρια Ήβη Αριστοτέλους Παπαδοπούλου. «Στο βάθος, όμως, ενδυνάμωνε τη θέληση και το φρόνημά μας, γιατί γνωρίζαμε ότι, για να επιβάλουν αυτό το μέτρο οι Άγγλοι, κάτι δεν πήγαινε καλά γι’ αυτούς».

Συγκρίνοντας το σήμερα με το τότε, επισημαίνει ότι, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στις μέρες μας, πέρα από το στοιχείο της στρατιωτικής επιβολής, ο κατ’ οίκον περιορισμός δεν είχε το χαρακτηριστικό της απομόνωσης από τους άλλους, αφού συγκεντρωνόταν ολόκληρη η οικογένεια στο σπίτι, ακόμα και αρκετοί φίλοι ή γνωστοί.

Αρκετοί κάτοικοι, μάλιστα, επειδή δεν ήταν δυνατόν να υπάρχουν παντού συνεχείς περιπολίες, έφευγαν από τα σπίτια τους και πήγαιναν σε γείτονες και φίλους, αφού ήταν δύσκολη η συνεχής παραμονή στο σπίτι.

«Η μέρα περνούσε κάνοντας τις οικιακές εργασίες, συζητώντας, ακούγοντας ραδιόφωνο και δίσκους στο γραμμόφωνο, παίζοντας επιτραπέζια παιχνίδια, χαρτιά κ.λπ. Σταθερό ακρόαμα ήταν, καθημερινά, η εκπομπή ‘Η φωνή της πατρίδος’, από την Ελλάδα, που εμψύχωνε τους αγωνιζόμενους Κυπρίους. Οι Άγγλοι, βέβαια, άφηναν κάποιες ώρες για να ψωνίσει ο κόσμος τα χρειώδη και έπειτα σκλήρυναν τα μέτρα».

Σε σχέση με το πώς βίωνε εκείνον τον περιορισμό και πώς τον σημερινό, λέει απροκατάληπτα: «Οπωσδήποτε, ο τωρινός με βαραίνει περισσότερο. Είναι διάχυτος παντού ένας φόβος για τα πάντα, είναι σε κίνδυνο, κάθε στιγμή, η ζωή μας. Σκέφτομαι συνέχεια τα παιδιά, τα εγγόνια, τα δισέγγονά μου, τους συγγενείς, τους φίλους, όλους τους συνανθρώπους μας και προσεύχομαι να είναι καλά. Τότε, ήμασταν και πιο νέοι, πλημμυρισμένοι από αγωνιστικότητα και περηφάνια γι’ αυτό που κάναμε. Αντίθετα με ό,τι πίστευαν οι Άγγλοι πως θα πετύχαιναν με όλες αυτές τις απαγορεύσεις, εμείς πεισμώναμε ακόμη περισσότερο. Θα έλεγα, μάλιστα, ότι αυτές οι μέθοδοι αναπτέρωναν, αντί να κάμψουν, το ηθικό και το φρόνημά μας. Σήμερα, νιώθω διάχυτο έναν φόβο και μιαν αγωνία, μια αίσθηση παράλυσης της ζωής. Όμως, πρέπει να βρούμε τη δύναμη να πολεμήσουμε και ν’ αντέξουμε. Και οι μεγάλοι στην ηλικία και οι νεότεροι».