Προσωρινή υπηρεσία πέραν των 30 μηνών

Είναι, λοιπόν, λογικό και δίκαιο, καθένας εκπαιδευτικός που διορίστηκε με Σύμβαση από την ΕΕΥ, προσωρινά ως προσοντούχος και πρόσφερε για πολλά χρόνια (πέρα των 30 μηνών) εξαίρετες υπηρεσίες, να μπορεί να διεκδικήσει από την ΕΕΥ τη μονιμοποίησή του σε αντίστοιχη θέση

Στο πλαίσιο αναζήτησης εκσυγχρονισμού στις δομές και στελέχωση της Δημόσιας Υπηρεσίας και με αφορμή τον προβληματισμό που αναπτύχθηκε, εξ ου και οι σχετικές διαβουλεύσεις, για την έκταση της σχετικής πιο πάνω οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καταγράφω την άποψή μου επί μιας άλλης διάστασης, νομικής, του όλου θέματος. Προφανώς το θέμα πρέπει να αντιμετωπιστεί σε συνδυασμό με τις συνταγματικές πρόνοιες περί τη διάκριση των εξουσιών που στο παρελθόν οδήγησε σε αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου ότι είναι Αντισυνταγματική η Νομοθετική επέμβαση και ρύθμιση της μετατροπής των τότε εκτάκτων σε μόνιμους δημόσιους υπαλλήλους. Ειδικότερα για την Εκπαίδευση οι προβλέψεις του σχετικού Νόμου (10/69) περιέχουν πρόνοιες που φαίνεται να είναι ως προς τη νομική σημασία τους, ξεχασμένες και ανεφάρμοστες από καιρό. Σφάλμα που πρέπει να αντιμετωπιστεί, επιτέλους, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου εκσυγχρονισμού.

Συγκεκριμένα, όπως ίσχυε για χρόνια, για να υπάρξει διορισμός στην Εκπαιδευτική Υπηρεσία, η διαδικασία που προβλέπει ο Νόμος απαιτεί προκήρυξη κατά τις ανάγκες κάθε κενής θέσης, ώστε να υπάρξει υποβολή διεκδίκησης από καθένα που επιθυμεί διορισμό. Το όλο θέμα καταλήγει σε κρίση της ΕΔΥ, για το ποιοι είναι προσοντούχοι, οι οποίοι, κατ’ επέκτασιν, περιλαμβάνονται με απόφαση της ΕΕΥ στον κατάλληλο πίνακα διοριστέων και σε σειρά προτεραιότητας. Η σύνθετη αυτή διοικητική διαδικασία περιλαμβάνει πράξεις που όλες προβλέπονται από το Νόμο ως εκτελεστέες διοικητικές πράξεις κατά το δημόσιο δίκαιο.

Το σημαντικό είναι -και πρέπει να σημειωθεί- ότι ο ίδιος ο Νόμος της Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας προβλέπει αρμοδιότητα υπέρ της ΕΕΥ, ώστε να αποφασίζει «μόνιμους» ή «προσωρινούς» διορισμούς, πάντοτε με τήρηση της σειράς προτεραιότητας που ισχύει στον κάθε πίνακα διοριστέων. Η με «προσωρινό διορισμό» υπηρεσία, που κατ’ επανάληψιν αποφάσισε η ΕΕΥ, στα τόσα χρόνια που ισχύει αυτή η πρόνοια, είναι η ίδια, όπως η αντίστοιχη των μονίμων εκπαιδευτικών. Εκπληρώνουν και οι προσωρινά διορισθέντες τα ίδια καθήκοντα που αφορούν κοινές ανάγκες της εκπαίδευσης, υπόκεινται και αυτοί στους ίδιους ελέγχους, κανονισμούς και οδηγίες ως κάθε άλλος εκπαιδευτικός. Απλώς ο «προσωρινός διορισμός» έχει ισχύ συγκεκριμένη και εξαρτάται από το εάν η ανάγκη που οδήγησε στην πραγματοποίησή του είναι όντως προσωρινή. Προφανώς δεν είναι δίκαιο όπως ούτε επιτρεπτόν κατά τη χρηστή διοίκηση, το Κράτος να ονομάζει προσωρινές κάποιες μόνιμες ανάγκες, απλώς για να γίνονται διορισμοί προσωρινοί αντί μόνιμοι, προς θυματοποίηση κάποιων και ελαχιστοποίηση των δαπανών του Κράτους.

Το ότι για χρόνια τώρα γίνεται αυτός ο προσωρινός διορισμός με «σύμβαση», δεν διαφοροποιεί την υπηρεσία ή την ποιότητα της προσφοράς των διορισθέντων προσοντούχων και ούτε μετατρέπει τον διορισμό αυτό σε συμφωνία «ιδιωτικού δικαίου». Τούτο όχι μόνο κατά τα πιο πάνω αναφερθέντα, αλλά και γιατί ο όρος αυτός («σύμβαση») είναι πρόνοια του ίδιου του Νόμου (10/69) και ειδικά των άρθρων 27 και 32, τα οποία και παρέχουν στην ΕΕΥ τη δυνατότητα να προβεί σε «προσωρινό» διορισμό με σύμβαση, την οποία αποφασίζει η ίδια εφαρμόζοντας αυστηρά τη διαμορφωμένη ως κεκτημένο δημόσιο συμφέρον, σειρά προτεραιότητας του πίνακα. Πρόκειται δε για άσκηση του «imperium» της ΕΕΥ, η οποία προσφέρει όρους διορισμού κατά τον Νόμο στον προσοντούχο που έχει σειρά, την οποία αυτός οφείλει να αποδεχθεί ως έχει, χωρίς δυνατότητα για διαπραγμάτευση των όρων αυτών.

Είναι, λοιπόν, λογικό και δίκαιο, καθένας εκπαιδευτικός που διορίστηκε με Σύμβαση από την ΕΕΥ, προσωρινά ως προσοντούχος και πρόσφερε για πολλά χρόνια (πέρα των 30 μηνών) εξαίρετες υπηρεσίες, να μπορεί να διεκδικήσει από την ΕΕΥ τη μονιμοποίησή του σε αντίστοιχη θέση. Μια διοικητική δηλαδή ενέργεια, χωρίς να επέρχεται η μονιμοποίησή τους απευθείας από τον ίδιο τον Νόμο και άρα δεν επηρεάζεται η διάκριση των εξουσιών.

Το παράδοξο είναι ότι ο Νόμος περί Δημόσιας Υπηρεσίας έχει ανάλογες πρόνοιες για «προσωρινό με σύμβαση διορισμό», ως αρμοδιότητα αντίστοιχα της ΕΔΥ. Όμως, άγνωστο για ποιο λόγο, δεν εφαρμόστηκαν και αντί αυτών των συγκεκριμένων απλών προνοιών, αναζητήθηκαν άλλες περίπλοκες και ενίοτε όχι αξιοκρατικές διευθετήσεις (όπως ανάμειξη του Νομοθέτη ως διαδικασία περί μονιμοποίησης εκτάκτων, ή μίσθωση εργασίας, ή σύμβαση αντικατάστασης ή σύμβαση απευθείας με Υπουργείο ή συγκεκριμένο άλλο όργανο).

Στην επιδίωξη του εκσυγχρονισμού του Κράτους, τα όσα σφάλματα, πραγματικά και νομικά υπήρξαν, στο παρελθόν, δεν είναι επιτρεπτόν να διατηρούνται και μάλιστα να επαναληφθούν.

*Δικηγόρος