Διεθνή

Ο κορωνοϊός προκαλεί ευρωσκεπτικισμό στην Ευρώπη

Ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη οι διεργασίες αυτές σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στο εσωτερικό της Ιταλίας εκφράζονται ανησυχίες ότι η εντεινόμενη κρίση θα ξυπνήσει τον «θαμμένο γίγαντα» της ακροδεξιάς και θα ενισχύσει τον ευρωσκεπτικισμό

Παρά τα θετικά βήματα που σημειώθηκαν κατά τη Σύνοδο Κορυφής ως προς τη συμφωνία για την οικονομική ανάκαμψη μετά την πανδημία του κορωνοϊού, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι η αοριστία που χαρακτηρίζει τον τρόπο λειτουργίας του Ταμείου Ανάκαμψης είναι αποτέλεσμα των διαφωνιών μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Τα δύο «στρατόπεδα» -Βόρειοι και Νότιοι- παρά το πιο συναινετικό κλίμα, κατάφεραν μεν να συμφωνήσουν στον βασικό άξονα, εντούτοις πέταξαν το μπαλάκι στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία καλείται να βρει τη δύσκολη λύση της χρηματοδότησης και του τρόπου λειτουργίας αυτού του Ταμείου, η οποία θα πρέπει με κάποιο τρόπο να ισορροπεί ανάμεσα στις απαιτήσεις του Νότου και τις αρνήσεις του Βορρά. Την ίδια ώρα, ο «εμφύλιος» εντός της ΕΕ αλλά και τα αργά -για πολλούς- αντανακλαστικά των Βρυξελλών στην κρίση που προκαλεί η πανδημία αποτελούν νερό στον μύλο των ευρωσκεπτικιστών ειδικά στην Ιταλία, οι οποίοι δεν δυσκολεύονται να βρουν επιχειρήματα για να υποστηρίξουν τις θέσεις τους, ενώ ακόμη και οι πλέον φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις αισθάνονται πως η ΕΕ έχει εγκαταλείψει τη χώρα στη μοίρα της.

Ο διχασμός Bορρά- Νότου

Πρόσφατες αναλύσεις δείχνουν ότι πιθανότατα το πρόβλημα που θα έχει να αντιμετωπίσει η Ευρωζώνη καθώς θα εξέρχεται της πανδημίας δεν θα είναι μία κρίση χρέους, αλλά οι διαφορές που θα προκύψουν στα δημόσια χρέη του κάθε κράτους μέλους ξεχωριστά, οι οποίες αναμένεται να δοκιμάσουν την ενότητά της. Οι δυσοίωνες προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, οι οποίες βασίζονται σε ένα κοκτέιλ αύξησης των χρεών των 19 χωρών της Ευρωζώνης περισσότερο από 13% του ΑΕΠ σε συνδυασμό με τα περιοριστικά μέτρα που θα οδηγήσουν σε μια πρωτοφανή ύφεση 7,5%, αναδεικνύουν ως μείζον πρόβλημα την οικονομία, όμως η ουσιαστική πρόκληση γρήγορα θα μετατοπιστεί στην πολιτική αρένα. Οικονομικοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι ενώ θα υπάρχει μεγάλης έκτασης δανεισμός, η επίπτωση στις αποδόσεις των ομολόγων είναι έως τώρα μικρή, χάρη στις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Από την άλλη η πραγματικότητα θα είναι σκληρή για τα κράτη μέλη του Νότου, τα οποία θα πρέπει να ανακάμψουν από την ύφεση με ένα μεγαλύτερο χρέος, σε αντίθεση με τον Βορρά. Εδώ αναδύεται ξανά το κεντρικό πολιτικό πρόβλημα της ΕΕ και κατ’ επέκτασιν της Ευρωζώνης. Πώς μπορεί η καταποντισμένη από την κρίση της πανδημίας ευρωπαϊκή «συνοχή» να ανακόψει την κεφαλαιοποίηση των δυσκολιών της ανάκαμψης με τεράστια επίπεδα χρέους από τα εθνικιστικά και ευρωσκεπτικιστικά κόμματα στον Νότο; Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι όσα έχουν συμφωνηθεί μέχρι τώρα δεν αρκούν, αφού δεν απαντούν στο πρόβλημα της βιωσιμότητας του χρέους στις χώρες με υψηλό χρέος, όπως η Ιταλία, αλλά και του κατακερματισμού της Ευρωζώνης με τους διαφορετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, της ανεργίας ή του τραπεζικού δανεισμού.

Η λύση του Ταμείου Ανάκαμψης και η άρνηση για «κορωνο-ομόλογα»

Κατά την ειδική Σύνοδο Κορυφής για τον κορωνοϊό λήφθηκε η απόφαση για τη δημιουργία ενός «Ταμείου για την Ανάκαμψη», το οποίο θα χρηματοδοτεί τα κράτη μέλη τόσο με δάνεια όσο και με κονδύλια, σε ποσοστό που θα αποφασιστεί. Ο Ιταλός πρωθυπουργός, παρά το ότι δεν πήρε τα πολυπόθητα «κορωνο-ομόλογά» του, υποστήριξε ότι το εν λόγω ταμείο θα πρέπει να αγγίξει το 1,5 τρισεκ. ευρώ και να εγγυηθεί τη μεταφορά πόρων άνευ επιστροφής στα κράτη μέλη. Ως γνωστόν, πλούσιες, δημοσιονομικά συντηρητικές χώρες όπως η Γερμανία, η Αυστρία, η Σουηδία και η Ολλανδία είχαν ταχθεί κατά της έκδοσης των «κορωνο-ομολόγων», τα οποία υποστήριξαν οι νότιες χώρες του ευρωπαϊκού μπλοκ που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, με επικεφαλής την Ιταλία και την Ισπανία. Εντούτοις, ακόμα και στη συζήτηση για το ταμείο υπήρξαν διαφωνίες ως προς το μέγεθός του, στο εάν θα πρέπει να παρέχει επιδοτήσεις ή εξοφλητέα δάνεια, εάν θα μπορεί να εκδοθεί χρέος καθώς και το ύψος και το είδος αυτού, και ποιες θα είναι οι υποχρεώσεις των χωρών. Αυτές οι διαφωνίες σε μεγάλο βαθμό βασίζονται στον φόβο του Βορρά ότι η αμοιβαιοποίηση χρέους θα «μολύνει» κατά κάποιον τρόπο τη χρηματοπιστωτική και οικονομική του κατάσταση μελλοντικά από τις αποφάσεις που λαμβάνονται στις νότιες χώρες. Πριν από τη σύνοδο, οικονομολόγοι υποστήριζαν ότι η λύση σε αυτό το σύνθετο πρόβλημα φαίνεται να βρίσκεται στην ισορροπία μεταξύ της προσπάθειας μη αύξησης του χρέους στον Νότο και της αποφυγής αμοιβαιοποίησής του. Αρχικά, λόγω της κρίσης θεωρείται δεδομένο ότι τα επίπεδα χρέους θα αυξηθούν σε όλα τα κράτη μέλη. Εντούτοις, για να αποφευχθεί η διόγκωση του χρέους, ορισμένες χώρες, όπως η Ισπανία και η Ελλάδα, ζήτησαν επιχορηγήσεις - χρήματα που θα δανεισθεί η ΕΕ ως σύνολο, τα οποία στη συνέχεια θα μεταβιβασθούν σε όσους έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Από την άλλη, όμως, σύμφωνα με αναλυτές, η φιλοσοφία των επιχορηγήσεων μοιάζει να είναι το ίδιο «προκλητική» με την αμοιβαιοποίηση του χρέους, οπότε τίθεται το ερώτημα πώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο σχέδιο που θα καταθέσει θα καταφέρει να βρει τη χρυσή τομή για τα δάνεια και τις επιχορηγήσεις.

Η Γερμανία το πρόβλημα;

Πάντως η Καγκελάριος της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ, διέψευσε τον ισχυρισμό ότι η χώρα της δεν επιδεικνύει αρκετή αλληλεγγύη προς τους Ευρωπαίους εταίρους της που πλήττονται ιδιαίτερα από τον κορωνοϊό, αποδίδοντας την υποκίνηση των «ανησυχιών» σε λαϊκιστές κυρίως στην Ιταλία και την Ισπανία. Με την πανδημία να σφυροκοπά τις οικονομίες σε όλη τη Γηραιά Ήπειρο, δεν είναι λίγοι αυτοί που εναποθέτουν τις ελπίδες τους στη Γερμανία, αν και μέχρι στιγμής το μόνο που φαίνεται διατεθειμένη να δώσει είναι… ενθάρρυνση. Αναλυτές υποδεικνύουν ότι εάν η Γερμανία είναι η λύση του οικονομικού προβλήματος της Ευρωζώνης, είναι επειδή σε μεγάλο βαθμό αποτελεί το ίδιο το «πρόβλημα». Αυτό γιατί η υπερβολική οικονομική επιρροή της χώρας έχει μεταθέσει το κέντρο βάρους της Ευρώπης στο Βερολίνο, μια ευθύνη την οποία οι Γερμανοί μοιάζουν να είναι απρόθυμοι να αναλάβουν. Από την άλλη, η Ρώμη το προηγούμενο διάστημα επέμενε ότι η ΕΕ θα πρέπει να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο για την αντιμετώπιση της κρίσης και συγκεκριμένα μέσω του «κοινού, φιλόδοξου και δίκαιου οικονομικού εργαλείου» όπως τα «κορωνο-ομόλογα», τα οποία, σύμφωνα με τον Ιταλό Πρωθυπουργό, Τζουζέπε Κόντε, δεν θα κοινοτικοποιούσαν προηγούμενα χρέη, αλλά θα ήταν σχεδιασμένα ειδικά για την περίσταση και θα είχαν χρονικούς περιορισμούς. Η ενδυναμωμένη δημοσκοπικά Καγκελάριος της Γερμανίας από την άλλη υποστήριξε ότι κοινή έκδοση χρέους δεν αποτελεί βιώσιμη επιλογή, καθώς θα προϋπέθετε αλλαγές στις ευρωπαϊκές συνθήκες για την εκχώρηση σχετικών εξουσιών στις Βρυξέλλες. Αναλυτές πάντως επισημαίνουν ότι το ίδιο έργο είχε παιχτεί και κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ, όταν οι προϋποθέσεις που έθετε το Βερολίνο για οικονομική βοήθεια στα κράτη μέλη όπως η Ελλάδα, δημιουργούσαν αμφιβολίες για το πνεύμα αλληλεγγύης, το οποίο διακήρυσσε.

Η άνοδος του ευρωσκεπτικισμού

Ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη οι διεργασίες αυτές σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στο εσωτερικό της Ιταλίας εκφράζονται ανησυχίες ότι η εντεινόμενη κρίση θα ξυπνήσει τον «θαμμένο γίγαντα» της ακροδεξιάς και θα ενισχύσει τον ευρωσκεπτικισμό. Οι μεταβολές αυτές, σύμφωνα με αναλύσεις, φαίνεται να είναι άμεσα συνυφασμένες με το αίσθημα «απουσίας» ευρωπαϊκής αλληλεγγύης στη διάρκεια των πρόσφατων μεταναστευτικών κρίσεων και το οποίο σήμερα ενισχύεται από την πανδημία του κορωνοϊού. Τη δυσαρέσκεια των Ιταλών καταδεικνύουν δημοσκοπήσεις, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν μέσα στον Απρίλιο και δείχνουν ότι πέραν του 55% θα συμφωνούσαν να αποχωρήσει η χώρα από την ΕΕ ή και το ευρώ. Οι αριθμοί αυτοί χαρακτηρίζονται «εντυπωσιακοί», για μία χώρα η οποία θεωρείται πυλώνας της ΕΕ και ιστορικά τασσόταν υπέρ της ενωμένης Ευρώπης. Παράλληλα όμως η ίδια η κυβέρνηση της Ιταλίας ενισχύει αυτό το αίσθημα, κατηγορώντας κυρίως τη Γερμανία και την Ολλανδία, ότι τυφλά και εγωιστικά αρνούνται την αμοιβαιοποίηση του χρέους που δημιουργήθηκε από την πανδημία με την έκδοση κορωνο-ομολόγων. Όπως ήταν φυσικό, το «άνοιγμα» που πρόσφερε η ιταλική κυβέρνηση έτυχε εκμετάλλευσης από τα ακροδεξιά και ευρωσκεπτικιστικά κόμματα της χώρας, τα οποία βάλλουν κατά της ικανότητας του μπλοκ των 27 να διαχειριστεί την κρίση αλλά και να βρει λειτουργικές λύσεις για το οικονομικό αδιέξοδο. Βασικό επιχείρημα των ακροδεξιών κομμάτων είναι ότι η ευρωπαϊκή απάντηση για την κρίση του κορωνοϊού θα είναι η προσφυγή στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητα (EMS), ο οποίος ξυπνά τις μνήμες των αυστηρών όρων και των πολιτικών λιτότητας που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα. Έτσι, από τη μία τα κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση θα ήθελαν να χρησιμοποιήσουν τα χρήματα του EMS, χωρίς όμως να τεθούν όροι, ενώ από την άλλη οι Ιταλοί ευρωσκεπτικιστές κατηγορούν τον Κόντε ότι θέλει να εκχωρήσει την εθνική κυριαρχία στις Βρυξέλλες.