Οι περικοπές των μισθών/συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων

Η πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, που έκρινε νόμιμες και συνταγματικές τις περικοπές μισθών και συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων λόγω της κρίσης του 2013, εγείρει σωρεία ερωτημάτων ως προς τον τρόπο που οι θεσμοί αντιμετωπίζουν ευρύτερα θέματα, που απασχολούν αυτόν τον Τόπο. Πριν από ένα χρόνο περίπου το Πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι οι περικοπές ήταν αντισυνταγματικές. Δεν ξέρω αν το Ανώτατο επηρεάστηκε από την κατάσταση που δημιουργήθηκε στο μεταξύ αναφορικά με τα δημόσια οικονομικά μετά τον ερχομό του κορωνοϊού. Η απόφαση, άλλωστε, δεν ήταν ομόφωνη.

Το θέμα αυτό επαναφέρει δυο καίρια ζητήματα που επιτέλους θα πρέπει να απασχολήσουν τον Τόπο: τον χειρισμό θεμάτων που έχουν σχέση με τη Δημόσια Υπηρεσία και την Απονομή Δικαιοσύνης. Η ευκαιριακή αντιμετώπιση των δυο αυτών θεμάτων, καθόλου δεν βοηθά στο να καταστεί η Κύπρος ένα σύγχρονο Κράτος, που να στηρίζεται σε αρχές κι όχι σε σκοπιμότητες. Παρόλο που ασχολήθηκα κι άλλοτε με τα θέματα αυτά θα επανέλθω και πάλι, ξεκινώντας από το θέμα της Δημόσιας Υπηρεσίας.

Ο δημόσιος υπάλληλος είναι ο υπηρέτης του κοινού και, για να κάνει σωστά κι αντικειμενικά το έργο του, θα πρέπει να μένει απερίσπαστος σ’ αυτήν την αποστολή. Ο εκσυγχρονισμός της Δημόσιας Υπηρεσίας και γενικά η δημιουργία μιας πιο αποδοτικής κυβερνητικής μηχανής ήταν πάντοτε μέσα στις επιδιώξεις μας. Πολλές φορές η κακή γραφειοκρατία κι η ανεπάρκεια της ΔΥ ήταν εμπόδια στο αναπτυξιακό μας έργο. Ήδη το Δεύτερο Πενταετές Σχέδιο Ανάπτυξης, 1967-1971, υιοθέτησε μεταρρυθμίσεις που προέβλεπαν την αναθεώρηση κι εκσυγχρονισμό παλαιών μεθόδων και διαδικασιών, την κατάργηση της γραφειοκρατίας, την εμφύσηση στη Διοίκηση επιχειρηματικού πνεύματος για αύξηση της αποδοτικότητας κι επιτυχούς εφαρμογής μεγάλης κλίμακας προγραμμάτων και την αναθεώρηση των όρων υπηρεσίας προς τον σκοπό προσέλκυσης και διατήρησης στην Υπηρεσία προσώπων με υψηλά προσόντα.

Το δίπτυχο πάνω στο οποίο εργαστήκαμε στα θέματα αυτά περιελάμβανε από τη μια τη δημιουργία/διατήρηση μιας ικανής κι ικανοποιημένης Δημόσιας Υπηρεσίας, που να λειτουργεί χωρίς εξωτερικά αχρείαστα εμπόδια, κι από την άλλη την απαίτηση από μέρους της Πολιτείας για ανιδιοτελή αφοσίωση, παραδειγματικό ζήλο και επιχειρηματική αποτελεσματικότητα από πλευράς των υπαλλήλων στην επιτέλεση του λειτουργήματός τους. Είχα την ευκαιρία πολλές φορές να προβάλω αλλά και να ακολουθήσω στην πράξη τις θέσεις αυτές. Όταν ο Σπύρος Κυπριανού λίγο μετά την ανάληψη της Προεδρίας κάλεσε ευρεία σύσκεψη των κυβερνητικών αξιωματούχων και της ΠΑΣΥΔΥ για τα θέματα της ΔΥ, βρήκα την ευκαιρία να προβάλω τις πιο πάνω θέσεις προς μεγάλη δυσαρέσκεια και των δυο πλευρών: ο Πρόεδρος παραπονέθηκε στον Υπουργό Οικονομικών γιατί θεώρησε ότι προέτρεπα τους δημόσιους υπαλλήλους να υποβάλουν πρόσθετα αιτήματα και ο Γενικός Γραμματέας της ΠΑΣΥΔΥ ενοχλήθηκε γιατί αιτήματα για πρόσθετα ωφελήματα μόνο η Οργάνωση μπορούσε να υποβάλει.

Οι θέσεις που υποστήριξα -κι όχι αιτήματα- ήταν να βεβαιωθούμε ότι εξασφαλίζεται μια αξιοπρεπής διαβίωση για όλους τους δημόσιους υπαλλήλους, καθώς και ικανοποιητικές συνθήκες για επιτέλεση των καθηκόντων τους και να απαιτήσουμε από όλους πλήρη, ανιδιοτελή, αποδοτική αφοσίωση στην αποστολή τους.

Για το πρώτο, όπως εξήγησα, δεν εννοούσα κατ’ ανάγκην την παραχώρηση μισθολογικών αυξήσεων, αλλά την υποβοήθηση στη δημιουργία τέτοιων διευθετήσεων, μέσω των οποίων κάθε δημόσιος λειτουργός να μπορεί να ικανοποιήσει θεμιτές ανάγκες, όπως η εξασφάλιση στέγης κι η διασφάλιση των μέσων για τις πανεπιστημιακές σπουδές των παιδιών. Είχε ήδη προηγηθεί η παραχώρηση διευκολύνσεων από μέρους του κράτους προς την Οικοδομική Εταιρεία των Δημοσίων Υπαλλήλων για τη δημιουργία του οικισμού Δελφοί στο Πλατύ Αγλαντζιάς. Γιατί να μην επεκταθεί ο θεσμός και γιατί να μη βοηθηθεί η ΠΑΣΥΔΥ να λειτουργήσει σχέδια σπουδαστικών δανείων με λογικούς όρους;

Για το δεύτερο, ζήτησα να είμαστε αμείλικτοι σε κάθε είδους κατάχρηση της θέσης οποιουδήποτε για ιδιωφελείς σκοπούς, καθώς και μηδενική ανεκτικότητα σε φαινόμενα ανικανότητας, ολιγωρίας και πλημμελούς αφοσίωσης στο καθήκον. Κανένας δεν θα μπορούσε πια να επικαλεσθεί λόγους προσωπικών ή οικογενειακών αναγκών για να δικαιολογήσει τυχόν παρατυπία του.

Τελικά, παρά τη σημαντική πρόοδο που συντελέστηκε στη λειτουργία της ΔΥ έκτοτε, οι εκάστοτε κυβερνώντες δεν παρέλειψαν να την χρησιμοποιούν για να βολέψουν δικά τους άτομα και να προωθήσουν τις δικές τους εξαγγελίες, με αποτέλεσμα να αποθαρρύνουν τους Υπεύθυνους Λειτουργούς στην επιτέλεση του έργου τους.

Δεν είναι μόνο στα θέματα προγραμματισμού/συντονισμού, που εγκαταλείψαμε διευθετήσεις οι οποίες απέδωσαν καρπούς, αλλά και στο εξίσου σοβαρό θέμα του εκσυγχρονισμού της ΔΥ. Αντί να ενισχύσουμε το Τμήμα Διοίκησης και Προσωπικού για το έργο αυτό, η αρμοδιότητα ανατέθηκε στον Υφυπουργό παρά τω Προέδρω και στη συνέχεια στον Υπουργό Εσωτερικών. Τι απέγινε το αρμόδιο Τμήμα; Τι απέγινε η Μονάδα Διοικητικής Μεταρρύθμισης, στην οποία εναποθέσαμε τόσες ελπίδες για την αναβάθμιση και τον συνεχή εκσυγχρονισμό της ΔΥ;

Κι ενώ βασικοί μας στόχοι από το Δεύτερο Σχέδιο Ανάπτυξης, 1967-1971, ήταν η κατάργηση της γραφειοκρατίας, η εμφύσηση επιχειρηματικού πνεύματος, η προσέλκυση/διατήρηση στην υπηρεσία προσώπων με υψηλά προσόντα για την εφαρμογή φιλόδοξων προγραμμάτων ανάπτυξης και η ΔΥ να καταστεί ο κύριος σύμβουλος της εκάστοτε Κυβέρνησης, τελικά όλες οι εκάστοτε Κυβερνήσεις προσέφυγαν στην εκμίσθωση των υπηρεσιών μεγάλου αριθμού συμβούλων. Το γεγονός αυτό ήταν μεγάλο πλήγμα για το έργο της ΔΥ, χωρίς να προωθείται κατ’ ανάγκην ικανοποιητικά το κυβερνητικό έργο.

*Πρώην Υπουργός, Πρώην Γενικός Διευθυντής Γραφείου Προγραμματισμού