Οι συνεδριάσεις της Βουλής - Ζήτημα που αφορά τα του «οίκου» της

Η Νομοθεσία αλλά και η Νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, λαμβάνοντας υπόψη τη νομική θεωρία, έχουν καθιερώσει κανόνες χρηστής διοίκησης για ό,τι αφορά τη νόμιμη συγκρότηση και λειτουργία των Συλλογικών Οργάνων. Προβλέφθηκαν γενικές αρχές για την ανάγκη απαρτίας, δικαιολογημένης απουσίας από το καθήκον συμμετοχής στις συνεδριάσεις, μη επιτρεπτή παρουσία άλλων προσώπων πέρα από τα Μέλη του συλλογικού οργάνου, τήρηση άρτιων πρακτικών κ.λπ.

Η τηλεδιάσκεψη δεν προβλέφθηκε νομοθετικά και όμως εφαρμόστηκε σε ανύποπτο προς τις σημερινές έκτακτες καταστάσεις χρόνο, κυρίως για τις αποφάσεις ειδικών συμβουλευτικών οργάνων που απαρτίζονται από Μέλη που προέρχονται κατά τον Νόμο και από το εξωτερικό, όπως για παράδειγμα μια ειδική Επιτροπή για διορισμό ή προαγωγή διδακτικού προσωπικού στα Κρατικά μας Πανεπιστήμια, της οποίας 2 ή 3 μέλη είναι Καθηγητές Πανεπιστημίων του εξωτερικού.

Αυτή η χωρίς νομοθετική ρύθμιση διαδικασία απόφασης που λήφθηκε από μακριά με τηλεδιάσκεψη, κρίθηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο στην υπόθεση επιλογής Πρύτανη στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου ως πάσχουσα γιατί:

«Η εισαγωγή της ηλεκτρονικής επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, με φωνή και οπτική επαφή, θα έπρεπε να ρυθμίζεται ειδικώς από τους σχετικούς Κανονισμούς, ως αποδεκτός τρόπος συνεδρίας των συλλογικών οργάνων του Πανεπιστημίου, έτσι ώστε να τίθενται εκ του Νόμου, συγκεκριμένες προϋποθέσεις προς εξασφάλιση της μυστικότητας και εμπιστευτικότητας των συνεδριάσεων, της πιστοποίησης της ταυτότητας των μελών του οργάνου, της ασφάλειας της ηλεκτρονικής διακίνησης της φωνής, των δεδομένων και της εικόνας, αλλά και της ακεραιότητας των πληροφοριών.

Πέραν τούτων, σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να πιστοποιείται αλλά και να προκύπτει η απαρτία του συλλογικού οργάνου, η τήρηση πρακτικών και η γνώμη ενός εκάστου μέλους αυτού, θα πρέπει να διατυπώνεται συλλογικά και όχι ξεχωριστά, όπως συνέβη στην προκειμένη περίπτωση, έτσι ώστε να διασφαλίζεται και ο σκοπός της συνεδρίας, ως προς την ανταλλαγή απόψεων, διατύπωση γνώμης και θέσης, συμμετοχή σε συλλογική ψηφοφορία, ωσάν να ήταν στον χώρο της συνεδρίας με φυσική παρουσία».

Το θέμα, όμως, ειδικά για ό,τι αφορά τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τις Κοινοβουλευτικές Επιτροπές, έχει τη δική του ιδιομορφία. Τούτο γιατί υπάρχει το Άρθρο 72 του Συντάγματος που παρέχει στη Βουλή δικαίωμα να ρυθμίζει η ίδια τα του οίκου της με Κανονισμούς που η ίδια ψηφίζει. Κανονισμοί που ως γνωστόν υπάρχουν, χωρίς όμως να είχαν προβλέψει την περίπτωση συνεδρίασης της όποιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής και της Ολομέλειας με τηλεδιάσκεψη.

Η δυνατότητα αυτή της Βουλής να ρυθμίζει η ίδια τα του οίκου της έτυχε και δικαστικής εξέτασης όταν η Βουλή αποφάσισε αντί να προεδρεύει επί προσωρινής απουσίας του Προέδρου της ο πρεσβύτερος των βουλευτών, ως το Σύνταγμα προβλέπει, όρισε ένα εκ των μελών της, ας τον ονομάσουμε μόνιμο Αναπληρωτή του Προέδρου ως τον επέλεξε η πλειοψηφία. Είναι η γνωστή κατά πλειοψηφία απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όταν το 1996 η Βουλή αποφάσισε τούτο και επέλεξε τον κ. Νίκο Αναστασιάδη.

Συνεπώς, αφού οι Κανονισμοί της Βουλής δεν προέβλεψαν την τηλεδιάσκεψη, θα πρέπει (έπρεπε να είχε ήδη γίνει τούτο) η Βουλή να αποφασίσει άμεσα με τροποποίηση των Κανονισμών της ή εάν η αποσπασματική τροποποίηση δεν προσφέρεται ως κατάλληλη διαδικασία, ας αποφασίσει ειδικά επί τούτου και να οριστεί ότι είναι επιτρεπτή η συνεδρίαση με τηλεδιάσκεψη. Παράλληλα επιβάλλεται να μελετηθεί και η όποια αναγκαία γενικότερη Νομοθετική τροποποίηση, ώστε να είναι δυνατό τούτο, συμπληρωματικά, προς τις γενικές αρχές του Διοικητικού Δικαίου. Η εποχή της τεχνολογίας προχωρεί ακάθεκτη και η Βουλή δεν πρέπει να παραμένει αδρανής ή απλώς προβληματισμένη. Αντίθετα, ας δώσει η ίδια το αναγκαίο κανονιστικό πλαίσιο. Έχει τις δυνατότητες, τη θέληση και δυναμική για να προωθήσει τις αναγκαίες τροποποιήσεις χάριν του δημόσιου συμφέροντος στο πλαίσιο επιβεβαίωσης της έννοιας του Κράτους Δικαίου.

*Δικηγόρος