Αναλύσεις

Οι δημογραφικές παραινέσεις του τουρκικού ΥΠΕΞ προς το Κοσσυφοπέδιο

Τα όσα ζητά η Τουρκία από το Κόσοβο σχετικά με τους πραγματικούς ή υποτιθέμενους αριθμούς Τούρκων αποτελούν ένα εργαλείο, του οποίου τη χρήση κάνει διαχρονικά. Αποτελεσματική χρήση του έγινε ιστορικά στην Αλεξανδρέττα της Συρίας και με τους Τουρκοκύπριους στην Κύπρο

Συντήρηση και αναβάθμιση της επιρροής της στα Βαλκάνια επιδιώκει η Τουρκία με τρόπο που το κάνει συστηματικά και αυτός δεν είναι άλλος από τον πληθυσμιακό, είτε με τη μορφή δημογραφικής μηχανικής που να περιλαμβάνει μεταφορά τουρκικών ή μουσουλμανικών πληθυσμών είτε με τη μορφή της επιρροής σε υφιστάμενους πληθυσμούς.

Αυτό φαίνεται από μια ενδιαφέρουσα πληροφορία που έφερε στο φως το «Nordic Research & Monitoring Network», γνωστό ως «Nordic Monitor», που εδρεύει στη Στοκχόλμη και διευθύνεται από τον αυτοεξόριστο Τούρκο δημοσιογράφο και συγγραφέα Abdullah Bozkurt.

Πρόκειται για μια συνέντευξη του Τούρκου Αναπληρωτή Υπουργού Εξωτερικών που φανερώνει τις απαιτήσεις που έχει η Τουρκία από το μερικώς αναγνωρισμένο κράτος του Κοσσυφοπεδίου, της «Δημοκρατίας του Κοσόβου» (τη μονομερή κήρυξη ανεξαρτησίας του οποίου δεν αναγνωρίζουν Κύπρος και Ελλάδα).

Οθωμανοί και Κοσσυφοπέδιο

Το Κοσσυφοπέδιο βρίσκεται στην καρδιά των Σέρβων και αποτελεί σύμβολο της θυσίας τους για χάρη του έθνους και του Χριστιανισμού έναντι των Οθωμανών Τούρκων. Στα εδάφη του Κοσσυφοπεδίου έλαβεν χώραν η μεγάλη «Μάχη του Κοσόβου» τον Ιούνιο του 1389 και έχει μυθικές διαστάσεις για τη σερβική ψυχή. Αλβανοί μαρτυρούνται στην περιοχή από τον 14ον αιώνα και αυξάνονται από τον 17ον και μετά, λόγω μεγάλη φυγής Σέρβων ως αποτέλεσμα των αυστροτουρκικών πολέμων.

Όταν η Σερβική Αυτοκρατορία έχασε το Κοσσυφοπέδιο ξεκίνησε και ο τουρκικός εποικισμός της περιοχής. Το 1881 οι Οθωμανοί κατέπνιξαν την εξέγερση της «Λέγκας της Πριζρένης» που ζητούσε αλβανική ανεξαρτησία. Παρά την κοινή θρησκεία του Ισλάμ, και οι Νεότουρκοι ήταν καχύποπτοι με τους Αλβανούς, καθώς προηγήθηκαν και οι κινητοποιήσεις τους κατά της φορολογίας και των μεταρρυθμίσεων της Κωνσταντινούπολης. Στους Αλβανούς μουσουλμάνους, παρά την κόντρα τους με τους Σέρβους, είχε απαγορευθεί το 1908 η υιοθέτηση του λατινικού αλφαβήτου και οι Νεότουρκοι απαγόρευσαν τα αλβανικά σχολεία. Το 1912 οι Οθωμανοί έχασαν τον έλεγχο της περιοχής, όταν το Μαυροβούνιο και η Σερβία ανακατέλαβαν το Κοσσυφοπέδιο και οι Κοσοβάροι Τούρκοι έγιναν μια μειονότητα μεταξύ Αλβανών και Σέρβων. Λόγω της σερβικής κυριαρχίας, πολλοί μουσουλμάνοι εγκαταλείπουν την περιοχή μέχρι και μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Όπως αναφέρει ο Lauri Tainio («Studia Orientalia», τ. 111, Finnish Oriental Society, 2011), μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στη σοσιαλιστική Γιουγκοσλαβία του Στρατάρχη Josip Broz Tito δημιουργείται η «Αυτόνομη Περιοχή Κοσόβου & Μετόχιας» ως μέρος της Σερβίας. Η Γιουγκοσλαβία βλέπει με καχυποψία την Τουρκία λόγω της παράταξής της με τη Δύση και οι Αρχές «υποψιάζονται τους Τούρκους ότι μετατρέπονται σε πέμπτη φάλαγγα». Το 1948 καταδικάζονται 17 τουρκικής καταγωγής Γιουγκοσλάβοι για συμμετοχή στην Yücel, μια οργάνωση που χαρακτηρίστηκε τρομοκρατική, και καταδικάστηκαν ως κατάσκοποι της Τουρκίας. Στις απογραφές που θα γίνουν στη Γιουγκοσλαβία, οι αριθμοί των Τούρκων στο Κόσοβο αυξομειώνονται λόγω των αλλαγών στην πολιτική ατμόσφαιρα και στην ευχέρεια τού να δηλώσεις ό,τι θέλεις μεταξύ Αλβανού, Τούρκου ή Ρομά. Το 1953 Γιουγκοσλαβία και Τουρκία υπογράφουν τη «Συμφωνία του Μπλεντ» για εθελοντική μετανάστευση και έτσι αρχίζει η μείωση των Κοσοβάρων Τούρκων. Από το 1966 αυξάνονται οι ελευθερίες των μουσουλμάνων γενικότερα και το 1974 η περιοχή ορίζεται ως «Αυτόνομη Σοσιαλιστική Επαρχία του Κοσόβου» και αναγνωρίζεται επίσημα η τουρκική γλώσσα.

Ωστόσο, όπως σημειώνει η Sule Kut στο «Perceptions» (τ. 5, 2000) του «Κέντρου Στρατηγικής Έρευνας» του τουρκικού ΥΠΕΞ, οι πολιτικές αλβανοποίησης μεταξύ 1970-80 οδηγούν πολλούς Τούρκους σε σερβικά εκπαιδευτικά ιδρύματα παρά σε αλβανικά, ως τρόπου διατήρησης της ταυτότητάς τους. Η έχθρα στην περιοχή μεταξύ Σέρβων και Αλβανών αναζωπυρώνεται μετά την άνοδο του Slobodan Milosevic στην εξουσία και τη δεκαετία του 1990 με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.

Κοσοβάροι Τούρκοι

Το 1996, με τη δημιουργία του αλβανικού UÇK και τη σύγκρουση με τους Σέρβους, οι Κοσοβάροι Τούρκοι βρίσκονται μεταξύ σερβοφοβίας και αλβανοποίησης, οπότε γενικά παραμένουν ουδέτεροι. Τον Ιούνιο του 1999, με το ψήφισμα 1244 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ η σερβική επαρχία του Κοσόβου περνά υπό τη διοίκηση της UNMIK του ΟΗΕ και ελέγχεται από ειρηνευτική δύναμη του ΝΑΤΟ, την KFOR (Kosovo Force). Η Kut αναφέρει πως η τουρκική στρατιωτική παρουσία στην KFOR ωθεί τους νέους Αλβανούς ηγέτες να σεβαστούν την τουρκική ταυτότητα και πολιτική αντιπροσώπευση, αν και αυτό δεν θα σταματήσει τη φυγή Τούρκων Κοσοβάρων ως προσφύγων ή «τουριστών» προς Τουρκία. Αν και παραδέχεται πως «είναι δύσκολο να βρεθεί ο ακριβής αριθμός», αναφέρει αυτό το κύμα σε 20.000.

Στην μερικώς αναγνωρισμένη «Δημοκρατία του Κοσόβου», η τουρκική δεν έχει καθεστώς επίσημης γλώσσας σε εθνικό επίπεδο, αλλά μόνο σε τοπικό. Λαμβάνοντας υπόψη τις δημογραφικές ιδιομορφίες λόγω της προϊστορίας, η έκθεση της αποστολής του ΟΑΣΕ στην περιοχή το 2010 υπολόγισε τους Τούρκους στα 30.000 άτομα, με 250.000 να μιλούν την Τουρκική. Η πλειοψηφία των Τούρκων βρίσκεται στη Mamusa και οι υπόλοιποι διασκορπισμένοι σε άλλες περιοχές. Η έκθεση ανέφερε ότι «οι Κοσοβάροι Τούρκοι είναι μεταξύ των κοινοτήτων που έχουν ενταχθεί και αντιπροσωπεύονται στους θεσμούς του Κοσόβου».

Στα συμπεράσματά του, ο Tainio αναφέρει πως η Τουρκία επηρεάζει την τουρκική κοινότητα του Κοσόβου, αφού επωφελήθηκε με βοήθεια και πολιτική στήριξη, επιχειρηματικές επενδύσεις και δραστηριότητα. Όπως γράφει, «ο ρόλος της Τουρκίας, των τουρκικών εταιρειών και των μη-κυβερνητικών οργανώσεων στο Κόσοβο είναι εξαιρετικά ενδιαφέρων τόσο ως υλοποίηση της νέας τουρκικής εξωτερικής πολιτικής όσο και για την επίδρασή της στην τουρκική κοινότητα του Κοσόβου».

Τουρκική επιρροή

Σε μια συνέντευξή του στις 20 Μαΐου για τον Σύνδεσμο Κοσοβάρων Φοιτητών στην Τουρκία (TOKOB), ο Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Yavuz Selim Kiran μίλησε για την πολιτική της χώρας του σχετικά με τη Διασπορά και ιδιαίτερα για τις σχέσεις με τους Τούρκους του Κοσόβου.

Το 2021 πρόκειται να γίνει απογραφή του πληθυσμού του Κοσόβου και ο Kiran προειδοποίησε να μη βρεθεί «προ τετελεσμένων» η Τουρκία. Συγκεκριμένα, δήλωσε: «Είναι αρκετά σημαντικό τα αποτελέσματα της απογραφής του 2021 να μετρηθούν δίκαια και η απογραφή να διενεργηθεί με τρόπο που να αντικατοπτρίζει τις πραγματικότητες στο Κόσοβο. Οποιαδήποτε προσπάθεια να δημιουργηθούν τετελεσμένα δεν θα δημιουργήσει ένα θετικό αποτέλεσμα για το Κόσοβο». Τόνισε, επίσης, πως «η κάθε ομάδα αποδίδει σημασία στην απογραφή, προκειμένου να έχει ένα ρόλο στο μέλλον του Κοσόβου» και πως η απογραφή «θα πρέπει να διενεργηθεί σε μια ειρηνική και ήρεμη ατμόσφαιρα».

Στο Κόσοβο, οι απογραφές πραγματοποιούνται κάθε 10 έτη και καταγράφουν τα δημογραφικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού. Η απογραφή του Απριλίου του 2011 ήταν η πρώτη διεθνώς αναγνωρισμένη διαδικασία από το 1981. Διεξήχθη σε μια πολιτικοποιημένη ατμόσφαιρα, από την οποία απείχαν σε μεγάλο ποσοστό οι κοινότητες των Σέρβων και των Ρομά. Σύμφωνα με τα επίσημα αποτελέσματα του 2011, η τουρκική κοινότητα του Κοσσυφοπεδίου είναι 18.738, δηλαδή ποσοστό 1,08% επί του συνόλου του πληθυσμού. Να σημειωθεί πως το «Ευρωπαϊκό Κέντρο για Ζητήματα Μειονοτήτων» («European Centre for Minority Issues»), σε αναφορά του τον Ιανουάριο του 2013, προειδοποίησε πως υπάρχουν σοβαρά ζητήματα με την εγκυρότητα της απογραφής, που δημοσιοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2012, γι’ αυτό πρέπει να υπάρχει προσοχή στη χρήση της.

Στη συνέχεια της συνέντευξής του, ο Τούρκος ΑΝΥΠΕΞ ανέφερε: «Θέλουμε να βελτιώσουμε τις σχέσεις μας με τους Κοσοβάρους, τους οποίους θεωρούμε υιούς των κατακτητών. Αγωνιζόμαστε για την αναγνώριση του Κοσόβου. Εμείς, συμπεριλαμβανομένου του ΥΠΕΞ και του Προέδρου μας, βλέπουμε τους εαυτούς μας ως αντιπροσώπους του Κοσόβου».

Ο Kiran δήλωσε επίσης ότι τουρκικές υπηρεσίες όπως η Τουρκική Υπηρεσία Συνεργασίας & Συντονισμού (TIKA) και το Ίδρυμα Maarif, μια ισλαμική οντότητα στην υπηρεσία της τουρκικής κυβέρνησης, δραστηριοποιείται εκεί και από το 2017 έχει ιδρύσει σχολεία. Το Maarif ανταγωνίζεται τις σχολές που ίδρυσε ο πρώην σύμμαχος και νυν εχθρός του Erdogan, o Fethullah Gülen.

Όπως σημειώνει το «Nordic Monitor», η TIKA αποτελεί την ραχοκοκκαλιά της κυβέρνησης Erdogan στην προβολή ισλαμικής και εθνικιστικής προπαγάνδας στο Κόσοβο. Από το 2011 έχει αναστηλώσει πάνω από 30 θρησκευτικούς χώρους της πρώην οθωμανικής περιοχής και έκτισε 20 καινούργια τζαμιά. Χρηματοδότησε επίσης τοπικούς ισλαμικούς συνδέσμους, ιδρύματα, σχολεία και ιεροδιδασκαλεία.

ΜΙΤ στο Κόσοβο

Τούρκοι διπλωμάτες συντόνιζαν επίσης επιχειρήσεις της MIT κατά αντιφρονούντων, σύμφωνα με πληροφορίες του «Nordic Monitor». Σε μια επιχείρηση του Μαρτίου του 2018, απήχθησαν έξι εκπαιδευτικοί από σχολές που συνδέονταν με το κίνημα Gulen, σε μια επιχείρηση που αναφέρεται πως οργανώθηκε από την πρεσβεία στην Πρίστινα.

Σύμφωνα με το «Reuters» (15/08/2019), λίγες ημέρες μετά το συμβάν, ο Πρωθυπουργός του Κοσόβου, Ramush Haradinaj, απέλυσε τον Υπουργό Εσωτερικών και τον επικεφαλής της SHIK, της μυστικής υπηρεσίας, διότι δεν τον ενημέρωσαν για την απέλαση. Οι εισαγγελικές Αρχές του Κοσόβου ερεύνησαν 22 αστυνομικούς που φαίνεται να εμπλέκονταν στην υπόθεση της απαγωγής των έξι Τούρκων εκπαιδευτικών. Μια κοινοβουλευτική επιτροπή αποφάνθηκε ότι οι συλλήψεις ήταν αντισυνταγματικές και οι απελάσεις παράνομες. Η αντιπολίτευση κατηγόρησε τον Πρόεδρο Hashim Thaci για τις απελάσεις λόγων των σχέσεών του με τον Erdogan, κάτι που ο ίδιος αρνήθηκε.

Επιθετική πληθυσμιακή πολιτική

Τα όσα ζητά η Τουρκία από το Κόσοβο σχετικά με τους πραγματικούς ή υποτιθέμενους αριθμούς Τούρκων αποτελούν ένα εργαλείο, του οποίου τη χρήση κάνει διαχρονικά. Αποτελεσματική χρήση του έγινε ιστορικά στην Αλεξανδρέττα της Συρίας και με τους Τουρκοκύπριους στην Κύπρο.

Πιο πρόσφατα, μεγαλύτερη χρήση έγινε με τους Τουρκομάνους της Συρίας, τους οποίους χρηματοδότησε και εξόπλισε σχεδόν από την αρχή της συριακής κρίσης, στρέφοντάς τους τόσο κατά της κυβέρνηση Assad όσο και κατά των Κούρδων. Οι τουρκομανικοί παραστρατιωτικοί σχηματισμοί στη Συρία είχαν κατά καιρούς συμβιωτικές σχέσεις με την ISIS και άλλες τζιχαντιστικές ομάδες και ευθύνονται επίσης για την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού Su-24 τον Νοέμβριο του 2015. Για τη Λιβύη, ο Erdogan ισχυρίστηκε τον Δεκέμβριο του 2019 ότι υπάρχουν 1 εκατομμύριο Τούρκοι.

Η Τουρκία στηρίζει ή συντηρεί στενές σχέσεις με τους Τουρκομάνους του Ιράκ, τους Τατάρους της Κριμαίας και τους Ουϊγούρους της Κίνας, αν και στις δύο τελευταίες περιπτώσεις δεν πιέζει ιδιαίτερα το θέμα, ιδιαίτερα μετά την ένωση της πρώτης με τη Ρωσία και την αυστηρή εσωτερική πολιτική της δεύτερης για το θέμα.

Τον τελευταίο καιρό ανακινεί και πάλι το θέμα τη Δυτικής Θράκης στην Ελλάδα, ενώ στη Βουλγαρία έχει κατηγορηθεί πως βρίσκεται πίσω από πολιτικό κόμμα που εκπροσωπεί τους Τουρκοβούλγαρους. Επίσης, εδώ και αρκετά χρόνια αυξάνεται η πολιτική και θρησκευτική επιρροή της στους Τούρκους που βρίσκονται σε ευρωπαϊκές χώρες, ιδίως στη Γερμανία.

*Αστυνομικές Σπουδές, Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου