Η σταδιακή μετάβαση σε μια νέα κανονικότητα
Ομολογουμένως η πολυδιάστατη κρίση που επέφερε η πανδημία έχει ήδη δημιουργήσει μια νέα κατάσταση πραγμάτων εφ’ όλης της ύλης. Υπήρχε η ψευδαίσθηση ότι ο ανεπτυγμένος κόσμος με τα τεράστια τεχνολογικά επιτεύγματα ήταν εν πολλοίς άτρωτος. Είχαν υπάρξει προειδοποιήσεις στο παρελθόν για μια επερχόμενη πανδημία με πολλαπλές αρνητικές συνέπειες, όμως είχαν υποτιμηθεί. Όπως για χρόνια τώρα αγνοούνται οι προειδοποιήσεις για τις επιπτώσεις της καταστροφής του περιβάλλοντος.
Ούτως ή άλλως μαζί με τους σχεδιασμούς των πλείστων χωρών για σταδιακή χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων και την επανεκκίνηση της οικονομίας έχει ήδη αρχίσει η συζήτηση σε διεθνές επίπεδο για την επόμενη μέρα. Ένα ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον η κανονικότητα που ξέραμε θα διαφοροποιηθεί δραστικά ή όχι. Πέραν τούτου, το μείζον είναι κατά πόσον η νέα περίοδος θα είναι καλύτερη από την προηγούμενη. Οι απόψεις επί τούτου διίστανται. Έχω ήδη σημειώσει τους φόβους κάποιων διανοητών για έναν κόσμο «με λιγότερη ευημερία και λιγότερες ελευθερίες». Προσωπικά θεωρώ ότι, παρά τις δύσκολες μέρες που θα βιώσουμε, είναι εφικτό να οικοδομήσουμε ένα κοινωνικοοικονομικό και πολιτικό υπόδειγμα καλύτερο από το προηγούμενο. Τίποτα όμως δεν προσφέρεται δωρεάν. Αντίθετα, το αύριο θα εξαρτηθεί από την έκβαση των διεργασιών στο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό γίγνεσθαι, περιλαμβανομένου και του ανταγωνισμού στο πεδίο των ιδεών.
Όπως και το τρομοκρατικό κτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 διαφοροποίησε πολλά δεδομένα στην καθημερινότητα των ανθρώπων και τον τρόπο λειτουργίας των κρατών, έτσι και η πανδημία θα αφήσει τη δική της σφραγίδα. Η παγκοσμιοποίηση όπως την ξέραμε θα αναδιπλωθεί για κάποιο τουλάχιστον χρονικό διάστημα. Παράλληλα, επανέρχεται γι’ ακόμη μια φορά η πρωτοκαθεδρία του έθνους-κράτους ως του πιο σημαντικού δρώντος υποκειμένου στις διεθνείς σχέσεις. Τα φιλοσοφικά ρεύματα καθώς και οι πολιτικές δυνάμεις οι οποίες είχαν υποτιμήσει τη σημασία και τον ρόλο του έθνους-κράτους προφανώς θα πρέπει να αναπροσαρμόσουν τις θεωρητικές τους προσεγγίσεις.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν την πανδημία καθώς και τη νέα τεχνολογική επανάσταση, που ήδη συντελείται τα τελευταία χρόνια, η λειτουργία πολλών εκφάνσεων του δημοσίου βίου θα διαφοροποιηθεί. Οι τηλεδιασκέψεις θα αντικαταστήσουν πολλές συναντήσεις με φυσική παρουσία τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Επιπρόσθετα, όπως είχα σημειώσει προηγουμένως, ο ρόλος της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης θα αναβαθμισθεί ακόμα περισσότερο. Ελλοχεύει επίσης ο πειρασμός της υποκατάστασης πολλών μόνιμων θέσεων εργασίας με θέσεις μερικής απασχόλησης ή κατ’ οίκον εργασία, στην προσπάθεια πολλών επιχειρήσεων να μειώσουν τα λειτουργικά τους έξοδα. Και ενώ τα νέα τεχνολογικά εργαλεία θα αξιοποιηθούν πλήρως, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι η άμεση επαφή μεταξύ των ανθρώπων καθώς και η συμβατική εκπαίδευση οδηγούν σε πολύ καλύτερα αποτελέσματα. Εν ολίγοις, η φυσική επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων είναι αναντικατάστατη.
Στο νέο κοινωνικοοικονομικό υπόδειγμα, το οποίο εξ ανάγκης θα αναδυθεί, θα υπάρξει ανακατανομή πόρων. Αναπόφευκτα θα δοθεί περισσότερη έμφαση στην πράσινη ανάπτυξη. Αυτό θα περιλαμβάνει και το ενεργειακό πεδίο, όπου, μεταξύ άλλων, θα δοθεί περαιτέρω ώθηση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Εκ των πραγμάτων ο τομέας της υγείας θα ενισχυθεί περαιτέρω αναστρέφοντας βασικές αρχές του προηγούμενου στρεβλού υποδείγματος, όπου αξίες και προτεραιότητες ήταν διαφορετικές. Με το ίδιο σκεπτικό υπογραμμίζεται ότι τα τελευταία χρόνια σε διάφορες χώρες η μεσαία τάξη είχε συρρικνωθεί, ενώ παράλληλα η φτωχοποίηση και η ανισότητα διευρύνθηκαν. Στο νέο κοινωνικοοικονομικό υπόδειγμα οι τάσεις αυτές θα πρέπει να αντιστραφούν. Επιπρόσθετα, στο πολιτικό πεδίο, θα πρέπει να διαφυλαχθούν ως κόρη οφθαλμού οι ατομικές ελευθερίες των πολιτών. Όλα αυτά δεν θα προκύψουν ως δια μαγείας, αλλά θα πρέπει να είναι το αποτέλεσμα συγκεκριμένων δράσεων.
Σε έναν κόσμο πιο δύσκολο και πιο περίπλοκο, η κατανομή περιορισμένων πόρων για την ικανοποίηση απεριόριστων αναγκών θα είναι ένα από τα μεγάλα διακυβεύματα. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον ο λαϊκισμός και οι πελατειακές σχέσεις θα πρέπει να παραμερισθούν, καθώς η διαιώνισή τους συνεπάγεται τεράστιο κόστος για την κάθε κοινωνία και κράτος. Για δεκαετίες τώρα συζητούμε το ζήτημα της αξιοκρατίας. Η υγειονομική κρίση που σχεδόν παρέλυσε τον πλανήτη ανέδειξε με τον πιο τραγικό τρόπο την ανάγκη προώθησης της αριστείας σε όλα τα επίπεδα.
* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων, καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.