Μια άδικη δικαιοσύνη

Όταν η ίδια η δικαιοσύνη, που απονέμεται πολλές φορές μετά τον θάνατο του ενδιαφερομένου, είναι άδικη, γιατί δεν ισχύει για εντελώς ταυτόσημες περιπτώσεις για κάποιους τυπικούς λόγους, πώς θα ζητήσει η Πολιτεία κι η Κοινωνία από το άτομο να είναι νομοταγές και προ παντός να είναι χρηστό και ηθικό στη ζωή του;

Είχα ακούσει για τυφλή δικαιοσύνη, λανθασμένες αποφάσεις που εφεσιβάλλονται, επιεικείς αποφάσεις κ.λπ κ.λπ, όμως πρώτη φορά συνειδητοποιώ ότι υπάρχει κι άδικη δικαιοσύνη! Υπάρχουν φορές που, για καθαρά διαδικαστικούς λόγους, δυο εντελώς όμοιες περιπτώσεις τυγχάνουν διαφορετικής μεταχείρισης.

Το νομικό, διοικητικό και γενικά το θεσμικό πλαίσιο κι ο εκσυγχρονισμός του ήταν από την αρχή μέρος του αναπτυξιακού μας αντικειμένου. Ο εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας, που κατά το πλείστον αποτελείτο από μεταγλωττισθέντες αποικιοκρατικούς νόμους, αρκετοί πεπαλαιωμένοι, η αναθεώρηση των διοικητικών δομών και διαδικασιών, που εισήχθησαν για να εξυπηρετούν την τάξη και ασφάλεια της αποικίας κι όχι την ανάπτυξη και ευημερία των κατοίκων της, καθώς κι η υιοθέτηση σύγχρονων αναπτυξιακών θεσμών κι επιπέδων σε όλους τους τομείς αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος των αντικειμενικών σκοπών και στόχων του προγραμματισμού ανάπτυξης. Δεν ήταν μόνο οικονομικοί οι λόγοι πίσω από αυτές τις επιδιώξεις, δηλαδή η δημιουργία ενός πλαισίου ομαλής, αποδοτικής κι ανταγωνιστικής λειτουργίας της οικονομίας χωρίς νομικά, διοικητικά και θεσμικά αδιέξοδα. Ήταν επίσης θέμα καλύτερης λειτουργίας της οργανωμένης Πολιτείας με γρήγορους κι αποτελεσματικούς ρυθμούς προς ικανοποιητική και δίκαιη εξυπηρέτηση των πολιτών κι εμπέδωση αισθήματος κοινωνικής δικαιοσύνης, ισονομίας και δημοκρατίας.

Σε διάφορες παρεμβάσεις μου περιέγραψα συγκεκριμένες ενέργειες που έγιναν για τα πιο πάνω. Παρά την πρόοδο που σημειώθηκε στη μετατροπή της Κύπρου από μια αποικιοκρατική, υπανάπτυκτη χώρα και οικονομία, σε μια χώρα, που από το 2004 κατέκτησε επάξια θέση ανάμεσα στην αναπτυγμένη ευρωπαϊκή οικογένεια, εντούτοις απομένουν να γίνουν ακόμη πολύ περισσότερα. Στη συνέχεια αναλύονται μερικές πτυχές του θέματος, που αναδεικνύουν ενδεικτικά και τις απαιτούμενες ακόμη προσπάθειες.

Η πολύπτυχη έννοια της ανάπτυξης που προωθούσαμε δεν μπορούσε να μην περιλαμβάνει και την απονομή της δικαιοσύνης. Λόγω της αρχής της ανεξαρτησίας των εξουσιών, ο ρόλος μας στην περίπτωση αυτή ήταν βοηθητικός, δηλαδή προσφορά υπηρεσιών προς τη Δικαστική Εξουσία για βελτίωση του όλου συστήματος. Για πρώτη φορά το Τρίτο Σχέδιο Ανάπτυξης, 1972-1976, αναφέρθηκε καθαρά στην ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό του τομέα της Δικαιοσύνης ανάμεσα στους άλλους, τον οικονομικό, τον κοινωνικό, τον πολεοδομικό, τον θεσμικό κ.ά. Βέβαια τότε δεν ήταν δυνατό να έχουμε προτάσεις για όλους τους τομείς αυτούς. Με την πάροδο όμως του χρόνου και με τη συσσώρευση γνώσεων και εμπειριών τούς καλύψαμε σταδιακά όλους. Τις προσπάθειες που κάναμε για αναβάθμιση του συστήματος έγκαιρης απονομής της δικαιοσύνης μετά την εισβολή τις περιέγραψα σε παλιότερο άρθρο μου.

Κι ερχόμαστε στον λόγο που προκάλεσε να θυμηθούμε όλα τα πιο πάνω. Ως γνωστόν, μετά την οικονομική κρίση του Μάρτη του 2013 και το κούρεμα των αποταμιεύσεων τόσων κόπων και μόχθων τόσων ανθρώπων, ήρθε κι η σειρά των συντάξεων πολλών συνταξιούχων του Δημόσιου Τομέα για «κούρεμα», οι οποίοι χαρακτηρίστηκαν ως πολυσυνταξιούχοι. Μια περίπτωση ήταν εκείνη Δημόσιων Υπαλλήλων, που κατά καιρούς εκλήθησαν από τον εκλελεγμένο Πρόεδρο της Δημοκρατίας να αναλάβουν υπουργικό αξίωμα παραιτούμενοι από τη θέση τους. Η διευθέτηση που θεσμοθετήθηκε εν προκειμένω από το 1968 ήταν η εξής: Να βγει πρόωρα στη σύνταξη ο ενδιαφερόμενος Λειτουργός και για τα χρόνια που θα υπηρετήσει ως Υπουργός να πάρει ανάλογη σύνταξη. Αυτό θεωρήθηκε ότι αποτελούσε διπλή σύνταξη κι οι ενδιαφερόμενοι ως πολυσυνταξιούχοι! Παρά το ότι πολλοί από τους επηρεαζόμενους θεωρήσαμε το εγχείρημα, όχι μόνο άδικο, αλλά και παράνομο και παράτυπο, δεν αντιδράσαμε ενόψει της δύσκολης κατάστασης στην οποία περιήλθε η οικονομία, αναμένοντας ότι με την ανάκαμψη της οικονομίας αυτόματα θα αποκαθίστατο η αδικία που διενεργήθηκε.

Αντί αυτού είδαμε με έκπληξή μας να διαπράττεται μια άλλη, πιο κατάφωρη αδικία. Μια ομάδα από τους πιο πάνω επηρεασθέντες προσέφυγαν στα Δικαστήρια. Μετά από αρκετό χρόνο (έχουμε συνηθίσει στην καθυστέρηση των αποφάσεων των Δικαστηρίων), οι προσφεύγοντες δικαιώθηκαν. Μάλιστα, η απόφαση του Δικαστηρίου διελάμβανε την αναδρομική καταβολή της αποκοπείσας σύνταξης από την ημερομηνία από την οποία άρχισε. Όταν ετέθη από το Γενικό Λογιστήριο θέμα για όσους δεν προσέφυγαν αλλά ήταν ακριβώς στην ίδια θέση με τους δικαιωθέντες, η γνωμάτευση της Γενικής Εισαγγελίας, που συμβουλεύει ανάλογα την Κυβέρνηση, ήταν ότι κι αυτοί δικαιώνονται αλλά όχι αναδρομικά, αλλά από την ημερομηνία της απόφασης του Δικαστηρίου.

Δεν γνωρίζω τα νομικά ερείσματα στα οποία βασίστηκε η γνωμάτευση της Εισαγγελίας, της οποίας καθήκον είναι η εφαρμογή του νόμου και της δεσμευτικής νομολογίας. Όμως είναι ταυτόχρονα υποχρέωση όλων των ενδιαφερομένων (Υπουργείο Δικαιοσύνης, Ανώτατο Δικαστήριο, Γενικός Εισαγγελέας, Επίτροπος Νομοθεσίας, Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος) να μεριμνήσουν, όχι μόνο για τη γρήγορη απονομή της δικαιοσύνης, που από τη δεκαετία του 1980 θέσαμε έντονα επί τάπητος, αλλά και για να αρθούν από την νομοθεσία και τη νομολογία όλα εκείνα τα σημεία, που οδηγούν σε καταστάσεις αδικίας, όπως η περίπτωση στην οποία αναφέρομαι τώρα. Όταν η ίδια η δικαιοσύνη, που απονέμεται πολλές φορές μετά τον θάνατο του ενδιαφερόμενου, είναι άδικη, γιατί δεν ισχύει για εντελώς ταυτόσημες περιπτώσεις για κάποιους τυπικούς λόγους, πώς θα ζητήσει η Πολιτεία κι η Κοινωνία από το άτομο να είναι νομοταγές και προ παντός να είναι χρηστό και ηθικό στη ζωή του; Δεν ξέρω τι έκαμαν εν προκειμένω άλλες πιο αναπτυγμένες χώρες, όμως, οι πιο πάνω θεσμοί θα πρέπει να συνεργαστούν για να βρουν τις λύσεις και η δικαιοσύνη να απονέμεται έγκαιρα και να είναι δίκαιη.

*Πρώην Υπουργός, Πρώην Γενικός Διευθυντής Γραφείου Προγραμματισμού