Κόμματα

Ο μεγάλος …«περίπατος» των κομμάτων

Όσοι μοιρολογούν ακόμα, παρελθοντολογώντας είτε υπέρ του αμερικανο-καναδικού είτε υπέρ των σχεδίων Άτσεσον ή Ανάν, θα καταλήξουν εκεί που κατέληξαν οι εμπνευστές και αρχιτέκτονες των πιο πάνω. Ο κυπριακός λαός δεν βολεύεται με λιγότερο ουρανό. Δεν θέλει και μακάρι μην επιτρέψει να ακουστεί ξανά ο θρήνος πάνω από τα τείχη της πατρίδας του

Εν μέσω κορωνοϊού, προληπτικών μέτρων ανάσχεσης των αρνητικών συνεπειών, η Κύπρος βρίσκεται ακόμα μια φορά μπροστά σε ένα σταυροδρόμι. Από τη μια οι κλιμακούμενες απειλές της Τουρκίας και από την άλλη οι ανεξέλεγκτες ροές λαθρομεταναστών και προσφύγων, επιτείνουν τις ανησυχίες για ένα «θερμό» καλοκαίρι στα ανοικτά της Ανατολικής Μεσογείου, με την Τουρκία να δοκιμάζει τις αντοχές συμμαχικών της υπερδυνάμεων αλλά και των κρατών των οποίων παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα επεμβαίνοντας με μεσαιωνική ρητορική και πρακτική ως ένας σύγχρονος Αττίλας.

Κατά τα άλλα, αυτή η χώρα-ταραξίας είναι υποψήφια για μέλος της Ε.Ε. και ένας εκ των «σημαντικών συμμάχων των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ…», σύμφωνα με τον Αμερικανό Πρόεδρο Ντ. Τραμπ, ο οποίος δεν χάνει ευκαιρία να εκφράζει τον θαυμασμό του υπέρ του ισλαμοφασίστα Ερντογάν.

Με τούτα τα δεδομένα και την τουρκική απειλή να επικρέμαται ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από το νησί μας, οι πολίτες αξιολογούν, ο καθένας ξεχωριστά και σύμφωνα με τη δική του αντίληψη, για το τι δέον γενέσθαι προκειμένου να αποφύγουμε τα χειρότερα.

Από την άλλη οι πολίτες όχι μόνο αφουγκράζονται αλλά είναι οι βασικοί δέκτες του άγχους και της αγωνίας των κομμάτων ενόψει των βουλευτικών εκλογών. Τα κόμματα, ωστόσο, αποφεύγουν να αναμετρηθούν με τη δική τους εμπειρία όταν ασκούσαν εξουσία. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι ψηφοφόροι δεν διαβάζουν τα πολιτικά προγράμματα, ούτε και πολυενδιαφέρονται για τις όποιες εσωτερικές κομματικές αλλαγές, τις οποίες (τα κόμματα) παρουσιάζουν ως εκσυγχρονιστικά βήματα, ή με τις καθ’ υπερβολή αναφορές τους ως «πορεία προς τον λαό».

Θυμούνται όμως οι πολίτες πώς ήταν τα πράγματα όταν κάποια κυβέρνηση ήταν στην εξουσία. Το ΔΗΚΟ και το ΑΚΕΛ κυβέρνησαν τη χώρα είτε μαζί είτε χώρια, είτε ως συμπολιτευόμενη αντιπολίτευση. Παρά τις περί αντιθέτου βολικές αφηγήσεις του, το ΑΚΕΛ όταν κυβερνούσε συμβιβάστηκε με την πολιτική των μνημονίων και αρκετά νομοθετήματα που ισχύουν μέχρι σήμερα έχουν το δικό του αποτύπωμα ως καταθέτη στο κοινοβουλευτικό σώμα.

Καθημερινά τα κόμματα εκδίδουν ανακοινώσεις ασκώντας κριτική και αυτό είναι θεμιτό στο πλαίσιο της δημοκρατίας. Κανένας δεν θέλει να φιμώσει τα κόμματα, όπως διατείνονται οι ηγεσίες τους όταν βρίσκονται σε αμηχανία, καθότι είναι εξίσου θεμιτό να αποδέχονται και τα ίδια κριτική ακόμα και όταν εκφράζεται έντονα.

Πρόσφατα ο πρόεδρος του ΔΗΚΟ κατηγόρησε την Κυβέρνηση και τον Πρόεδρο ότι δεν έκαναν όσα έπρεπε να κάνουν στο Κυπριακό και ότι είναι κατώτεροι των περιστάσεων. Πολύ πιο προχωρημένη και έντονη κριτική ασκεί το ΑΚΕΛ κατά του Προέδρου.

Ένα εύλογο ερώτημα μπορεί να τεθεί και στους δύο ηγέτες των κομμάτων ΔΗΚΟ-ΑΚΕΛ: Τι θα έκαναν οι ίδιοι αν βρίσκονταν στο πηδάλιο της εξουσίας του ακρωτηριασμένου μας νησιού;

Θα επέλυαν το, για πάνω από μισό αιώνα, άλυτο κυπριακό πρόβλημα; Θα επιτύγχαναν καλύτερες διπλωματικές σχέσεις και συμμάχους που θα περιόριζαν τους τσαμπουκάδες της Τουρκίας;

Ή μήπως θα εύρισκαν άλλους τρόπους αποτροπής των κλιμακούμενων απειλών της Τουρκίας και θα επιτύγχαναν καλύτερους όρους επίλυσης του Κυπριακού, με την Τουρκία να μην επιμένει στις απαράδεκτες αξιώσεις της για παραμονή στρατού και τουρκικών στρατιωτικών εγγυήσεων μετά τη λύση;

Ο λαός θυμάται πολύ καλά ότι ούτε με τα «θαρραλέα» βήματα-υπαναχωρήσεις του μακαριστού Γλ. Κληρίδη, ούτε με τη διακηρυγμένη θέση του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου «δεν θα παραδώσω κράτος έναντι κοινότητας…», αλλά ούτε και με τις υποχωρήσεις του επίσης μακαριστού τέως Προέδρου Χριστόφια και τη βούληση που επέδειξε για λύση, η Τουρκία αναθεώρησε τις πάγιες θέσεις της. Όση καλή βούληση και να επεδείκνυε η ε/κ πλευρά, η Τουρκία αναβάθμιζε τις παράνομες αξιώσεις της με το να ζητά συνεχώς περισσότερα. Όταν «μυρίστηκε» χρήμα και κέρδη από τους υδρογονάνθρακες, έριξε τα πολεμικά της πλοία στις θαλάσσιες περιοχές ως πειρατής για να κουρσέψει. Τούρκοι αξιωματούχοι επικαλούνται ακόμα και οθωμανικούς νόμους όταν ήταν -όπως ισχυρίζονται- «κυρίαρχοι των θαλασσών και ότι ακόμα και οι Αμερικανοί τούς πλήρωναν διόδια για να περάσουν από τα στενά του Γιβραλτάρ»(!!!)

Όσον αφορά τα εσωτερικά προβλήματα με τα οικονομικά να υπερέχουν εξαιτίας των επιπτώσεων από την πανδημία, όλοι οφείλουν να κατεβάσουν τον πήχη και στα αιτήματα να υπάρχει το μέτρο του δυνατού και εφικτού.

Είναι πολύ βολικό να ζητάς ικανοποίηση αιτημάτων ομάδων του πληθυσμού όταν δεν είσαι στην εξουσία και να καμώνεσαι ότι ξεχνάς ποιος τα κουτσούρεψε όταν κυβερνούσε, με τη συνέργεια άλλων κομμάτων βεβαίως.

Υπό κανονικές συνθήκες, μια περίοδος διακυβέρνησης για ένα κόμμα, έστω και σε δύσκολες συνθήκες προηγούμενων χρόνων, είναι μια σημαντική εμπειρία. Είναι ταυτόχρονα και μια πρόκληση για ένα κόμμα, αν κατορθώσει να ανασκοπήσει τα όρια και τις αντοχές του και να είναι έτοιμο να γυρίσει σελίδα υιοθετώντας μιαν αντίληψη μακριά από άσκηση πολιτικής που να στοχεύει στην εκμετάλλευση της φθοράς των αντιπάλων κομμάτων ή της Κυβέρνησης.

Το ζήτημα δεν είναι αν ένα κόμμα είναι λιγότερο διεφθαρμένο ή διαπλεκόμενο με άλλα κυβερνώντα ή μη κόμματα. Η δύναμη έγκειται στο να αποφεύγει τις διαβρωτικές επιδράσεις.

Όπως αποδείχθηκε, κανένα απ’ όσα κόμματα κυβέρνησαν δεν απέφυγε τέτοιου είδους επιδράσεις. Ιδιαίτερα αν υπενθυμίσουμε την εξ αριστερών κυνική ομολογία πως «η διαφθορά άγγιξε και το δικό μας κόμμα», καθώς και τις ανεπιτυχείς προσπάθειες «ηρωοποίησης» ποινικών παραπτωμάτων.

Το να μένουν τα κόμματα εγκλωβισμένα στα όρια ενός μοτίβου πολιτικής αντιπαράθεσης -τακτική που βλέπουμε να γίνεται τα τελευταία χρόνια και σε άλλες χώρες- όπου τα κόμματα της αντιπολίτευσης απλώς εκμεταλλεύονται τη φθορά των κομμάτων διακυβέρνησης για να έρθουν στην εξουσία, αυτό δεν είναι παραγωγή σωστής πολιτικής.

Απλώς είναι η επανάληψη του κύκλου διαδοχής χωρίς να επιλύονται τα μείζονα εθνικά ή τοπικά ζητήματα.

Πρεσβευτές της Κύπρου και όχι των κομμάτων τους

Οι πολίτες θα καλωσόριζαν μια υπεράνω κομματικών σκοπιμοτήτων στρατηγική για το Κυπριακό πάνω σε μια ενιαία πλατφόρμα υπεράσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου. Τα κόμματα να ευθυγραμμίσουν την πολιτική και τις δυνάμεις τους κατά της Τουρκίας -του πραγματικού αντιπάλου μας- και όχι ν’ αναλώνονται σε επιθέσεις κατά των χειρισμών της Κυβέρνησης.

Ο κόσμος θα εκτιμούσε και θα επιβράβευε μια ενότητα δράσης όλων. Να γίνουν πρεσβευτές των συμφερόντων της Κύπρου προκειμένου να μην επιτρέπεται στην Τουρκία να απαντά ενίοτε και με δικά τους επιχειρήματα, στέλνοντας αρνητικά μηνύματα σε όλους εκείνους που αναζητούν ελαφρυντικά υπέρ της επιθετικότητας και των έκνομων ενεργειών της.

Ο μεγάλος περίπατος των κομμάτων ενόψει Βουλευτικών είναι σπαρμένος με αγκάθια και εμπόδια. Τα κυριότερα είναι η απαξίωση των πολιτών και η καθολική γενίκευση ότι «όλοι είναι το ίδιο». Εναπόκειται, ωστόσο, στα ίδια να ανατρέψουν αυτήν την αντίληψη.

Οι θέσεις τους για το Κυπριακό θα καθορίσουν ίσως και το μέλλον τους στον κομματικό χάρτη του τόπου. Όταν εκφράζουν θέσεις και απόψεις, δεν απευθύνονται μόνο στο εγχώριο ακροατήριο. Τους ακούνε οι ξένοι, τους ακούει η Τουρκία. Δίνουν έτσι την ευκαιρία να εντοπίζουν τις δικές μας διαφορές και διαφωνίες και να εκμεταλλεύονται τις αδυναμίες μας ή την όποια ετοιμότητα για περαιτέρω υποχωρήσεις.

Οι «χαμένες» ευκαιρίες που δεν πήγαν χαμένες

Οι συνεχιζόμενες αναφορές τους τείνουν να πάρουν εκτάσεις εμμονής, όπως το αίολο αφήγημα ότι εξαιτίας των λανθασμένων χειρισμών της ε/κ πλευράς χάθηκαν σημαντικές ευκαιρίες επίλυσης του Κυπριακού. Καμιά ευκαιρία δεν πήγε χαμένη. Γιατί δεν ήταν ευκαιρίες αλλά δόλιες μεθοδεύσεις σταδιακής εξαφάνισης του Ελληνισμού της Κύπρου.

Το γεγονός ότι εδώ και πέντε σχεδόν δεκαετίες κρατήσαμε τη νομιμότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας και δεν πέτυχαν τα απειράριθμα ιμπεριαλιστικά σχέδια σε βάρος της Κύπρου είναι άθλος.

Όσοι μοιρολογούν ακόμα, παρελθοντολογώντας είτε υπέρ του αμερικανο-καναδικού, είτε υπέρ των σχεδίων Άτσεσον ή Ανάν, θα καταλήξουν εκεί που κατέληξαν οι εμπνευστές και αρχιτέκτονες των πιο πάνω.

Ο κυπριακός λαός δεν βολεύεται με λιγότερο ουρανό. Δεν θέλει και μακάρι μην επιτρέψει να ακουστεί ξανά ο θρήνος πάνω από τα τείχη της πατρίδας του.