Αναλύσεις

Ελλάδα και «Oruc Reis» – Κύπρος και «Barbaros»

Η σημερινή μεμψιμοιρία για την απουσία της Ελλάδας από την κυπριακή ΑΟΖ είναι άτοπη, αφού τόσο η κυπριακή κοινωνία όσο και η κυπριακή Πολιτεία δεν είναι διατεθειμένες να εγκαταλείψουν την οικονομική ανάπτυξη και την προσωπική ευμάρεια για τη δημιουργία σοβαρής αμυντικής αποτροπής έναντι της τουρκικής επιθετικότητας

H προσωρινή αποκλιμάκωση της στρατιωτικής έντασης του «Oruc Reis» στην ελληνική υφαλοκρηπίδα και η εκτόνωσή της στην Κύπρο διά του «Βarbaros Hayreddin Pasa» (28 Ιουλίου-18 Σεπτεμβρίου) έχουν αναστατώσει το νησί. Η δήλωση δε του συμβούλου εθνικής ασφαλείας του Έλληνα Πρωθυπουργού, για τη διαφορά της τουρκικής απειλής στην ελληνική υφαλοκρηπίδα και την κυπριακή ΑΟΖ και τον τρόπο αντιμετώπισής της –«είναι δύο διαφορετικά πράγματα αυτά... η Κύπρος είναι ένα ανεξάρτητο κράτος... αλλά δεν είναι κάτι που γίνεται για πρώτη φορά [έρευνες και γεωτρήσεις]... αυτό είναι κάτι διαφορετικό από αυτό που λέγαμε για το Oruc Reis»– επανέφερε στην επικαιρότητα το ερώτημα των «υποχρεώσεων» της Ελλάδας έναντι της Κύπρου.

Οι συνειρμοί στη Μεγαλόνησο περιστρέφονται γύρω από την εγκατάλειψη της Κύπρου από την Ελλάδα κατά την τουρκική εισβολή του 1974, μετά το πραξικόπημα της χούντας στις 15 Ιουλίου, η οποία οδήγησε στην ντε φάκτο στρατιωτική διχοτόμηση του νησιού. Σήμερα, οι κυπριακές επικρίσεις επικεντρώνονται στο γεγονός ότι η Ελλάδα επέλεξε να υπερασπιστεί αποφασιστικά, ακόμη και διά της απειλής χρήσης στρατιωτικής βίας, την ελληνική υφαλοκρηπίδα στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ δεν έχει πράξει το ίδιο για τις παράνομες και προκλητικές παρεμβάσεις της Τουρκίας στην Κυπριακή ΑΟΖ. Η διερεύνηση όμως του ερωτήματος των «υποχρεώσεων» της Ελλάδας έναντι της Κύπρου, εκτός της εθνικής και ηθικής διάστασης, περιλαμβάνει ιστορικές και στρατηγικές διαστάσεις που αφορούν τις διαχρονικές σχέσεις Ελλάδας και Κύπρου. Αναδρομή στο παρελθόν, υπενθυμίζει τις κυπριακές πιέσεις και απειλές έναντι της Ελλάδας, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, για διεθνοποίηση του κυπριακού αιτήματος για Ένωση, χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν η διεθνής κατάσταση και η στρατηγική αδυναμία της Ελλάδας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (δύο πόλεμοι εναντίον Ιταλίας και Γερμανίας, γερμανική κατοχή, εμφύλιος πόλεμος, οικονομική καταστροφή).

Οι επικρίσεις έναντι της Ελλάδας αφορούν την έλλειψη αποφασιστικότητας, εκ μέρους των ελληνικών κυβερνήσεων, και την απουσία αεροναυτικών δυνάμεων του ΠΝ και της ΠΑ στην Κύπρο, για δυναμική αντιμετώπιση των τουρκικών προκλήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ. Είναι όμως ορθή και δίκαιη η κυπριακή απαίτηση σήμερα; Θα έπρεπε η Ελλάδα να προετοιμαστεί για πολεμική σύγκρουση με την Τουρκία, όπως έπραξε πρόσφατα στην περίπτωση του «Oruc Reis» στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, για χάρη της κυπριακής ΑΟΖ;

Η κυπριακή απαίτηση έναντι της Ελλάδας, για δυναμική προστασία των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου, θα ήταν λογική και αιτιολογημένη υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις:

  1. Αν η Κυπριακή Δημοκρατία εξασφάλιζε, προκαταρκτικά, την αεροναυτική συμβολή τής Ελλάδας, στην προστασία του κυπριακού ενεργειακού προγράμματος, πριν από την έναρξή του, διά κοινής, θεσμοθετημένης Στρατηγικής Εθνικής Ασφαλείας (ΣΕΑ) με εκατέρωθεν οικονομικές και αεροναυτικές υποχρεώσεις.
  2. Aν επίκεντρο της ενεργειακής ασφάλειας της ΚΔ ήταν η οικοδόμηση ικανών και αποτελεσματικών αεροναυτικών δυνάμεων από την Εθνική Φρουρά, έναντι αντίστοιχου οικονομικού, πολιτικού και στρατηγικού κόστους. Η διάθεση δισεκατομμυρίων ευρώ εκ μέρους της κυπριακής πολιτείας για την απόκτηση ικανού αριθμού σύγχρονων πυραυλακάτων (κόστους 300 εκατ. εκάστη), δικινητήριων αεροσκαφών παράκτιας επιτήρησης, επίγειων συστημάτων ραντάρ επιφανείας Over the Horizon (OTH) μεγάλης εμβέλειας, αντιαεροπορικών πυραυλικών συστημάτων μεγάλου βεληνεκούς και μαχητικών αεροσκαφών, θα έπρεπε να συνοδευτεί από κατάλληλο προσωπικό (που σήμερα δεν είναι διαθέσιμο στην Κύπρο) και, ειδικά, από κανόνες εμπλοκής στη βάση της κοινής ΣΕΑ μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου.
  3. Τη διάθεση σοβαρών οικονομικών πόρων, δισεκατομμυρίων ευρώ, από την Κύπρο προς την Ελλάδα, για την ενίσχυση του ελληνικού ΠΝ και της ΠΑ με οπλικά συστήματα και προσωπικό, που θα είναι μονίμως προσανατολισμένα προς την Ανατολική Μεσόγειο και την Κύπρο. Αν η ΚΔ αδυνατεί να στελεχώσει μεγάλα πλοία επιφανείας και υποβρύχια, θα μπορούσε να διαθέσει ανάλογα ποσά (πολύ σοβαρά) για τη δημιουργία στο ΠΝ της Ναυτικής Δύναμης Ανατολικής Μεσογείου (ΝΔΑΜ), η οποία μπορούσε να σταθμεύει στην Κρήτη, και να διαλαμβάνει τέσσερεις φρεγάτες αεράμυνας περιοχής και ανθυποβρυχιακού πολέμου, δύο υποβρύχια, και μοίρα ελικοπτέρων ανθυποβρυχιακού πολέμου. Ανάλογη αεροπορική δύναμη θα μπορούσε να δημιουργηθεί, με κυπριακή οικονομική συνεισφορά στην ελληνική ΠΑ, η οποία, εδρεύοντας στην Κρήτη, θα μπορεί να ενισχύσει τις αεροπορικές δυνάμεις της Κύπρου.

Η σημερινή μεμψιμοιρία για την απουσία της Ελλάδας από την κυπριακή ΑΟΖ είναι άτοπη, αφού τόσο η κυπριακή κοινωνία όσο και η κυπριακή πολιτεία δεν είναι διατεθειμένες να εγκαταλείψουν την οικονομική ανάπτυξη και την προσωπική ευμάρεια για τη δημιουργία σοβαρής αμυντικής αποτροπής έναντι της τουρκικής επιθετικότητας.

*Ακαδημαϊκός, επίτιμος επιστημονικός ερευνητής στο Κέντρο Μελετών Ασφάλειας και Πληροφοριών στο Πανεπιστήμιο του Buckingham του Ηνωμένου Βασιλείου