Αναλύσεις

Μονόδρομος η στρατηγική συμμαχία με Γαλλία

Ι. Μάζης: Η Ελλάδα επενδύει τα πάντα στη μεσολάβηση του Βερολίνου, λόγω φοβικών συνδρόμων και λανθασμένης ανάλυσης της κατάστασης

Η πρόσφατη παραίτηση του Αλέξανδρου Διακόπουλου, Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του Έλληνα Πρωθυπουργού, και ιδίως ο τρόπος με τον οποίον έγινε, αναδεικνύει τις παλινωδίες, τα χάσματα και τους ακροβατισμούς της ελληνικής αποτρεπτικής στρατηγικής όσον αφορά την τουρκική επιθετικότητα, η οποία αγγίζει, πλέον, το ανώτατο επίπεδο κλιμάκωσης.

Είναι προφανές πως ο κ. Διακόπουλος δεν παραιτήθηκε αλλά εξηναγκάσθη σε παραίτηση, καθώς, με τη δημόσια παραδοχή του, ότι , όντως, το Oruc Reis διεξάγει έρευνες για εντοπισμό ενεργειακών κοιτασμάτων εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, κατακρήμνισε το πολλαχόθεν εξυφαινόμενο κυβερνητικό αφήγημα ότι οι Τούρκοι δεν προσβάλλουν την εθνική κυριαρχία και, άρα, δεν έχουν υπερβαθεί οι κόκκινες γραμμές της ελληνικής αποτροπής – οι οποίες, βεβαίως, έχουν ήδη βουλιάξει στους τρικυμιώδεις κυματισμούς της «γαλάζιας πατρίδας» στην καρδιά του Αιγαίου.

Με άλλα λόγια, ο τέως, πλέον, Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας είπε το πρόδηλο και αυτό που κατανοούσαν οι πάντες, ότι οι Τούρκοι εισήλθαν εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας τόσο για να διεξάγουν σεισμικές έρευνες, όσο και για να οριοθετήσουν, ως δικής τους κυριαρχίας, μια περιοχή που δεν τους ανήκει και την οποία, συμφώνως προς το δίκαιο της θάλασσας, παρανόμως διεκδικούν. Επιχείρησαν και επιχειρούν, δηλαδή, να δημιουργήσουν νέα τετελεσμένα, ενόψει και του αναμενόμενου, αν και σε κυλινδόμενο και αρκετά ασαφές, ακόμη, έδαφος, ελληνοτουρκικού διαλόγου προς «επίλυση των ζητημάτων του δικαίου της θάλασσας στην Ανατολική Μεσόγειο», σύμφωνα και με την… επειγόμενη γερμανική μεσολάβηση. Η οποία (γερμανική μεσολάβηση) ζητά άμεση προσχώρηση των δύο μερών σε διαπραγματεύσεις προς αποκλιμάκωση της κρίσης, εξισώνοντας, στην ουσία, θύτη και θύμα και καλώντας τον βαλλόμενο από τις συνεχείς παράνομες προκλήσεις του επιτιθέμενου να συζητήσει όλες τις έκνομες, εναντίον του, εξ εκείνου, διεκδικήσεις.

Γιατί, μπορεί το Βερολίνο, που σπρώχνει τάχιστα τις διαδικασίες προς διαπραγμάτευση, να δηλώνει, δια επισήμων χειλέων - ίδε Άγκελα Μέρκελ και Υπουργός Εξωτερικών Χάικο Χάας - ότι ο διάλογος θα αφορά την επίλυση ζητημάτων του δικαίου της θάλασσας, θέση η οποία αποκλείει την… πληθωρική διαχυτικότητα της τουρκικής ατζέντας, ωστόσο, η κοινοτική προσέγγιση, με προεξάρχουσα τη γερμανική θέση, ότι η κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο θα πρέπει να ξεπεραστεί διά του διαλόγου και μόνον, χωρίς την επιβολή κυρώσεων προς την Άγκυρα, προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για την επανεξέταση και εμβάθυνση των ευρωτουρκικών σχέσεων, προοιωνίζεται ότι ο διάλογος δεν πρόκειται να περιοριστεί στη σαφή διαπραγματευτική οριοθέτηση της ελληνικής πλευράς, ότι τα μόνα εκκρεμούντα ζητήματα μεταξύ των δύο χωρών είναι ο καθορισμός υφαλοκρηπίδας και των υπερκείμενων θαλάσσιων ζωνών (κατά την έκφραση του Έλληνα ΥΠΕΞ, Νίκου Δένδια), αλλά θα περιλαμβάνει και όλες τις παράνομες μαξιμαλιστικές τουρκικές διεκδικήσεις εις βάρος της Ελλάδος, οι οποίες, εάν γίνουν αποδεκτές (ή μέρος τους), θα έχουν ως αποτέλεσμα τον σχεδόν ολοσχερή ακρωτηριασμό της ελληνικής κυριαρχίας και την αναπόδραστη γεωπολιτική εξαφάνιση της χώρας. Ειρήσθω εν παρόδω, ότι οι Τούρκοι, πέραν των έκνομων διεκδικήσεών τους, ζητούν και επιδιώκουν «πακετοποίηση» όλων των ζητημάτων, του Κυπριακού και του ενεργειακού συμπεριλαμβανομένων.

Όλα τα… αβγά στη γερμανική μεσολάβηση

Παρ’ όλα αυτά, η Αθήνα, τοις… εταίροις ρήμασι πειθόμενη, φαίνεται να βάζει όλα τα… αβγά στη γερμανική μεσολάβηση, εμπιστευόμενη πλήρως τις προθέσεις και τις πρωτοβουλίες του Βερολίνου, η στάση του οποίου όχι μόνο φιλελληνική δεν ήταν καθ’ όλο το διάστημα της κρίσης, αλλά μάλλον έρεπε προς τις τουρκικές θέσεις. Άλλωστε είναι η Γερμανία που ήγειρε, διά των κοινοτικών δορυφόρων της στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, το παραπέτασμα άρνησης στην ελληνική προσπάθεια επιβολής κυρώσεων εναντίον της Άγκυρας, ενώ η εν γένει στάση της, παρά τη σταθερή… ρητορική στήριξη, διερμηνεύεται, επί της ουσίας, ως εχθρική ή τουλάχιστον ως μη ευνοϊκή προς τα ελληνικά αιτήματα.

Το ερώτημα που εγείρεται, λοιπόν, είναι γιατί η Αθήνα σπεύδει να εμπιστευθεί ασμένως τη γερμανική παρέμβαση, παρά τον επιβεβαιωμένο «φιλοτουρκισμό» του Βερολίνου; Τι είναι εκείνο που την παρακινεί προς τον μονόδρομο ενός εξαναγκαστικού διαλόγου (στον οποίον ακόμα κανείς δεν γνωρίζει τι θα συζητηθεί) ή, τέλος πάντων, τι είναι εκείνο που προσδοκά η Αθήνα από τη μεσολάβηση της κ. Μέρκελ, η οποία, «εγωκεντρικά» συμπεριφερόμενη, προτεραιοποιεί το εθνικό συμφέρον της Γερμανίας (ίδε οικονομικές, εμπορικές, πολιτικές αλλά και ιστορικές σχέσεις με Τουρκία) έναντι των αρχών και αξιών της ΕΕ αλλά και των δικαιωμάτων και συμφερόντων εταίρων της, όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, ακόμα και η Γαλλία, τους οποίους «εξισώνει» με μια χώρα αποδεδειγμένα παραβατική και αποσταθεροποιητική στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και επικίνδυνη για την ειρήνη; Και γιατί δεν επενδύει στην προσφερόμενη από το Παρίσι ελληνογαλλική αμυντική συμμαχία, η οποία, αφενός, λόγω της ευθυγράμμισης των ελληνικών και γαλλικών συμφερόντων στην περιοχή και, αφετέρου, λόγω της υπέρτερης γαλλικής στρατιωτικής ισχύος (καθότι η Γαλλία είναι η μοναδική πυρηνική δύναμη εντός ΕΕ και ισχυρότερη, στρατιωτικά, χώρα της Ένωσης) δύναται να αναδιαμορφώσει, δυσμενώς για την Τουρκία, τους υφιστάμενους συσχετισμούς δύναμης στην Ανατολική Μεσόγειο;

Φοβική στάση

Συμφώνως προς τον Καθηγητή Οικονομικής Γεωγραφίας και Γεωπολιτικής Θεωρίας στο ΕΚΠΑ, Ιωάννη Μάζη, η επιλογή αυτή της ελληνικής Κυβέρνησης «εκφράζει, προφανώς, μια φοβική στάση» έναντι της τουρκικής επιθετικότητας, ως πάγιο χαρακτηριστικό όλων, σχεδόν, των ελληνικών κυβερνήσεων, «ερειδόμενη, επιπροσθέτως, πάνω σε μια λανθασμένη ανάλυση και εκτίμηση της κατάστασης». Αντιθέτως, επισημαίνει, «η Ελλάδα επιβάλλεται, αυτήν τη στιγμή, να επενδύσει στον γαλλικό παράγοντα», ως αύξοντα τελεστή στρατιωτικής και γεωπολιτικής ισχύος, «εκμεταλλευόμενη την ευτυχή σύμπτωση συμφερόντων Γαλλίας, Ελλάδας, Κύπρου, Αιγύπτου, Σαουδικής Αραβίας, Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και Ισραήλ στην περιοχή, προς σύμπηξη ενός άξονα αποτροπής ενεργειών αποσταθεροποιητικού χαρακτήρα, με υποΝΑΤΟϊκό πρόσημο, καθώς δεν αποτελούν όλες αυτές οι χώρες μέλη του ΝΑΤΟ». Η Γαλλία, σημειώνει περαιτέρω, «είναι η μοναδική δύναμη, η οποία μπορεί να καλύψει το δημιουργηθέν γεωπολιτικό κενό στη Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή μετά την απόσυρση των Αμερικανών, και αποτελεί ευτυχή συγκυρία ότι παρουσιάζεται, αυτήν τη στιγμή, σύμπτωση των ελληνικών συμφερόντων με τα γαλλικά». Κάτι που φαίνεται να κατανόησε η Κύπρος, προχωρώντας σε άμεση εφαρμογή της αμυντικής συμφωνίας με τη Γαλλία που υπεγράφη το 2017.

Προφανώς, υπογραμμίζει ο κ. Μάζης, η Ελλάδα γύρισε την πλάτη στους Γάλλους στο παρά πέντε της υπογραφής της ελληνογαλλικής αμυντικής συμφωνίας, γιατί η μετατροπή της σε υποστρατηγική δύναμη στην περιοχή, με την ένταξη στο ελληνικό οπλοστάσιο των υπερσύγχρονων γαλλικών φρεγατών Bellhara, ήταν κάτι που ανησύχησε βαθύτατα Γερμανούς και Αμερικανούς, οι οποίοι, προδήλως, δεν επιθυμούν μια τέτοια ανατροπή των ισοζυγίων ισχύος στην περιοχή.

«Επικίνδυνα» νερά

Όσον αφορά τον δρομολογούμενο διάλογο μεταξύ Αθηνών και Άγκυρας για αποκλιμάκωση της έντασης στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, ο κ. Μάζης τονίζει εμφαντικά ότι το διαπραγματευτικό πλαίσιο για την Ελλάδα είναι εξαιρετικά σαφές και «περιοριστικό», καθώς πέραν του καθορισμού υφαλοκρηπίδας και των υπερκείμενων θαλάσσιων ζωνών δεν υπάρχει οιοδήποτε θέμα προς συζήτηση, ό,τι κι αν εγείρουν, παρανόμως, οι Τούρκοι. «Αυτό αποτελεί διαχρονική και πάγια ελληνική θέση. Ουδεμία ελληνική κυβέρνηση μπορεί να ελπίζει ότι μπορεί να επιβιώσει έστω και μια μέρα, εάν παραχωρήσει ελληνική εδαφική επικράτεια, είτε αυτό γίνει διά συνομιλιών είτε άλλως πως. Και προφανώς βουτάμε σε επικίνδυνα νερά, καθώς, εάν υπεισέλθουμε στη διαπραγμάτευση εθνικών δικαίων, δικαιωμάτων και κεκτημένων, αναπόφευκτα κάτι θα χάσουμε». Δεδομένης, δε, της μαξιμαλιστικής τουρκικής στάσης, που εκδηλώνεται εκβιαστικά έναντι Ελλάδας και Κύπρου, υπό το απειλητικό διάζευγμα «διαπραγμάτευση ή πόλεμος», μια ενδεχόμενη κατάρρευση της διαπραγματευτικής διαδικασίας μεταξύ Αθηνών- Άγκυρας, είτε στην αρχή είτε στην εξέλιξή της, δεν αποκλείεται, εκτιμά ο κ. Μάζης, να οδηγήσει σε ελληνοτουρκικό πόλεμο, αφού διακηρυγμένη στρατηγική της Τουρκίας είναι η ανατροπή του υφιστάμενου στάτους κβο και της Συνθήκης της Λωζάννης «με τον έναν ή τον άλλον τρόπο».