Αναλύσεις

Η «εκλιπούσα» ΚΔ και η σημειολογία της αυτοεπιβεβαίωσης

Αν πάει κανείς πέραν από τους τύπους και τις εύηχες ρητορικές διαχύσεις, στην πράξη, η Κυπριακή Δημοκρατία αντικρίζεται, λίγο πολύ, ως… «εκλιπούσα», τόσο από την ΕΕ, όσο και από τον ΓΓ των ΗΕ, τον ρόλο και τις υποκινήσεις του οποίου άπαντες πλέον αντιλαμβάνονται

Η έντονη σημειολογία της υπαρκτικής/κρατικής αυτο-επιβεβαίωσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, που έλαβε χώρα την περασμένη βδομάδα, με τις διαδοχικές επισκέψεις των Υπουργών Εξωτερικών των δύο υπερδυνάμεων στο νησί, έδωσε, εύλογα, τις τελευταίες μέρες, τη θέση της, στη δικαιολογημένη ανησυχία για απομείωση της οντότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας από τον διεθνή παράγοντα – και μάλιστα στο πιο υψηλό – θεσμικό - επίπεδο.

Αν πάει κανείς πέραν από τους τύπους και τις εύηχες ρητορικές διαχύσεις, στην πράξη, η Κυπριακή Δημοκρατία αντικρίζεται, λίγο πολύ, ως… «εκλιπούσα», τόσο από την ΕΕ, όσο και από τον ΓΓ των ΗΕ, τον ρόλο και τις υποκινήσεις του οποίου άπαντες πλέον αντιλαμβάνονται.

Οι Βρυξέλλες, στέλνοντας με κάθε τρόπο σαφές μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση ότι δεν ευνοούν επιβολή κυρώσεων έναντι της Τουρκίας, προς ανάσχεση της συνεχιζόμενης επιθετικότητάς της στην Ανατολική Μεσόγειο – η πολύ προσωρινή αναστολή της δραστηριότητας του τουρκικού ερευνητικού σκάφους Oruc Reic εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, για καθαρά λόγους τακτικής, δεν συνιστά άρση, ούτε τερματισμό των έκνομων τουρκικών προκλήσεων, ούτε επιστροφή της… εκτροχιασθείσας από τη… λογική τουρκικής ηγεσίας στην παραδεδομένη διεθνή πρακτική – ενέβαλαν την Κυπριακή Δημοκρατία σε μια εξαιρετικά δυσμενή θέση, αφού οι επιτεινόμενες προκλήσεις εντός της κυπριακής ΑΟΖ με τις νέες τουρκικές Navtex, διαχώρισαν το ζήτημα της αμφισβήτησης και καταπάτησης των κυπριακών θαλασσίων ζωνών από την επιδιωκόμενη διαδικασία αποκλιμάκωσης της έντασης στο μέτωπο της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, αλλά και σ’ αυτό της επανάταξης των ευρωτουρκικών σχέσεων.

Ως επιγενόμενο, σύμφωνα με τη λογική της Γερμανικής Προεδρίας της ΕΕ και των συν αυτή, αφού επιτεύχθηκε ο στόχος της αποκλιμάκωσης στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, η επιλογή επιβολής του μέτρου των… αμφιλεγόμενων, έτσι κι αλλιώς - σύμφωνα με την κυρίαρχη κοινοτική προσέγγιση – κυρώσεων έναντι της Τουρκίας εγκαταλείπεται, αφού τώρα ανοίγει η πόρτα του διαλόγου ή, μάλλον, των… διαλόγων, όχι μόνον προς διευθέτηση της ελληνοτουρκικής διένεξης, αλλά και προς ρύθμιση όλων των ζητημάτων της Ανατολικής Μεσογείου – κατανομή θαλασσίων ζωνών, διαμοιρασμός ενεργειακού πλούτου, μεταναστευτικό, σταθερότητα, ασφάλεια και συνεργασία στην περιοχή, κ.λπ. -, με επίκεντρο την προοπτική των ευρωτουρκικών σχέσεων, για τις οποίες το Βερολίνο, συνεπικουρούμενο και από άλλες χώρες, κόπτεται σαν να αποτελεί το πρωτεύον θέμα του γεωπολιτικού του ενδιαφέροντος.

Νομιμοποίηση της παρανομίας διά χειρός Βρυξελλών

Έτσι, η συνεχιζόμενη τουρκική εισβολή εντός των κυπριακών οικοπέδων νομιμοποιείται, επί της ουσίας, από τις Βρυξέλλες, μέσα από την παγίωση μιας έκνομης κανονικότητας, αφού ο από καιρού εδραιωθείς, ένεκα της ηθελημένης αβελτηρίας όλων των κυπριακών κυβερνήσεων, αυτο-αφοπλισμός του κυπριακού κράτους, δεν επαπειλεί την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην περιοχή, επιτρέποντας στην Άγκυρα να υλοποιεί, αβρόχοις ποσίν, τα παράνομα επεκτατικά σχέδιά της εις βάρος ενός κράτους – μέλους της ΕΕ, το οποίο μόνον ως τέτοιο δεν αντιμετωπίζεται. Ίσως να μην υπάρχει περισσότερο δύσθυμος τρόπος για την Κυπριακή Δημοκρατία να αισθάνεται «εκλιπούσα», αφού αντιμετωπίζεται, ούτε λίγο ούτε πολύ, ωσάν κοινοτικός παρίας, για τον οποίο δεν ισχύουν ούτε η αρχή της κοινοτικής αλληλεγγύης, ούτε το ευρωπαϊκό κεκτημένο, το οποίο περιλαμβάνει τόσο το διεθνές δίκαιο, όσο και το δίκαιο της θάλασσας.

Αλλά η… δεινοπαθούσα να υπάρξει ως κράτος έχων ισότιμη διεθνή οντότητα Κυπριακή Δημοκρατία υπέστη άλλη μια βάναυση χειρονομία «εξάλειψης», αυτήν τη φορά από τον ίδιο τον ΓΓ των ΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, ο οποίος, ανακοινώνοντας την πρόθεσή του να προχωρήσει σε σύγκληση πενταμερούς διάσκεψης για το Κυπριακό μετά τις εκλογές στην τ/κ κοινότητα τον ερχόμενο Οκτώβριο, την υποβίβασε στο στάτους… κοινότητας, αναφερόμενος στις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις και στις «δύο κοινότητες», ενώ έκανε λόγο -, πρώτη φορά συμβαίνει κάτι τέτοιο στο υψηλότερο θεσμικό επίπεδο -, για εκλογές στη «βόρεια Κύπρο», σάμπως στο νησί να υπάρχουν δύο ισότιμα, αναγνωρισμένα κράτη, η «βόρεια» και η «νότια» Κύπρος.

Προφανώς και δεν πρόκειται για γλωσσική διολίσθηση, αφού, ειδικά το τελευταίο διάστημα, η προσπάθεια υποβάθμισης της κρατικής οντότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας και εξίσωσής της με το παράνομο κατοχικό μόρφωμα επιχειρείται συστηματικά και πολλαχώς από διάφορες πλευρές, του διεθνούς οργανισμού μη εξαιρουμένου. Άλλωστε, πολύ νωπή είναι η στάση των ΗΕ και των εδώ εκπροσώπων του στην πρόσφατη κρίση της πανδημίας του Covid-19, όπου, ουσιαστικά, επιχειρήθηκε να υποκατασταθεί η Κυπριακή Δημοκρατία από την... τεχνική επιτροπή για την υγεία, ενώ η εν λόγω προσέγγιση αποτυπώθηκε εύγλωττα και χωρίς διφορούμενα και στην πρόσφατη έκθεση του ΓΓ για την ΟΥΝΦΙΚΥΠ.

Τούτων δοθέντων, είναι πασιφανές πως, ενόψει της τροχοδρόμησης των πολυμερών διεργασιών για «επίλυση» των ζητημάτων της Ανατολικής Μεσογείου και του επαναπροσδιορισμού των σχέσεων Άγκυρας-Ευρώπης και προκειμένου να διευκολυνθούν οι αναλαμβανόμενες πρωτοβουλίες, επιχειρείται μια μεθοδευμένη… λείανση, από «φίλους» και εχθρούς, της υπόστασης της Κυπριακής Δημοκρατίας, ώστε να λειτουργήσει ως ένας περισσότερο ευάγωγος παράγοντας προς τη νέα κατάσταση πραγμάτων που θα διαμορφωθεί, όπου, φυσικά, ως κράτος, όπως το γνωρίζουμε τα τελευταία 46, τουλάχιστον, χρόνια, θα αποτελεί παρελθόν.