Οι φιλοδοξίες και η συμπεριφορά της Τουρκίας (ΙΙ)

Το μέτωπο που έχει ανοίξει ξανά με περισσότερη ένταση η Τουρκία με την Ελλάδα και την Κύπρο, είναι μια από τις επιχειρήσεις που έχει η χώρα αυτά τα τελευταία χρόνια. Μια τελευταία έκθεση του ΟΗΕ μάς υπενθυμίζει τη συμπεριφορά της Τουρκίας και των συμμάχων της, του Συριακού Εθνικού Στρατού, στην πόλη της Afrin στη Συρία, όπου αγριότητες και βιασμοί εναντίον Κούρδων γυναικών έγιναν και γίνονται από τους ιδίους και τους συμμάχους των Τούρκων. Όπως λέγει ξένος ανταποκριτής, ο Συριακός Εθνικός Στρατός διεξάγει έναν συστηματικό πόλεμο κατά των Κούρδων γυναικών (βλ. Allan Kaval, “Syrie: la terreur sous occupation turque”, Le Monde, 17 Septembre, 2020, σελ. 2).

Η Τουρκία, λοιπόν, έχει ένα ανοιχτό μέτωπο στη Συρία, όπου ο πόλεμος μαίνεται ακατάπαυστα. Επιπλέον, πέραν του μετώπου της Λιβύης, συνεχίζει με την ίδια σφοδρότητα τις επιθετικές ενέργειες εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου, αντιμετωπίζοντας ολόκληρη την ΕΕ σε μερικές περιπτώσεις.

Σχετικά με την Ελλάδα και την Κύπρο, όπως είναι γνωστό, η Τουρκία έχει την ίδια πολιτική από τη δεκαετία του ’70. Αφού έκαμε την εισβολή στην Κύπρο το 1974 και συνεχίζει τις διεκδικήσεις της στην Κύπρο, έρχεται σχετικά με την Ελλάδα να επαναδιαπραγματευθεί τις Συνθήκες διεκδικώντας μέρος των Νήσων του Αιγαίου καθώς και τον υπόγειο πλούτο του, μακροχρόνια τη Δυτική Θράκη και κάποτε μιλά ακόμα και για τα Δωδεκάνησα. Πάρα πολλές φορές μέχρι σήμερα εζήτησε την τροποποίηση της Συνθήκης της Λωζάννης (1923), η οποία έγινε μετά την ήττα της Ελλάδας στη Μικράν Ασία και καθορίζει, μεταξύ άλλων, τα σύνορα της σημερινής Τουρκικής Δημοκρατίας. Στις 5 Σεπτεμβρίου ο κ. Ερντογάν δήλωσε ότι η Τουρκία είναι τόσο ισχυρή πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά, «που να μπορεί να σχίζει τους ανήθικους χάρτες και τα ανήθικα έγγραφα» (βλ. Marie Jego, “En Mediterranée orientale, Erdogan campe sur sa ligne dure”, Le Monde, 17 Septembre, 2020, σελ.3).

Ο κ. Ερντογάν τα λέει αυτά για να σώσει τη δημοτικότητά του μέσα στη χώρα, η οποία πέφτει. Το ατυχές για την Τουρκία, επίσης, είναι ότι, για τους ίδιους δημαγωγικούς λόγους, το κεμαλικό κόμμα της αντιπολίτευσης αναγκάζεται να ακολουθεί τις πατριωτικές κορώνες του κ. Ερντογάν (ενθ.). Η χώρα, εν τω μεταξύ, βαίνει προς χρεοκοπία και οικονομική κατάρρευση.

Με αυτήν την Τουρκία έχει να διαπραγματευθεί η Ελλάδα και η Κύπρος. Ο Πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης δήλωσε ότι είναι διατεθειμένος να διαπραγματευθεί με την Τουρκία μόνον αν η Τουρκία σταματήσει τις παράνομες ενέργειές της και για ειδικά θέματα. Η Τουρκία από την άλλη μεριά συνεχίζει τις παράνομες ενέργειές της και θέλει να διαπραγματευθεί με ανοιχτή ατζέντα.

Σε τέτοια κατάσταση η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να ενισχύσει την άμυνά της. Η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε την πρόθεσή της να αγοράσει 18 αεροπλάνα Rafale, 4 φρεγάτες και άλλον οπλισμό και να καλέσει επιπλέον άντρες υπό τα όπλα (βλ. Marina Rafenberg, “Athènes cherche à muscler sa defense”, Le Monde, 17 Septembre, 2020, σελ 3.).

Eπιπλέον, η Κύπρος και η Ελλάδα συνήψαν συμμαχίες με τη Γαλλία και άλλες χώρες για την άμυνά τους.

Φαίνεται ότι η Τουρκία του κ. Ερντογάν, βρισκόμενη σε αδιέξοδο, ακολουθεί έναν επικίνδυνο δρόμο, κυρίως για τον εαυτό της. Τα έχει βάλει με όλον τον κόσμο, ο οποίος, όπως και η Ελλάδα και η Κύπρος, βέβαια, δεν έχει άλλη επιλογή από το να αμυνθεί για να επιζήσει.

*Δικηγόρος, Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών & Διεθνών Σχέσεων (Η.Ε.Ι., Γενεύης, Ελβετίας), Πρόεδρος του Ιδρύματος Θεοδούλου, πρώην Μέλος της Γραμματείας του ΟΗΕ στο Τμήμα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων