Επειγόντως στρατηγική

Από την εθνική τραγωδία του 1974 και εντεύθεν ο πλέον ταλαιπωρημένος όρος είναι αυτός της στρατηγικής, σε ό,τι αφορά τη γραμμή διαχείρισης της δραματικής κατάστασης που διαμορφώθηκε μετά την προδοσία του πραξικοπήματος και την τουρκική εισβολή που ακολούθησε.

Σαράντα έξι χρόνια από τότε, μετά από αλλεπάλληλους κύκλους άκαρπων συνομιλιών και αναποτελεσματικών πρωτοβουλιών αλλά και υποχωρήσεων της ελληνικής κυπριακής πλευράς, που δεν οδήγησαν πουθενά, βρισκόμαστε και πάλι ενώπιον μιας νέας λεγόμενης κινητικότητας.

Ο Γ.Γ. του ΟΗΕ εξαγγέλλει ανάληψη νέας πρωτοβουλίας μετά τις «εκλογές στη βόρεια Κύπρο». Με έντονη την υποψία ότι ο χρόνος εξαγγελίας συνδέεται με τη μη αποκρυπτόμενη προσπάθεια της Γερμανικής Προεδρίας να αποφύγει την επιβολή ευρωπαϊκών κυρώσεων επί της Τουρκίας για τις παραβατικές της συμπεριφορές στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο.

Η διακηρυγμένη κατ’ επανάληψιν επίσημη θέση της κυπριακής Κυβέρνησης είναι ότι είναι έτοιμη να προσέλθει σε συνομιλίες νοουμένου ότι θα συνεχιστούν από εκεί που διακόπηκαν στο Κραν-Μοντανά.

Ωστόσο, η Τουρκία έχει διαφοροποιήσει άρδην την προσέγγισή της. Θέτει σαφείς όρους και εκβιαστικές προϋποθέσεις για συμμετοχή της στην «πενταμερή». Στην οποία θα συμμετέχουν οι δύο κοινότητες, όπως είπε ο Γκουτέρες. Όχι η Κυπριακή Δημοκρατία. Περαιτέρω, απαιτεί πολιτική ισότητα, όχι βέβαια όπως καθορίζεται από τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, αλλά και να υπάρξει «ισότιμος διαμοιρασμός του φυσικού πλούτου με την τ/κ πλευρά». Αν οι όροι αυτοί δεν γίνουν αποδεκτοί, τότε θα πρέπει να επιλεγεί η λύση των δύο κρατών, όπως απροσχημάτιστα δήλωσε ο Τσαβούσογλου.

Μετά από αυτά προκύπτει το κλασικό ερώτημα τι κάνουμε. Ποια είναι η στρατηγική μας. Είτε «ως άβουλοι και μοιραίοι» θα συρθούμε από τις εξελίξεις, είτε θα καθορίσουμε τη στάση μας με σαφήνεια και αποφασιστικότητα.

Ποια πρέπει να είναι η περαιτέρω πορεία; Σίγουρα όχι η βεβιασμένη επιδίωξη νέων συνομιλιών «έναντι τιμήματος», όπως εισηγούνται ορισμένοι. Ούτε βέβαια η ακινησία και η αποφυγή οποιωνδήποτε πρωτοβουλιών.

Η σημερινή συγκυρία, με συνεχιζόμενη την πειρατική πρόκληση της Τουρκίας στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, επιβάλλει να τεθεί ως προϋπόθεση «εκ των ων ουκ άνευ» για επανάληψη του διαλόγου, ο τερματισμός των τουρκικών πειρατικών προκλήσεων αλλά και η απόρριψη των απαράδεκτων αξιώσεων για συνδιαχείριση του υποθαλάσσιου πλούτου.

Δεύτερον, θα πρέπει να επανέλθουμε στη θέση ότι προκειμένου να υπάρξει συζήτηση και κατάληξη επί της διεθνούς πτυχής, θα πρέπει προηγουμένως να βρεθούμε σε «ακτίνα συμφωνίας» στα κεφάλαια της εσωτερικής πτυχής. Διακυβέρνηση, κατανομή εξουσιών, οικονομία, σχέσεις με την Ε.Ε., περιουσιακό, εδαφικό. Διασταυρούμενη συζήτηση με τη διεθνή πτυχή δεν είναι ασύμβατη με αυτήν τη θέση.

Το λεγόμενο πλαίσιο Γκουτέρες δεν μπορεί να θεωρείται θέσφατον, ούτε βέβαια να ριχθεί στο «πυρ το εξώτερον». Μπορεί να αποτελέσει υλικό προς διαπραγμάτευση καθώς υπάρχουν σε αυτό ζητήματα, προτάσεις και θέσεις που απολύτως δικαιολογημένα δεν μας βρίσκουν σύμφωνους.

Τρίτον, η ξεχασμένη διακήρυξη για ένα περίγραμμα λύσης του Κυπριακού, το οποίο να κατατεθεί ενώπιον της Διεθνούς και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, πρέπει να επανέλθει στο προσκήνιο και να πραγματωθεί.

Τέταρτον, να αποφευχθεί η οποιαδήποτε διασύνδεση των συνομιλιών με τους ενεργειακούς πόρους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Άλλωστε, υπάρχει ήδη σύγκλιση ότι οι φυσικοί πόροι θα αποτελούν, μετά τη λύση, αρμοδιότητα της Κεντρικής Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης. Οι αναιδείς αξιώσεις Τουρκίας και τ/κ ηγεσίας πρέπει να απορριφθούν κατηγορηματικά.

Η Κυπριακή Δημοκρατία συμμετέχει στη διάσκεψη με την επίσημη κρατική της ιδιότητα. Ο Γ.Γ., αν το επιθυμεί, μπορεί να καλέσει και τις δύο κοινότητες.

Σαράντα έξι χρόνια μετά την τραγωδία του 1974 και τη συνεχιζόμενη έκνομη κατοχική παρουσία της Τουρκίας στην Κύπρο, επιβάλλεται ασφαλώς μια νέα προσπάθεια με συλλογική διαβούλευση και εθνική συνεννόηση για να ανοίξει ο δρόμος για τη λύτρωση του λαού μας. Όχι όμως κάτω από απειλές και εκβιαστικούς όρους. Για διαφύλαξη της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά και διασφάλιση της εθνικής και φυσικής επιβίωσης του Κυπριακού Ελληνισμού. Με συγκεκριμένη στρατηγική. Που σημαίνει σταθερότητα, συνέπεια και συνέχεια. Χωρίς παλινδρομήσει και παλινωδίες.

*Τέως Πρόεδρος Βουλής των Αντιπροσώπων