Αναλύσεις

Εφικτό να «ανοίξουμε» τον Φεβρουάριο

Η βελτίωση της επιδημιολογικής εικόνας, η μάχη των νοσηλευτηρίων και οι προϋποθέσεις που θα μας επιτρέψουν να μπούμε σε μία νέα περίοδο χαλάρωσης τον Φεβρουάριο, αργή και στοχευμένη όπως αυτήν του Μαΐου

Αργά, σταδιακά και στοχευμένα θα επέλθουν από τις αρχές Φεβρουαρίου οι χαλαρώσεις στα περιοριστικά μέτρα, εάν βέβαια το επιτρέψουν τα επιδημιολογικά δεδομένα. Σύμφωνα με το πλάνο χαλάρωσης που υπάρχει, φαίνεται πως η Κυβέρνηση θα ακολουθήσει την τακτική που ίσχυε και τον περασμένο Μάιο, δηλαδή μετά το πέρας του πρώτου lockdown, ούτως ώστε να μην υπάρξει καθολική και απότομη άρση των περιοριστικών μέτρων, αλλά αντιθέτως να υπάρξει μία σταδιακή άρση συγκεκριμένων μέτρων που θα τεθούν κατά προτεραιότητα. Η εν λόγω τακτική αφήνει να νοηθεί πως θα πάμε αντίστροφα. Δηλαδή, πρώτα θα αρθούν τα μέτρα που τέθηκαν τελευταία και ακολούθως θα πάρουν σειρά τα υπόλοιπα με την ίδια λογική. Ποιες είναι όμως οι προϋποθέσεις που θέτουν οι επιδημιολόγοι για να «ανοίξουμε» τον Φεβρουάριο; Σύμφωνα με τον Επικεφαλής της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής για τον κορωνοϊό, Δρα Κωνσταντίνο Τσιούτη, αυτήν τη φορά δεν περιμένουμε να έχουμε μηδενικά κρούσματα για να επέλθουν χαλαρώσεις, αλλά η προσπάθεια είναι να έχουμε μια σημαντική βελτίωση, τόσο στους αριθμούς των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων όσο και των ασθενών που χρήζουν νοσηλείας.

Οι στόχοι που τέθηκαν

Την περασμένη Πέμπτη, σε δημοσιογραφική διάσκεψη που παρέθεσαν οι αρμόδιοι φορείς, απήθυναν έκκληση προς τους πολίτες να συνεχίσουν να τηρούν τα μέτρα που είναι σε ισχύ, συμβάλλοντας έτσι στην περαιτέρω μείωση των επιδημιολογικών δεικτών, αλλά κυρίως στη δραστική μείωση των νοσηλευομένων και των θανάτων ασθενών με COVID-19.

Κατά τη δική του ομιλία, ο Δρ Τσιούτης αναφέρθηκε στους ελέγχους που διενεργούνται με rapid tests αντιγόνου, επισημαίνοντας πως από τον Νοέμβριο η Κύπρος έχει κάνει πέραν των 600.000 εξετάσεων, με αποτέλεσμα να είμαστε πρώτοι σε αναλογία πληθυσμού στην Ευρώπη. Υπογράμμισε ότι πλέον γίνεται στόχευση στους οίκους ευγηρίας αλλά και στους χώρους εργασίας, ώστε να εντοπίζονται έγκαιρα τα θετικά στον ιό άτομα. «Αναμφίβολα αυτό μαζί με τα υπόλοιπα μέτρα ήταν ένας τρόπος αναχαίτισης της κατάστασης. Αν δεν λαμβάνονταν αυτά τα μέτρα, θα ήταν πολύ χειρότερη η εικόνα. Είδαμε μιαν αύξηση στις αρχές Ιανουαρίου, αλλά τώρα τις τελευταίες ημέρες αρχίσαμε και βλέπουμε μια πτώση. Αν και είναι πρώιμο να το συμπεράνουμε, φαίνεται ότι είναι αποτέλεσμα του περιορισμού των συναθροίσεων στα σπίτια. Περιμένουμε όμως για να δούμε αν αυτή η μείωση και το αποτέλεσμα είναι πραγματικό», εξήγησε ο κ. Τσίουτης.

Διευκρίνισε, ωστόσο, πως το ποσοστό θετικότητας παραμένει υψηλό παρά τη μείωση και, με στόχο να μειωθεί περαιτέρω, υπάρχει ανάγκη να συνεχίσουμε προσηλωμένα με την εφαρμογή των υφιστάμενων μέτρων, που «έχουν σκοπό να ανακόψουν τις επαφές για να δράσουν ακόμα πιο πολύ και να φθάσουμε σε έναν πιο ασφαλή Φλεβάρη». Ο Δρ Τσιούτης τόνισε πως ακόμα είμαστε σε υψηλά επίπεδα ειδικά σε κάποιες επαρχίες όπως η Λάρνακα και η Λεμεσός, όπου βλέπουμε να ανεβαίνουν τα νούμερα, ενώ εξήγησε πως ανεξάρτητα αν τώρα έχουμε μείωση στα κρούσματα, ένα μεγάλο φορτίο νόσου ίσως μετατραπεί σε νοσηλείες. Άρα, συμπλήρωσε, είναι πολύ νωρίς ακόμα για να βγάλουμε συμπεράσματα. Πρέπει, όπως είπε, να περιμένουμε τις επόμενες εβδομάδες για να δούμε εάν θα αρχίσει να βελτιώνεται και το θέμα των νοσηλειών.

Πάντως, σύμφωνα με τον ίδιο, ο στόχος που τέθηκε για τις επόμενες ημέρες είναι να δούμε βελτίωση της κατάστασης στα νοσοκομεία, σε συνδυασμό και με τους εμβολιασμούς, ώστε να αρχίσουν τα άτομα υψηλού κινδύνου να προστατεύονται. Τόνισε, τέλος, πως δεν πρέπει να περιμένουμε μηδενισμό των κρουσμάτων, δεν θα έχουμε τα αποτελέσματα που είχαμε το καλοκαίρι, αλλά η προσπάθεια είναι να έχουμε μια σημαντική βελτίωση, ώστε να μπούμε με μεγαλύτερη ασφάλεια τον Φεβρουάριο.

Το πλάνο για τις νοσηλείες

Για τη μεγάλη προσπάθεια που καταβάλλουν εδώ και μήνες να νοσηλευτήρια, μίλησε ο Γενικός Εκτελεστικός Διευθυντής του ΟΚΥπΥ, κ. Κρίστης Λοϊζίδης, εξηγώντας ότι η προσπάθεια αυτή «δεν αφορά μόνον τους νοσηλευόμενους με κορωνοϊό», καθώς τα νοσηλευτήρια του ΟΚΥπΥ «προσφέρουν υπηρεσίες υγείας σε όλο το εύρος των ιατρικών πράξεων, για όλες τις ασθένειες, σε κάθε άνθρωπο που έχει ανάγκη, χωρίς καμιάν απολύτως εξαίρεση, χωρίς καμιά διάκριση».

Στα νοσηλευτήρια, όπως είπε, «νοσηλεύονται καθημερινά περίπου 200 ασθενείς της νόσου COVID-19, εκ των οποίων ένας μεγάλος αριθμός σε σοβαρή έως κρίσιμη κατάσταση σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και Μονάδες Αυξημένης φροντίδας». Η διαχείριση των περιστατικών, εξήγησε ο κ. Λοϊζίδης, «γίνεται στη βάση ειδικού σχεδίου δράσης, το οποίο εκπονήθηκε από την επιχειρησιακή ομάδα COVID-19 του ΟΚΥπΥ, που αποτελείται 18 άτομα». Το πλάνο «αξιολογείται συνεχώς, αναλόγως των αναγκών, αλλά και της πρόβλεψης ροής ασθενών στα νοσηλευτήριά μας».Στη βάση αυτού του προγραμματισμού και του σχεδίου δράσης, «προχωρούμε συνεχώς στην ανάπτυξη νέων κλινών ώστε να καλύψουμε τυχόν αυξημένες ανάγκες, σε όλες τις πόλεις της Κύπρου».

Αυτήν τη στιγμή, τόνισε, «υπάρχει διαθεσιμότητα κλινών για εισαγωγές/ νοσηλείες ασθενών με COVID-19. Ωστόσο, διευκρίνισε, «σε περίπτωση που θα έχουμε πολύ μεγάλο αριθμό νοσηλευομένων και θα παραστεί ανάγκη περισσότερων κλινών, θα παραπέμψουμε αρκετά περιστατικά μη-COVID στον ιδιωτικό τομέα, με τον οποίο είμαστε σε επικοινωνία μέσω του Υπουργείου Υγειάς, ώστε τα νοσηλευτήρια του ΟΚΥπΥ να προσφέρουν ιατρική περίθαλψη στα περιστατικά COVID». Ο κ. Λοϊζίδης εξήγησε πως ο λόγος που παραπέμπονται περιστατικά στον ιδιωτικό τομέα είναι για εξοικονόμηση ανθρώπινου δυναμικού. Παράλληλα, όπως είπε, ήδη επιστρατεύονται και νοσηλευτές που βρίσκονται είτε στο 3ο είτε στο 4ο έτος των σπουδών τους για να βοηθήσουν στους υπόλοιπους θαλάμους, ενώ με το ίδιο σκεπτικό, αν χρειαστεί, θα μπορούσαν να επιστρατευτούν και φοιτητές ιατρικής.

Σύμφωνα με το σχέδιο ανάπτυξης κλινών για νοσηλεία ασθενών με COVID-19, στο Γενικό Νοσοκομείο Αμμοχώστου υπάρχουν συνολικά 75 κλίνες (69 + 6 ΜΑΦ), ενώ η πληρότητα στις 13/1/2021 ήταν στις 59 + 6, στο Γενικό Νοκομείο Λευκωσίας συνολικά υπάρχουν 50 κλίνες εκ των οποίων οι 39 και 6 ΜΑΦ είναι πλήρεις, στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού υπάρχουν συνολικά 70 κλίνες (57 +8 ΜΑΦ), εκ των οποίων είναι πλήρεις οι 57 + 8 ΜΑΦ, ενώ στο Γενικό Νοκομείο Λάρνακας υπάρχουν 28 κλίνες με δυνατότητα να αυξηθούν σε 58 και είναι όλες ελεύθερες. Όσον αφορά το πόσες είναι οι διαθέσιμες κλίνες σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, στο Γενικό Νοσκομείο Λευκωσίας υπάρχουν δύο ΜΕΘ και μία ΜΑΦ. Η ΜΕΘ 1 είναι η παλαιά με 17 κλίνες, εκ των οποίων οι 15 είναι πλήρεις, η ΜΕΘ 2 είναι η νέα με 26 κλίνες, εκ των οποίων οι 23 είναι πλήρεις, ενώ η ΜΑΦ 3, που είναι το παλιό φυσιοθεραπευτήριο, έχει 11 κλίνες, οι οποίες είναι ελεύθερες. Τέλος, σύμφωνα με τον κ. Λοϊζίδη, έχει χρησιμοποιηθεί και η τραπεζαρία του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, που έχει δυνατότητα να φιλοξενήσει 16 ασθενείς ΜΕΘ. Συγκεκριμένα, όπως είπε, αυτήν τη στιγμή υπάρχουν 5 ασθενείς εκεί που δεν έχουν κορωνοϊό, αλλά χρήζουν εντατικής θεραπείας.

Η σταδιακή χαλάρωση των μέτρων

Όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο πιθανόν να γίνει η αποκλιμάκωση των μέτρων, η οποία αναμένεται να επέλθει εάν το επιτρέψει η επιδημιολογική εικόνα τον Φεβρουάριο, όπως εξήγησε στο ΣΙΓΜΑ το Μέλος της Επιδημιολογικής Ομάδας, Δρ Πέτρος Καραγιάννης, όλα δείχνουν πως θα ακολουθηθεί η πορεία που ακολουθήθηκε τον Μάιο.Δηλαδή οι επιχειρήσεις που κλείσανε τελευταίες να ανοίξουν πρώτες, όπως για παράδειγμα τα κομμωτήρια, τα ινστιτούτα αισθητικής, τα πρακτορεία στοιχημάτων κ.ο.κ., ενώ σε κάποια στιγμή τον Φεβρουάριο, αν όλα πάνε καλά, θα είμαστε σε θέση ώστε να ανοίξουν οι χώροι εστίασης και τα εμπορικά κέντρα, «φτάνει να υπάρχει συναίνεση με τα μέτρα προστασίας», όπως τόνισε ο Δρ Καραγιάννης. Αναφορικά με τα σχολεία, όπως είπε εάν ανοίξουν θα πρέπει να γίνει σταδιακά, ώστε να μην υπάρξει απότομο άνοιγμα πολλαπλών χώρων και η διακίνηση να είναι τέτοια που να μη βοηθήσει στην αναχαίτιση της διασποράς του ιού. Σε ερώτηση εάν η αποκλιμάκωση θα διαρκέσει τρεις μήνες, ο Δρ Καραγιάννης απάντησε πως αυτό μπορεί να γίνει και νωρίτερα και θα εξαρτηθεί από την πορεία των εμβολιασμών.