Αναλύσεις

Ένας κληρωτός Λοχίας της δοξασμένης Ελληνικής Δύναμης Κύπρου (ΕΛ.ΔΥ.Κ.) θυμάται…

Μια ομολογουμένως νοσταλγική περιπλάνηση στις αναμνήσεις της περιόδου εκείνης και μια απογοήτευση ταυτόχρονα, γιατί οι ισχυροί της Γης, οι ψευτοδημοκράτες και ψευτοκήρυκες της δικαιοσύνης αφήνουν το μαρτυρικό νησί μας να στενάζει και να ζει κάτω από τον καθημερινό φόβο του βάρβαρου κατακτητή

Αγαπητέ φίλε, Ντίνο

Πρέπει για άλλη μια φορά να σε συγχαρώ και ως απλός Έλληνας πολίτης αλλά και ως φίλος και ως θαυμαστής σου για τον διαρκή αγώνα που επί τόσα χρόνια αδιαλείπτως δίνεις με πολλούς τρόπους για τη δικαίωση της πατρίδας σου και πατρίδας όλων των Ελλήνων, της ηρωικής μας Κύπρου.

Είναι γνωστόν ότι τέτοιοι αγώνες στοιχίζουν αφάνταστα πολύ χρόνο, σε χρήμα, σε αγωνία, στην οικογενειακή γαλήνη, καθώς και σε άλλους τομείς της προσωπικής σου ζωής, πράγμα που εσύ με το παθός που σε διακρίνει για την πατρίδα αντιπαρέρχεσαι και αγογγύστως υπομένεις…

2. thumbnail_image000002.jpg

Σου γράφω αυτά τα λίγα λόγια με αφορμή το τελευταίο δημοσίευμά σου με τίτλο: «Τα ματωμένα Χριστούγεννα του 1963», το οποίο με συγκλόνισε κυριολεκτικά και για την ακρίβεια των γραφομένων σου αλλά και γιατί έτυχε εκείνα τα «ματωμένα Χριστούγεννα του 1963» να υπηρετώ τη θητεία μου στην ΕΛ.ΔΥ.Κ. (Ελληνική Δύναμη Κύπρου), στη Λευκωσία, και το δημοσίευμά σου αυτό έφερε μπροστά μου όλα τα γεγονότα όπως τα έζησα και πολλά των οποίων έχουν χαραχθεί ανεξίτηλα στη μνήμη μου.

Πράγματι, την 21ην Δεκεμβρίου το περιστατικό που με λεπτομέρειες περιγράφεις, υπήρξε και την άλλη μέρα που έφτασε σ’ εμάς με κάποιες άλλες πληροφορίες και με τον κυπριακό Τύπο, μας ανησύχησε πολύ.

Την επόμενη μέρα τα γεγονότα επαναλήφθηκαν με επεισόδιο μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων αστυνομικών. Έτσι μεγάλωνε την ένταση που υπήρχε εκείνη την περίοδο, πράγμα που μας έθεσε σε διαρκή επιφυλακή.

Αυτό ανησύχησε περισσότερο εμάς, που μετρούσαμε καθημερινά, αφαιρετικά, τις μέρες αναχώρησής μας και βρισκόμασταν ήδη στο νούμερο τρία (3). Στις 27-12-1963 θα αναχωρούσαμε για την πατρίδα.

3. thumbnail_IMG_20210110_195521.jpg

Τουρκικά αεροπλάνα

Την 25η Δεκεμβρίου, ημέρα Γέννησης του Χριστού μας, μόλις πήραμε το μεσημεριανό εορταστικό χριστουγεννιάτικο φαγητό, ξαφνικά δύο αεροπλάνα της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας πέρασαν σε ύψος 20-30 μέτρων πάνω από το στρατόπεδο της ΕΛ.ΔΥ.Κ. και μάλιστα ακριβώς πάνω από τον χώρο εστίασης, όπου βρισκόμασταν εκείνη τη στιγμή.

Αμέσως διατάχτηκε κινητοποίηση, αφήσαμε το φαγητό όπως ήταν πάνω στα τραπέζια, πήραμε τις πολεμικές εξαρτύσεις μας και πήγαμε στους χώρους διασποράς, όπως είχαμε προετοιμαστεί με τις τακτικές ασκήσεις που κάναμε.

Κυρίως πήραμε θέσεις από το στρατόπεδο ΤΟΥΡ.ΔΥ.Κ., πλευρά προς το Κιόνελι και πλευρά Άσπρων Χωμάτων, όπως επίσης στα υψώματα του στρατοπέδου, στον Άγιο Γεώργιο και αλλού.

Από τους χώρους διασποράς παρακολουθούσαμε το στρατόπεδο της ΤΟΥΡ.ΔΥ.Κ. που ήταν κοντά στο δικό μας και το οποίο χωρίζονταν με μια νεκρή ζώνη 50-100 μέτρων.

Σ΄ αυτό παρατηρείτο ασυνήθιστη κίνηση, η οποία εκδηλώθηκε με την άμεση (σε μισή ώρα) οπισθοχώρηση όλης της δύναμης της ΤΟΥΡ.ΔΥ.Κ., με όλα τα διαθέσιμα μέσα: (αυτοκίνητα πάσης φύσεως, τζιπ, μηχανές, Ι.Χ., πεζοπόρα τμήματα) με κατεύθυνση το χωριό Κιόνελι.

Περιττό να σου πω, Ντίνο, ότι το βράδυ ήμασταν σε γενική επιφυλακή με το δάκτυλο στη σκανδάλη, όπως λέμε, γιατί δεν γνωρίζαμε τι μπορεί να συμβεί.

Ήδη σε άλλα σημεία της Λευκωσίας είχαν αρχίσει συμπλοκές μεταξύ Ελλαδιτών και Ελλήνων Κυπρίων από τη μια μεριά και Τούρκων Κυπρίων και Τούρκων στρατιωτών από την άλλη και όλη τη νύκτα ακούγονταν πυροβολισμοί και τροχιοδεικτικές σφαίρες έσχιζαν τον σκοτεινό ουρανό.

Το ίδιο βράδυ (25 Δεκεμβρίου) ήρθε στο στρατόπεδό μας ο Νίκος Σαμψών, ο οποίος είχε ήδη επικηρυχθεί, όπως μάθαμε, από τους Τούρκους αντί πολλών χιλιάδων λιρών (δεν θυμάμαι ακριβώς ποσόν) και τον φιλοξενήσαμε για δύο μέρες στο γραφείο των αξιωματικών, το οποίο ήταν δίπλα στο γραφείο μου που είχα μαζί με τον υπασπιστή του Λόχου Φίλιο Βασίλειο από το Αγιόφυλλο Τρικάλων και του γραφείου του Διοικητή Κωστάκη, ο οποίος είχε διαδεχθεί τον Φαίδωνα Γκιζίκη που επέστρεψε στην Ελλάδα και μάλιστα στη Λάρισα στην 1η Στρατιά. Αυτός έμενε στην οδό Αθ. Διάκου και τον επισκέφθηκα όταν επέστρεψα στη Λάρισα για να του επιδώσω κάποια δώρα εκ μέρους κάποιων αξιωματικών της ΕΛ.ΔΥ.Κ.

Κατά το μεσημέρι της ίδιας μέρας, αυτοκίνητα Ελλήνων Κυπρίων με μεγάφωνα ήρθαν έξω από το στρατόπεδο και ζητούσαν απεγνωσμένα βοήθεια για την αντιμετώπιση του κινδύνου: «Αδέλφια, βοήθεια, τ’ αδέλφια σας σφάζονται από τους Τούρκους», ήταν το κύριο σύνθημα που ακουγόταν από τα μεγάφωνά τους.

Όλα αυτά μας είχαν αναστατώσει τόσο πολύ, που το αίμα μας έβραζε από θυμό, αγανάκτηση, ενθουσιασμό και δεν ξέρω από τι άλλα συναισθήματα, αλλά εκείνο που ήταν βέβαιο είναι ότι ήμασταν έτοιμοι να πάμε στην πρώτη γραμμή να πολεμήσουμε χωρίς, εκείνες τις στιγμές, να σκεπτόμαστε τίποτε άλλο.

Βλέποντας αυτήν την κατάσταση ο Διοικητής του Συντάγματος, Τσεβελίκος Απόστολος, έδωσε εντολή και έγινε συγκέντρωση όλης της δύναμης της ΕΛ.ΔΥ.Κ. και αφού εκφώνησε έναν συγκινητικό, πατριωτικό λόγο, κατέληξε: «Νιώθω πώς αισθάνεστε. να είστε βέβαιοι ότι το ίδιο αισθάνομαι κι εγώ. Γι΄ αυτό, αν χρειαστεί, όταν έλθει, αν έλθει αυτή η ώρα, ο πρώτος που θα μπει στη μάχη θα είμαι εγώ και να πάει ο καθένας στη θέση του και να είστε έτοιμοι, ανά πάσα στιγμή, αφού πρώτα κλείσετε τ’ αφτιά σας σε όσα από τα μεγάφωνα ακούτε».

Στο ίδιο πνεύμα και ο Διοικητής του 2ου Συντάγματος Κωστάκης και ο Διοικητής του 6ου λόχου λοχαγός Μιχαήλ Πηλιχός και οι υπολοχαγοί μας Σιάτρας Γεώργιος, Δεμέστιχας Δημήτριος και όλοι οι μόνιμοι υπαξιωματικοί μας, ο υπασπιστής του λόχου Φίλιος Βασίλειος και ο μόνιμος λοχίας Ανδρεόπουλος Ευάγγελος.

Το ίδιο πνεύμα επικρατούσε και στον υπασπιστή του Τάγματος, εξαίρετο αξιωματικό Ανεστόπουλο Παναγιώτη, καθώς και στον 4ο λόχο, του οποίου τα γραφεία ήταν απέναντί μας, προεξάρχοντος του λεβέντη Βορειοηπειρώτη λοχαγού Γκόρου Πέτρου, που ήταν ο πιο ενθουσιώδης από όλους.

Την άλλη μέρα, αφού πήραμε εντολή να πάρουμε τα βασικά μας πράγματα, επιβιβαστήκαμε σε αυτοκίνητα και μεταφερθήκαμε σε διαφορά μέρη εκτός στρατοπέδου.

Εμείς οι του 6ου Λόχου εγκατασταθήκαμε στο γυμνάσιο αρρένων της μονής Κύκκου. Και ενώ ήταν να φύγουμε στις 27 Δεκεμβρίου που θα ερχόταν η άλλη σειρά να μας αντικαταστήσει, κάναμε Πρωτοχρονιά στο εν λόγω γυμνάσιο μέσα σ΄ ένα κλίμα αγωνίας και αναμονής, δεδομένου ότι οι μάχες συνεχίζονταν, ενώ σκαπτικά μηχανήματα, που είχαν μετατραπεί σε τανκς, αφού είχαν τοποθετηθεί μεταλλικές λαμαρίνες γύρω από τη θέση του οδηγού με ανοιχτές πολεμίστρες γύρω – γύρω, περνούσαν με μεγάλη ταχύτητα έξω από τον καταυλισμό μας πηγαίνοντας προς διάφορες κατευθύνσεις.

Φήμες δε και μαρτυρίες Κυπρίων μιλούσαν για πολλούς νεκρούς και αιχμαλώτους.

Μετά την Πρωτοχρονιά εγκατασταθήκαμε σε σκηνές έξω από την Ιερατική Σχολή Κύκκου, όπου μείναμε μέχρι τέλους Ιανουαρίου, όταν, επιτέλους, ήλθε η άλλη σειρά να μας αντικαταστήσει. Όσοι έμειναν εκεί, έμειναν στην πρόχειρη αυτή εγκατάσταση μέχρι το Πάσχα του 1964, όπως μου έλεγε ο υπασπιστής Φίλιος Βασίλειος.

4. thumbnail_image000000.jpg

Το ζεύγος Βασιλείου

Συγκινητική, πάντως, ήταν η συμπαράσταση των Κυπρίων οι οποίοι καθημερινά έρχονταν στον καταυλισμό μας και μας έφερναν διάφορα φαγώσιμα και κυρίως γλυκά για τις γιορτινές μέρες που είχαμε.

Ιδιαιτέρως πρέπει να αναφερθώ σε ένα εξαίρετο ζεύγος Κυπρίων, τον Αχιλλέα και την Ελενίτσα Βασιλείου, οι οποίοι διατηρούσαν ένα εμπορικό κατάστημα ρούχων επί της οδού Λήδρας και είχαν ένα γιο στη Νομική Σχολή Αθηνών και είχαμε γνωριστεί αρκετά καλά. Αυτοί οι δύο άνθρωποι κάθε μέρα φέρνανε λαμαρίνες με γλυκά και άλλα φαγώσιμα, τα παρέδιδαν σ΄ εμένα και έλεγαν: «Αυτά για τα παιδιά μας που υποφέρουν», δεδομένου ότι είχαμε μόνο μια κουβέρτα και τη χλαίνη μας που ήταν μέρα - νύκτα αχώριστη, γιατί δεν είχαμε τίποτα άλλο και ο χειμώνας ήταν αρκετά βαρύς.

Αυτοί οι άνθρωποι μάς είχαν συγκινήσει αφάνταστα, γι΄ αυτό και ύστερα από τόσα χρόνια τους θυμόμαστε με αγάπη.

Πέραν αυτών πρέπει να σου πω, φίλε Ντίνο, ότι οι Κύπριοι κάτι περίμεναν απ΄ όλα αυτά που έγιναν, γιατί δύο φορές την εβδομάδα ερχόντουσαν στο στρατόπεδο 60-70 άτομα, όχι τα ίδια πάντοτε, και, παίρνοντας απαραίτητα υλικά από την αποθήκη μας, προέβαιναν σε νυκτερινές ασκήσεις, πράγμα που δείχνει ότι προετοιμάζονταν για κάτι, παρά το γεγονός ότι υπήρχε μια φαινομενική ηρεμία. Εμείς, πολλές φορές πριν από την τουρκανταρσία, περνούσαμε την οδό Ερμού και πηγαίναμε σε κάποια ταβερνάκια της τουρκικής συνοικίας της Λευκωσίας χωρίς να έχουμε κανένα φόβο. Επίσης, όταν πηγαίναμε στην Κυρήνεια και περνούσαμε από το χωριό Κιόνελι, που ήταν τουρκικό, δεν είχαμε κανένα φόβο, ίσως γιατί δεν γνωρίζαμε τι κρυβόταν πίσω από αυτήν την ησυχία.

Τελειώνοντας τη σύντομη αυτή ενημερωτική επιστολή μου θέλω να ευχαριστήσω που μου έδωσες την ευκαιρία να θυμηθώ τα γεγονότα της κρίσιμης περιόδου και να νιώσω τον ίδιο ενθουσιασμό και την ίδια ένταση των ημερών εκείνων που ήμασταν έτοιμοι να μπούμε στη μάχη για την υπεράσπιση της Κύπρου μας.

Ανέσυρα και κάποιες φωτογραφίες από το στρατόπεδο της ΕΛ.ΔΥ.Κ., όπου φαινόμαστε με τον Εθνάρχη Μακάριο (δικής σας έκφραση) κατά την επίσκεψή του το Πάσχα του 1963 στο στρατόπεδό μας μαζί με τον Γιωρκάτζη και κάποιους άλλους, που δεν τους θυμάμαι, τον λοχαγό Πηλιχό και τον γιο του Δημητράκη, στον οποίο έκανα πολλές φορές μάθημα και ο οποίος έγινε αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού, τον Μίμη Παπαϊωάννου και τον Κανελλόπουλο, που ήρθαν στο στρατόπεδο όταν η ΑΕΚ ήρθε στην Κύπρο για κάποιον αγώνα, καθώς και άλλους συστρατιώτες μου και συναθλητές στους αγώνες της ΕΛ.ΔΥ.Κ. κ.ά.

Ήταν ομολογουμένως μια νοσταλγική περιπλάνηση στις αναμνήσεις της περιόδου εκείνης και μια απογοήτευση ταυτόχρονα, γιατί οι ισχυροί της Γης, οι ψευτοδημοκράτες και ψευτοκήρυκες της δικαιοσύνης, αφήνουν το μαρτυρικό νησί μας να στενάζει και να ζει κάτω από τον καθημερινό φόβο του βάρβαρου κατακτητή.

Σε ευχαριστώ πολύ και σου εύχομαι ο Θεός να σου δίνει δύναμη και πίστη για τη συνέχιση του Πατριωτικού και Θεάρεστου έργου σου.

Με πολλή φιλία, Καραΐσκος Βάιος – ΔΑΣΚΑΛΟΣ

Επιμύθιο: Απόλυτος Σεβασμός και ένα πελώριο ευχαριστώ στα παιδιά της μάνας Ελλάδας (σε αντίθεση με κάποιους πολιτικούς ηγέτες της), για ό,τι πρόσφεραν στην ιδιαίτερη πατρίδα μας.

Λάρισα, 09-01-2021

*Αναπληρωτής Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, από το Μονάγρι Λεμεσού