Διεθνή

Υπό την πολιορκία των drones η συνταγματική τάξη του Ιράκ

Η επίθεση με drones ήταν περισσότερο μια προειδοποίηση προς τον Μουσταφά αλ-Καζίμι και τους συμμάχους του, παρά μια απόπειρα δολοφονίας

Η αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας εναντίον του Ιρακινού Πρωθυπουργού, Μουσταφά αλ-Καζίμι, δημιουργεί φόβους ότι ίσως είναι μόνο η αρχή ενός ντόμινο αρνητικών εξελίξεων για τη συνταγματική νομιμότητα της χώρας. Σε μια περίοδο έντονων πολιτικών εντάσεων άμεσα συνδεδεμένων με τις πρόωρες κοινοβουλευτικές εκλογές της 10ης Οκτωβρίου και των αποτελεσμάτων της, η τρομοκρατική επίθεση αναδεικνύει γι’ ακόμα μια φορά τις αντιθέσεις που χαρακτηρίζουν τους δύο πόλους της πολιτικής ζωής του Ιράκ. Εθνικά συμφέροντα ή επιρροή του Ιράν; Σε κάθε περίπτωση, καθοριστικός θα είναι ο ρόλος του νικητή των εκλογών, Μουκτάντα αλ Σαντρ, ο οποίος, προεκλογικά τουλάχιστον, τάχθηκε υπέρ μιας διαφορετικής προσέγγισης στο ζήτημα της διακυβέρνησης.

Ο απόηχος της απόπειρας αυτοκτονίας

Η αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του Προέδρου του Ιράκ ερμηνεύεται από τους κρατικούς αξιωματούχους ως μια άνευ προηγουμένου κλιμάκωση μεταξύ των ηγετών της χώρας και των υποστηριζόμενων από το Ιράν παραστρατιωτικών ομάδων που προσπαθούν να ανατρέψουν το αποτέλεσμα των εκλογών.

Οι ιρακινές υπηρεσίες πληροφοριών εκτιμούν ότι η πρωτόγνωρη αυτή επίθεση έχει ενορχηστρωθεί από ομάδες που πρόσκεινται στο Ιράν, λόγω της απώλειας περίπου των 2/3 των εδρών τους. Ακόμα όμως και εάν δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις για το ποιος βρίσκεται πίσω από την επίθεση, την πολιτική αστάθεια επιδεινώνει η παγιωμένη αντιπαράθεση μεταξύ των εκφραστών των εθνικών συμφερόντων και όσων υποστηρίζονται από το Ιράν.

Ειδικοί θεωρούν ότι καθοριστικό ρόλο στις κινήσεις των παραστρατιωτικών οργανώσεων παίζει εν τη απουσία του ο Κασέμ Σολεϊμανί, ο οποίος δολοφονήθηκε μετά από εντολή του Ντόναλντ Τραμπ τον Ιανουάριο του 2020. Θεωρούν πως επιβεβαιώθηκαν οι προβλέψεις ότι μετά τον Σολεϊμανί οι ομάδες που σχετίζονται με την Τεχεράνη θα ήταν πιο δύσκολο να ελεγχθούν, καθώς έχασαν τη σύνδεση με τους εντολείς τους στο Ιράν.

Από την άλλη, τα αυξημένα δείγματα βίας που επέδειξαν οι υποστηριζόμενες από το Ιράν ομάδες δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για να επικαλεστούν το τεκμήριο της αθωότητας. Η συμμαχία σιιτικών παραστρατιωτικών παρατάξεων προσκείμενων στο Ιράν, Χασντ αλ Σάαμπι, από την αρχή αμφισβήτησε τα αποτελέσματα των εκλογών, με το πολιτικό παρακλάδι της, τη Συμμαχία της Κατάκτησης, να χάνει σημαντικό μέρος των εδρών της στο κοινοβούλιο.

Την Παρασκευή ξέσπασαν συγκρούσεις μεταξύ πολλών εκατοντάδων υποστηρικτών της Χασντ αλ Σάαμπι με δυνάμεις ασφαλείας κοντά στην Πράσινη Ζώνη. Μετά τα επεισόδια, ο ηγέτης της οργάνωσης, Qais al-Khazali, είχε απειλήσει ότι θα εκδικηθεί για το αίμα των διαδηλωτών «μαρτύρων».

Τι έδειξαν τα αποτελέσματα των εκλογών

Άμεσα συνδεδεμένα με την απόπειρα δολοφονίας θεωρούνται τα αποτελέσματα των εκλογών του Οκτωβρίου. Ο πάλαι ποτέ κραταιός Συνασπισμός της Προόδου, ο οποίος με τη βοήθεια του Ιράν οικειοποιήθηκε την καθοριστική νίκη κατά του Ισλαμικού Κράτους, είδε τα ποσοστά του να συρρικνώνονται, ενώ η συμμαχία Φατάχ, η οποία εκπροσωπούσε κυρίως τις πολιτοφυλακές των «Μονάδων Λαϊκής Κινητοποίησης» και έχει φιλοϊρανικές θέσεις, κέρδισε 14 έδρες αντί των 48.

Έτσι δεν προκάλεσε έκπληξη όταν τα κόμματα αυτά άρχισαν να μιλάνε για χειραγώγηση του εκλογικού αποτελέσματος. Σύμφωνα με αναλυτές, αν και θεωρείται δεδομένη μέχρι κάποιο βαθμό η νοθεία στις εκλογές του Ιράκ, η μείωση των ποσοστών των υποστηριζόμενων από το Ιράν κομμάτων δεν ήταν μη αναμενόμενη. Αρχικά, ο κίνδυνος του Ισλαμικού Κράτους σε μεγάλο βαθμό δεν υφίσταται ή τουλάχιστον δεν θεωρείται τόσο μεγάλος όσο στο παρελθόν. Επίσης, οι σκληροπυρηνικοί μαχητές, οι οποίοι εξαιτίας του Ισλαμικού Κράτους θεωρούνταν «χρήσιμοι», πλέον εκλαμβάνονται ως εμπόδιο για την επίτευξη της επιδιωκόμενης ειρήνης και σταθερότητας στη χώρα. Τα δυτικά ΜΜΕ αναφέρουν ότι πολλοί μαχητές του Συνασπισμού της Προόδου εμπλέκονται σε δολοφονίες και απαγωγές πολιτικών αντιπάλων και ακτιβιστών.

Σύμφωνα με τη Shelly Kittleson του Foreign Policy, το εκλογικό αποτέλεσμα δείχνει ότι ένας μεγάλος αριθμός ψηφοφόρων θέλει να προχωρήσει η χώρα μπροστά, μακριά από την εποχή της βίας και της εξάρτησης από τις ξένες δυνάμεις, τόσο του Ιράν όσο και των ΗΠΑ. Η πρόθεση αυτή μεταφράστηκε στην κάλπη, ενώ την ίδια ώρα φάνηκε ότι οι Ιρακινοί ήθελαν να περιορίσουν την ισχύ των ομάδων πολιτοφυλακής που δεν ελέγχονται από την κεντρική εξουσία. Τα γεγονότα που ακολούθησαν των εκλογών φαίνεται ότι επιβεβαιώνουν τους φόβους των ειδικών ότι, όσο αυτοί οι παίκτες βλέπουν την επιρροή τους να μειώνεται, θα συνεχίζουν να καταφεύγουν στη βία.

Σε κάθε περίπτωση, νικητής των εκλογών στέφθηκε ο επικεφαλής του «Σαϊρούν», Μουκτάντα αλ Σαντρ, γνωστός για τα αντιαμερικανικά του αισθήματα. Το προηγούμενο διάστημα, ο Σιίτης κληρικός στάθηκε σε πολλά ζητήματα απέναντι στις σχετιζόμενες με το Ιράν ομάδες. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους που ο συνασπισμός του κέρδισε περισσότερες από 70 έδρες από τις 329 του κοινοβουλίου.

Επίσης, πολιτικοί αναλυτές θεωρούν ότι η νίκη του αποτελεί προϊόν μιας καλά μελετημένης στρατηγικής, η οποία εκμεταλλεύτηκε το εκλογικό σύστημα με τους αυξημένους αριθμούς εκλογικών περιφερειών. Πάντως τα Ηνωμένα Έθνη, που είχαν στείλει παρατηρητές και επέβλεπαν τις εκλογές, επαίνεσαν τη διαδικασία.

Φόβοι για νέα κλιμάκωση

Ο Πρόεδρος του Ιράκ, Μπαρχάμ Σαλίχ, περιέγραψε την επίθεση ως ένα πρελούδιο πριν από το πραξικόπημα, προειδοποιώντας ότι η χώρα μπορεί να ριχτεί στο χάος και να ανατραπεί το συνταγματικό σύστημα.

Εμφανώς σε πιο χαμηλούς τόνους, όμως, οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι η επίθεση με drones ήταν περισσότερο μια προειδοποίηση προς τον Μουσταφά αλ-Καζίμι και τους συμμάχους του, παρά μια απόπειρα δολοφονίας. Ο Ιρακινός Πρωθυπουργός μέχρι τώρα κατόρθωνε να παραμένει στην εξουσία, σχοινοβατώντας ανάμεσα σε Ιράν και ΗΠΑ, ενώ τώρα επιδιώκει μια νέα θητεία.

Ο Renad Mansour, επικεφαλής του think tank «Chatham House», εξηγεί ότι «είδαμε και στο παρελθόν να χρησιμοποιείται βία, όχι για δολοφονία αλλά για προειδοποίηση. Εντούτοις, η επίθεση με drones φαίνεται ότι πήρε λάθος τροπή, καθώς ο Σαλίχ μπορεί να εργαλειοποιήσει την απόπειρα δολοφονίας για να κερδίσει τη δημόσια στήριξη».

Η επίθεση πάντως δύναται να περιπλέξει τις προσπάθειες για σχηματισμό κυβέρνησης. Αν και τα τελικά εκλογικά αποτέλεσμα αναμένεται να ανακοινωθούν εντός των ερχόμενων λίγων εβδομάδων, τίθεται το ζήτημα κατά πόσον η πολιτική αυτή αστάθεια μπορεί να αναδείξει συμμαχίες που να επιτρέπουν τον σχηματισμό κυβέρνησης σταθερότητας.

Ενδεικτικό είναι ότι αμέσως μετά την επίθεση «άρχισαν τα όργανα», με την Χασντ αλ Σάαμπι να χαρακτηρίζει την επίθεση ως προσπάθεια του Πρωθυπουργού να στρέψει την προσοχή των πολιτών μακριά από τις αιματηρές διαδηλώσεις των προηγούμενων ημερών. Κατά παρόμοιο τρόπο, ο αρχηγός της σιιτικής πολιτοφυλακής Κατάιμπ Χεζμπολάχ, Abu Ali al-Askari, κατηγόρησε τον Μουσταφά αλ-Καζίμι ότι παίζει τον ρόλο του θύματος, αφού «κανείς στο Ιράκ δεν θα σπαταλούσε ένα droneγια να σκοτώσει τον Πρωθυπουργό».

Μια διαφορετική ανάγνωση

Από την άλλη υπάρχουν αναλυτές που υποστηρίζουν ότι ανεξαρτήτως του ποιος βρίσκεται πίσω από την επίθεση, η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αποσταθεροποιητικός παράγοντας για τις δυνάμεις που αρνούνται να αποδεχτούν το αποτέλεσμα των εκλογών.

Το επιχείρημα είναι ότι οι ηγέτες των συστηματικών κομμάτων θα προσπαθήσουν να διαχωρίσουν τη θέση τους από τις εξτρεμιστικές ομάδες, ώστε να μη χάσουν την αξιοπιστία τους. Έτσι θα ανοίξει ο δρόμος για πιο ουσιαστικές διαπραγματεύσεις για σχηματισμό κυβέρνησης όταν ανακοινωθούν τα τελικά αποτελέσματα.

Όπως έχει αναφερθεί, η επίθεση καταδεικνύει τον περιορισμένο έλεγχο της Τεχεράνης στις παραστρατιωτικές οργανώσεις. Έτσι δεν αποκλείεται να δούμε προσπάθειες του Ιράν να δαμάσει αυτές τις ομάδες, είτε με πιο αυστηρούς ελέγχους είτε με τη μείωση της πρόσβασής τους σε όπλα και drones. Μάλιστα, μετά την απόπειρα δολοφονίας έσπευσε στη Βαγδάτη ο νέος διοικητή της Δύναμης Quds, Email Ga’ani, ο οποίος διαμήνυσε στις παραστρατιωτικές οργανώσεις ότι με την επίθεση αυτή πέρασαν τις «κόκκινες γραμμές» του Ιράν.

Επίσης, με τον Μουκτάντα αλ Σαντ να έχει τον πρώτο λόγο στον σχηματισμό κυβέρνησης, αναμένονται σημαντικές αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό της χώρας. Ο Σιίτης κληρικός ποτέ δεν έκρυψε την πρόθεσή του να αλλάξει το μοντέλο διακυβέρνησης που ακολουθείται από την εισβολή των ΗΠΑ στη χώρα το 2003. Θεωρεί ότι αυτό το μοντέλο προωθεί τον κατακερματισμό της εξουσίας σε πολλούς παίκτες, ώστε να αποφεύγονται οι εντάσεις. Λόγω της φύσης του όμως δεν μπορεί να φέρει εις πέρας την αποστολή να προσφέρει υπηρεσίες στον ιρακινό λαό, με τον κάθε παίκτη να επιδιώκει να αποσπάσει όσο το δυνατόν περισσότερα από το κράτος, χωρίς να έχει την «υποχρέωση» να αναλαμβάνει ευθύνη για την όποια αποτυχία της κυβέρνησης.

(δημοσιεύθηκε στη «Σημερινή της Κυριακής», 14/11/2021)