Αναλύσεις

Αναδρομή: Οι πρώτες αντιδράσεις μετά την ανακήρυξη του ψευδοκράτους

Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Σπύρος Κυπριανού, απευθυνόμενος στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, εξηγούσε ότι η καταδίκη της τουρκικής ενέργειας δεν ήταν αρκετή· έπρεπε να ληφθούν άμεσα μέτρα

Η παράνομη ανακήρυξη του ψευδοκράτους, τη 15η Νοεμβρίου 1983, έγινε σε μια περίοδο εντατικών διαπραγματεύσεων για λύση του Κυπριακού. Από το 1980 ο δικοινοτικός διάλογος διεξαγόταν υπό την αιγίδα του Hugo Juan Gobbi [Γκόμπι], ειδικού αντιπροσώπου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Kurt Waldheim [Βαλντχάιμ]. Η προσπάθεια συνεχίστηκε από τον διάδοχο του Βαλντχάιμ, Javier Pérez de Cuéllar [Κουεγιάρ], το όνομα του οποίου συνδέθηκε με τους «δείκτες» επίλυσης του προβλήματος (1983). Η αμφιθυμία που επέδειξε η κυπριακή Κυβέρνηση έναντι των «δεικτών Κουεγιάρ» παρείχε την ευκαιρία στον Ραούφ Ντενκτάς να προχωρήσει με τις απειλές του για ανακήρυξη των κατεχόμενων κυπριακών εδαφών ως ξεχωριστού κράτους. Κατά συνέπεια, προανήγγειλε την επιλογή νομίσματος και σημαίας. Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Σπύρος Κυπριανού, εξηγούσε πως δεν ήταν η πρώτη φορά που διατυπώνονταν παρόμοιες απειλές και εξέφραζε την πεποίθηση ότι η τουρκική πλευρά θα λάμβανε υπ’ όψιν τις αντιδράσεις που θα προκαλούσε μια τέτοια ενέργεια σε διεθνές επίπεδο.

Παρά την (οιονεί αισιόδοξη) στάση της κυπριακής Κυβέρνησης, τα γεγονότα εξελίχτηκαν διαφορετικά. Σύμφωνα με ανταπόκριση της «Σημερινής» (19 Νοεμβρίου 1983), το βράδυ της 14ης Νοεμβρίου ο Ρ. Ντενκτάς είχε καλέσει τους Τουρκοκύπριους «βουλευτές» σε δείπνο και τους αποκάλυψε την απόφαση για ανακήρυξη «ανεξαρτησίας». Οι τηλεπικοινωνίες και οποιαδήποτε άλλη μορφή επικοινωνίας με τις ελεύθερες περιοχές διακόπηκαν αυθωρεί, στο πλαίσιο κήρυξης κατάστασης εκτάκτου ανάγκης. Μετά τη θετική ανταπόκριση των εκπροσώπων των υπολοίπων πολιτικών κομμάτων, στάλθηκαν ντελάληδες που καλούσαν τους Τουρκοκυπρίους να συγκεντρωθούν μπροστά από το κτήριο της «Βουλής». Το πρωί της επόμενης μέρας πραγματοποιήθηκε έκτακτη συνεδρία των Τουρκοκύπριων «βουλευτών», ενώ ο ραδιοφωνικός σταθμός «Μπαϊράκ» άρχισε να μεταδίδει εμβατήρια, πριν ανακοινώσει την ανακήρυξη της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου». Για τις εξελίξεις τοποθετήθηκε και ο πρώτος Αντιπρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Φαζίλ Κιουτσιούκ, δηλώνοντας ότι «ο αγώνας ενός αιώνα των Τουρκοκυπρίων καρποφόρησε».

Οι αντιδράσεις σε διεθνές επίπεδο ήταν άμεσες. Την αντίθεσή του σε μονομερή ανακήρυξη κράτους εξέφρασε ο Κουεγιάρ, μέσω του ειδικού αντιπροσώπου του στην Κύπρο, Γκόμπι. Αρνητική ήταν και η αντίδραση της βρετανικής Κυβέρνησης, η οποία διακοίνωσε ότι αναγνώριζε μόνο την Κυπριακή Δημοκρατία υπό την Κυβέρνηση Σπ. Κυπριανού. Δυσαρέσκεια εξέφρασε και η Κυβέρνηση των ΗΠΑ, τονίζοντας ότι δεν θα αναγνώριζε το «κράτος» και προτρέποντας την ηγεσία των Τουρκοκυπρίων σε αναθεώρηση της απόφασης. Άμεσες αρνητικές αντιδράσεις έναντι της συγκεκριμένης πρωτοβουλίας προήλθαν και από άλλες χώρες, όπως την Ολλανδία, τη Γαλλία, τη Γιουγκοσλαβία, τη Δυτική Γερμανία και την Αυστρία, καθώς και από την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα και την Κοινοπολιτεία.

Αντιδρώντας η κυπριακή Κυβέρνηση, σε συνεργασία με τις κυβερνήσεις Ελλάδας και Βρετανίας, ζήτησε σύσκεψη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Πράγματι, η σύσκεψη έλαβεν χώραν στις 18 Νοεμβρίου, όταν εγκρίθηκε το ψήφισμα 541/83 (με αρνητική ψήφο του Πακιστάν και αποχή της Ιορδανίας). Στο ψήφισμα χαρακτηριζόταν η εκ μέρους των Τουρκοκυπρίων ανακήρυξη «κράτους» ως νομικά άκυρη, ενώ επαναβεβαιωνόταν η ανεξαρτησία και η εδαφική ακεραιότητα του κυπριακού κράτους. Επιπλέον, το Συμβούλιο Ασφαλείας καλούσε σε μη αναγνώριση άλλου κράτους, πέραν της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο Ρ. Ντενκτάς στηλίτευσε τη συγκεκριμένη απόφαση του Συμβουλίου, σχολιάζοντας ότι «βλέπουν το Κυπριακό με τα μάτια των Ελλήνων». Αντιθέτως, ο Σπ. Κυπριανού χαρακτήρισε το ψήφισμα ως «αποστομωτική απάντηση προς την τουρκική αυθαιρεσία». Παρ’ όλα αυτά, λίγες ημέρες αργότερα, απευθυνόμενος στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ της 23ης Νοεμβρίου, εξηγούσε ότι η καταδίκη της τουρκικής ενέργειας δεν ήταν αρκετή· έπρεπε να ληφθούν άμεσα μέτρα: «Απευθύνω έκκληση σε όλους σας να απορρίψετε έμπρακτα και όχι μόνο θεωρητικά ν νόμο της ζούγκλας και να επιβάλετε το κράτος δικαίου και τις αρχές των Ην. Εθνών όπως αυτές περιλαμβάνονται στον Χάρτη και διακηρύττονται στα ψηφίσματά τους. Απευθύνω έκκληση σε όλους σας να κάμετε ό,τι εξαρτάται από εσάς για να σώσετε την Κύπρο και ταυτόχρονα την υπόθεση των Ηνωμένων Εθνών και της ανθρωπότητας» («Ο Φιλελεύθερος», 24 Νοεμβρίου 1983).

Από την πλευρά της, η ελληνική Κυβέρνηση διέκοψε τον διεξαγόμενο ελληνο-τουρκικό διάλογο, που αφορούσε σε οικονομικά, τουριστικά και πολιτιστικά ζητήματα. Ταυτόχρονα ο Σπ. Κυπριανού απέστειλε μήνυμα σε όλους τους αρχηγούς κρατών, εξηγώντας τα δεδομένα και ζητώντας τη συνδρομή τους για αντιμετώπιση της κατάστασης που είχε δημιουργηθεί. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απευθύνθηκε παράλληλα στην Πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου, Margaret Thatcher, ζητώντας τη μεσολάβησή της για διεξαγωγή ελληνο-τουρκικών συνομιλιών. Ωστόσο, η πρότασή του δεν έγινε αποδεκτή. Στις 21 Νοεμβρίου συναντήθηκε με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Ronald Reagan και τον Υπουργό Εξωτερικών George Shultz, με τους οποίους συζήτησε τις εξελίξεις και αποχώρησε «ενθαρρυμένος», για να μεταβεί τέσσερεις ημέρες αργότερα στο Νέο Δελχί. Στην πρωτεύουσα της Ινδίας, στη διάρκεια Κοινοπολιτειακής Διάσκεψης Κορυφής, αναμενόταν να συζητηθεί έντονα το Κυπριακό. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο της συγκεκριμένης Διάσκεψης έγιναν δηλώσεις του Κύπριου Προέδρου, η ερμηνεία των οποίων προκάλεσε προσωρινή διάσταση μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας για το ζήτημα αποδοχής της διεξαγωγής τριμερούς διάσκεψης των εγγυητριών δυνάμεων.

2.JPG

Το εσωτερικό μέτωπο

Σε εσωτερικό επίπεδο παρατηρήθηκαν εκδηλώσεις διαμαρτυρίας από κόμματα και πολιτικούς φορείς, ενώ ξέσπασαν μαζικές διαδηλώσεις, οργανωμένες από μαθητές και άλλες οργανώσεις (π.χ. Δικηγορικός Σύλλογος, συνδικαλιστικές οργανώσεις και Παγκύπρια Επιτροπή Προσφύγων). Στις 21 Νοεμβρίου οργανώθηκε στην Πλατεία Ελευθερίας, στη Λευκωσία, ογκώδες συλλαλητήριο από τη Συντονιστική Επιτροπή Κομμάτων και Οργανώσεων. Πρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής του συλλαλητηρίου ορίστηκε ο Δήμαρχος Λευκωσίας, Λέλλος Δημητριάδης.

Σε σχέση με τις αντιδράσεις των κομμάτων σημειώνουμε ότι το ΑΚΕΛ, κάνοντας λόγο για συνθήκες που ευνοούσαν την προώθηση της διπλής Ένωσης, τόνισε την ανάγκη επιμονής στην ειρηνική διευθέτηση του Κυπριακού, στη βάση των ψηφισμάτων του ΟΗΕ. Σε αντίθετη περίπτωση προειδοποιούσε ότι ελλόχευαν νέοι κίνδυνοι. Αντίθετα, ο πρόεδρος της ΕΔΕΚ, Βάσος Λυσσαρίδης, απέρριψε την προοπτική διαλόγου με την Τουρκία και υποστήριξε ότι η παράνομη ανακήρυξη συνιστούσε «χρυσή ευκαιρία» για επανατοποθέτηση του Κυπριακού στην «ορθή αντικατοχική του βάση». Ο επικεφαλής του ΔΗΣΥ, Γλαύκος Κληρίδης, προέκρινε την επιλογή μιας πανεθνικής διάσκεψης, απ’ όπου θα προέκυπτε υπερκομματική, πανεθνική πολιτική για το Κυπριακό.

Ανταποκρίσεις «Σημερινής» για τις αντιδράσεις πολιτών

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η αντίδραση απλών πολιτών, όπως καταγράφηκε από τη «Σημερινή» της 16ης Νοεμβρίου 1983. Συντάκτες της εφημερίδας συνομίλησαν με πολίτες σε Λευκωσία, Λεμεσό και Λάρνακα, σημειώνοντας ποικίλες αντιδράσεις. Από τις ανταποκρίσεις της εφημερίδας φαίνεται ότι ένα μέρος του πληθυσμού δεν ανησύχησε ιδιαίτερα από τις εξελίξεις. Παρατίθεται ενδεικτικά δήλωση πλανοδιοπώλη, ο οποίος, ζυγίζοντας ντομάτες, εξηγούσε γιατί παρέμενε ψύχραιμος: «Τίποτα δεν άλλαξε. Η κατάσταση παραμένει όπως ήταν κατά τα τελευταία εννέα χρόνια. Δεν ανησυχώ γιατί κανένας δεν πρόκειται να τους αναγνωρίσει». Από την άλλη, εκφράστηκε έντονος προβληματισμός εκ μέρους διαφόρων πολιτών, που ζητούσαν αλλαγή Κυβέρνησης και κομματική συνεργασία. Στις αντιδράσεις των απλών πολιτών αντανακλάται η σύγχυση που επικρατούσε και η αδυναμία αντιμετώπισης των τουρκικών αποφάσεων, παρότι για χρόνια το σενάριο ανακήρυξης «κράτους» ήταν πιθανό. Η κυπριακή αντιφατικότητα συνοψίζεται στις αντιδράσεις που παρουσιάζονται στο ίδιο ρεπορτάζ: Πρόσφυγες, συγκλονισμένοι από τις πολιτικές εξελίξεις, διέκοπταν τις δουλειές τους και επέστρεφαν στις οικογένειές τους, ενώ την ίδια ώρα γυναίκα δήλωνε στον ανταποκριτή: «Τώρα το ακούω από σένα αλλά βιάζομαι για να μη χάσω το λεωφορείο».

(δημοσιεύθηκε στη «Σημερινή της Κυριακής» 14/11/2021)