Διεθνή

Με λεκτικές διακηρύξεις και τουρκικά «μαγειρέματα» βαδίζει η Λιβύη προς τις κάλπες

Σε κάθε περίπτωση η εκλογική διαδικασία δεν είναι καταδικασμένη να πετύχει και δεν εγγυάται τη μετάβαση της Λιβύης σε ένα μονοπάτι ενότητας και σταθερότητας

Όσες αλήθειες δεν μπορούσαν να γραφτούν στο τελικό κείμενο των συμπερασμάτων της διάσκεψης κορυφής στο Παρίσι για τη Λιβύη, ειπώθηκαν τελικά στις δηλώσεις του Γάλλου Προέδρου, Εμμανουέλ Μακρόν. Αναφερόμενος στο ζήτημα των ξένων μισθοφόρων, βρήκε την ευκαιρία να κεραυνοβολήσει δημόσια την Τουρκία και τη Ρωσία, οι οποίες συμμετείχαν μεν στη διάσκεψη, αλλά με πιο χαμηλόβαθμους αξιωματούχους. Όπως ήταν αναμενόμενο, η Τουρκία την επόμενη ημέρα βγήκε στην αντεπίθεση, αξιώνοντας ότι προσκλήθηκε στη Λιβύη και η εισβολή της είναι νόμιμη. Την ίδια ώρα, ο Τούρκος Πρόεδρος δηλώνει παρών και στα «μαγειρέματα» για την αναβολή των επερχόμενων εκλογών στη Λιβύη, παρά τις απειλές για κυρώσεις που απηύθυναν οι συμμετέχοντες στη διάσκεψη. Με τις υποψηφιότητες ήδη να προδικάζουν μια συναρπαστική εκλογική διαδικασία, απομένει να επιβεβαιωθούν οι διαβεβαιώσεις των Λιβύων πολιτικών παικτών όχι μόνο ότι θα πραγματοποιηθούν οι εκλογές, αλλά ότι θα αποδεχτούν το αποτέλεσμά τους.

Είχε αποτέλεσμα η διάσκεψη;

Με απειλές για κυρώσεις σε όποιον εμποδίσει την εκλογική διαδικασία στη Λιβύη ολοκληρώθηκε η διάσκεψη κορυφής στο Παρίσι. Η σύνοδος, στην οποία συμμετείχαν οι σημαντικότεροι παίκτες της λιβυκής κρίσης, έμοιαζε να έγινε για να σταλεί το μήνυμα ότι οι εκλογές θα πρέπει με κάθε τρόπο να πραγματοποιηθούν.

Αυτό διεφάνη από το λεκτικό του κειμένου συμπερασμάτων. Συγκεκριμένα, υπάρχει ρητή αναφορά για δέσμευση όλων των Λίβυων εμπλεκομένων για «τη διεξαγωγή ελεύθερων, δίκαιων, χωρίς αποκλεισμούς και αξιόπιστων προεδρικών και κοινοβουλευτικών εκλογών […] και να δεχθούν τα αποτελέσματά τους». Πρόκειται για στοχευμένες αναφορές με συγκεκριμένους αποδέκτες, καθώς το προηγούμενο διάστημα υπήρχαν πληροφορίες για προσπάθειες σαμποταρίσματος των εκλογών και παραμονή της προσωρινής κυβέρνησης στην εξουσία.

Σημειώνεται ότι οι εκλογές αποτελούν κομβικό κομμάτι της ειρηνευτικής διαδικασίας που βρίσκεται υπό την αιγίδα του ΟΗΕ για τερματισμό της δεκαετούς πολεμικής σύρραξης. Η εκλογική διαδικασία εξακολουθεί να βρίσκεται στον αέρα, καθώς υπάρχουν έντονες διαφωνίες μεταξύ των αντίπαλων παρατάξεων στην ανατολική και δυτική Λιβύη σχετικά με τον τρόπο διαγωγής των εκλογών και το ποιος έχει το δικαίωμα να είναι υποψήφιος.

Το δεύτερο σκέλος του κειμένου συμπερασμάτων αφορούσε τις δεσμεύσεις για αποχώρηση μισθοφόρων, ξένων μαχητών και ξένων δυνάμεων από το λιβυκό έδαφος. Μάλιστα, ο Μακρόν, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσε να εντάξει ονομαστική αναφορά της Τουρκίας και της Ρωσίας στο κείμενο συμπερασμάτων για τους ξένους μισθοφόρους, σε δηλώσεις του με το πέρας της συνόδου δήλωσε ότι «η Τουρκία και η Ρωσία πρέπει επίσης να αποσύρουν χωρίς καθυστέρηση τους μισθοφόρους και τις στρατιωτικές τους δυνάμεις, η παρουσία των οποίων απειλεί τη σταθερότητα και την ασφάλεια της χώρας και ολόκληρης της περιοχής».

Σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλούνται ξένα ΜΜΕ, κατά τη διάρκεια της διάσκεψης η Τουρκία, την οποία εκπροσωπούσε ο Υφυπουργός Εξωτερικών, Σεντάτ Ονάλμ, είχε εκφράσει την αντίθεσή της για το λεκτικό του τελικού κειμένου συμπερασμάτων ειδικά στο κομμάτι που αφορούσε την αποχώρηση των ξένων δυνάμεων από τη Λιβύη. Μάλιστα, ισχυρίστηκε ότι οι χιλιάδες μισθοφόροι και ο στρατός που έστειλε στη χώρα είχαν προσκληθεί από την αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ κυβέρνηση και δεν πρέπει να εξισώνονται με τους μαχητές που είχαν στείλει οι άλλες χώρες.

Σφυρίζει αδιάφορα η Τουρκία

Έτσι δεν προκάλεσε έκπληξη η επίθεση που εξαπέλυσε η τουρκική διπλωματία εναντίον του Μακρόν την επόμενη ημέρα της διάσκεψης. Ο εκπρόσωπος της τουρκικής προεδρίας, Ιμπραήμ Καλίν, ανέφερε ότι η «εμμονή» στην άμεση αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων είναι λάθος, καθώς η Άγκυρα θα μπορούσε να «εγγυηθεί» την ασφάλεια της πολιτικής διαδικασίας, των εκλογών και της οικονομίας.

Σύμφωνα με αναλυτές, η άρνηση της Τουρκίας να απομακρύνει στρατό και μισθοφόρους απειλεί την ειρηνευτική διαδικασία και ισχυροποιεί τις ισλαμιστικές παρατάξεις στην Τρίπολη, οι οποίες επιδιώκουν την αναβολή των εκλογών.

Ενδεικτικό είναι ότι ο πρόεδρος του Ανωτάτου Συμβουλίου του Κράτους της Λιβύης, Χαλίντ Αλ Μίσρι, ο οποίος συνδέεται με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, προέτρεψε τους ψηφοφόρους να μη συμμετάσχουν στις επερχόμενες εκλογές, προωθώντας τρίμηνη καθυστέρηση, ώστε να επιτραπεί σε συγκεκριμένα πρόσωπα να είναι τελικά υποψήφιοι για την προεδρία. Ο Μίσρι, μιλώντας στο τουρκικό Sputnik, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι «ο δεσμός αδελφοσύνης μεταξύ της Τουρκίας και των χωρών της Λιβύης βασίζεται πρωτίστως στο Ισλάμ, αλλά έχουν παράλληλα κοινή ιστορία και κοινό παρελθόν». Πρόσθεσε ότι «ο τουρκικός στρατός και οι δυνάμεις στη Λιβύη βρίσκονται νομίμως και αυτό δεν έρχεται σε αντίθεση με τις διεθνείς συμφωνίες».

Έτσι κι αλλιώς όμως οι αρνητικές προθέσεις της Τουρκίας είχαν διαφανεί από νωρίς, με τον Τούρκο Πρόεδρο να κάνει «καψόνια» στον Μακρόν και να αποφασίζει τελευταία στιγμή να εκπροσωπηθεί η χώρα του σε επίπεδο υφυπουργού Εξωτερικών, στέλνοντας στο forum τον μετριοπαθή Σεντάτ Ονάλ αντί του ιδίου.

Σύμφωνα όμως με αναλυτές, η Άγκυρα εμμένοντας στο αναθεωρητικό της δόγμα σε Μεσόγειο, Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική, έρχεται σε άμεση αντιπαράθεση με τον διεθνή παράγοντα. Σύμφωνα με τον αναπληρωτή καθηγητή Διεθνούς Ασφάλειας στο King’s College και στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, Μάνο Καραγιάννη, η Τουρκία «με τη στάση της, έχει καταφέρει να συσπειρώσει εναντίον της πάρα πολλές χώρες. Πέρα από την Ελλάδα, υπάρχει η Γαλλία, η Ιταλία, υπάρχουν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Αίγυπτος που βλέπουν με αυξημένη καχυποψία την παρουσία της στη Λιβύη».

Επιδιώκοντας τη διατήρηση του ασταθούς πολιτικού status quo στη χώρα, η Άγκυρα επιχείρησε να τορπιλίσει τη διάσκεψη του Παρισιού, αγνοώντας τόσο τη συμφωνία για τις εκλογές όσο και τη στήριξη στο σχέδιο για την αποχώρηση των μισθοφόρων. Ο επίκουρος καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, Αντώνης Κλάψης, εξήγησε ότι «η Τουρκία δεν επιδιώκει την εκκένωση της Λιβύης από ξένα στρατεύματα και δεν θα ήθελε να δει εκλογές στις οποίες θα επικρατούσαν πολιτικές ομάδες και προσωπικότητες που δεν συντάσσονται με τα τουρκικά συμφέροντα και μάλλον θα επεδίωκε τη συνέχιση αυτής της ανώμαλης κατάστασης στη Λιβύη, που εξυπηρετεί τα τουρκικά συμφέροντα».

Οι αμφιλεγόμενες υποψηφιότητες

Ήδη οι υποψηφιότητες των Χαλίφα Χαφτάρ και Σάιφ αλ-Ισλάμ Καντάφι προετοιμάζουν το έδαφος για μια εκρηκτική εκλογική διαδικασία, με τους επικριτές τους να προειδοποιούν ότι οι υποψήφιοι αυτοί θα μπορούσαν να σύρουν τη χώρα πίσω στο χάος.

Ο 49χρονος γιος του πρώην ηγέτη της Λιβύης Μουαμάρ Καντάφι επανεμφανίστηκε μετά από σχεδόν δέκα χρόνια για να υποβάλει την υποψηφιότητά του, προκαλώντας όμως αντιδράσεις με μια αμφιλεγόμενη δήλωσή του, η οποία στο πρώτο της σκέλος προωθούσε την ενότητα, ενώ στο δεύτερο άφηνε εκτός τα έξι εκατομμύρια Λιβύους που ζουν στο δυτικό κομμάτι της χώρας. Αναλυτές θεωρούν ότι απευθύνθηκε προς συγκεκριμένες δημογραφικές ομάδες, «απειλώντας» την ίδια στιγμή τους υπόλοιπους πολίτες και προεξοφλώντας τη ρήξη σε περίπτωση εκλογής του.

Θεωρείται πάντως ότι η είσοδός του στο ήδη κατακερματισμένο πολιτικό σκηνικό της Λιβύης θα προκαλέσει περαιτέρω διαιρέσεις και θα κάνει πιο σύνθετη τη διαδικασία, η οποία ήδη ναρκοθετείται από κυβερνητικά στελέχη που δεν έχουν πρόθεση να εγκαταλείψουν τη θέση τους και υπάρχουν υπόνοιες ότι δεν θα αποδεχτούν το αποτέλεσμα των εκλογών.

Ο ισχυρός άνδρας της ανατολικής Λιβύης, Χαλίφα Χαφτάρ, κατά την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του είχε διευκρινίσει «δεν τρέχει πίσω από την εξουσία, αλλά θέλει να οδηγήσει τον λαό προς τη δόξα, την πρόοδο και την ευημερία».

Όμως λιβυκά ΜΜΕ προσκείμενα στην Τουρκία και τους συμμάχους της υπενθυμίζουν ότι ο Χαφτάρ κατηγορείται για εγκλήματα πολέμου, είχε ηγηθεί της εκστρατείας για την κατάληψη της Τρίπολης και προσπάθησε να απομακρύνει την αναγνωρισμένη κυβέρνηση από τον ΟΗΕ, ενώ τον κατηγορούν ότι επιδιώκει να εκλεγεί για να εφαρμόσει ένα δικτατορικό καθεστώς στη χώρα.

Τα σενάρια των εκλογών

Παρά το γεγονός ότι οι διεθνείς παίκτες προκρίνουν προεδρικές και βουλευτικές εκλογές στις 24 Δεκεμβρίου, προκύπτουν διαφωνίες στο εσωτερικό της χώρας και το μόνο ορατό σενάριο είναι τη συγκεκριμένη ημερομηνία να γίνει μόνο ο πρώτος γύρος των προεδρικών.

Συγκεκριμένα, η Βουλή αποφάσισε ότι η ψηφοφορία για την ανάδειξη του προέδρου θα προηγηθεί των βουλευτικών εκλογών. Σύμφωνα με αναλυτές, αυτό «εγκλωβίζει» τη διαδικασία σε δύο σενάρια. Το πρώτο είναι ένας από τους υποψήφιους προέδρους να κερδίσει από τον πρώτο γύρο απόλυτη πλειοψηφία και να αναδειχθεί νικητής. Το δεύτερο σενάριο είναι να μην υπάρξει νικητής στον πρώτο γύρο και να χρειαστεί επανάληψη της διαδικασίας. Η ημερομηνία του νέου γύρου αναμένεται ότι θα συμπέσει με αυτήν των βουλευτικών εκλογών και υπολογίζεται ότι θα είναι 52 ημέρες μετά τον πρώτο γύρο.

Αναλυτές αναδεικνύουν το εξής παράδοξο. Οι διαιρέσεις του πολιτικού σκηνικού της χώρας, με κυριότερο τον διαχωρισμό ανατολικού και δυτικού κομματιού, δεν αφήνουν τους υποψηφίους να «τρέξουν» προεκλογικές καμπάνιες, οι οποίοι όμως θα καλούν σε ενότητα αλλά θα είναι αδικημένοι εξαιτίας των βαθιών τομών που χαρακτηρίζουν τη χώρα.

Σε κάθε περίπτωση η εκλογική διαδικασία δεν είναι καταδικασμένη να πετύχει και δεν εγγυάται τη μετάβαση της Λιβύης σε ένα μονοπάτι ενότητας και σταθερότητας. Παρά τις διακηρύξεις των ηγετών στη σύνοδο του Παρισιού, οι παραστρατιωτικές ομάδες δεν έχουν αφοπλιστεί και οι ξένοι μισθοφόροι παραμένουν στη χώρα.

Στο σενάριο δε να κερδίσει ο Χαφτάρ τις εκλογές, σύμφωνα με ειδικούς, θα πρέπει να ασκήσει την εκτελεστική εξουσία είτε από τη Βεγγάζη είτε από τη Σύρτη, χρησιμοποιώντας μία από τις δύο ως προσωρινή εναλλακτική πρωτεύουσα. Αυτό δεν αποκλείεται να οδηγήσει σε μια «διαφυγή» του δυτικού κομματιού από τον έλεγχο του, οδηγώντας με μαθηματική ακρίβεια στο εφιαλτικό σενάριο της οριστικής διχοτόμηση της χώρας.

(δημοσιεύθηκε στη «Σημερινή της Κυριακής», 21/11/2021)